Οι αναλύσεις του Μαρξ για την καπιταλιστική εκμετάλλευση εξακολουθούν να αποτελούν το κεντρικό θεωρητικό υπόβαθρο της Αριστεράς. Στον ιστορικό υλισμό όμως συναντάμε και κάποιες γενικότερες αρχές προσέγγισης των κοινωνικών φαινομένων, από τις οποίες δεν εξαιρείται ούτε ο ίδιος ο καπιταλισμός. Μία από τις σημαντικότερες είναι η αρχή της ιστορικής συγκεκριμενοποίησης. Ο καπιταλισμός στη σημερινή ιστορική συγκυρία συγκεκριμενοποιείται σε τρία κυρίως μέτωπα: πολιτικές λιτότητας, πανδημία, περιβαλλοντική κρίση. Ο νεοφιλελευθερισμός, που είναι η αδιαμφισβήτητα κυρίαρχη εκδοχή του σύγχρονου καπιταλισμού, ενυπάρχει και στα τρία, αλλά με διαφορετικό τρόπο.
Οι πολιτικές λιτότητας είναι η στρατηγική έκφραση της θεμελιώδους νεοφιλελεύθερης εμμονής στον περιορισμό των δημοσίων δαπανών, η με θρησκευτική ευλάβεια τηρούμενη πανάκεια για την αντιμετώπιση χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Ως προς την πανδημία ο νεοφιλελευθερισμός παρεμβαίνει με τη μορφή της ασυδοσίας των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών, που επί δεκαετίες επένδυαν στην κατασκευή φαρμάκων που τους εξασφαλίζουν το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος και όχι στην έρευνα για φάρμακα και εμβόλια που θεραπεύουν ριζικά ασθένειες και επιδημίες. Και που επιπλέον, στην παρούσα φάση των εμβολιασμών, επιμένουν στη διατήρηση των πατεντών με αποτέλεσμα τη δραματική καθυστέρηση της δημιουργίας ανοσίας στον παγκόσμιο πληθυσμό.
Στην περίπτωση της περιβαλλοντικής κρίσης τα πράγματα είναι κάπως πιο σύνθετα. Και πάλι παρεμβαίνει ο νεοφιλελευθερισμός με τη μορφή της ασυδοσίας του ιδιωτικού κέρδους, μόνο που αυτό δεν είναι πάντοτε τόσο άμεσα εμφανές. Θα έλεγα ότι σε ένα πρώτο επίπεδο η ίδια η ιδεολογία των κοινωνικών κινημάτων περιπλέκει κάπως τα πράγματα.
Κοινωνικά κινήματα όπως ο φεμινισμός και το ΛΟΑΤΚΙ, που εμφανίστηκαν ή/και αναπτύχθηκαν κυρίως από τη δεκαετία του 1960 κι έπειτα, δικαιολογημένα σε μεγάλο βαθμό καταξίωσαν την ύπαρξή τους και τη σπουδαιότητά τους αυτονομούμενα από το αντικαπιταλιστικό/σοσιαλιστικό κίνημα της παραδοσιακής Αριστεράς. Με δεδομένο ότι τα αιτήματα που έθεταν, οι σχέσεις εξουσίας που αμφισβητούσαν και οι αντιπαραθέσεις που ενέπλεκαν δεν αφορούσαν άμεσα τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής ήταν απολύτως θεμιτό από την πλευρά τους να επιδιώκουν τόσο την αυτοτέλεια της ιδεολογικής και θεωρητικής τους θεμελίωσης όσο και τη συγκρότησή τους σε οργανωτικές δομές τελείως ανεξάρτητες από τα παραδοσιακά αριστερά κόμματα.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη όμως και με το περιβαλλοντικό κίνημα. Παρ’ ότι κανείς σοβαρός περιβαλλοντιστής δεν αμφισβητεί τη στενή διασύνδεση της καπιταλιστικής οικονομίας με την καταστροφή του περιβάλλοντος, η αποσύνδεση παρ’ όλα αυτά του κινήματος από την mainstream Αριστερά θεμελιώθηκε πάνω σε κυρίως δύο λόγους – έναν αφηρημένο θεωρητικό κι έναν πιο άμεσα πρακτικό-πολιτικό. Σχηματοποιώντας, ο πρώτος είχε να κάνει με το ότι, ενώ σύμφωνα με τον μαρξισμό η κυρίαρχη αντίθεση βρίσκεται στο εσωτερικό της καπιταλιστικής οικονομίας και κοινωνίας και συνίσταται στην ταξική διαμάχη μεταξύ καπιταλιστών και εργαζόμενων, για τον περιβαλλοντισμό η κύρια αντίθεση τοποθετείται μεταξύ φύσης και βιομηχανικής -εν γένει- κοινωνίας.
Πιο πρακτικά τώρα. Πραγματολογικά, υπάρχει το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι μία από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές -αν όχι η μεγαλύτερη- συνέβη υπό το καθεστώς του «υπαρκτού σοσιαλισμού» (Τσερνόμπιλ) – άρα εκεί δεν έφταιγε ο καπιταλισμός. Γενικότερα, επικρατούσε η άποψη πως το πρόβλημα δεν έγκειται στο συγκεκριμένο κοινωνικο-οικονομικό σύστημα -καπιταλιστικό, σοσιαλιστικό- αλλά στα πιο πρακτικά συστατικά της οικονομίας: στην ίδια την παραγωγή και στην κατανάλωση. Ακόμα πιο ειδικά, στην πιο υλική πλευρά της παραγωγής -στην ίδια την τεχνολογία, που σημαίνει στον τρόπο παρέμβασης στη φύση- και στην περιβαλλοντικά επιβλαβή πλευρά της κατανάλωσης – ήτοι στον τρόπο διαχείρισης των παραγόμενων αγαθών κατά την κατανάλωσή τους. Γι’ αυτό και θεωρήθηκε από κάποιους -και ακόμη θεωρείται- πως μπορεί να συνυπάρξει η καπιταλιστική οικονομία με την περιβαλλοντική μέριμνα – πως λιγότερο επιβλαβείς για τη φύση παραγωγικές και καταναλωτικές πρακτικές μπορούν να επιφέρουν κάποια οικολογική ισορροπία χωρίς να χρειαστεί να διαταραχθεί σημαντικά το καπιταλιστικό σύστημα.
Κάτι τέτοιο όμως θα προϋπέθετε έναν έλεγχο της οικονομικής δραστηριότητας που επί νεοφιλελευθερισμού έχει καταστεί αδιανόητος. Οταν ολόκληρη η λογική του συστήματος στηρίζεται στην απόλυτη πρωτοκαθεδρία του ιδιωτικού κέρδους, οι οποιεσδήποτε εκκλήσεις για οικολογικό εξορθολογισμό μοιραία πέφτουν στο κενό.
Στην Ελλάδα (και όχι μόνο) η περιβαλλοντική κρίση εκδηλώνεται και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι καλοκαιρινές πυρκαγιές. Κατά τα τελευταία χρόνια ο νεοφιλελεύθερος «εκσυγχρονισμός» με τη μετάθεση (από το 1998) της αρμοδιότητας της δασοπυρόσβεσης από τη Δασική Υπηρεσία στην Πυροσβεστική έχει καταστήσει την αποτελεσματική δασοπροστασία σχεδόν ανέφικτη (βλ. σχετικό ρεπορτάζ του Αρη Χατζηγεωργίου στην «Εφ.Συν.», 7.8.2021). Πού έγκειται, στην προκειμένη περίπτωση, η νεοφιλελεύθερη πρωτοκαθεδρία του ιδιωτικού κέρδους; Ο νοών νοείτω…
* καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας