Οι Aμερικανοί πολίτες ψηφίζουν σήμερα για την ανανέωση του 1/3 των Γερουσιαστών και όλων των Αντιπροσώπων. Υπάρχουν τρία ενδεχόμενα. Το πρώτο είναι να διατηρήσουν οι Δημοκρατικοί τον έλεγχο και στη Γερουσία και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, εξέλιξη που θεωρείται απίθανη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Το δεύτερο είναι να κερδίσουν οι Ρεπουμπλικανοί την πλειοψηφία και στα δυο σώματα του Κογκρέσου. Και το τρίτο είναι η δημιουργία ενός διαιρεμένου Κογκρέσου. Στην περίπτωση αυτή, πιο πιθανό είναι να κρατήσουν οι Δημοκρατικοί τη Γερουσία και οι Ρεπουμπλικανοί τη Βουλή, παρά το αντίστροφο.
Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, η Βουλή των Αντιπροσώπων κλίνει προς τους Ρεπουμπλικανούς, ενώ δίνεται πολιτική μάχη για τη Γερουσία. Η μάχη αυτή θα κριθεί κυρίως σε τέσσερις πολιτείες, την Τζόρτζια, τη Νεβάδα, την Πενσυλβάνια και την Αριζόνα, στις οποίες οι υποψήφιοι γερουσιαστές των Δημοκρατικών πρέπει μάλλον να καταγράψουν τρεις νίκες, ώστε να κρατήσουν τα κεκτημένα. Υπενθυμίζεται πως το αποτέλεσμα του Νοεμβρίου του 2020 έβγαλε μια Γερουσία πλήρως ισορροπημένη (50-50), απλώς οι Δημοκρατικοί επωφελούνται του πλεονεκτήματος που τους δίνει η ψήφος της αντιπροέδρου Καμάλα Χάρις.
Αν και κάθε εκτίμηση πριν από την ανακοίνωση του αποτελέσματος των ενδιαμέσων εκλογών είναι επισφαλής, φαίνεται πως οδεύουμε προς μια καινούργια κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι Ρεπουμπλικανοί κερδίζουν πολιτικό έδαφος, ιδίως αν καταφέρουν να αλλάξουν υπέρ τους την ισορροπία στη Γερουσία. Η γενική αποδοχή για το έργο της κυβέρνησης Τζο Μπάιντεν βαίνει μειούμενη τους τελευταίους μήνες, λόγω των οικονομικών προβλημάτων, και ακολούθως οι Αμερικανοί πολίτες σταθμίζουν τα δεδομένα. Ερευνα του δικτύου PBS δείχνει ότι ο πληθωρισμός αξιολογείται ως μείζον θέμα για το 54% των ψηφοφόρων του ρεπουμπλικανικού κόμματος και για το 40% όσους δηλώνουν ανεξάρτητοι. Το αντίστοιχο ποσοστό για τους ψηφοφόρους των Δημοκρατικών είναι μόλις 17%.
Ενα σημαντικό ερώτημα που τίθεται, εντός και εκτός Αμερικής, σχετίζεται με τη σχέση που έχει το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών για την ποιότητα της δημοκρατίας. Για τους ερωτηθέντες στην προαναφερθείσα δημοσκόπηση, οι οποίοι προτίθενται να ψηφίσουν τους Δημοκρατικούς, η προάσπιση της δημοκρατίας τούς απασχολεί σε ποσοστό 42%. Αντιθέτως, οι υποστηρικτές των Ρεπουμπλικανών (15%) αλλά και οι ανεξάρτητοι (23%) το αντιλαμβάνονται ως έλασσον θέμα. Ο διχασμός της αμερικανικής κοινωνίας εξελίσσεται -μάλλον οξύνεται. Η αμφισβήτηση του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών του 2020 από τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ υιοθετείται ως γενική πρακτική από πολλούς Ρεπουμπλικανούς, κάποιοι από τους οποίους διεκδικούν θέση στη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων, την Τρίτη. Αν χάσουν, δεν αποκλείεται να πράξουν το ίδιο.
Η επόμενη μέρα θα βρει την πόλωση στην Αμερική να αυξάνει, ενδεχομένως ανησυχητικά, εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2024. Η μερική ή ολική επιστροφή των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές διαφωνίες για την επεκτατική οικονομική πολιτική του Μπάιντεν, με επικίνδυνα πολιτικά παιχνίδια γύρω από το ταβάνι του αμερικανικού χρέους, το οποίο έχει ήδη εκτοξευθεί. Μπορεί να οδηγήσει μέχρι και σε αμφισβήτηση του ίδιου του προέδρου, σε απάντηση για τη σκληρή γραμμή που είχαν ακολουθήσει πριν από τέσσερα χρόνια οι Δημοκρατικοί έναντι του Τραμπ σχετικά με τη Ρωσία, για την αμφιλεγόμενη εμπλοκή της στις προεδρικές εκλογές του 2016.
Μέσα σε όλα αυτά, η εξωτερική πολιτική υποβαθμίζεται ή τουλάχιστον συναρτάται των εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων. Πιθανή αλλαγή της σύνθεσης του Κογκρέσου, πάντως, ίσως βάλει ορισμένα νομοθετικά εμπόδια στη στρατηγική του Μπάιντεν έναντι της Ουκρανίας. Πολλοί Ρεπουμπλικανοί όχι μόνο δεν θεωρούν την αποστολή όπλων στην Ουκρανία προτεραιότητα, αλλά επιθυμούν την εύρεση ενός τρόπου συνεργασίας με τη Ρωσία για την καλύτερη αντιμετώπιση της Κίνας. Υπάρχουν, βέβαια, και Ρεπουμπλικανοί, οι οποίοι δεν συμφωνούν με το δόγμα Τραμπ στην εξωτερική πολιτική, ανήκουν περισσότερο σε μια πιο παραδοσιακή νεο-ρεϊγκανική πτέρυγα του κόμματος και θα πιέσουν για συνέχιση της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, μέσω Ουκρανίας.
Το τελευταίο που θα απασχολήσει το επόμενο Κογκρέσο είναι τα ελληνοτουρκικά. Οι γενικές παγκόσμιες εξελίξεις έχουν αποκτήσει δραματικό χαρακτήρα σε τέτοιο βαθμό, που τα ελληνοτουρκικά εντάσσονται στη μεγάλη εικόνα της αμερικανικής στρατηγικής και απλώς ακολουθούν. Σίγουρα η Τουρκία εποφθαλμιά αποχώρηση του γερουσιαστή Μενέντες, μήπως ανοίξει ο δρόμος για την πώληση εκσυγχρονισμένων F-16. Από εκεί και πέρα, η γενική καχυποψία για την Αγκυρα δεν πρόκειται να εξαφανιστεί στην Ουάσινγκτον. Η ελληνο-ισραηλινή συνεργασία, μάλιστα, για την προετοιμασία νέων νομοθετικών πρωτοβουλιών του Κογκρέσου για την Ανατολική Μεσόγειο αναμένεται να ενισχυθεί με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου πρωθυπουργό του Ισραήλ και τους Ρεπουμπλικανούς νικητές στις ενδιάμεσες εκλογές.
* Λέκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Νίκαιας (CIFE), senior fellow στο ΕΛΙΑΜΕΠ και το Κέντρο Στρατηγικών Σπουδών Μπέγκιν-Σαντάτ
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας