SueDonaldson / WillKymlicka, Ζωόπολις: Μια πολιτική θεωρία για τα δικαιώματα των ζώων (μτφρ. Γρηγόρη Μολύβα, εκδ. Πόλις, Αθήνα, 2021)
Στο έργο τους «Ζωόπολις: Μια πολιτική θεωρία για τα δικαιώματα των ζώων», το οποίο κυκλοφόρησε στην ελληνική γλώσσα τον Ιανουάριο του 2021 από τις εκδόσεις Πόλις σε ακριβόλογη μετάφραση του Γρηγόρη Μολύβα και με καλαίσθητο, βιωματικό εξώφυλλο, η SueDonaldson (ερευνήτρια στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Queen’suniversity) και ο WillKymlicka (Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Queen’suniversity) αποσκοπούν στη θεμελίωση μιας νέας θεώρησης για τα δικαιώματα των ζώων. Οι συγγραφείς στοχεύουν στον εμπλουτισμό της παραδοσιακής ηθικής αντίληψης, την οποία ασπάζονται τααντίστοιχα ερευνητικά και κινηματικά εγχειρήματα με την ανάδειξη της πολιτικής διάστασης που ενέχει η καθημερινή παρουσία των ζώων στις οργανωμένες κοινότητες.
Η θεώρηση των ζώων ως μελών μιας οργανωμένης πολιτικής κοινότητας επιδιώκει να συμπληρώσει τα κενά των ηθικιστικών αντιλήψεων, οι οποίες εκπορεύονται είτε από συνεπειοκρατικές (αποφυγή πρόκλησης βλάβης και πόνου σε όλα ανεξαιρέτως τα έμβια όντα) είτε από δεοντοκρατικές προκείμενες (ανεπιφύλακτος σεβασμός της εγγενούς αξιοπρέπειας των ζώων).
Οι συγγραφείς εκκινούν από την καντιανή σύλληψη της αξιοπρέπειας, δηλαδή την κατηγορική προσταγή να μην μεταχειριζόμαστε τα άλλα όντα απλώς και μόνο ως μέσα για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών ή κοινωφελών σκοπών. Ωστόσο, ο εγκλωβισμός αποκλειστικά και μόνο στην καθολικεύσιμη θεώρηση των δικαιωμάτων ως αφηρημένων αυταξιών δεν επιτρέπει την κανονιστική αξιοποίηση των ποικίλων τρόπων συνύπαρξης και αλληλεπίδρασης ανθρώπων και ζώων στη δημόσια σφαίρα. Και από αμιγώς εμπειρική σκοπιά, εξάλλου, η κοινωνική πραγματικότητα είναι σαφώς πιο πολύπλοκη από το να αφήσουμε τα ζώα στην ησυχία τους. Η σχεσιακή διάσταση της ισότητας προτείνεται ως λύση για την επιδέξια ισορροπία ανάμεσα σε δύο ακραίες, ανεπιθύμητες τάσεις, αφενός την εξοστρακισμένη ανεξαρτησία των ζώων-ΡοβινσώνωνΚρούσων και, αφετέρου, την αναξιοπρεπή κηδεμόνευση του μη ανθρώπινων οργανισμών, με τους οποίους συγκατοικούμε και (δέον να) συνδιαμορφώνουμε τον πλανήτη.
Υπό το πρίσμα της πολιτικοποίησης των δικαιωμάτων-αξιώσεων, οι υποχρεώσεις των ανθρώπων απέναντι στα ζώα δεν εξαντλούνται στην αποφατική όψη του ζην, δηλαδή στη μη πρόκληση βλάβης, αλλά επιπλέον εμπεριέχουν και τη λήψη θετικών μέτρων για την οικοδόμηση, διατήρηση και περαιτέρω εξέλιξη μιας συνεργατικής πολιτικής κοινότητας. Η διασύνδεση ανθρώπων και ζώων δεν εκλαμβάνεται ως υπόθεση ανθρωπιστικής φροντίδας, η οποία είναι πιθανό να διαιωνίζει τον κύκλο της εξάρτησης και της κατίσχυσης κατά την ανθρωπόκαινο εποχή.
Απεναντίας, αντιμετωπίζεται ως ζήτημα δίκαιης διαρρύθμισης των σχέσεων στον κοινωνικό και πολιτικό βίο. Κατά συνέπεια, η κατοχύρωση, προστασία και εμβάθυνση των θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν λογίζεται ως μια φυσική τάση του σύμπαντος, αλλά συνέχεται με τις ρωλσιανές «περιστάσεις δικαιοσύνης». Η καθολικότητα των δικαιωμάτων δεν συνίσταται σε μια έξωθεν και άνωθεν επιβαλλόμενη διαδικασία (πολιτισμικός ιμπεριαλισμός του ανθρώπινου Λόγου), αλλά αποτελεί μια αυτόνομα αναστοχαστική διεργασία, ένα συνεργατικό παίγνιο ανθρώπων και ζώων. Κατά την πολιτικά φιλελεύθερη αντίληψη που υιοθετούν οι συγγραφείς, «ο φιλελευθερισμός περιλαμβάνει όχι μόνο μια θεωρία καθολικών ανθρώπινων δικαιωμάτων, αλλά επίσης και μια θεωρία οριοθετημένης ιδιότητας του πολίτη» (σελ. 32).
Στο κομβικό ερώτημα-διαδεδομένη ένσταση εάν τα ζώα μπορούν να εκλαμβάνονται ως πρόσωπα, προκειμένου να εμπίπτουν στο νομικό status του υποκειμένου δικαιωμάτων και ευθυνών, το βιβλίο απαντά αναμφίβολα θετικά, ορίζοντας την εαυτότητα (ταυτόσημη με την έννοια της προσωπικότητας) ως ικανότητα για διακριτή υποκειμενική εμπειρία του βίου και του κόσμου εν γένει.
Η ενσώματη αυτή προσέγγιση της εαυτότητας αποφεύγει να συνδέσει τα αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα με τον Ορθό Λόγο, καθώς κάτι τέτοιο θα ήγειρε σοβαρούς κινδύνους αποκλεισμού από την κοινότητα των υποκειμένων δικαιωμάτων όχι μόνο των ζώων, αλλά και ανθρώπινων όντων, όπως τα παιδιά ή τα άτομα με νοητική υστέρηση. Αντί για μια αμιγώς ορθολογικοποιημένη θεώρηση του εαυτού προκρίνεται η ορατότητα στο δημόσιο χώρο ως καθοριστική εμπειρική βάση για τη διϋποκειμενική αναγνώριση, από την οποία απορρέουν όχι μόνο ηθικά καθήκοντα αλλά και νομικώς διαρρυθμισμένες ευθύνες.
Ως προς την εφαρμογή του ερμηνευτικού τους σχήματος, οι συγγραφείς προτείνουν την αντικατάσταση της απλουστευτικής, συχνά παραμορφωτικής διάκρισης «άγρια-εξημερωμένα ζώα» με μια πιο σύνθετη και διαπερατή ταξινόμηση σε τρεις κατηγορίες: α) εξημερωμένα ζώα, β) άγρια ζώα, γ) ζώα οριακής ταξινόμησης.
α) Στα εξημερωμένα ζώα αναγνωρίζεται η πλήρης ιδιότητα του πολίτη. Ο βίαιος τρόπος, με τον οποίο έλαβε χώρα η εξημέρωση κατά το μακρινό παρελθόν, μετέβαλε ριζικά το DNA των συγκεκριμένων υποκειμένων ζωής, οπότε είναι αδύνατη (χωρίς υπέρμετρους και επώδυνους καταναγκασμούς) η επιστροφή στην προτέρα κατάσταση. Τα εξημερωμένα ζώα παρίστανται ως ισότιμα μέλη σε ένα συνεργατικό κοινωνικό εγχείρημα, ανοιχτό στην εξέλιξή του μέσα από τη σχεσιακή ανακάλυψη των δυνατοτήτων που διανοίγει η διάδραση, χωρίς να είμαστε αναγκασμένοι να οριοθετούμαστε σε προκαθορισμένες κατασκευές, όπως η «νόρμα του είδους».
Πέραν τηςaprioriκατοχύρωσης του θεμελιώδους δικαιώματος στην ύπαρξη, τα δικαιώματα-ευθύνες που προσιδιάζουν στη σχέση συμπολίτη αποτελούν αντικείμενο συνδιαμόρφωσης μεταξύ ανθρώπων και εξημερωμένων ζώων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η κοσμοπολιτική διάσταση των «φυσικών» δικαιωμάτων γειώνεται μέσα από την τοπικότητα των σχεσιακών δικαιωμάτων. Κατά συνέπεια, οι άνθρωποι υπέχουν την υποχρέωση για τη λήψη θετικών μέτρων στην κατεύθυνση της κοινωνικοποίησης των εξημερωμένων ζώων, ώστε να είναι άξιος νοήματος και να καθίσταται εφικτός ο καθορισμός του κοινού αγαθού της respublica μέσα από ακριβοδίκαιους όρους δούναι και λαβείν. Ειδικότερα, για την υλοποίηση της θέσης τους περί εξημερωμένων ζώων- συμπολιτών εισηγούνται μια «υποβοηθούμενη», καταπιστευματικού χαρακτήρα συμμετοχή στη διαβουλευτική διαδικασία, μέσα από την αντιπροσώπευση των εννόμως προστατευόμενων συμφερόντων τους διά ανθρώπων-πληρεξουσίων.
β) Στην περίπτωση των άγριων ζώων, οι συγγραφείς προκρίνουν την αναγνώριση αποκλειστικής κυριαρχίας ή, έστω, συγκυριαρχίας, στους βιοτόπους όπου διαμένουν και αναπτύσσουν την εαυτότητά τους. Η ανθρωπογενής παρέμβαση στο φυσικό περιβάλλον των άγριων ζώων συνιστά οιονεί αποικιοκρατική επέμβαση σε εκτάσεις όπου αυτά διαθέτουν δικαίωμα αυτοδιάθεσης. Απαιτείται, λοιπόν, διαρρύθμιση των σχέσεων των κυρίαρχων κοινοτήτων άγριων ζώων με τις κυρίαρχες ανθρώπινες κοινότητες μέσα από τη θεσμοθέτηση ενός οιονεί διεθνούς δικαίου, ήτοι μέσα από τις γενικά παραδεδεγμένες νόρμες κοσμοπολιτικής δικαιοσύνης και τη συνδιαμόρφωση ακριβοδίκαιων και αμοιβαία επωφελών τρόπων διάδρασης κατά τη διασταύρωση των κυριαρχιών, οι οποίες είναι αδύνατο να οριοθετηθούν απολύτως από γεωγραφική σκοπιά. Το μότο «να αφήσουμε τα άγρια ζώα να υπάρχουν» στο χώρο τους τη στιγμή που οι άνθρωποι συνεχίζουμε ακάθεκτοι δραστηριότητές που προξενούν οδυνηρές έμμεσες επενέργειες στους βιοτόπους τους δεν ανταποκρίνεται στο πρότυπο της προστασίας των αυτοκαθοριζόμενων κοινοτήτων. Εξ αντιδιαστολής, κρίνεται αναγκαία η παροχή συνδρομής για τη διαφύλαξη των οικοσυστημάτωντους, υπό τον όρο ότι η αρωγή διαπνέεται από τον σεβασμό του αυτοκαθορισμού ως θεμέλιου λίθου για την ευδοκίμηση του ιδιαίτερου τρόπου ζωής των άγριων ζώων. Η κυριαρχία δεν είναι, εξάλλου, μια αποστειρωμένη νομική έννοια, αλλά ένα νομικά δεσμευτικό σύνολο ηθικών σκοπών κατά τη συναναστροφή και αλληλεξάρτηση μεταξύ διακριτών πολιτικών κοινοτήτων.
γ) Τα ζώα οριακής ταξινόμησης αποτελούν την τρίτη και πιο σύνθετη κατηγορία. Αυτά δεν μπορούν να υπαχθούν ούτε στα εξημερωμένα ζώα-συμπολίτες ούτε στα άγρια ζώα-(συγ)κυρίαρχους αυτόνομων κοινοτήτων, διότι δεν διαθέτουν ούτε την καταλληλότητα ούτε την πρόθεση ενσωμάτωσης στις ανθρωπογενείς πολιτικές κοινότητες, όμως παράλληλα έχουν ανάγκη το αστικό περιβάλλον για τη διαμονή και την κάλυψη των βασικών αναγκών τους. Απέναντι στις «ανεπιθύμητες» αυτές μορφές ζωής ελλοχεύει ο κίνδυνος της αορατότητας, κάτι που συντελεί στην απονομιμοποίηση της παρουσίας τους στο δημόσιο χώρο. Είναι αναγκαία, λοιπόν, η αναγνώριση μιας διακριτής σχέσης ανάμεσα σε ανθρώπους και ζώα οριακής ταξινόμησης, η οποία θα έχει σαφώς χαλαρότερη μορφή (σε σύγκριση με τα εξημερωμένα ζώα) από τη σκοπιά των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων, καθώς υφίσταται πολύ πιο περιορισμένη οικειότητα, εμπιστευτικότητα και συνεργατικό πνεύμα. Κατά συνέπεια, χρειάζεται να επιστρατεύσουμε διάφορες στρατηγικές ένταξης με βάση και την εσωτερική ποικιλομορφία που χαρακτηρίζει την εν λόγω κατηγορία.
Ως προς τα ζώα οριακής ταξινόμησης, λοιπόν, δεν είναι θεμιτός ο πλήρης αποκλεισμός τους με οποιοδήποτε μέσο από την πολιτική κοινότητα ανθρώπων-εξημερωμένων ζώων. Αφενός, διαθέτουμε το δικαίωμα παρεμπόδισης της εισόδου τους (π.χ. έλεγχο του συνολικού αριθμού και της χρήσης του χώρου που μοιραζόμαστε μαζί τους), όμως σε περίπτωση που διαμένουν επί μακρό χρονικό διάστημα θεμελιώνεται ένα δικαίωμα παραμονής, κάτι που γεννά την υποχρέωση να λάβουμε μέτρα για τον αποστιγματισμό τους ως «εισβολέων».
Συμπερασματικά, η «Ζωόπολις» διαπνέεται από μια σχεσιακή, πολιτική προσέγγιση των μέχρι τούδε ηθικολογικών επικρατουσών αντιλήψεων για τη δικαιολόγηση και κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ζώων. Με την επιλογική διατύπωση των ίδιων των συγγραφέων, «οποιαδήποτε θεωρία ζητά από τους ανθρώπους να γίνουν ηθικώς άγιοι είναι καταδικασμένη να παραμείνει πολιτικά αναποτελεσματική και θα ήταν αφελές να προσδοκούμε κάτι διαφορετικό» (σελ. 414).
Το βιβλίο εισηγείται την επαναδιαπραγμάτευση των βάναυσων αδικιών που έχουν υποστεί και συνεχίζουν να υφίστανται τα ζώα, όχι με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν, δηλαδή στον ανέφικτο στόχο να γυρίσουμε πίσω το ρολόι της ιστορίας, αλλά μέσα από παροντικές ενέργειες προσανατολισμένες σε ένα δικαιότερο μέλλον. Στην περίπτωση των ζώων, εξάλλου, η αδυναμία ορθολογικού αναστοχασμού επί του πρακτέου καθιστά πιο εύκολο το να εγκαινιάσουμε μια νέα σελίδα «από ό, τι μπορούμε να κάνουμε στο πλαίσιο της ανθρώπινης αδικίας, όπου οι αναμνήσεις είναι συχνά μακρές και πικρές, παρεμποδίζοντας τις προοπτικές για μια δικαιοσύνη που προσανατολίζεται στο μέλλον» (σελ. 422).
Τέλος, η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ζώων σε πολιτοκεντρική βάση ενισχύει τα κανονιστικά και δικαιοπολιτικά επιχειρήματα υπέρ της προστασίας ευάλωτων ατόμων ή κοινωνικών ομάδων από διακρίσεις και αναξιοπρεπή μεταχείριση στη βάση φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού (απαγόρευση διακρίσεων κατά το άρθρο 21 Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ΕΕ). Εφοδιασμένοι με την –κατά Gramsci- απασιοδοξία της γνώσης και την αισιοδοξία της βούλησης, οι συγγραφείς τονίζουν την αναγκαιότητα και τη δυνατότητα να οικοδομήσουμε πολιτικές κοινότητες όπου οι ευάλωτοι (ανθρώπινοι και μη ανθρώπινοι) πληθυσμοί θα αντιμετωπίζονται ως αυτόνομα πρόσωπα-φορείς αξιοπρέπειας και όχι ως αντικείμενα εκμετάλλευσης ή διαρκούς κηδεμόνευσης.
* Διδάκτορ Φιλοσοφίας του Δικαίου Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας