Συνυπάρχουν αυτή την εβδομάδα το, βραβευμένο στις Κάνες, «Anora» του Σον Μπέικερ, ταινία στην οποία το παραμύθι της «Σταχτοπούτας» συνθλίβεται από την πραγματικότητα, με το σπουδαίο, βραβευμένο στο Βερολίνο, ντοκιμαντέρ «Δαχομέη» της Ματί Ντιόπ για τον επαναπατρισμό των ανεκτίμητων αρχαιοτήτων από χαλκό και ελεφαντόδοντο στο Μπενίν
▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬
Anora
(ΗΠΑ, 2024, 139’)
● Σκηνοθεσία: Σον Μπέικερ
● Ηθοποιοί: Μάικι Μάντισον, Μαρκ Εϊντελστιν, Γιούρα Μπορίσοφ
Τρία χρόνια μετά το «Red Rocket» (2021) ο Σον Μπέικερ επιστρέφει με μια ταινία που απέσπασε τον Χρυσό Φοίνικα στις φετινές Κάνες (θα ήταν δίκαιο αν τον είχε κερδίσει και για το καταπληκτικό «The Florida Project» (2017)), στην οποία αφηγείται την ιστορία της Ανόρα, μία νεαρής σεξεργάτριας από το Μπρούκλιν, που αρπάζει την ευκαιρία να ζήσει το παραμύθι της Σταχτοπούτας όταν συναντά και παντρεύεται τον γιο ενός Ρώσου ολιγάρχη. Τα νέα μαθαίνονται στη Ρωσία και το παραμύθι της απειλείται καθώς οι γονείς του καταφθάνουν στη Νέα Υόρκη για να ακυρώσουν τον γάμο.
Ο Σον Μπέικερ είναι ένας ιδιαίτερος σκηνοθέτης, τα έργα του ακροβατούν πάντα ανάμεσα στη σάτιρα, το δράμα και τον κοινωνικό σχολιασμό και στο «Anora» δείχνει σκηνοθετικά πιο ώριμος από ποτέ. Ελίσσεται ανάμεσα στα κινηματογραφικά είδη, δίνοντας στην ταινία του από την αρχή ώς το τέλος έναν ξέφρενο ρυθμό αντάξιο με τη ζωή που ζει η πρωταγωνίστριά του. Η εκπληκτική ερμηνεία της Μάικι Μάντισον δίνει την απαραίτητη ώθηση για να συμπορευτείς μαζί της σε ένα ταξίδι που δείχνει στην αρχή ευφρόσυνο (σαν το «Pretty Woman») για να οδηγηθεί εκεί που λίγο πολύ το περιμένεις, σε ένα σκοτεινό δρόμο όπου η πραγματικότητα κυριαρχεί πάνω στο όνειρο. Ο Μπέικερ «χτίζει» τον γνώριμο κόσμο του, που ισορροπεί ανάμεσα στον ρεαλισμό και το φαντασιακό. Υπάρχει μια πινελιά παραμυθιού εσκεμμένα στο πρώτο μέρος της ταινίας με την ερωτική ιστορία των δύο πρωταγωνιστών, διανθισμένη από τον σκηνοθέτη με όλα τα γνώριμα χολιγουντιανά υλικά. Ερχεται όμως αναπόφευκτα το δεύτερο και τρίτο μέρος όπου ο Μπέικερ αποδομεί τα πάντα και σου θυμίζει ότι παραμύθια στον αληθινό κόσμο δεν υπάρχουν.
Ο κοινωνικός σχολιασμός του Μπέικερ, αν και κρύβεται κάτω από διάφορες στρώσεις ξέφρενων ρυθμών και κωμωδίας, γίνεται εμφανέστερος στο τρίτο μέρος. Η Ανόρα που έχει χαθεί μέσα στο όνειρο, ξυπνάει και θυμάται το πώς τη βλέπουν οι άλλοι: μια γυναίκα-αντικείμενο. Για τον Ιβάν είναι ένα παιχνίδι για να περάσει την ώρα του κι όταν έρχεται η ώρα της επιλογής τίποτα δεν μπορεί να κερδίσει την εξουσία και τα χρήματα. Η Ανόρα βρίσκεται στην άλλη πλευρά, σε κοινωνική τάξη πολύ κατώτερη από τον Ιβάν-κι εδώ είναι σαφές το ταξικό σχόλιο του Μπέικερ.
Ομως το «Anora» αν και είναι η πιο μεστή -ίσως και η πιο εκθαμβωτική- σκηνοθετική δουλειά του Μπέικερ «χάνει» αφηγηματικά. Υπάρχουν στιγμές που η ταινία φλυαρεί δίχως λόγο και με τον ίδιο τρόπο που διατηρείται ο καταιγιστικός ρυθμός, διατηρούνται και αχρείαστοι διάλογοι. Η σατιρική διάθεση του Μπέικερ σε κάποιες σκηνές μετατρέπεται περισσότερο σε φαρσοκωμωδία και τα θέματά του «γλιστρούν» προς μια κλισέ παρουσίαση, με αρκετούς χαρακτήρες να είναι σχηματικοί και να μην προσθέτουν κάτι στην αφήγηση.
▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬
Δαχομέη
(Dahomey, Γαλλία, Σενεγάλη, Μπενίν, 2024, 68’)
● Σκηνοθεσία: Ματί Ντιόπ
Εχοντας κερδίσει τη Χρυσή Αρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου, το ντοκιμαντέρ της Ματί Ντιόπ μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ, όχι μόνο γιατί μας αφορά ως χώρα άμεσα, αλλά και γιατί είναι καιρός να ανοίξει ένας σοβαρός διάλογος για τα εγκλήματα των αποικιοκρατών και την πολιτιστική λεηλασία στην οποία προέβησαν, αρνούμενοι ακόμα και σήμερα να επιστρέψουν πολλά από τα κλοπιμαία τους.
Στις 9 Νοεμβρίου 2021, 26 βασιλικοί θησαυροί από τη Δαχομέη ετοιμάζονται να φύγουν από το Παρίσι για να επαναπατριστούν στον τόπο προέλευσής τους, στο σημερινό Μπενίν. Μαζί με χιλιάδες άλλα, αυτά τα έργα λεηλατήθηκαν κατά τη διάρκεια της εισβολής του γαλλικού αποικιοκρατικού στρατού το 1892. Ενα από τα αγάλματα «αφηγείται» το χρονικό της αρπαγής και το δέος της επιστροφής σε έναν νέο κόσμο. Στο Πανεπιστήμιο του Μπενίν οι φοιτητές, εκπρόσωποι μια νέας γενιάς, συζητούν και αντιπαρατίθενται γύρω από τη σημασία της χειρονομίας, ανασύροντας σκοτεινές μνήμες αποικιοκρατίας.
Με μια συμπυκνωμένη 68λεπτη αφήγηση -που δεν βοηθάει σίγουρα στην πλήρη κατανόηση και εξερεύνηση της ιστορίας του Μπενίν-, η Ντιόπ ξετυλίγει την ιστορία της, ενώ την ενδιαφέρει κυρίως να αναδείξει τη σημασία του επαναπατρισμού και της αποκατάστασης της πολιτιστικής κληρονομιάς μιας χώρας, ως διαδικασία που συμβάλει σημαντικά ώστε η ίδια η κοινότητα να βρει την ταυτότητά της. Κινηματογραφώντας με εξαιρετικό τρόπο όλη αυτή τη διαδικασία η Ντιόπ προσθέτει τη δική της σκηνοθετική πινελιά, βάζοντας ένα άγαλμα να εξιστορεί, -στη γλώσσα Φον-, την ιστορία της αρπαγής του και κατ’ επέκταση την ιστορία του τόπου. Αυτή η πινελιά ωστόσο δεν βοηθάει, καθώς η ιδέα δεν εκτελείται σωστά και μοιάζει παρωχημένη: η αλλοίωση της φωνής και τα ηχητικά εφέ περισσότερο αποσυντονίζουν τη στρωτή αφήγηση και την εξαιρετική παρατήρηση των ανθρώπων που συμμετέχουν στις διάφορες συζητήσεις παρά την ενδυναμώνουν.
Ομως τελικά καθώς το ντοκιμαντέρ τελειώνει, αντιλαμβάνεσαι τη σημασία του ως ένα ακτιβιστικό έργο που προσπαθεί να ανοίξει διάλογο ανάμεσα στο αποικιοκρατικό παρελθόν και το πολυδιάστατο παρόν.
▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬
Samsara
(Ισπανία, 2023, 113’)
● Σκηνοθεσία: Λόις Πατίνιο
● Ηθοποιοί: Αμίντ Κιμάνι, Τουμπρ Σιόνγκ, Σιμόνε Μιλάβα
Ο Ισπανός σκηνοθέτης Λόις Πατίνιο σκηνοθετεί την τρίτη του μεγάλου μήκους ταινία, που κινείται ανάμεσα στη μυθοπλασία και το ντοκιμαντέρ. Η ιστορία του περιστρέφεται γύρω από έναν νεαρό, μαθητευόμενο σε ένα βουδιστικό ναό στο Λάος. Ο νεαρός διασχίζει κάθε μέρα το ποτάμι για να διαβάσει ένα κείμενο σε μια γυναίκα-ψυχοπομπό. Οταν θα έρθει η σειρά της να πεθάνει, το πνεύμα της θα πάρει τον δρόμο για τη μετεμψύχωση.
Γυρισμένη στο Λάος και τη Ζανζιβάρη η ταινία του Πατίνιο αφηγείται σχεδόν γραμμικά μια ιστορία που εξερευνά την έννοια της ζωής, του θανάτου και της μετενσάρκωσης, τον αέναο κύκλο της ζωής. Χρησιμοποιώντας μη επαγγελματίες ηθοποιούς και κινηματογραφώντας με 16 mm φιλμ, ο σκηνοθέτης, με τη βοήθεια των εξαιρετικών διευθυντών φωτογραφίας Μάουρο Ερσέ και Τζέσικα Σάρα Ρίνλαντ, δημιουργεί μια σχεδόν υπνωτική ταινία, που κινείται αργά, με ήσυχους τόνους. Τα πλάνα της φύσης είναι τόσο καλά κινηματογραφημένα που ο θεατής νιώθει ότι μπαινοβγαίνει σε ένα όνειρο. Ετσι τονίζεται η ουσία της ταινίας και η αποδοχή του θανάτου ως κάτι φυσικό. Ο Πατίνιο πειραματίζεται και δημιουργεί κάτι πολύ ξεχωριστό, ένα ταξίδι μέσα στη φύση και μια ταινία διαλογισμού στην οποία οι άνθρωποι χάνονται μέσα στο τοπίο. Η εικόνα του είναι δυνατή, αλλά δεν ταιριάζει απόλυτα με τη γραμμική αφήγησή του: υπάρχουν σημεία που αυτά μοιάζουν παράταιρα αφαιρώντας κάτι από τη μαγεία.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας