Στις 11 το πρωί της 12ης Αυγούστου ο Αμερικανο-βρετανός, ινδικής καταγωγής, συγγραφέας Σαλμάν Ρούσντι, ενώ βρισκόταν στην κομητεία Τσοτόκουα της Πολιτείας της Νέας Υόρκης λαμβάνοντας μέρος σε εκδήλωση που διοργάνωνε το μη κερδοσκοπικό εκπαιδευτικό κέντρο Chautauqua Institution, δέχτηκε δολοφονική επίθεση με μαχαίρι.
Τριάντα τρία χρόνια αφότου ο Ιρανός ηγέτης αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί είχε κηρύξει φετφά εναντίον του, ζητώντας απ’ όλους τους μουσουλμάνους την πάση θυσία εκτέλεσή του γιατί «προσέβαλε το Ισλάμ» με το μυθιστόρημά του «Οι Σατανικοί Στίχοι», ολόκληρος ο κόσμος και ο Ρούσντι μαζί βεβαιώθηκαν με τον πιο ακαριαίο και φοβερό τρόπο ότι πράγματι ο φετφάς δεν σταμάτησε ποτέ να ισχύει.
Και τώρα, οκτώ μέρες αφότου ο Ρούσντι δέχτηκε 12 μαχαιριές από τον λιβανέζικης καταγωγής, γεννημένο στο Νιου Τζέρσεϊ, Χάντι Ματάρ που συνελήφθη αργότερα από τους παριστάμενους στην εκδήλωση, συμβαίνουν τα εξής: Ο συγγραφέας νοσηλεύεται στην Πενσιλβάνια αποσωληνωμένος μεν και χωρίς η ζωή του να κινδυνεύει πλέον, αλλά διατρέχοντας κίνδυνο να ζήσει εφεξής με προβλήματα στην όραση, στο χέρι και στο ήπαρ.
Ο δράστης, εναντίον του οποίου έχουν απαγγελθεί επισήμως κατηγορίες για απόπειρα δολοφονίας δεύτερου βαθμού, βρίσκεται προφυλακισμένος, δηλώνοντας «αθώος». Και εν τω μεταξύ: Εκπρόσωπος του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών υποστήριξε ότι για την επίθεση ευθύνεται αποκλειστικά και μόνον ο Ρούσντι που «εξύβρισε τα όσια και τα ιερά του Ισλάμ και παραβίασε τις κόκκινες γραμμές 1,5 δισεκατομμυρίου μουσουλμάνων». Η ιρανική υπερσυντηρητική εφημερίδα «Καϊχάν» προέτρεψε «να φιλήσουμε το χέρι αυτού που έσκισε τον λαιμό του εχθρού του Αλλάχ με μαχαίρι». Στο Πακιστάν, το ισλαμιστικό κόμμα Τεχρίκ-ι-Λαμπάικ ανακοίνωσε πως τον Ρούσντι «άξιζε να τον σκοτώσουν». Και σ’ όλο τον κόσμο χιλιάδες φανατικοί μουσουλμάνοι εξέφρασαν πανηγυρίζοντας την ίδια άποψη. Αλλά στη Δύση από το απόγευμα του Σαββάτου, τρεις εκδόσεις των «Σατανικών Στίχων» βρίσκονται στην κορυφή των ευπώλητων της Amazon, ενώ στο twitter, χρήστες προτρέπουν άλλους να αγοράσουν βιβλία του σε ένδειξη αλληλεγγύης.
Παραδόξως οι δύο αυτές αντιδράσεις έχουν ένα κοινό: επί της ουσίας καμία δεν αφορά τη λογοτεχνία, την αναγνωστική απόλαυση ή το συγγραφικό ταλέντο. Αφορούν όμως την πολιτική, στην οποία βρέθηκε ο Ρούσντι εγκλωβισμένος από το 1988 όταν κυκλοφόρησαν οι «Σατανικοί Στίχοι», ό,τι έμελλε να γίνει το διασημότερο μυθιστόρημά του αν και όχι απαραιτήτως το καλύτερό του. Από το ‘88 εγκλωβισμένη σ’ αυτή την πολιτική σύγκρουση δύο κόσμων είναι και η δυνατότητα λογοτεχνικής αποτίμησης του έργου του, έτσι ώστε στη δυτική αρθρογραφία για την περίπτωση Ρούσντι συχνά να ανιχνεύονται ερωτήματα όπως αν είναι πλέον «περισσότερο συγγραφέας ή σύμβολο».
Ο ίδιος πάντως συνέχισε να είναι συγγραφέας και να πραγματεύεται θέματα που εξ αρχής τον απασχολούσαν με κυριότερα την κουλτούρα της μετανάστευσης, τη σύγκρουση των πολιτισμών, την έννοια της «ταυτότητας», την Ιστορία και τις ιστορίες, ιδωμένα όλα μέσα από το πρίσμα του μαγικού ρεαλισμού.
Μπορεί ο Ρούσντι να απεγκλωβιστεί από την πολιτική ακόμα και τώρα που πλήρωσε ένα τόσο μεγάλο κόστος, έχοντας εν τω μεταξύ εξασφαλίσει πλούτη και τεράστια φήμη, πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που του είχαν χαρίσει τα τρία μυθιστορήματα που προηγήθηκαν των «Σατανικών Στίχων» (συμπεριλαμβανομένων και «Των παιδιών του Μεσονυκτίου» που με φόντο την ιστορία της Ινδίας κυκλοφόρησαν το ‘81, αποσπώντας βραβεία Booker και The Best of the Booker και θεωρούνται από αρκετούς ακόμα το καλύτερό του βιβλίο);
Το ‘88, όταν κυκλοφόρησαν οι «Σατανικοί Στίχοι» ο Ρούσντι, παρότι γεννημένος στη Βομβάη, ήταν πολιτογραφημένος Βρετανός με σπουδές στο Κέμπριτζ και πολιτιστική εμπειρία κυρίως «δυτική», αν σκεφτεί κανείς πως η μουσουλμανική του «θητεία» περιορίστηκε στα πρώτα 14 χρόνια της ζωής του και μάλιστα ως μέλος μιας οικογένειας που δεν ήταν φανατική. Ισως αυτός ήταν ο λόγος που δεν φοβήθηκε να χρίσει τον Μωάμεθ ήρωα του βιβλίου του (ως προφήτη «Μαχούντ» ο οποίος στην πορεία της αφήγησης εξαπατάται από τον Διάβολο).
Και σίγουρα αυτός ήταν ο λόγος που όταν τον Φεβρουάριο του 1989 έμαθε ότι είχε «καταδικαστεί σε θάνατο» από τον αγιατολάχ Χομεϊνί, άκουσε για πρώτη φορά τη λέξη «φετφάς». Το επόμενο διάστημα θα μάθαινε και τη μη αναστρέψιμη απειλή της, τη διαρκή και θανάσιμη, την πολιτική και επιχειρηματο-οικονομική της διάσταση και το κόστος της: Στην Ινδία ήδη από τον Οκτώβριο του 1988 ο πρωθυπουργός Ρατζίβ Γκάντι απαγορεύει το βιβλίο, ελπίζοντας να κερδίσει τις μουσουλμανικές ψήφους στις επικείμενες εκλογές. Αλλες είκοσι χώρες ακολουθούν το παράδειγμά του.
Το 1989 αντίτυπα των «Σατανικών Στίχων» καίγονται στο Μπράντφορντ της βόρειας Αγγλίας. Στο Ισλαμαμπάντ χιλιάδες άνθρωποι επιτίθενται στο αμερικανικό πολιτιστικό κέντρο φωνάζοντας «Κρεμάστε τον Ρούσντι» και η αστυνομία ανοίγει πυρ εναντίον τους σκοτώνοντας έξι διαδηλωτές. Λονδίνο και Τεχεράνη διακόπτουν τις διπλωματικές τους σχέσεις για δύο χρόνια. Και το 1991 όταν ο Ρούσντι αρχίζει ξανά τις δημόσιες εμφανίσεις του, ο Ιάπωνας μεταφραστής του μαχαιρώνεται μέχρι θανάτου, ενώ επιθέσεις δέχονται ο Ιταλός αλλά και ο Νορβηγός μεταφραστής του βιβλίου. Το 1993, 37 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους όταν πυρπολείται ξενοδοχείο στην Τουρκία από διαδηλωτές που διαμαρτύρονται κατά του Τούρκου μεταφραστή του.
Ο Σαλμάν Ρούσντι γαλουχημένος στη Δύση μετακομίζει μόνιμα στις ΗΠΑ κι από εκεί παίρνοντας το 2016 την αμερικανική υπηκοότητα συνεχίζει να χρησιμεύει και να δρα ως σύμβολο της αδιαπραγμάτευτης ελευθερίας της έκφρασης. Ο τωρινός του θύτης Χάντι Ματάρ γεννήθηκε στο Νιου Τζερσεϊ 10 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση των «Σατανικών Στίχων». Παρότι δεν είχε σχέση με τον τόπο καταγωγής του στον νότιο Λίβανο είχε «συνειδητοποιηθεί» (ή μήπως «στρατολογηθεί»;) στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και έκτοτε είχε κάνει αναρτήσεις στις οποίες υποστήριζε τον σιιτικό εξτρεμισμό.
Αν και οι δύο πρωταγωνιστές του τωρινού δράματος είναι πολιτογραφημένοι Δυτικοί, εκπροσωπούν μια αρχετυπική πολιτιστική σύγκρουση. Κατά τούτο στον προσωπικό αγώνα του Ρούσντι να υπερασπιστεί το πιο πολύτιμο αγαθό, την ελευθερία της έκφρασης, η περιστολή της οποίας μπαίνει με άλλους τρόπους στο τραπέζι ακόμα και στη Δύση, ίσως το σπουδαιότερο έργο του να είναι ο ίδιος του ο εαυτός.
Γιατί τον επιλέξαμε
Είναι ένας συγγραφέας που διεκδικώντας το αυτονόητο δικαίωμα στο «συγγράφειν» ζει λόγω των «Σατανικών Στίχων» εδώ και 33 χρόνια με τη θανάσιμη απειλή του ισλαμιστικού «φετφά», αυτού που εκτέλεσε στις 12 Αυγούστου ο 24χρονος Χάντι Ματάρ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας