«Με τον πόλεμο, στον οποίο η Ιταλία εντάχθηκε στον Αξονα τον Ιούνιο του 1940, ένα άλλου είδους “αλλού” παρουσιάστηκε στο νησί, καθώς πρόσφυγες από την Ευρώπη άρχισαν να καταφθάνουν, ένα ρεύμα ανθρώπων που ήταν αποφασισμένοι να φτάσουν στην Παλαιστίνη με κάθε τρόπο. Φαίνεται πως τα νερά των Δωδεκανήσων είχαν περισσότερα πλοία με μετανάστες από ό,τι πίστευε η Στέλλα, αλλά κατάλαβε ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι και προς τα πού κατευθύνονταν, αφού εμφανίστηκαν δυο αξιομνημόνευτα πλοία τα οποία άφησαν ένα ξεχωριστό αποτύπωμα σε εκείνη και στην κοινότητα γενικότερα»
Οσα βιβλία κι αν γράφτηκαν, και όσα και αν γραφτούν στο μέλλον, για το ποιος ήταν ο κόσμος μας πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν θα είναι ποτέ αρκετά. Και κυρίως δεν θα είναι αρκετά για να περιγράψουν το δράμα που βίωσε εκείνα τα απάνθρωπα χρόνια κάθε εβραϊκή οικογένεια στην Ευρώπη. Η ιστορία της οικογένειας της σχεδόν εκατοντάχρονης Στέλλας Λεβή αναδύθηκε στην επιφάνεια με το βιβλίο «Εκατό Σάββατα» του Μάικλ Φρανκ, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ικαρος σε μετάφραση του Σπύρου Κουλούρη. Επειτα από 100 επισκέψεις, πάντα Σάββατο, σε μια περίοδο έξι ετών, ο Αμερικανός συγγραφέας άκουγε, έκανε ερωτήσεις και εντέλει έγραψε ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο.
Στην αγαπημένη και γνώριμή μας Ρόδο, η ήσυχη και πολυπολιτισμική ζωή της εβραϊκής κοινότητας, της Τζουντερία, που μετρούσε σχεδόν 500 χρόνια σε εκείνα τα εδάφη, διαταράσσεται αρχικά το 1912, όταν η Ιταλία κατακτά το νησί κατά τον ιταλο-τουρκικό πόλεμο. Οι Εβραίοι της περιοχής ήταν στη Ρόδο από τον 15ο αιώνα, όταν οι Σεφαραδίτες πρόγονοί τους εκδιώχθηκαν από την Ισπανία και σκορπίστηκαν στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο. Το 1923, με τη Συνθήκη της Λωζάννης, οι Ιταλοί απέκτησαν πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα στα Δωδεκάνησα και η ζωή των κατοίκων αλλάζει δραστικά. Οι άνθρωποι της Τζουντερία από τη μια απέκτησαν αγαθά και ελευθερίες που δεν ήξεραν ότι υπήρχαν και από την άλλη έχασαν για πάντα την ταυτότητά τους. Το φθινόπωρο του 1938 επιβλήθηκαν εξαντλητικοί φυλετικοί νόμοι κατά των Εβραίων και η οικογένεια Λεβή πλήττεται σφοδρά. Ο πατέρας πουλά την επιχείρησή του και η άλλοτε εύρωστη οικογένεια παίρνει την κάτω βόλτα.
Η αφήγηση της ηλικιωμένης γυναίκας στον συγγραφέα Μάικλ Φρανκ κυλά σαν γάργαρο νεράκι, μας μεταφέρει σε εκείνη τη «χαμένη Εδέμ» των παιδικών της χρόνων πλάθοντας έναν ολόκληρο κόσμο με γοητευτικούς χαρακτήρες. Μιλούν για τα πάντα, για τις σχέσεις της Στέλλας με τις αδερφές και τα αδέρφια της, για το φαγητό, για την αρχιτεκτονική και τη διακόσμηση των σπιτιών της κοινότητας, για τον θεό και τη θρησκεία, για τη γλώσσα και τις επιρροές που δεχόταν, για λογοτεχνία, για τον πρώτο έρωτα και βέβαια για τη θέση των γυναικών εκείνη την εποχή.
Η αφήγηση βαθαίνει όταν η Στέλλα Λεβή διηγείται την εποχή που η Ρόδος καταλαμβάνεται από τους Ιταλούς, το πώς αλλάζει η ζωή τους και το πώς καταστρέφεται όταν αρχίζει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Μια Κυριακή, στις 23 Ιουλίου του 1944, περισσότεροι από 1.700 Ροδίτες Εβραίοι, κυρίως ηλικιωμένοι, γυναίκες και παιδιά συνελήφθησαν από την Γκεστάπο και φορτώθηκαν σε βάρκες. Από το λιμάνι του Πειραιά στάλθηκαν στο Αουσβιτς, σε ένα ταξίδι δύο εβδομάδων με τρένο υπό κτηνώδεις συνθήκες. Οι αναμνήσεις της ηλικιωμένης γυναίκας είναι καθηλωτικές. «Ο θάνατος ήταν πάντα εκεί μπροστά στο κέντρο της συνείδησής τους. Οταν οι άνθρωποι αρρώσταιναν ή πέθαιναν, οι Γερμανοί έδιναν εντολή να πάνε οι Εβραίοι τα πτώματα είτε στον θάλαμο αερίων είτε στο κρεματόριο, ώστε ποτέ κανείς να μην ξεχνάει ούτε για ένα λεπτό τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε. “Ετσι ήταν ο θάνατος”, λέει η Στέλλα, σχηματίζοντας με τα χέρια της δυο πιστόλια που το καθένα πιέζει σταθερά το πρόσωπό της. “Ηταν αμείλικτος. Τον χρησιμοποιούσαν σαν απειλή για να μας δείξουν τη δύναμή τους, για να μας υπενθυμίσουν ότι δεν ήμασταν πλέον ανθρώπινα όντα με ελεύθερη βούληση, αλλά αιχμάλωτοι, χωρίς κανέναν έλεγχο της μοίρας μας”».
Το 90% αυτής της κοινότητας δολοφονήθηκε στο Ολοκαύτωμα και λίγοι από τους επιζώντες επέστρεψαν στη Ρόδο μετά τον πόλεμο.
«Κάθε χρόνο στις 27 Ιανουαρίου, στην επέτειο της ημέρας που μπήκε ο Κόκκινος Στρατός και απελευθέρωσε το Αουσβιτς, το κέντρο Πρίμο Λέβι τιμά τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Ολοκαυτώματος συμμετέχοντας σε μια τελετή γνωστή ως Ανάγνωση των Ονομάτων. Στήνονται αναλόγια και μικρόφωνα μπροστά από το Ιταλικό Προξενείο στην Παρκ Αβενιου, όπου από τις εννέα το πρωί και για έξι ή επτά ώρες πηγαινοέρχονται άνθρωποι οι οποίοι διαβάζουν διαδοχικά τα ονόματα. Πρώτα διαβάζουν το επίθετο και μετά το όνομα καθενός από τους δέκα χιλιάδες άντρες, γυναίκες και παιδιά που εκτοπίστηκαν από την Ιταλία και τις ιταλοκρατούμενες περιοχές κατά τη διάρκεια του φασιστο-ναζιστικού διωγμού. Παρά το κρύο, η Στέλλα δεν λείπει ποτέ».
Σήμερα, σε όλη την Ευρώπη -και όχι μόνο- η Ακροδεξιά δείχνει τις απειλητικές της διαθέσεις με ηγέτες νοσταλγούς του Χίτλερ. Βιβλία σαν το «Εκατό Σάββατα» υπενθυμίζουν τη ζοφερότητα των χρόνων εκείνων που η μισαλλοδοξία κατάφερε το μεγαλύτερο πλήγμα στην ανθρωπότητα. Και, παράλληλα, τονίζουν ότι η αλληλεγγύη και η δύναμη της αγάπης είναι τα «όπλα» απέναντι στο Κακό που απειλεί να κατασπαράξει τον κόσμο μας.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας