Η σχέση εξουσίας, νόμου και εικόνας είναι αρχαία. Η εξουσία αντιλαμβανόταν πάντα τη σημασία της εικόνας για τη διατήρηση του κοινωνικού δεσμού. Ο νόμος, ως γλώσσα της εξουσίας, εγγράφει ένα συγκεκριμένο καθεστώς εικόνων στον άνθρωπο. Στον όρο «νόμος» περιλαμβάνω όλες τις εκφράσεις τού «πρέπει»: κανόνες, εντολές και απαγορεύσεις της πολιτείας, της θρησκείας, της ηθικής, των κοινωνικών συμβάσεων και εθίμων. Αλλά και τον νόμο της «ψυχής» που η θρησκεία ονομάζει «συνείδηση» και η ψυχανάλυση «υπερεγώ». Οπως έλεγαν οι Λατίνοι, «jus vitam instituet», ο νόμος συνιστά τη ζωή: συναρμολογεί την κοινωνική ύπαρξη με τη βιολογική ζωή και το ασυνείδητο υπόστρωμα της ψυχικής οργάνωσης. Χωρίς πειθαρχημένες εικόνες πίσω από τις λέξεις, τις εντολές και τις ιδέες θα ήταν αδύνατο να αποκτήσουμε αυτοσυνειδησία.
Η θεολογία και η φιλοσοφία ξεκίνησαν τους πόλεμους της εικόνας που σύντομα έγιναν κεντρικό πεδίο μάχης για την εξουσία. Η Βίβλος τοποθετεί δύο αντιφατικούς κανόνες στο κέντρο του νόμου. Στη Γένεση ο άνθρωπος πλάστηκε καθ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού. Η εικόνα επομένως ιεροποιείται. Αλλά η δεύτερη εντολή στην Εξοδο απαγορεύει τη δημιουργία «ειδώλου ή παντός ομοιώματος, όσα εν τω ουρανώ και επί της γης». Εδώ θεμελιώνεται η εικονοκλαστική άποψη και οι ανεικονικές θρησκείες, η εβραϊκή, το Ισλάμ, οι προτεστάντες. Στις δύο αυτές εντολές και τη φιλοσοφία τους στηρίχτηκαν οι αντιμαχόμενες δυνάμεις σε όλη την Ιστορία. Στην Ελλάδα ο Πλάτωνας εκδιώκει τους ποιητές και τους ζωγράφους από την Πολιτεία και αρχίζει την «αρχαία διαμάχη» μεταξύ τέχνης και φιλοσοφίας. Ο φιλόσοφος επαινεί τον μυθολογικό Αιγύπτιο νομοθέτη που θέσπισε κατάλογο με αποδεχτές τεχνοτροπίες επειδή ορισμένες μορφές είναι επιζήμιες. Οι νόμοι της Θήβας επίσης επέβαλαν στους ζωγράφους να εξιδανικεύουν τα θέματά τους και τιμωρούσαν αυστηρά τις εκτροπές. Αλλά το «θαύμα που ήταν η Ελλάδα» είναι γεμάτο εικόνες και αγάλματα που βρίσκουν μιμητές σε όλη την Ιστορία.
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έβαλε την τέχνη στην υπηρεσία της εξουσίας. Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός εισήγαγε μια τελετουργία που εξομοίωνε τον αυτοκράτορα με την εικόνα του. Πορτρέτα και αγάλματα του αυτοκράτορα στέλνονταν σε όλες τις επαρχίες. Οι τοπικές αρχές τα υποδέχονταν με τιμές και εορτασμούς και τα τοποθετούσαν στα δημόσια κτίρια. Ολες οι τιμές που ανήκαν στον αυτοκράτορα δίνονταν και στις εικόνες του. Οταν ένας αυτοκράτορας ανατρεπόταν, τα πορτρέτα του καταστρέφονταν τελετουργικά στην τελετή damnatio memoriae, καταδίκη της μνήμης. Ηταν η αρχή μιας μόνιμης πια πρακτικής να αφαιρούνται και να καταστρέφονται αγάλματα και μνημεία μετά την αλλαγή ενός καθεστώτος.
Η διαγραφή της μνήμης γινόταν με διάφορους τρόπους. Τα αγάλματα αφαιρούνταν, καταστρέφονταν ή καλύπτονταν με δύσοσμες ουσίες. Τα ονόματα διαγράφονταν από τα νομίσματα ή τις πέτρινες επιγραφές σε μια προσπάθεια εξαφάνισης κάθε αναφοράς στην ύπαρξη τους. Η προσπάθεια δεν ήταν πάντα πετυχημένη. Οι εικόνες του Νέρωνα, του Δομιτιανού ή του Γέτα, που δολοφονήθηκε από τον αδερφό του Καρακάλλα, αποθηκεύτηκαν και διατηρήθηκαν καλύτερα από εκείνες των διαδόχων τους. Η εξαφάνιση των αγαλμάτων βοήθησε στη διατήρηση της εικόνας τους. Παραδόξως οι εικόνες που αφαιρούνται διατηρούν την ιστορική μνήμη καλύτερα από αυτές που επιβιώνουν.
Ο πόλεμος των εικόνων κορυφώθηκε στις εικονομαχίες στο Βυζάντιο, στη δυτική μεταρρύθμιση μέχρι την κοινωνία του θεάματος σήμερα. Η θεολογία της βυζαντινής εικονομαχίας αποτελεί την ανυπέρβλητη εξέταση της σχέσης εικόνας, εξουσίας και υποκειμενικότητας. Για τους εικονόφιλους οι εικόνες αποτελούν μέσο διδαχής, παραδειγματισμού, αρωγούς της μνήμης. Η εικόνα του Χριστού δεν τον παριστάνει -δεν είναι είδωλο-, αλλά τον μιμείται και παραδειγματίζει τους πιστούς. Οι θρησκευτικές εικόνες τούς καλούν να οργανώσουν τη ζωή τους ως imitatio Christi, μίμηση του Χριστού. Οποιος αρνείται τις ιερές εικόνες, αποποιείται την οικονομία της σωτηρίας. Για τους εικονοκλάστες όμως «η βίβλος των αγράμματων» μπορεί να οδηγήσει σε συναισθηματικό παροξυσμό. Οι εικόνες γυμνών σωμάτων διεγείρουν τη σεξουαλική επιθυμία, γι’ αυτό τις είχαν στις κρεβατοκάμαρες οι πλούσιοι της Πομπηίας. Οι εικόνες πηγαίνουν κατευθείαν στην ψυχή χωρίς τη μεσολάβηση του μυαλού και της γλώσσας και οδηγούν στην ειδωλολατρία, την αμαρτία και την τρέλα.
Οι θεολογικές διαμάχες έγιναν φιλοσοφικό θεμέλιο και έκφραση πολιτικών ανταγωνισμών. Με το τέλος των εικονομαχιών οι χριστιανοί αυτοκράτορες αποδέχτηκαν την άποψη των Ρωμαίων για τα πορτρέτα τους. Το δέος που εμπνέει το δημόσια εκτεθειμένο αυτοκρατορικό άγαλμα αποτρέπει τον όχλο από τα εγκλήματα, τα κουτσομπολιά και τις ταραχές. Ο Αθανάσιος εξηγεί τον 4ο αιώνα: η ομοιότητα του αυτοκράτορα με την εικόνα του είναι τέτοια, έτσι ώστε όποιος βλέπει την εικόνα αναγνωρίζει σ’ αυτήν τον αυτοκράτορα. Η εικόνα μπορεί να πει «εγώ και ο αυτοκράτορας είμαστε ένα γιατί εγώ υπάρχω σε αυτόν και αυτός υπάρχει σε μένα». Ο Βασίλειος συμφωνεί: «Η τιμή που αποδίδεται σε μια εικόνα αρμόζει στο πρωτότυπο». Το Theatrum Mundi, η «αλυσίδα των εικόνων» που διαδίδεται σε όλη τη βυζαντινή αυτοκρατορία, οργανώνεται σαν μια πυραμίδα συμβολικών σχέσεων. Στην κορυφή της στέκεται η θεϊκή imago και από κάτω αυτή του αυτοκράτορα. Οι αυτοκρατορικές εικόνες προσωποποιούν την εξουσία δίνοντας μορφή και περιεχόμενο στη μεγαλοπρέπειά της.
Το Βυζάντιο ήταν η πρώτη κοινωνία της εικόνας. Στη δυτική εικονομαχία οι προτεστάντες σε μια αρχέτυπη μορφή ιδεολογικής τρομοκρατίας κατέστρεψαν χιλιάδες καθολικά αγάλματα, εικόνες, ιερά και θρησκευτικά αντικείμενα, έκαψαν εκκλησίες και μοναστήρια και σκότωσαν παπάδες και μοναχούς. Η θεολογία τους περί πρωτότυπου και ήταν απομίμηση της βυζαντινής, αλλά και τόσο κατώτερη όσο ένα «κλασικό εικονογραφημένο» σε σχέση με το αριστουργηματικό μυθιστόρημα. Ωστόσο έβαλε τα θεμέλια της σύγχρονης εικονομαχίας.
Στη νεωτερικότητα ο πόλεμος των εικόνων προσθέτει στην προσωποποίηση της εξουσίας τη συμβολική προώθηση ιδεολογιών και θεσμών. Οι εικόνες στρατεύονται στην υπηρεσία του έθνους και στη δημιουργία εθνικής συνείδησης και αργότερα ηγεμονικής ιδεολογίας. Ο Γερμανός τεχνοκριτικός Γκότχολντ Λέσινγκ τον 18ο αιώνα και ο Γάλλος ιστορικός Ζιλ Μισελέ τον 19ο υποστηρίζουν ότι η τέχνη έχει μεγάλο ρόλο στη διάπλαση του εθνικού χαρακτήρα και δεν μπορεί να μένει αρρύθμιστη. «Οι εικαστικές τέχνες με την αναπόφευκτη επιρροή που ασκούν στον χαρακτήρα του έθνους παράγουν αποτελέσματα που απαιτούν στενή επιτήρηση από το δίκαιο». Δουλειά του νομοθέτη είναι να προωθεί τις θετικές και να αποτρέπει αρνητικές σκέψεις και συναισθήματα ελέγχοντας τις εικόνες. Σε αυτή την άποψη στηρίχτηκε η καταστροφή των εικόνων-συμβόλων της εξουσίας μετά από ριζικές αλλαγές: στη Γαλλική και Ρωσική Επανάσταση, την ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων ή του Σαντάμ. Νέες μνημειώδεις εικόνες παίρνουν την θέση των αποκαθηλωμένων.
Η αποκαθήλωση δεν διαγράφει την Ιστορία, αλλά προσπαθεί να την αποβάλει από τη δημόσια μνήμη. Δηλώνει τι θέλει μια χώρα ή εξουσία να δείχνει για τον εαυτό της. Οχι από πού έρχεται, αλλά πού πηγαίνει. Οσο παραμένει αυστηρά σιωπηλός ο Τσίπρας, η εικόνα του γίνεται ένα «κενό σημαίνον» στο οποίο ο καθένας προβάλλει τις προτιμήσεις του. Damnatio ή laus, ο πόλεμος της εικόνας δείχνει μια άδεια πολιτική και την ιδεολογία της Βαβέλ.
Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Λονδίνου
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας