Τόσο τα θεωρητικά όσο και τα πραγματικά όρια μεταξύ μαγείας και επιστήμης δεν υπήρξαν ποτέ σαφή. Αλλά και η πολυπόθητη και υποτίθεται ακριβής διαχωριστική γραμμή που οριοθετεί αυστηρά αυτές τις δύο διαφορετικές γνωστικές προσεγγίσεις, μετατοπίζεται διαρκώς, ανάλογα με την ιστορική εποχή και την κοινωνική συγκυρία που αυτές εμφανίζονται. Εξάλλου, ανάμεσα στη μαγική και την επιστημονική σκέψη υπήρξαν, ανέκαθεν, αμοιβαίες αλληλεπιδράσεις και εντυπωσιακές ομοιότητες.
Για παράδειγμα, τόσο η ερμητική-μαγική σκέψη όσο και η ορθολογική-εμπειρική επιστημονική σκέψη βασίζονται στην πεποίθηση ότι η φαινομενική και άμεσα ορατή πραγματικότητα δεν είναι πάρα μια ψευδαίσθηση. Και επομένως, μόνο η «ορθή» μέθοδος -είτε μαγική είτε επιστημονική ή, συνήθως, ένα μείγμα τους- μπορεί να μας διασφαλίσει κάποια γνωστική πρόσβαση στις θεμελιώδεις δομές και τους νόμους της Φύσης.
Εξάλλου, τόσο η πρώιμη μαγική-μυθολογική όσο και η μετέπειτα φιλοσοφική-επιστημονική σκέψη προέκυψαν από τη ζωτική ανάγκη των ανθρώπων να επιβιώνουν σε έναν εχθρικό και ακατάληπτο κόσμο. Και αμφότερες οδήγησαν στην ανάπτυξη τελετουργικών πρακτικών ή τεχνικών που διευκόλυναν τις προσπάθειες του είδους μας να χαλιναγωγήσει και να εκμεταλλευτεί επωφελώς τις εχθρικές και σκοτεινές «δυνάμεις» του γήινου περιβάλλοντος. Ενα φαινομενικά εχθρικό για την ανθρώπινη επιβίωση περιβάλλον, μέσα στο οποίο βρεθήκαμε «ριγμένοι» ως τιμωρία για κάποιο προαιώνιο… «προπατορικό αμάρτημα».
Οι γνωστικές ανεπάρκειες της «κλασικής» επιστήμης
Πάντως, ακόμη και κατά τη νεωτερική εποχή της ανθρώπινης γνωστικής περιπέτειας, τόσο τα νέα «μαγικά» τεχνήματα όσο και οι επιστημονικές προϋποθέσεις τους παραμένουν γνωστικά αδιαφανή και μυστηριώδη για τους μη μυημένους. Και όπως ακριβώς κατά το μακρινό παρελθόν, έτσι και σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι που καταφεύγουν καθημερινά σε διάφορα τεχνήματα, βιώνουν περίπου ως «μαγικές» τις καινοφανείς πρακτικές -και κυρίως τις εντυπωσιακές γνωσιακές δυνατότητες- που απορρέουν από τα νέα προϊόντα της τεχνοεπιστήμης.
Αυτό σημαίνει ότι, τουλάχιστον από τις απαρχές των «Νέων Χρόνων» μέχρι σήμερα, τα πολύ καυτά ζητήματα της σχετικής γνωσιακής αξίας και της διευθέτησης των αμοιβαίων αλληλεπιδράσεων ή των αποκλεισμών μεταξύ των μαγικών και των επιστημονικών προσεγγίσεων της πραγματικότητας βρίσκονται διαρκώς στο επίκεντρο των ανθρώπινων διανοητικών αναζητήσεων. Και όπως επιχειρήσαμε να δείξουμε στα δύο τελευταία μας άρθρα, η διαχρονική παρουσία και η γοητεία της μαγικής σκέψης δεν άφησαν ανεπηρέαστους τους πρωτεργάτες της νεότερης επιστήμης, δηλαδή τους μεγάλους φυσικούς φιλοσόφους της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού.
Πράγματι, οι σύγχρονες ιστορικές ανασυγκροτήσεις της μεγάλης επιστημονικής επανάστασης του 17ου αιώνα αναδεικνύουν την απρόσμενη (;) συνύπαρξη και τη σχεδόν καθολική παρουσία ενός «μείγματος» υπερφυσικού αποκρυφισμού και επιστημονικού ορθολογισμού στο πρωτοποριακό έργο του Φράνσις Μπέικον, του νεαρού Ρενέ Ντεκάρτ, του Γιοχάνες Κέπλερ, του Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς και των περισσότερων νέων φυσικών φιλοσόφων.
Ωστόσο, ήδη από τα τέλη του 17ου αιώνα, η μεγαλειώδης νευτώνεια σύνθεση (κλασική μηχανική) έδειξε ότι εφαρμόζοντας οι άνθρωποι το διαφορικό λογισμό στην περιγραφή όλων των μακροσκοπικών φυσικών φαινομένων, μπορούν όχι απλώς να εξηγούν, αλλά και να προβλέπουν νομοτελειακά (π.χ. με τον νόμο της βαρύτητας) τη δυναμική κάποιων μεμονωμένων φυσικών αντικειμένων στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Και κυρίως, τους επέτρεψε να ενοποιούν τα διάφορα φυσικά φαινόμενα που, μέχρι τότε, θεωρούνταν εντελώς ανεξάρτητα μεταξύ τους: από την πτώση ενός μήλου πάνω στη γη μέχρι την ακριβή τροχιά κίνησης ενός πλανήτη ή ενός δορυφόρου γύρω από τον Ηλιο.
Σύμφωνα με αυτό το γραμμικό και αποκλειστικά αιτιοκρατικό πρότυπο εξήγησης, που ήταν, ταυτοχρόνως, φυσικό και μεταφυσικό, μικρά φυσικά αίτια προκαλούν νομοτελειακά μικρά φυσικά αποτελέσματα, αλλά και όλες οι αλλαγές που παρατηρούνται στη Φύση προκύπτουν αποκλειστικά από την αθροιστική δράση λίγων βασικών φυσικών αιτιών.
Δυστυχώς, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων και όπως συνειδητοποιούμε πλέον καθημερινά, αυτή η «κλασική» αιτιοκρατική περιγραφή -μέσω αποκλειστικά γραμμικών εξισώσεων- τόσο για τη νομοτελειακή δράση απλών και μεμονωμένων φυσικών αιτιών όσο και για τη συνολική δυναμική όλων των φυσικών φαινομένων είναι όχι απλώς απλοϊκή περιγραφικά, αλλά και παραπλανητική γνωσιολογικά. Αφού, πολύ συχνά, οι όποιες προβλέψεις μας σχετικά με τη μελλοντική δυναμική ή την εξέλιξη των πιο πολύπλοκων φυσικών φαινομένων αποδεικνύονται εκ φύσεως αβέβαιες και άρα γνωστικά επισφαλείς!
Οι «απαγορευμένοι» καρποί της πολύπλοκης γνώσης
Αραγε, πώς δικαιολογούνται αυτή η εγγενής γνωστική ανεπάρκεια και η εμφανής προβλεπτική αποτυχία του γραμμικού και ντετερμινιστικού τρόπου σκέψης της «κλασικής» επιστήμης; Η συνήθης απολογητική στρατηγική που υιοθετούν κάποιοι φυσικοί επιστήμονες και επιστημολόγοι είναι να επικαλούνται την υποτίθεται προσωρινή άγνοιά μας σχετικά με ορισμένες άγνωστες φυσικές παραμέτρους.
Με άλλα λόγια, όπως οι μάγοι και οι προφήτες των προεπιστημονικών χρόνων, οι νέοι φυσικοί επιστήμονες διατείνονται ότι η εξόφθαλμη αδυναμία τους είτε να περιγράψουν επαρκώς είτε να προβλέψουν τη δυναμική κάποιων περίπλοκων φυσικών φαινόμενων δεν οφείλεται σε εγγενείς ανεπάρκειες της επιστημονικής γνώσης ή στην εσκεμμένα απλοϊκή μέθοδο προσέγγισης των πιο αινιγματικών φαινομένων, αλλά μόνο στην πρόσκαιρη παράλειψη κάποιας άγνωστης -και άρα προσωρινά απόκρυφης- μεταβλητής, την οποία δεν έλαβαν υπόψη τους, επειδή «απλώς» την αγνοούσαν.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την πιο διαδεδομένη, μέχρι σήμερα, επιστημονικοφανή δοξασία: όλα τα σύνθετα φυσικά φαινόμενα μπορούν, κατ’ αρχήν, να εξηγηθούν από λίγους απλούς νόμους ή από κάποιες θεμελιώδεις «πρώτες αρχές», στις οποίες και οφείλουμε να αναγάγουμε όλα τα φυσικά-υλικά φαινόμενα, δηλαδή σχεδόν τα πάντα. Αυτό το αναγωγικό-αιτιοκρατικό εξηγητικό πρότυπο της κλασικής φυσικής αποδείχτηκε εξαιρετικά γόνιμο αλλά, ενίοτε, και πολύ περιοριστικό για την ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης: μας βοηθά να ανακαλύψουμε το γιατί γενικά πέφτουν τα μήλα από τις μηλιές, ενώ αγνοούμε το πώς αυτά δημιουργήθηκαν ή γιατί, ενδεχομένως, τα θεωρούμε εύγευστα!
Πάντως, κατά τον εικοστό αιώνα, τόσο το γνωσιακό καθεστώς όσο και τα μεθοδολογικά κριτήρια για την αξιολόγηση των «επαρκών» επιστημονικών εξηγήσεων φαίνεται να έχουν αλλάξει ριζικά: όλο και περισσότεροι κορυφαίοι επιστήμονες συνειδητοποίησαν πλέον την αναγκαιότητα μιας εντελώς διαφορετικής γνωστικής προσέγγισης, η οποία όχι μόνο δεν επιθυμεί να εξαλείψει την εγγενή πολυπλοκότητα της Φύσης, αλλά αντίθετα επιχειρεί να την κατανοήσει με εντελώς νέα επιστημονικά εργαλεία. Η κβαντική φυσική και οι μετέπειτα φυσικές θεωρίες του Χάους και της Πολυπλοκότητας, τα Μαθηματικά των μη γραμμικών συστημάτων και η γεωμετρία των φράκταλ είναι μερικά από τα πρώτα, πολύ εντυπωσιακά διανοητικά «άνθη» από τον κήπο αυτής της νέας πολύπλοκης φυσικομαθηματικής σκέψης και έρευνας.
Ετσι, η ίδια η ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας οδήγησε στην αποκάλυψη των ανυπέρβλητων ορίων της μηχανιστικής και της αποκλειστικά αναγωγικής μεθόδου που, κατά το παρελθόν, είχαν οδηγήσει στους μεγάλους θριάμβους της λεγόμενης κλασικής επιστήμης, όπως είναι η νευτώνεια μηχανική και η θεωρία της σχετικότητας. Τα πρώτα σοβαρά ρήγματα στην κλασική επιστημονική κοσμοαντίληψη τα επέφερε η Θερμοδυναμική με την εισαγωγή της εντροπίας, δηλαδή του βέλους του χρόνου στη φύση, και η κβαντική φυσική με την εισαγωγή του παρατηρητή ως παράγοντα που επηρεάζει την παρατήρηση των μικροφυσικών φαινομένων, για να μην αναφέρουμε την εξελικτική θεωρία στη βιολογία ή τα θεωρήματα της μη πληρότητας του Godel στα μαθηματικά.
Και μαζί με τις εντυπωσιακές ανατροπές στη βιολογία και την πληροφορική, αυτές οι κορυφαίες επιστημονικές εξελίξεις υπήρξαν, τον προηγούμενο αιώνα, οι απαγορευμένοι, μέχρι τότε, «καρποί» μιας νέας και ιδιαίτερα ανατρεπτικής γνωστικής προσέγγισης, με τεράστιες φυσικές και φιλοσοφικές συνέπειες! Σύμφωνα με την οποία, κάθε ώριμη επιστήμη οφείλει να διερευνά –και όχι μόνο θεωρητικά αλλά στην πράξη!– την εγγενή φυσική πολυπλοκότητα της επιστημονικής γνώσης που δημιουργεί, δηλαδή την ανεξάλειπτη διαπλοκή των «επιστημονικών αντικειμένων» με τα «γνωστικά υποκείμενα» που την περιγράφουν.
Κοντολογίς, μετά το τέλος της υπερφυσικής-θεολογικής σκέψης, κάθε ανθρώπινη αναζήτηση μιας αποκλειστικά φυσικής και άρα εγκόσμιας γνώσης φαίνεται πως είναι καταδικασμένη να παραπαίει μεταξύ επιστήμης και μεταφυσικής. Ομως, για όλα αυτά θα μιλήσουμε αναλυτικά στο επόμενο άρθρο. Και οδηγός μας στη διερεύνηση των σκοτεινών σχέσεων μεταξύ της νεωτερικής επιστήμης και της μεταφυσικής φιλοσοφίας θα είναι ο κορυφαίος Ελληνας επιστημολόγος, Αριστείδης Μπαλτάς, ο οποίος θα μας μιλήσει για όλα αυτά με αφορμή την κυκλοφορία στα ελληνικά του τελευταίου του βιβλίου με τίτλο «Ξεφλουδίζοντας πατάτες ή λειαίνοντας φακούς», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας