«Μη σπάτε τα μολύβια μας, μην καίτε τα βιβλία μας, μην κλείνετε τα σχολεία μας». Οι γυναίκες ξεδιπλώνουν το πανό τους έξω από ένα γυμνάσιο της ανατολικής Καμπούλ ενώ μιλάμε με τη Feroza στο τηλέφωνο. Μιλάει μια γλώσσα κελαρυστή, με φράσεις που δεν χάνουν την ποιητικότητά τους ακόμα και μέσα από τη διερμηνεία – «από τότε που άνοιξα τα μάτια μου στο φως», λέει για να περιγράψει τα παιδικά της χρόνια. Η Gul πάλι είναι κοφτή και απολύτως περιεκτική: «ζούσαμε σαν σκλάβες».
Είναι κι οι δυο τους πολύ νέες, δεν έχουν καν κλείσει τα 30 τους. Η μία έζησε όλα της τα χρόνια στην προσφυγιά, σε μια παραδοσιακή πατριαρχική οικογένεια κι αργότερα με έναν εξίσου αυταρχικό σύζυγο από τον οποίο κατάφερε να δραπετεύσει. Η άλλη δραπέτευσε από τη χώρα της όταν ο πατέρας της την αρραβώνιασε στα 13 της με έναν μαχητή των Ταλιμπάν.
Από τότε που οι Ταλιμπάν απέκτησαν τον έλεγχο της χώρας, οι γυναίκες δεν έχουν σταματήσει να διαδηλώνουν, πολλές από αυτές έχουν συλληφθεί, όπως και δημοσιογράφοι έχουν βασανιστεί επειδή κάλυπταν τις κινητοποιήσεις. Ενα μεγάλο κύμα αλληλεγγύης ξεδιπλώνεται ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο, όπως και στην Ελλάδα – κι αυτό είναι το νήμα ενός κοινού αγώνα που μας δένει με τις δυο νέες γυναίκες με τις οποίες μιλάμε σήμερα.
Η Feroza ζει κάπου στην Αθήνα και η Gul στο καμπ της Λέσβου. Είναι και οι δυο επιζώσες έμφυλης βίας – αν και αυτές οι λέξεις δεν αρκούν για να περιγράψουν τους αγώνες και τις αγωνίες, τα τεράστια αποθέματα δύναμης και τη γενναιότητα που χρειάστηκε να επιστρατεύσουν για να μπορούν σήμερα να βρίσκονται εδώ και να διεκδικούν ένα διαφορετικό μέλλον για τις ίδιες και τα παιδιά τους. Υποστηρίζονται και οι δυο από το Κέντρο Διοτίμα.
Αυτές τις μέρες, που ο πλανήτης αναγκάστηκε να στρέψει ξανά το βλέμμα στο Αφγανιστάν, θέλησαν οι ίδιες να μοιραστούν τις ιστορίες τους. Κλείνοντας το τηλέφωνο η Feroza μού είπε: «Εμείς οι Αφγανές χρειαζόμαστε να μιλήσουμε, έχουμε πολύ πόνο... χρειαζόμαστε κάποιος να μας ακούσει χωρίς να μας κρίνει. Για το φαγητό, για το σπίτι βγάζουμε άκρη, έχουμε σκληραγωγηθεί. Αλλά έχουμε ανάγκη να ακουστούμε, όπως με αυτή τη συνέντευξη. Ελπίζω να έρθει η μέρα που θα μπορέσουμε να πάμε μαζί στο Αφγανιστάν – και να είσαι κι εσύ εκεί».
Feroza: Εσπασα τους κανόνες, πέρασα τα σύνορα
Από τη μέρα που ανοίξαμε τα μάτια μας ήμασταν στο Ιράν, σε μια χώρα που δεν νιώθαμε ότι είμαστε άνθρωποι, ότι είμαστε ασφαλείς, ήμασταν οι ξένοι. Η σχέση μας ήταν με τους συντοπίτες μας – δεν μιλάμε Φαρσί αλλά Νταρί. Οι γονείς μου έφυγαν από το Αφγανιστάν πριν από 30 χρόνια – ο πατέρας μου έχει περάσει πολύ δύσκολα από τους Ταλιμπάν, απήγαγαν τον θείο μου και ακόμα αγνοείται. Δεν έχω δει ποτέ τη χώρα μου, αλλά μεγαλώσαμε με την κουλτούρα της και το όνειρο πως θα γυρίσουμε μια μέρα, όταν έρθει ελευθερία – αυτή η μέρα δεν ήρθε ποτέ.
Τώρα πια έχω χάσει κάθε ελπίδα για επιστροφή. Εχω ακόμα συγγενείς εκεί, ζουν σε πόλεις που έτσι κι αλλιώς έλεγχαν οι Ταλιμπάν – οπότε και πριν ήταν τρομοκρατημένοι. Προσπαθούν να φύγουν. Δεν βγαίνουν από το σπίτι και οι επικοινωνίες είναι πολύ δύσκολες.
Οι Αφγανές στο Αφγανιστάν είναι σε χειρότερη κατάσταση από εμάς που μεγαλώσαμε εκτός της χώρας. Παρ’ όλα αυτά, κι εγώ δεν μπορούσα να έχω γνώμη, δικαίωμα να φορέσω ό,τι θέλω και να πάω όπου θέλω, το μυαλό μου ήταν στη φυλακή. Ενιωθα ότι είμαι στο λάθος μέρος γιατί είχα δυνατότητες, αλλά δεμένη χειροπόδαρα. Πολλές γυναίκες μεγάλωσαν σαν κι εμένα με σκληρούς κανόνες, απλώς τώρα με τους Ταλιμπάν όλα αυτά είναι πιο ορατά. Και στο Ιράν γίνονται όλα αυτά, αλλά δεν λέγονται.
Πήγα μόνο 5 χρόνια σχολείο, παρ’ όλο που το ήθελα τόσο πολύ, οι γονείς μου δεν με άφησαν γιατί ήμουν κορίτσι. Τώρα οι Ταλιμπάν αυτό το επιβάλλουν με νόμο, πριν γινόταν λόγω παράδοσης. Παντρεύτηκα στα 19 – οι γονείς μου πίστευαν ότι με είχαν πάρει τα χρόνια, η μια αδερφή μου παντρεύτηκε στα 13, η άλλη στα 16. Δεν τον είχα δει ποτέ πριν από την τελετή. Δεν τολμούσα να ρωτήσω γιατί τον διάλεξαν.
Φύγαμε μαζί από το Ιράν, δεν το αποφάσισα εγώ – αλλά ήταν ό,τι καλύτερο έχει συμβεί αυτά τα 6 χρόνια. Στην Ελλάδα μέναμε στο καμπ, χωρίς χρήματα και φαγητό, αλλά όλα αυτά ήταν τίποτα μπροστά στη βία που ασκούσε ο άντρας μου πάνω μου. Από τους συγγενείς μου δεν είχε ποτέ χωρίσει κανείς, εγώ έσπασα τους κανόνες, πέρασα τα σύνορα. Τώρα που σκέφτομαι το παρελθόν, είμαι πολύ περήφανη, έχω μάθει πολλά, έχω αλλάξει.
Gul: Το έσκασα στα 13 μου όταν με αρραβώνιασαν με έναν Ταλιμπάν
Εφυγα από το Αφγανιστάν όταν ήμουν 13 χρόνων. Εκεί δεν είχαμε κανένα δικαίωμα να βγούμε έξω, δεν πηγαίναμε σχολείο, φορούσαμε μπούργκα. Ευτυχώς η μαμά μου ήταν καλή, δεν με έβαζε να κάνω πολλές δουλειές.
Οι γυναίκες δεν έχουν κανένα δικαίωμα, δεν έχουν καμία αξία, τους φέρονται σαν να είναι δούλοι. Η μάνα μου έτρωγε συνέχεια ξύλο, ο πατέρας μου την πέταγε έξω στο κρύο γυμνή για να την τιμωρήσει. Ομως σε εμάς έλεγε «να είστε ευτυχισμένες, να μη γίνετε σαν κι εμένα». Ο πατέρας μου δεν νοιαζόταν αν θα είμαι χαρούμενη ή όχι, ήθελε απλώς να με ξεφορτωθεί. Γι’ αυτό με αρραβώνιασε με έναν πολεμιστή των Ταλιμπάν, πολύ μεγαλύτερό μου. Αν δεν τον έπαιρνα, θα με σκότωναν. Ηταν απόγευμα, η ώρα της προσευχής, είπα στον ξάδερφό μου να το σκάσουμε. Μας κατάλαβαν, μας έπιασαν και μας χτύπησαν πολύ, μας μαχαίρωσαν. Μας έσωσε η γειτονιά. Η θεία μου πλήρωσε διακινητή για να με πάει στο Ιράν. Ημουν ολομόναχη και μαζί με άλλους νοικιάσαμε ένα δωμάτιο. Με βοήθησε μια γειτόνισσα Ιρανή, με πήρε στην προστασία της. Δούλευα πολύ σκληρά. Επλενα ρούχα, ήμουν μοδίστρα, κομμώτρια, καθαρίστρια – έτσι πέρασε η ζωή μου. Ο πατέρας μου με απειλούσε, μου έστελνε μηνύματα να γυρίσω πίσω. Με τη μητέρα μου δεν έχω ξαναμιλήσει από τότε – φοβόμαστε να μιλήσουμε ακόμα και στο τηλέφωνο. Ο πατέρας μου έχει 4 συζύγους, τη μαμά μου την έχει πετάξει σε μια γωνιά της αυλής. Θέλω τόσο πολύ να τη δω ξανά, να την αγκαλιάσω...
Παντρεύτηκα και απέκτησα τρία παιδιά, τώρα είναι 13, 11 και 7 χρόνων. Φύγαμε από το Ιράν, πήγαμε στην Τουρκία και μετά στην Ελλάδα. Θέλω μόνο να μείνω σε κάποιον τόπο όπου να νιώθω ασφαλής.
Στο Αφγανιστάν ήταν πάντα εξαιρετικά δύσκολα για τις γυναίκες – και τώρα ακόμα πιο δύσκολα. Δεν ξέρω να σας πω τι να κάνουμε για να τις βοηθήσουμε.
«Να ακουστούν η φωνή και τα αιτηματά τους»
Η κοινωνιολόγος-ερευνήτρια Μαρία Λιάπη είναι, που από το 2016 παρεμβαίνει στο προσφυγικό υποστηρίζοντας επιζώσες έμφυλης βίας. Εχοντας μεγάλη πείρα στο πεδίο και άμεση επαφή με τις Αφγανές γυναίκες, μας μιλά για τις πολλαπλές μορφές βίας τις οποίες έχουν υποστεί στη χώρα τους, κατά το ταξίδι αλλά και στην Ελλάδα.
«Υποχρεωτικοί γάμοι, βιασμοί κατά το ταξίδι, ενδο-οικογενειακή βία από συζύγους ή συγγενείς, εξουθενωτικός έλεγχος από μέλη της οικογένειας και της κοινότητας όταν προσπαθούν να ξεφύγουν και να διεκδικήσουν την αυτονομία και την ελευθερία τους αποτελούν συνηθισμένα περιστατικά ζωής που διαμορφώνουν την ευάλωτη θέση των γυναικών. Η επανακατάκτηση της εξουσίας από τους Ταλιμπάν και η “άτσαλη” απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη χώρα έθεσε σε πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο κυρίως τις γυναίκες. Ωστόσο αξίζει να σχολιάσουμε ότι οι Αφγανές και τα δικαιώματά τους ως θέμα διεθνούς ενδιαφέροντος δεν μπορεί να αποκρύψει το γεγονός ότι βρίσκονται στο επίκεντρο των γεωπολιτικών παιγνίων της ευρύτερης περιοχής. Το πρόσφατο ενδιαφέρον είναι προσχηματικό στον βαθμό που δεν λαμβάνεται καμιά ουσιαστική πρωτοβουλία από τον διεθνή παράγοντα για να προστατευτούν σε θεσμικό επίπεδο».
● Πώς αντιμετωπίζονται οι γυναίκες που έρχονται από το Αφγανιστάν, θεσμικά από την Ελλάδα και την Ε.Ε.; Οχι μόνο τώρα, αλλά και πριν από την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν;
Η φυγή από μια ζωή γεμάτη φτώχεια, καταπίεση, διωγμούς, μια ζωή χωρίς προοπτικές, καθώς στην πλειονότητά τους προέρχονται από αγροτικές περιοχές που πλήττονταν από εμφύλιες συρράξεις, και η απόφασή τους να αναζητήσουν καταφύγιο και μια καλύτερη ζωή στην Ευρώπη (και την Ελλάδα ανάμεσά τους) θρυμματίζεται από τη βίωση των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσής τους στην Ελλάδα, την αβεβαιότητα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν έως ότου πάρουν, αν πάρουν, διεθνή προστασία. Ακόμη και αν πάρουν άσυλο –μετά από εναγώνια αναμονή, χωρίς πληροφόρηση, σε ένα πλαίσιο διαρκών θεσμικών ή διαδικαστικών αλλαγών– πολλές από τις γυναίκες αυτές βρίσκονται σε ένα καθεστώς αβεβαιότητας, κοινωνικού αποκλεισμού, οικονομικής εξουθένωσης, αστεγίας και ρίσκων, επαναλαμβανόμενης έκθεσής τους σε σεξουαλικές επιθέσεις ακόμη και στο κέντρο της Αθήνας.
Πρόκειται για βιοπολιτική σε βάρος επιζωσών έμφυλης βίας και διώξεων που, παρά την ευαλωτότητά τους και τον κίνδυνο που διατρέχει η ζωή τους στις χώρες καταγωγής τους, λαμβάνουν απορριπτικές αποφάσεις ασύλου από τις ελληνικές αρχές, οι οποίες θεωρούν την Τουρκία «ασφαλή τρίτη χώρα», παρά μάλιστα το γεγονός ότι από τον Μάρτιο του 2021 η Τουρκία αποχώρησε από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης.
● Μπορεί να γίνει κάτι για τις γυναίκες αυτές και τι θα ήταν αυτό;
Το κύμα αλληλεγγύης που εκφράζεται από φεμινιστικά και δικαιωματικά κινήματα σε όλο τον κόσμο είναι πολύ κρίσιμης σημασίας για να ακουστούν η φωνή και τα αιτήματά τους. Ωστόσο είναι σκόπιμο να παρακολουθούμε τα όσα οι ίδιες αναδεικνύουν, τον τρόπο που πολιτικοποιούν το κίνημά τους, τα θέματα που βάζουν σε προτεραιότητα (ειρήνη, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και ανθρώπινα δικαιώματα) για να αποφύγουμε να μιλάμε εξ ονόματός τους. Επιπλέον, να μαθαίνουμε από τη δική τους αγωνιστική δύναμη, επινοητικότητα, τα μέσα που χρησιμοποιούν, τον λόγο που διατυπώνουν ως αποτέλεσμα και της εθνικής/εθνο-θρησκευτικής, μιλιταριστικής και ιστορικής πολυπλοκότητας με την οποία συνδέεται η καταπίεσή τους.
Αυτές τις μέρες η επίθεση είναι ιδιαιτέρως βάναυση, βίαιη και στοχευμένη ιδίως εναντίον των γυναικών εκείνων που βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας και επιρροής ακριβώς γιατί συμβολίζουν την επιτομή της «προδοσίας» τους στην παλαιά και νέα τάξη πραγμάτων των Ταλιμπαν. Και κάτι τέτοιο μας οδηγεί να τις σκεφτούμε όχι με όρους απόλυτης θυματοποίησης, όπως συνηθίζεται τις μέρες αυτές από όλες τις μεριές, αλλά και ως υποκείμενα αγώνα και διεκδικήσεων, δίπλα στα οποία θα πρέπει να σταθούμε με κάθε μέσον, εγκαλώντας και καθιστώντας υπεύθυνη τη διεθνή κοινότητα και τις κυβερνήσεις των χωρών μας. Αυτό θα σήμαινε στα καθ’ ημάς την απροϋπόθετη και άμεση παροχή διεθνούς προστασίας όσων βρίσκονται ήδη εδώ και όσων θα βρεθούν στο άμεσο μέλλον στην Ελλάδα, ως αιτούσες άσυλο, παράλληλα με μέτρα και πολιτικές για την άμεση και ουσιαστική ένταξή τους.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας