Στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ και κατόπιν του ποσοστού που έλαβε ο Κασσελάκης, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δήλωσε: «Είμαι αναγκασμένος να πω ότι η μεταπολιτική —η έμφαση στο πρόσωπο και την εικόνα— έχουν διεισδύσει εκεί που δεν το περιμένει κανείς». Ας αντιπαρέλθουμε την έλλειψη αυτοκριτικής και το πλαίσιο λειτουργίας το οποίο είχαν όλοι αποδεχτεί και μέσα στο οποίο λειτούργησε και αναδείχθηκε ο Κασσελάκης και ας σταθούμε στον όρο μεταπολιτική ο οποίος μετά τη δήλωση του Τσακαλώτου χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στην αρθρογραφία.
Στο κείμενο που ακολουθεί θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε:
α) Τι περιεχόμενο έχει ο όρος μεταπολιτική από όσους τον χρησιμοποιούνε;
β) Τι αποτελέσματα έχει η χρήση του στην κοινωνία;
γ) Ποια είναι η φιλοσοφική βάση των νεοπαγών εννοιών που εμπεριέχουν το πρόθημα μετά-;
δ) Είναι ενιαία η στάση της αστικής τάξης απέναντι στη χρήση της λέξης μεταπολιτική;
ε) Πώς πρέπει να στέκεται η Αριστερά απέναντι στο ζήτημα της εικόνας;
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Δεν είναι η πρώτη λέξη στην οποία χρησιμοποιείται το πρόθημα μετά-. Ακούμε συνέχεια για το μετανεωτερικό, τον μεταφορντισμό, τη μεταβιομηχανική κοινωνία, τη μεταδημοκρατία, τα μετακόμματα και τον μετακαπιταλισμό. Τι ακριβώς είναι αυτό που δηλώνει το μετά-;
Το μετά- υποδηλώνει προφανώς τη μετάβαση σε κάτι νέο. Την υπέρβαση του παλιού και το πέρασμα σε νέες καταστάσεις. Αλλά το ερώτημα είναι «ποιες νέες καταστάσεις»; Μορφολογικά ή ποιοτικά διαφορετικές; Και αν μιλάμε μόνο για τη μορφολογική διαφοροποίηση, τότε μήπως το «μεταπολιτική» δημιουργεί συγχύσεις στο πώς εκλαμβάνεται αυτός ο όρος από τους κάτω; Μήπως δημιουργεί μία (νέα) ιδεολογική θολούρα εντός της οποίας αδυνατούμε εν τέλει να κατανοήσουμε το νέο με ή χωρίς εισαγωγικά; Και μήπως μιλώντας για πέρασμα από την πολιτική στη μεταπολιτική συμβάλλουμε στον υπαρκτό ιδεολογικό χυλό;
Αλιεύοντας έναν ορισμό βρίσκουμε ότι μεταπολιτική «[…] είναι η φιλοσοφική μελέτη της πολιτειακής συνθέσεως των κοινωνιών και γενικότερα η θεωρητική πολιτική μελέτη, αλλά και μέθοδος που αναλύει τις πολιτικές ιδεολογίες στη δομική τους μορφή. Η έννοια αναφέρεται σε μορφές μη πολιτικών δραστηριοτήτων, οι οποίες λειτουργούν προς την κατεύθυνση της διαδόσεως ορισμένων ιδεών και αξιών, που συνθέτουν μία “κοσμοθεωρία”. Επηρεάζει την πολιτική και τους ανθρώπους όχι μέσα από την πολιτική δραστηριότητα, δηλαδή τα κόμματα, τις πολιτικές εκστρατείες και τις εκλογές, καθώς συνδέεται με την πνευματική και φιλοσοφική θεώρηση και δραστηριότητα που υποστηρίζει μία ιδεολογία ή κοσμοθεωρία. Περιλαμβάνει επιπλέον, τη διάδοση των ιδεών και των αξιών με μέσα, όπως η δημοσιογραφία, οι ομιλίες, τα τηλεοπτικά προγράμματα, τα προγράμματα εργασίας και διάφορες μορφές προπαγάνδας».1
Για να έχουμε όμως μια βάση συζήτησης θα πρέπει να δούμε πώς ορίζεται η ίδια η πολιτική. Θα ανατρέξουμε για αυτόν τον λόγο στις πηγές. Τον 19 αιώνα οι κλασικοί του μαρξισμού αντιμετώπισαν διάφορες αντιλήψεις για την πολιτική οι οποίες στέκονταν εμπόδιο στη μετατροπή του προλεταριάτου από «τάξη καθ’ εαυτήν» σε «τάξη για τον εαυτό της» και που μάλιστα θα δούμε ότι έχουν μεγάλη ομοιότητα με το σήμερα. Η πλειονότητα των εργατών αντιλαμβανόταν με τον όρο πολιτική, τις δολοπλοκίες, τους διαγκωνισμούς των αστών για την κατάκτηση εκείνης ή της άλλης υπουργικής καρέκλας, το μυστικό αλισβερίσι και τις βρόμικες συναλλαγές. Οι κλασικοί μελετώντας την ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών και ειδικά του καπιταλισμού αποκωδικοποίησαν την ίδια τη διαδικασία της πολιτικής και κατέληξαν ότι πίσω από αυτήν δεν κρύβεται τίποτα άλλο παρά η σύγκρουση ταξικών συμφερόντων ανεξάρτητα από τη μορφή με την οποία εκδηλώνεται. Τα κόμματα ήταν (και είναι) συμπύκνωση της ταξικής πάλης και ιστορικά δημιουργήματα της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας εκφράζοντας συμφέροντα. Όσον αφορά τη σχέση πολιτικής και οικονομίας συμπέραναν ότι η πολιτική ακολουθεί σε γενικές γραμμές την οικονομική κίνηση και ότι όλες οι κυβερνήσεις είναι εκτελεστές των οικονομικών αναγκαιοτήτων. Ωστόσο, η πολιτική έχει και τη σχετική της αυτοτέλεια πράγμα που σημαίνει ότι η μορφή της μπορεί να καθορίζεται σε ένα βαθμό και από άλλα στοιχεία εκτός από την οικονομία π.χ. πολιτισμικά στοιχεία.2
ΚΑΣΣΕΛΑΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η ελληνική κοινωνία των τελευταίων ετών βρίθει από εκφυλιστικά φαινόμενα στη σφαίρα της αστικής πολιτικής. Ως ένα βαθμό αποφεύγει να βάζει στο τραπέζι ως θέμα συζήτησης τα κεντρικά πολιτικά ζητήματα και τα αντικαθιστά με μη ουσιώδη ζητήματα. Ειδικά στη σφαίρα της τοπικής αυτοδιοίκησης αυτό είναι πολύ έντονο. Ας θυμηθούμε τον Ψωμιάδη ντυμένο ως Ζορό αναβατώντας σε άλογο, τη λουμπενοποιημένη τηλεπερσόνα που ακούει στο όνομα Ηλίας Ψινάκης ως εκλεγμένο δήμαρχο της Νέας Μάκρης, τον Μπέο που με λεκτικούς και σωματικούς τραμπουκισμούς καταφέρνει να εκλέγεται δήμαρχος Βόλου κ.λπ.. Μέσω της προβολής επουσιωδών ζητημάτων βρίσκεται ο τρόπος να υλοποιηθούν ουσιώδεις πολιτικές αλλά το ερώτημα που πάντα τίθεται είναι «ουσιώδεις για ποιον»;
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε μόλις σε μία εβδομάδα από τα ΜΜΕ, συγκροτήθηκε το προφίλ του μέσα από ρεπορτάζ για την οικογένειά του, τον σύντροφό του, τον σκύλο του, το παρελθόν του, τη διαδρομή του στην Αμερική, την ενασχόλησή του με το γυμναστήριο κ.λπ.. Η επιχείρηση αυτή είχε πολλαπλές στοχεύσεις:
α) την άμβλυνση των κριτηρίων για το τι σημαίνει πολιτική·
β) την απευθείας τοποθέτηση ενός ανθρώπου στην ελληνική πολιτική σκηνή που ολοφάνερα είναι επιλογή των ΗΠΑ και όπως όλα δείχνουν των Δημοκρατικών·
γ) την εξυπηρέτηση ενός μελλοντικού στρατηγικού σχεδίου για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού σχηματισμού που θα προκύψει από τη συνένωση ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ·
δ) την εξαφάνιση των όποιων αριστερών ψηγμάτων σε επίπεδο ρητορικής στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι τελευταίες δηλώσεις του Κασσελάκη με την προτροπή του «να μην δαιμονοποιούμε το κεφάλαιο» είναι χαρακτηριστικές καθώς και η κεντρική ανακοίνωση υποστήριξης στο Ισραήλ.
Όμως όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι πίσω από την επιχείρηση φιλοτέχνησης ενός πορτραίτου που εκτυλίχθηκε από το ΜΜΕ δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένας τρόπος για να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένες πολιτικές και οικονομικές στοχεύσεις. Οικονομικές με την έννοια ότι οι παραπάνω πολιτικοί σχεδιασμοί στο τέλος και στο βάθος κοιτάνε πάντα την οικονομία. Για παράδειγμα η επιδιωκόμενη σταθερότητα του συστήματος με την εναλλαγή δύο αστικών κομμάτων με τριτεύουσες διαφορές είναι ανάγκη για την απρόσκοπτη εξασφάλιση των κερδών και την αναπαραγωγή του εκμεταλλευτικού συστήματος.
Η αυτοτέλεια της πολιτικής στο συγκεκριμένο παράδειγμα του Κασσελάκη έγκειται στο ότι επιλέχθηκε μια μορφή προώθησης πολιτικών στοχεύσεων και από τα ΜΜΕ και από τον ίδιο τον Κασσελάκη που έφερε πολιτισμικά στοιχεία της αμερικανικής πολιτικής και τις ιδιαιτερότητες ενός ανθρώπου που έχει μεγαλώσει στις ΗΠΑ.
ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑ-
Το πρόθημα μετά- χρησιμοποιείται για να περιγράψει «εργαλεία» με τα οποία αναλύουμε ένα αντικείμενο μελέτης. Για παράδειγμα, η μεταγλώσσα είναι «λέξεις, όροι, σύμβολα που χρησιμοποιούνται στη γλώσσα για να μιλήσουμε, να περιγράψουμε ή να αναφερθούμε στην ίδια τη γλώσσα» ή ακόμη είναι «η χρήση μιας γλώσσας (ορολογίας) ή διαφόρων συμβόλων για την περιγραφή μιας επιστήμης και του αντικειμένου της».3 Ωστόσο, το συγκεκριμένο πρόθημα —όπως ήδη έχουμε πει— έχει και άλλη μια χρήση δηλώνοντας τη μετάβαση σε μια νέα κατάσταση (ή υποτίθεται ότι κάνει κάτι τέτοιο). Κατά την ταπεινή μας άποψη η χρήση του στις κοινωνικές επιστήμες και στην πολιτική ορολογία δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που λύνει (αν λύνει).
Η χρήση όρων με το πρόθημα μετά-, απορρυθμίζουν, επιβραδύνουν και σε κάθε περίπτωση δυσχεραίνουν την ταξική πάλη. Και αυτό γιατί η συζήτηση μεταφέρεται από το είναι στο φαίνεσθαι. Για παράδειγμα, ο όρος μεταβιομηχανική κοινωνία υπονοεί το τέλος της βιομηχανίας και την αντικατάσταση της βιομηχανικής κοινωνίας από «την κοινωνία της γνώσης και της πληροφορίας». Εντυπωσιάζει, μάλιστα, η ρηχότητα και η προχειρότητα μιας τέτοιας προσέγγισης. Προφανώς όχι μόνο η βιομηχανία δεν καταργείται αλλά εξακολουθεί και είναι ο πυρήνας της καπιταλιστικής οικονομικής κίνησης. Άλλωστε ό,τι «παράγει» πληροφορία, όπως οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τα κινητά τηλέφωνα, οι τηλεοράσεις, δεν είναι άυλα αντικείμενα αλλά απολύτως υλικά που παράγονται σε εργοστασιακές μονάδες όπως και κάθε αντικείμενο που μας περιβάλλει. Τέτοιες απόψεις αποκρύβουν τον μηχανισμό της υπεραξίας είτε στην υλική σφαίρα είτε στην «άυλη» (πληροφορία). Μάλιστα, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι αυτές οι ιδέες καθόλου φρέσκες δεν είναι αφού διατυπώθηκαν μισό και πλέον αιώνα πριν. Ας δούμε μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις.
Ο Daniel Bell4 άνοιξε τον δρόμο υποστηρίζοντας ότι λιγοστεύουν οι χειρωνακτικές βιομηχανικές εργασίες και ότι αυξάνονται οι δουλειές του λευκού κολάρου που συνοδεύεται από την εμφάνιση μιας νέας ελίτ διαφοροποιημένης από την κλασική αστική τάξη. O Andre Gorz5 θεωρούσε ότι οι νέες τεχνολογίες μετασχηματίζουν τη δομή της απασχόλησης, κάτι που οδηγεί σε μία νέα κοινωνική διαίρεση. Από τη μία έχουμε μια εργατική αριστοκρατία που απολαμβάνει υψηλά εισοδήματα και από την άλλη μια διογκούμενη μάζα ανέργων. Ή κάποιοι σήμερα μιλάνε για μετακαπιταλισμό περιγράφοντας, όπως ο Πολ Μέισον, μια μελλοντική κοινωνία υπέρβασης του καπιταλισμού βασιζόμενοι στις νέες πραγματικότητες που μας περιβάλλουν.6
Παρά το γεγονός ότι μπορεί κάποιος να βρει ενδιαφέρουσες σκέψεις και συμπεράσματα σε σχετικές μελέτες αυτό δεν σημαίνει ότι η ίδια η ουσία του καπιταλισμού αναιρείται. Ούτε οι τάξεις εξαφανίζονται, ούτε η εκμετάλλευση μέσω του μηχανισμού της υπεραξίας, ούτε η ταξική πάλη με εκείνη ή την άλλη μορφή. Ο πυρήνας και τα δομικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού παραμένουν. Είτε η προσπάθεια περιγραφής μιας νέας πραγματικότητας εδράζεται σε ιδεολογικές αδυναμίες ή στρεβλώσεις, είτε είναι απόρροια μιας μικροαστικής επιθυμίας να ειπωθεί κάτι νέο, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η σύγχυση. Αν δεχτούμε πως «ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι ο τρόπος παραγωγής υλικών αγαθών που βασίζεται στην ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και στην εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας»,7 τότε παρά τις αλλαγές που υφίστανται στον καπιταλισμό π.χ. μερική άρση του φορντισμού και υιοθέτηση του τογιοτισμού, ειδική βαρύτητα της πληροφορίας στην παραγωγή, την κυκλοφορία και τη διανομή του κεφαλαίου κ.λπ., δεν μπορούμε στα σοβαρά να υποστηρίξουμε ότι αναιρείται αυτός ο τρόπος παραγωγής.
Ομοίως προβληματική είναι η χρήση της λέξης μεταδημοκρατία που θέλει να περιγράψει μια νέα πραγματικότητα. Αδυνατούμε να κατανοήσουμε τη χρήση αυτής της λέξης αφού θα μπορούσαμε άνετα να αναφερθούμε πρώτον, σε δραματική συρρίκνωση της αστικής δημοκρατίας και δεύτερον, σε στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου, σε πολλές περιπτώσεις, της ακροδεξιάς ή ακόμη και του νεοναζισμού ως εναλλακτική.
Η χρήση του όρου μεταπολιτική, αν και σωστά υπογραμμίζει τη μετατόπιση του βάρους στην εικόνα, υπονοεί πως η πολιτική αλλάζει περιεχόμενο ή μπορεί έτσι να εκλαμβάνεται. Με τι έχουμε να κάνουμε στην πραγματικότητα; Με την τροποποίηση των τρόπων προπαγάνδας και των μεθόδων χειραγώγησης των συνειδήσεων. Το αποτέλεσμα είναι η άμβλυνση των κριτηρίων όσον αφορά την προσέγγιση της έννοιας πολιτική, η μετατόπιση της συζήτησης σε ακίνδυνα επίπεδα, η καταστολή των επιθυμιών για αντίσταση. Από αυτή την άποψη ο όρος μεταπολιτική δεν βοηθάει ούτε να ξεκαθαριστούν οι νέες καταστάσεις ούτε πολύ περισσότερο να δημιουργηθούν αντισυστημικές σκέψεις και δράσεις στους υποτελείς.
Η λεγόμενη μεταπολιτική είναι, όμως, και αυτή μια εκδοχή αστικής πολιτικής. Μπορεί να μετατοπίζει το κέντρο βάρους στην εικόνα και σε δευτερεύουσες ή ανούσιες πλευρές της κοινωνικής ζωής, ωστόσο εξακολουθεί να είναι πολιτική. Οι μέθοδοι κοινωνικής αποχαύνωσης είναι πολιτική. Για την ακρίβεια όσοι χρησιμοποιούν τον εν λόγω όρο, ηθελημένα ή όχι, αναφέρονται στον τρόπο πολιτικής επικοινωνίας που ασφαλώς είναι ένα τμήμα της πολιτικής αλλά δεν ταυτίζεται με αυτήν. Με λίγα λόγια η «μεταπολιτική» είναι βαθιά πολιτική πράξη όπως βαθιά πολιτική πράξη είναι και η απολιτίκ στάση ή η ουδετερότητα. Ο απολιτικός πολίτης μπορεί να μην συμμετέχει στα κοινά, να μην έχει κοινωνική δράση, να είναι αδιάφορος αλλά ακριβώς αυτή η αδιαφορία είναι που διευκολύνει τους εξουσιαστές και το κεφάλαιο να εφαρμόζει αδιαλείπτως την πολιτική του. Επομένως πρόκειται για μία πολιτική πράξη έστω και εξ αντανακλάσεως.
Τέλος, θα πρέπει να υπογραμμιστεί το αδιέξοδο της χρήσης του μετά- αφού δεν προσδιορίζει με ακρίβεια το πώς και το τι αλλά απλώς δηλώνει την εγκατάλειψη του παλιού. Όμως, όταν η ίδια η πραγματικότητα υπερβεί και αυτό το μετά-, τότε η νέα κατάσταση θα εμπεριέχει δύο προθήματα; Δηλαδή, θα μιλάμε για μεταμεταδημοκρταία, για μεταμεταμοντέρνο, για μεταμεταπολιτική και πάει λέγοντας;
ΠΩΣ Ο ΑΝΤΙΠΑΛΟΣ ΜΙΛΑΕΙ ΚΑΘΑΡΑ
Μπορεί η εκδοχή της «ανάλαφρης» πολιτικής να αποτελεί ένα ρεύμα πολιτικής επικοινωνίας εισαγόμενο από το εξωτερικό (αν και ο Τραμπ έχει δώσει πλούσια δείγματα γραφής σε αυτόν τον τομέα παράλληλα εξέφραζε με καθαρότητα τις επιδιώξεις μερίδας των αμερικανικών μονοπωλίων), εντούτοις δεν είναι η μοναδική μορφή πολιτικής επικοινωνίας. Λαμβάνοντας υπόψη την εγχώρια ολιγαρχία μπορούμε να παραδειγματιστούμε από τον καθαρό ταξικό λόγο στελεχών της κυβέρνησης. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στην 82 ΔΕΘ είπε πως «η ανισότητα είναι στη φύση του ανθρώπου, ενώ η ισότητα είναι ενάντια στη δημοκρατία και τα ατομικά δικαιώματα». Ο γνωστός ακροδεξιός Άδωνις Γεωργιάδης εμφανιζόμενος το Σεπτέμβριο του 2021 στο κανάλι της βουλής είπε ότι «ο καπιταλισμός είναι μακράν το πιο επιτυχημένο οικονομικό σύστημα στην ιστορία της ανθρωπότητας». Ο επίσης ακροδεξιός Μάκης Βορίδης έχει δηλώσει πώς «πρέπει να υπάρξει στρατηγική ήττα των ιδεών της αριστεράς για να μην ξαναβρεθεί στην εξουσία σε οποιαδήποτε μορφή της».
Άλλωστε, ο Κασσελάκης, όπως αποδείχτηκε από την έρευνα του Δημήτρη Ψαρρά, πριν την είσοδό του στη «μεταπολιτική» έγραφε εν μέσω μνημονίων για την ανάγκη να εφαρμοστεί στην Ελλάδα το οικονομικό μοντέλο Ρέιγκαν, πως η μείωση των μισθών στην Ελλάδα είναι αναγκαία, πως απαιτούνται κι άλλες απολύσεις στο δημόσιο κ.ά..8
Όλα τα παραπάνω είναι απολύτως διαυγή και δεν γειτνιάζουν στο ελάχιστο με την έννοια της μεταπολιτικής όπως αυτή περιγράφεται από τους διάφορους αναλυτές.
Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟΥ
Η εφαρμογή των μεθόδων της «μεταπολιτικής» είναι ενταγμένη στη λογική του μεταμοντέρνου την οποία και ανατροφοδοτεί. Στο μεταμοντέρνο παύουν να ισχύουν, όπως λένε οι εκπρόσωποί του οι μεγάλες αφηγήσεις (βλέπε μαρξισμός), παύουν να υπάρχουν σταθερές, ζούμε εντός μιας ρευστότητας ιδεών και πράξεων· με λίγα λόγια δεν υπάρχει πουθενά αρχή, μέση και τέλος. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναιρείται η αξία του διαχωρισμού αριστεράς-δεξιάς, οι άνθρωποι μετατρέπονται σε σεξουαλικές πολλαπλότητες και η σεξουαλική ταυτότητα γίνεται κυρίαρχο ζήτημα της κοινωνίας (φυσικά τα εργασιακά δικαιώματα πετιόνται στον κάλαθο των αχρήστων και ολοφάνερα οι ευαισθησίες είναι εντελώς επιλεκτικές). Οι ερμηνευτικές θεωρίες για την ιστορία, οι απόπειρες μιας ολικής σύλληψης της πραγματικότητας και εξαγωγής νόμων, στερούνται νοήματος κατά τους μεταμοντέρνους. Κατά τους ίδιους δεν υπάρχει πρόβλεψη, όλα είναι πιθανά και απεμπολούν από πάνω τους την ιδιότητα του «προφήτη». Αντίθετα μετατρέπονται σε μη προφήτες, δηλαδή δεν βρίσκουν νόημα στην πρόβλεψη αλλά στη μη πρόβλεψη.9 Έτσι, δεν υπάρχει αντικειμενικότητα της ιστορικής γνώσης. Επομένως, οι μεταμοντέρνοι προσφέρουν εύφορο έδαφος σε τερατώδεις αναθεωρήσεις της ιστορίας, όπως αυτή που έχουν επιχειρήσει οι αρνητές του Ολοκαυτώματος και προπαντός προσφέρουν ένα πλαίσιο σκέψης που για τον καθημερινό άνθρωπο όλα είναι δυνατά να έχουν συμβεί ή να μην έχουν συμβεί.10
Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί ότι προκαλούν εντύπωση δύο στοιχεία. Το ένα είναι η απολογητική και η φτώχεια της αστικής σκέψης και αστικής φιλοσοφίας. Το δεύτερο είναι ότι παρά τη μεγάλη ήττα των λαϊκών κινημάτων, το κοινωνικό πισωγύρισμα που σημειώνεται με τη βαθιά συντηρητικοποίηση μεγάλων στρωμάτων των πληθυσμών ανά τον κόσμο, τη μεγάλη κρίση του κομμουνιστικού κινήματος, υπάρχει μια διάχυτη αγωνία να τσιμενταριστούν ιδεολογικά οι λαοί. Αυτό δεν είναι μόνο προνοητικότητα από την πλευρά των κρατούντων αλλά και μια εκδήλωση άγχους και αβεβαιότητας.
ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Η εφαρμογή νέων μεθόδων επικοινωνίας, η αξιοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η μελέτη των κοινωνικών συμπεριφορών κ.ά. χρησιμοποιούνται πλέον επιστημονικά από το κεφάλαιο. Η αποτελεσματικότητά τους εμπεριέχει ένα κίνδυνο, όχι για το κεφάλαιο αλλά για τις αντισυστημικές δυνάμεις. Και ο κίνδυνος αυτός είναι η μίμηση. Όχι ότι δεν πρέπει να βελτιωθούν οι τρόποι με τους οποίους κοινωνούνται οι αριστερές ιδέες. Είναι σαφές ότι η κομμουνιστική αριστερά έχει μείνει πολύ πίσω σε αυτό το πεδίο. Άλλο τόσο όμως σαφές είναι πως η μονομερής συζήτηση για αυτήν την αδυναμία μπορεί να οδηγήσει μια αριστερά να μάχεται και αυτή στο επίπεδο της εικόνας. Αν η αριστερά ξεχάσει τους κλασικούς τρόπους της ταξικής πάλης, το πώς δημιουργείται ένα σωματείο, το πώς πείθονται οι εργαζόμενοι να απεργήσουν ή εν γένει να κινητοποιηθούν, το πώς εντάσσεται ένας εργαζόμενος ή ένας νεολαίος σε μια οργανωμένη συλλογικότητα, τότε η ψυχή της θα έχει χαθεί και καμία επικοινωνιακή βελτίωση δεν πρόκειται να τη φέρει πίσω. Ακόμη χειρότερο είναι να υιοθετούνται μέθοδοι αστικής προπαγάνδας π.χ. το θέαμα με τον Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ να δίνει τούρτες σε εορτάζοντες ή η φωτογράφισή του με τη Στικούδη δεν μπορούν να μας χαροποιούν ή να τα θεωρούμε προχώρημα σε ένα άλλο επίπεδο της (κομμουνιστικής) προπαγάνδας. Καταληκτικά, θα λέγαμε πως απαιτείται ένας συνδυασμός των παλιών μεθόδων οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής διαπάλης και ταυτόχρονα μια σοβαρή μελέτη στο πώς η διάδοση των ριζοσπαστικών ιδεών μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματική.
* * * *
Ακόμη κι αν υπάρχουν ενστάσεις με τα γραφόμενα τούτου του κειμένου, οφείλουμε όλοι μας να είμαστε επιφυλακτικοί με κάθε τι καινούριο που με ευκολία εισάγεται στον δημόσιο λόγο. Μπορεί οι λέξεις να μην είναι σωστό να χαρακτηρίζονται ως αθώες ή ένοχες, η χρήση τους, εντούτοις, μπορεί να δείχνει είτε άγνοια είτε και πρόθεση.
(*) Εκπαιδευτικός-συγγραφέας
1. https://el.metapedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B5%CF%84%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE
2. Για την προσέγγιση των Μαρξ και Ένγκελς σχετικά με την έννοια της πολιτικής βλέπε αναλυτικότερα Χουάρ Ούλριχ-Φέχνερ Γκούντρουν, Ο Μαρξ και ο Ένγκελς για την πολιτική, εκδ. σύγχρονη εποχή, 1988.
3. Μπαμπινιώτη Γ., Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, λήμμα μεταγλώσσα.
4. The Coming of Post-Industrial Society, Basic Books, 1973.
5. Αντίο Προλεταριάτο, εκδ. Νέα Σκέψη, 1986.
6. Βλέπε αναλυτικότερα Μέισον Πολ, Μετακαπιταλισμός. Ένα οδηγός για το μέλλον μας, εκδ. Καστανιώτη, 2016.
7. Συλλογικό, Λεξικό Πολιτικής Οικονομίας, σελ.253 , εκδ. Gutenberg, 1983.
8. ΕΦΣΥΝ, 21-22/10/23
9. Βλέπε αναλυτικότερα Baudrillard Jean, Ο καθρέφτης της παραγωγής ή η κριτική αυταπάτη του ιστορικού υλισμού, εκδ. Αλεξάνδρεια, 1990.
10. Βλέπε αναλυτικότερα Λιόσης Βασίλης, Ναζισμός. Τα αίτια γέννησης και γιγάντωσής του, εκδ. ΚΨΜ, 2020.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας