Από 13 Μαρτίου ώς 15 Μαΐου 1822. Το διάστημα αυτό καλύπτουν οι ημερολογιακές σημειώσεις του Θεόφιλου Καΐρη για την εκστρατεία του Ολύμπου. Ενα μικρό κατάστιχο μόλις 10 φύλλων, που περιέχει ένα κείμενο διάφανο στη γραφή και στο περιεχόμενο, δυσεξήγητο όμως στην προέλευση και την πρόθεση συγγραφής του.
Το ημερολόγιο εκδόθηκε μαζί με άλλα τεκμήρια της εποχής για πρώτη φορά το 1909, από τον Ανδριώτη φιλόλογο Ιωάννη Βογιατζίδη, σε ανάτυπο πρωθύστερο από τον εκδοτικό προορισμό του, τον έβδομο τόμο του Δελτίου της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, που τυπώθηκε με καθυστέρηση, το 1918.
Παρότι τέκνο διασήμου πατρός, το κείμενο παρέμεινε σχεδόν σε αφάνεια τα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα. Φέτος το επανεξέδωσε ο Δημήτρης Κυρτάτας -συνοδευόμενο με δύο εμπεριστατωμένες μελέτες, μία εισαγωγική για το τεκμήριο και μία επιλογική για τον Καΐρη και την εποχή- σε επετειακή έκδοση της Καϊρείου Βιβλιοθήκης Ανδρου και του Gutenberg· ένα βιβλίο υψηλής αισθητικής και ποιότητας, πραγματικό τυπογραφικό κόσμημα, με τη σφραγίδα της μαστοριάς του Γιάννη Μαμάη.
Η νέα έκδοση του ημερολογίου έγινε από το χειρόγραφο που φυλάσσεται στο ιδιωτικό αρχείο της οικογένειας Καΐρη, με τη συνδρομή της Μαρίας Γιουρούκου στη μεταγραφή και στον επανέλεγχό του.
Ο Δ. Κυρτάτας αποκαθιστά το νήμα της εκδοτικής διαδρομής του χειρογράφου μέχρι τη σημερινή δεύτερη έκδοσή του, επισημαίνει την απουσία ενδιαφέροντος από τον ίδιο τον συγγραφέα του να δημοσιευτεί όσο ζούσε, τις μετέπειτα εκδοτικές περιπέτειες μέχρι να δημοσιοποιηθεί αλλά και τη δυσεξήγητη αναιμική ένταξή του στην ιστοριογραφία τόσο της ελληνικής επανάστασης όσο και των παραγωγικών Καϊρικών σπουδών.
Ο επιμελητής της έκδοσης με τη συνδρομή και άλλων πηγών -βασική ανάμεσά τους ο Ν. Κασομούλης- διερευνά τα πρόσωπα, τους όρους και τις συνθήκες που επιχειρήθηκε η εκστρατεία στον Ολυμπο, την προεργασία για την πραγματοποίησή της -ξεχωρίζει η κοπιώδης προσπάθεια μεταφοράς τεσσάρων κανονιών από την Τρίπολη-, όσα ακολούθησαν μετά τη στρατιωτική ήττα. Η δράση Ελλήνων και Φιλελλήνων που πήραν μέρος στην εκστρατεία και των τοπικών συμμάχων τους, και μετά ο δρόμος της φυγής, η περιπλάνηση στη Μακεδονία, την Ηπειρο και τη Ρούμελη μέχρι να φτάσουν στην Ιτέα και να επιβιβαστούν σε πλοίο για την Κόρινθο, γίνονται ορατά στον αναγνώστη μέσα από τα μάτια του Καΐρη.
Ο Δ. Κυρτάτας επισημαίνει και τη σημασία «δυσάρεστων» όψεων της επανάστασης που περιλαμβάνονται στο ημερολόγιο και συχνά τείνουν να λησμονούνται: η επιφύλαξη ή και άρνηση των τοπικών πληθυσμών να λάβουν μέρος στην επανάσταση, η συνεργασία «τουρκολατρών» προκρίτων με τους Οθωμανούς, η ανοχή απέναντι στα «καπάκια» των κλεφτών, η πυρπόληση χριστιανικών χωριών από τους οπλαρχηγούς για να εξαναγκαστούν οι κάτοικοι να επαναστατήσουν, η δολοφονία τραυματιών συντρόφων του Καΐρη από χριστιανούς ενόπλους, οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις μεταξύ των πρωταγωνιστών. Καθώς όμως είναι ένας τόμος για τον Θ. Καΐρη, φωτίζονται κατεξοχήν στις σελίδες του η προσωπικότητά του και η διαδρομή του βίου του μέχρι την τελική καταδίκη, τη φυλάκιση και τον θάνατο το 1852.
Πρόκειται λοιπόν για ένα βιβλίο πλούσιο σε πληροφορίες, ερμηνείες, ερεθίσματα σκέψης. Οπως είναι η μοίρα όμως των καλών βιβλίων ιστορίας, γεννά και ερωτήματα που δεν έχουν εύκολη απάντηση, κεντρίζουν όμως σε κάποιες υποθέσεις εργασίας. Θα σταθώ σε μερικές.
Κατ’ αρχάς το ίδιο το ημερολόγιο. Γιατί γράφτηκε; Οπως επισημαίνει ο Δ. Κυρτάτας, πρόκειται στην ουσία για σημειώσεις του Καΐρη, με τη φροντισμένη γλώσσα και σύνταξη που χαρακτηρίζει τα γραπτά του· σημειώσεις που καταγράφουν γεγονότα με συντομία, όχι όμως με αυστηρότητα, αφού εμφιλοχωρούν στις γραμμές του συναισθήματα για τη φύση, σκέψεις για τις αρχαιότητες, κρίσεις για τους ανθρώπους.
Μοιάζει στη λογική, αλλά διαφέρει στο ύφος, με ένα άλλο σύντομο ημερολόγιο του Καΐρη, που επίσης περιλαμβάνεται στην έκδοση, γραμμένο εκείνο τους ίδιους μήνες αλλά είκοσι χρόνια μετά, όταν αναγκάστηκε να φύγει από την Ελλάδα, διωκόμενος από την εκκλησία και την τότε κυβέρνηση. Ισως, όπως επισημαίνει ο επιμελητής, να πρόκειται για σημειώσεις που προορίζονταν κατόπιν να μετατραπούν σε ενιαίο κείμενο, ο καμβάς πάνω στον οποίο σκόπευε να κεντήσει μια πιο πλήρη εικόνα της εκστρατείας. Φαίνεται ότι δεν το επιχείρησε. Φταίει άραγε η ήττα, η σωματικά και ψυχικά τραυματική εμπειρία; Ή μήπως το έκανε με άλλο τρόπο; Με τη μορφή προφορικής ή και γραπτής -λανθάνουσας εισέτι- αναφοράς προς τον άνθρωπο που υιοθέτησε ενθέρμως την εκστρατεία, τον Δημήτριο Υψηλάντη;
Πού εγγράφεται όμως η εκστρατεία στον Ολυμπο; Απαντά σε αίτημα των ντόπιων οπλαρχηγών, αλλά είναι μία ενέργεια με πολιτικό ή με στρατιωτικό πρόσημο; Εντάσσεται, δηλαδή, στις τελευταίες αναλαμπές του «μεγάλου σχεδίου» της Φιλικής Εταιρείας για μια γενικευμένη εξέγερση στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με εστίες πυρκαγιάς οπουδήποτε το επιτρέψουν οι συνθήκες;
Η ανάθεση του εγχειρήματος σε στελέχη του επιτελείου του Δ. Υψηλάντη, όπως ο Γρ. Σάλλας, ο Ν. Κανούσης, ο Θ. Καΐρης, προσγράφεται σε αυτή την επιλογή; Τους πρώτους μήνες του 1822, άλλωστε, εξακολουθούν να ξεσπούν κατά τόπους εξεγέρσεις που μοιάζουν παράτολμες· τις ημέρες των ημερολογιακών καταγραφών συμβαίνουν οι καταστροφές της Νάουσας και της Χίου.
Ή μήπως είναι μια ενέργεια στρατιωτικού κυρίως χαρακτήρα, με στόχο την προάσπιση της επανάστασης στις περιοχές που έχει εδραιωθεί, δηλαδή στη νότια Ελλάδα; Η κάθοδος του οθωμανικού στρατού, μετά και τον θάνατο του Αλή πασά την άνοιξη του 1822, ήταν πλέον βέβαιη. Η στρατιωτική προετοιμασία για την αντιμετώπισή του σε επίκαιρες θέσεις, όσο πιο μακριά γινόταν από τα απελευθερωμένα εδάφη, ήταν μια πρόσφορη επιλογή πολέμου.
Το σημείο που επιλέχθηκε για την απόβαση, το σημερινό Παλαιό Ελευθεροχώρι Πιερίας, ενισχύει την πιθανότητα αυτή. Τον λόγο εξηγεί το 1851 ένας αξιωματικός του ελληνικού στρατού, ο Βασίλειος Νικολαΐδης, που περιηγούνταν τη Μακεδονία για να συγκεντρώσει χρήσιμες πληροφορίες για μελλοντικές στρατιωτικές επιχειρήσεις: «Το χωρίον Λευθεροχώρι έχει στρατιωτικήν βαρύτητα, ως κείμενον επί της οδού μεταξύ Μακεδονίας και Θεσσαλίας και πλησίον του λιμένος· επειδή και κατέχει υψηλήν θέσιν 150 μ. άνω θαλάσσης και μη κατεχόμενον υπό πλησίον υψωμάτων, δύναται να οχυρωθή και ν’ αποτελέση σημείον κατοχής υπό των κατακτητών» (Β. Νικολαΐδης, «Στρατιωτική γεωγραφία της Ευρωπαϊκής Τουρκίας», επιμέλεια Σπ. Καράβας, Αθήνα 2017, σ. 232). Αραγε αυτή την οχυρή θέση είχαν στο μυαλό τους οι στρατιωτικοί σύντροφοι του Καΐρη, όταν πήραν την –παράδοξη σε πρώτη ανάγνωση- απόφαση να σύρουν μαζί τους τέσσερα ογκώδη, βαριά κανόνια;
Ηταν άραγε εφικτό να στεριώσει η επανάσταση σε τόπους χωρίς γεωγραφική συνέχεια με τις απελευθερωμένες περιοχές; Περιπτώσεις όπως εκείνες της Χαλκιδικής, της Νάουσας, του Πηλίου αναδεικνύουν τις δυσχέρειες. Ανάλογες δυσκολίες υπήρξαν και στον νησιωτικό χώρο, εκεί όμως η αδιάκοπη παρουσία του ελληνικού στόλου αποκαθιστούσε μία υδάτινη ενιαία περιοχή κυριαρχίας.
Στην εκστρατεία του Ολύμπου τη στρατιωτική ήττα ακολούθησε η φυγή των αποδεκατισμένων επαναστατών. Ο Καΐρης καταγράφει έναν-έναν τους τόπους όπου στάθμευσαν στον δρόμο προς την Κόρινθο, όπου βρισκόταν προσώρας η έδρα της Διοίκησης. Γιατί δεν ακολούθησαν όμως την πιο σύντομη οδό, το ίχνος για παράδειγμα της σημερινής εθνικής οδού; Επέλεξαν μια δύσβατη διαδρομή μέσα από ορεινούς όγκους και περάσματα· άνοδος πρώτα στα βουνά και κάθοδος κατόπιν μέχρι να αναφωνήσουν τη δική τους «θάλαττα», βλέποντας τον Κορινθιακό κόλπο.
Η πεζοπορία στα πεδινά ήταν πιο επίφοβη. Οχι μόνο αρκετοί Τούρκοι κατοικούσαν σε αστικά κέντρα της Θεσσαλίας και της Ρούμελης αλλά και ήδη είχε συγκεντρωθεί στρατός στη Λαμία και αλλού και ετοιμάζονταν για τη δική τους κάθοδο στην Πελοπόννησο. Η μακρά πορεία της επιστροφής δίνει την ευκαιρία στον Καΐρη να δείξει ότι στις ορεινές περιοχές το δίκτυο των επαναστατημένων ήταν ισχυρό και λειτουργικό. Δεκτικοί αρματολοί, οπλαρχηγοί και πρόκριτοι συνιστούσαν ένα πλέγμα ανθρώπων του ορεινού, κτηνοτροφικού κατά βάση κόσμου, που γνώριζαν τα καθέκαστα και ήταν πρόθυμοι να συνδράμουν.
Ο Καΐρης θα γυρίσει στην Πελοπόννησο και θα αποκτήσει αμέσως επαφή με τη Διοίκηση. Στον τόμο περιλαμβάνεται και ένα σχέδιο λόγου ή επιστολής προς τους Κυδωνιάτες πρόσφυγες, που μετά την καταστροφή της πατρίδας τους είχαν καταφύγει στις απελευθερωμένες περιοχές. Εχοντας ζήσει και εργαστεί χρόνια ως δάσκαλος στις Κυδωνίες, τους γνώριζε καλά.
Παλεύει να συγκροτήσει χωριστό σύνταγμα Κυδωνιατών και προσπαθεί να κεντρίσει το φιλότιμο της νεολαίας ώστε να συμπαραταχθεί στις πολεμικές επιχειρήσεις. Ο ίδιος θα συνεχίσει να μετέχει ψυχή τε και σώματι στον επαναστατικό αγώνα, να είναι παρών στο ωραίο ταξίδι. Η καταληκτήρια φράση του Ημερολογίου, την οποία ο Καΐρης γράφει από την ψαριανή γολέτα που έχει «εμβαρκαριστή» στις Κεχριές στις 15 Μαΐου 1822, αποδίδει τον πυρετώδη ρυθμό της καθημερινότητάς του: «Την 16 το πρωί ελύσαμεν».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας