Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος μας έδωσε την Καζαμπλάνκα –μια πόλη η οποία αποτυπώθηκε και στην ομώνυμη ταινία με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ σαν σημείο συνάντησης ναζιστών αξιωματικών, δωσίλογων στελεχών του καθεστώτος Βισί από την κατεχόμενη Γαλλία αλλά και Αμερικανών και Βρετανών πρακτόρων. Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου ο τίτλος της «πόλης των κατασκόπων» πέρασε δικαιωματικά στο Δυτικό Βερολίνο, όπου τέμνονταν οι τεκτονικές πλάκες της αμερικανικής και της σοβιετικής επιρροής.
Περιφερειακές συγκρούσεις, όπως το Μεσανατολικό, μετέτρεψαν τη Βηρυτό σε σημείο συνάντησης πρακτόρων αλλά και μελών παραστρατιωτικών ομάδων ή απελευθερωτικών κινημάτων, ενώ οι διαρκείς πολεμικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στον Περσικό Κόλπο έστρεψαν το βλέμμα των μυστικών υπηρεσιών σε πόλεις όπως το Αμάν και το Ντουμπάι.
Στη Νότια Αμερική, το «παιχνίδι των κατασκόπων» παιζόταν για χρόνια στην Πόλη του Μεξικού, ιδιαίτερα από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, όταν τοποθετήθηκε στη θέση του σταθμάρχη της CIA ο Ουίνστον Σκοτ –ο άνθρωπος που σύμφωνα με αρκετούς ιστορικούς είχε καταφέρει να βάλει δύο Μεξικανούς προέδρους στο μισθολόγιο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. Η Ουάσινγκτον αντιμετώπιζε για χρόνια την Πόλη του Μεξικού σαν το «Βερολίνο της Νότιας Αμερικής», δηλαδή το προκεχωρημένο της φυλάκιο στη μάχη για την αναχαίτιση της φανταστικής ή υπαρκτής σοβιετικής επιρροής στην περιοχή.
Σήμερα πάντως, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια ανατροπής και των τελευταίων αριστερών κυβερνήσεων που προέκυψαν στη Νότια Αμερική, τα μέλη των υπηρεσιών κατασκοπίας και αντικατασκοπίας αρκετών χωρών φαίνεται ότι μάζεψαν τις βαλίτσες τους και μετακόμισαν στην Μπογκοτά, την πρωτεύουσα της Κολομβίας. Από εδώ φέρεται να πέρασε, λόγου χάρη, ο πρώην διπλός πράκτορας της Ρωσίας και της βρετανικής αντικατασκοπίας MI6, Σεργκέι Σκριπάλ, λίγο πριν βρεθεί δηλητηριασμένος υπό αδιευκρίνιστες ακόμη συνθήκες. Και δεν ήταν ο μόνος.
Σε πρόσφατη ανταπόκρισή τους για το Bloomberg, οι δημοσιογράφοι Ιθαν Μπρόνερ και Εζρα Φίζερ περιγράφουν σουρεαλιστικές εικόνες από την πόλη που οι ίδιοι αποκαλούν την «Καζαμπλάνκα των Ανδεων». Στην Μπογκοτά συναντά κανείς ένα σημαντικό τμήμα από τη σκιώδη κυβέρνηση που επιχειρεί να δημιουργήσει ο Χουάν Γουαϊδό, με στόχο να ανατρέψει τον εκλεγμένο πρόεδρο της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο.
Ο πρώην υπουργός Ενέργειας και πρόεδρος του ΟΠΕΚ, Ουμπέρτο Καλντερόν, ηγείται αυτής της προσπάθειας με την ανοχή και ενθάρρυνση της ακροδεξιάς κυβέρνησης της Κολομβίας. Οι τοπικές αρχές τού επέτρεψαν μάλιστα να καταλάβει το κτίριο που κάποτε στέγαζε την πρεσβεία της Βενεζουέλας, αν και ο ίδιος προτιμά να κινεί τα νήματα από μια έπαυλη μερικά χιλιόμετρα μακρύτερα.
Εδώ και μερικά χρόνια συναντά κανείς στην Μπογκοτά και την πρώην γενική εισαγγελέα της Βενεζουέλας Λουίζα Ορτέγκα Ντίαζ, η οποία από οπαδός του τσαβισμού άλλαξε στρατόπεδο και σήμερα αποτελεί μία από τις διαπρύσιους κατήγορους της κυβέρνησης του Νικολάς Μαδούρο.
Πολύ πιο κομβικό ρόλο όμως στις προσπάθειες πραξικοπήματος έπαιξε ο Χοσέ Μανουέλ Ολιβάρες, ο οποίος σε συνεργασία με την αμερικανική υπηρεσία αρωγής USAID επιχειρούσε να παραβιάσει τα σύνορα της Βενεζουέλας με πρόσχημα την ανάγκη αποστολής ανθρωπιστικής βοήθειας –κίνηση την οποία καταδίκασε τόσο ο Ερυθρός Σταυρός όσο και τα Ηνωμένα Εθνη.
Οι ανταποκριτές του Bloomberg μεταφέρουν στο άρθρο τους και τις επαφές που είχαν με πρώην στελέχη των ενόπλων δυνάμεων και των υπηρεσιών ασφαλείας της Βενεζουέλας, οι οποίοι τώρα σχεδιάζουν την πραξικοπηματική ανατροπή της κυβέρνησης –χωρίς ιδιαίτερη στήριξη, όπως φαίνεται, από τους πρώην συναδέλφους τους στο Καράκας. Στις συνεντεύξεις που έδωσαν υποστήριξαν ότι εξοπλίζονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και αναζητούν τρόπους να περάσουν παράνομα στη Βενεζουέλα συσκευές παρακολούθησης που θα τοποθετηθούν σε κυβερνητικά κτίρια.
Η Μπογκοτά βέβαια δεν χρειαζόταν την έλευση των Βενεζουελάνων αντικαθεστωτικών για να μετατραπεί σε μια τεράστια σφηκοφωλιά (ή μελίσσι, ανάλογα με τις πολιτικές τοποθετήσεις του καθενός) για ξένους πράκτορες, πρώην μέλη παραστρατιωτικών ομάδων και μαρξιστικών οργανώσεων, ανταρτών, βαρόνων των ναρκωτικών κ.ο.κ.
Ηδη από τα χρόνια του Πάμπλο Εσκομπάρ οι πολιτικοί δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν προεκλογικές συγκεντρώσεις χωρίς να αναμένουν έστω και μια μικρή έκρηξη βόμβας ή μερικές δολοφονίες –πρακτική η οποία τελευταία αφορά όλο και περισσότερο δημοσιογράφους, συνδικαλιστές και μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων.
Η Μπογκοτά είναι πράγματι ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα κατασκόπων που έχει γνωρίσει ο 21ος αιώνας. Χωρίς όμως το χάρισμα και τη γοητεία ενός Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και μιας Ινγκριντ Μπέργκμαν, είναι απλώς η Καζαμπλάνκα της εποχής του Ντόναλντ Τραμπ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας