Οι παρακάτω υπογράφοντες, μέλη και στελέχη του ευρύτερου ενωτικού σχήματος ΜέΡΑ25/Ανατρεπτική Οικολογική Αριστερά, της Νέας Αριστεράς, καθώς επίσης ανένταχτοι/ανένταχτες, θεωρούμε ότι η απογοήτευση που έχει καταλάβει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας που παρακολουθεί τον εκφυλισμό του ΣΥΡΙΖΑ και την άνοδο της Ακροδεξιάς, οδηγεί πολλούς σε απαισιόδοξες σκέψεις ότι θα χρειαστούν δεκαετίες για να μπορέσει να ανακάμψει η Αριστερά. Ομως, στην περίοδο της γενικευμένης κρίσης και της συνακόλουθης κοινωνικής πόλωσης, η αναζήτηση πολιτικής έκφρασης της ταξικής πάλης και των αγώνων για δικαιώματα και ελευθερίες δίνει όλα τα περιθώρια και επιβάλλει στην Αριστερά να αναγεννηθεί, να επιδιώξει μια νέα σύνθεση και να ηγηθεί του αγώνα της επιβίωσης των εργαζομένων και της κοινωνικής χειραφέτησης. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η ανάκτηση της χαμένης αξιοπιστίας της, με την έμπρακτη απόδειξη ότι διδάχθηκε από τα λάθη της, αναζητά λύσεις μέσα από δημοκρατικό κι ανοιχτό διάλογο και κυρίως στηρίζει τα κινήματα αμφισβήτησης αναλαμβάνοντας κοινές μετωπικές δράσεις εκεί όπου οι στόχοι συγκλίνουν.
Για να συμβούν αυτά πρέπει κάποιοι/-ες να αναλάβουν την πρωτοβουλία πρωτίστως του διαλόγου και ακολούθως, γιατί όχι, και των συμπράξεων. Οι πλέον κατάλληλες για το εγχείρημα αυτό είναι οι οργανώσεις και οι ανένταχτοι/-ες που κινούνται στον χώρο της ριζοσπαστικής και αντισυστημικής Αριστεράς. Ως τέτοιες οργανώσεις μαζικής απεύθυνσης, που θα μπορούσαν σε πρώτη φάση να πάρουν την πρωτοβουλία ενός τέτοιου διαλόγου, είναι κατ’ αρχάς αυτές του ΜέΡΑ25/Ανατρεπτική Οικολογική Αριστερά και της Νέας Αριστεράς, αλλά και όσες άλλες είναι διαθέσιμες να συζητήσουν, μαζί με τη μεγάλη δεξαμενή του ανένταχτου κόσμου της Αριστεράς. Ο λόγος, γι’ αυτές τις δύο οργανώσεις, είναι επειδή ξεχωρίζουν ως συγγενικές και ισότιμες. Συγγενικές γιατί έχουν την ίδια πολιτική προέλευση (τον ΣΥΡΙΖΑ), έχοντας αποτελέσει σε διαφορετικούς χρόνους την εσωκομματική του αντιπολίτευση. Ομως, για να γίνει κάτι τέτοιο, το πρώτο βήμα είναι η παραδοχή ότι κανένα πολιτικό σχήμα, ως αποκλειστική αυθεντία, από μόνο του δεν μπορεί να καταφέρει τη συγκέντρωση των δυνάμεων τόσο του κόσμου της Αριστεράς όσο και των «από κάτω». Διότι, ο σκοπός της ενότητας και μιας νέας σύνθεσης είναι πρωτίστως η συγκέντρωση των ευρύτερων δυνατών δυνάμεων του κόσμου της εργασίας, της νεολαίας και των ανθρώπων που μετέχουν σε εναλλακτικά κοινωνικά σχήματα: Από τις αντιπολεμικές/αντιεθνικιστικές πρωτοβουλίες έως τις κινητοποιήσεις κατά της πατριαρχίας και βίας που καθημερινά ασκείται. Από τις δράσεις αλληλεγγύης έως τις οικολογικές κινήσεις. Από τις αντιαυταρχικές διαδηλώσεις ενάντια στην αστυνομική βία και αυθαιρεσία έως την πολυχρωμία των κινητοποιήσεων της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Τα ρυάκια αυτά, ρυάκια αντίστασης στο υπάρχον σύστημα, αποτελούν νησίδα σε ένα τοπίο απέραντης κοινωνικής και πολιτικής ξηρασίας. Αλλά και ελπίδα για τους αγώνες που έρχονται, έχοντας πάντα ορίζοντα την αναγκαιότητα της προοπτικής του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
Βεβαίως, προϋπόθεση για την ανάληψη πρωτοβουλίας από τα δύο αυτά πολιτικά σχήματα είναι η υπέρβαση ενός σοβαρού εμποδίου: της αμοιβαίας δυσπιστίας έως και προκατάληψης, λόγω διαφορετικών πολιτικών επιλογών του παρελθόντος, με κομβικό σημείο την ψήφιση του 3ου Μνημονίου, τη διάσπαση του 2015 και τη διαφορετική πορεία που έκτοτε ακολούθησαν.
Η κατανόηση και η ερμηνεία του παρελθόντος -με τα διαφορετικά επίπεδα χρονικότητας στη συνειδητοποίησή του- δεν πρέπει να γίνεται εμπόδιο στην αντιμετώπιση ενός δυστοπικού μέλλοντος, αλλά συμβολή στη διαμόρφωση συνθηκών διαλόγου και συνεργασίας στη ριζοσπαστική Αριστερά. Κι αυτό για δύο βασικούς λόγους: πρώτο, οι δύο συγκεκριμένοι πολιτικοί σχηματισμοί είναι οι μόνοι που έχουν καταθέσει προτάσεις για διάλογο στην προοπτική διαμόρφωσης κοινού μετώπου, και, δεύτερο, η απόπειρα διερεύνησης κοινής πολιτικής βάσης για μαζικούς αγώνες διεκδικήσεων και ρήξεων ανταποκρίνεται στην επιτακτική ανάγκη για ενότητα των εργαζομένων.
Και εδώ είναι το παράδοξο! Ενώ και τα δύο κόμματα μιλούν για την ενότητα της Αριστεράς και κάνουν αντίστοιχες προτάσεις, εν τούτοις τείνουν να αποκλείουν τον διάλογο μεταξύ τους. Και οι δύο σχηματισμοί όσο και οι άλλες οργανώσεις της αντισυστημικής Aριστεράς οφείλουν να καταλάβουν την αναγκαιότητα μιας ανασυνθετικής και αναγεννητικής διαδικασίας με σκοπό, σε επόμενη φάση, τη σύσταση ενός ευρύτερου κοινού μετώπου, μέσα από την πολυπλοκότητά του, του κόσμου της εργασίας και των δικαιωμάτων.
Και όμως! Ο διάλογος στη βάση ενός κοινώς αποδεκτού προγραμματικού πλαισίου (π.χ. σε τομείς όπου υπάρχουν συγκλίσεις θέσεων, όπως στα εργασιακά, την ακρίβεια, τη φορολογία, τα δημόσια αγαθά, τις εξορύξεις, την Υγεία, την Παιδεία, τη Δικαιοσύνη, τα δικαιώματα, τη στέγη, το περιβάλλον) και κοινών δράσεων (π.χ. κατά του πολέμου, της κρίσης κόστους ζωής, του φασισμού και του ρατσισμού, της περιβαλλοντικής καταστροφής κ.λπ.) θα αποτελέσει καταλυτικό μήνυμα ενότητας προς τον κόσμο της εργασίας και τον κινημάτων, θα δημιουργήσει νέα ελπίδα και θα καταγραφεί ως μια νέα δυναμικά ανερχόμενη Αριστερά. Γιατί στην πολιτική, το σύνολο συχνά ξεπερνά το άθροισμα των μερών του. Κι αυτό θα είναι μόνο η αρχή.
Με στόχο λοιπόν την ενοποίηση του κόσμου της εργασίας, μέσω ενός Κοινού Μετώπου της Αριστεράς κατά του κεφαλαίου, της αστικής τάξης, της κρατικής καταστολής, του πολέμου και του φασισμού, όσοι/-ες υπογράφουμε το εν λόγω κείμενο, προτείνουμε κατ’ αρχάς στους ανένταχτους/-ες αριστερούς/-ές, καθώς επίσης στο ΜέΡΑ25/Ανατρεπτική Οικολογική Αριστερά, τη Νέα Αριστερά και σε όσες οργανώσεις της αντισυστημικής Aριστεράς συμμερίζονται αυτές τις ανησυχίες, να καθίσουμε γύρω από ένα τραπέζι και να αναζητήσουμε κοινά αποδεκτές λύσεις που θα τις θέσουμε σε ανοιχτή διαβούλευση με τις κομματικές βάσεις, τα άλλα κόμματα και οργανώσεις της Αριστεράς και την κοινωνία. Ας καθίσουμε, επιτέλους, να συζητήσουμε και κυρίως να σκεφτούμε ότι μια επικοινωνία, ένας διάλογος και μια πιθανή συνεργασία θα δώσουν διέξοδο σε μεγάλα τμήματα απογοητευμένων αριστερών, αλλά και της νέας γενιάς, που αναζητούν έναν αριστερό πόλο και έχουν βαρεθεί να ακούν συνεχώς για ενότητα, η οποία βρίθει από αποκλεισμούς και χαρακτηρίζεται από έλλειψη μεγαλοψυχίας.
Ηδη, το πρώτο βήμα έχει γίνει με τη δημόσια κατάθεση ορισμένων προτάσεων από το ΜέΡΑ25/Ανατρεπτική Οικολογική Αριστερά και τη Νέα Αριστερά. Με τόλμη ας προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα της διοργάνωσης ενός ευρύτερου διαλόγου, της επιλογής των κοινών σημείων και του εμπλουτισμού των προτάσεων αυτών. Χρειάζεται αποφασιστικότητα, μεγαλοψυχία και διάθεση για συζήτηση, προκειμένου να πετύχουμε την πολυπόθητη ενότητα της Αριστεράς και κυρίως των δυνάμεων της εργασίας και των φτωχών που αναφερόμαστε.
Υπογράφουν οι:
Γκουγκούσης Σπύρος, συνταξιούχος
Γλέζος Βασίλης, μέλος δικτύου επισιτισμού-τουρισμού
Καρύγιαννης Λεωνίδας, ιδιωτικός υπάλληλος
Κατσορίδας Δημήτρης, ερευνητής εργασιακών σχέσεων
Κολλιάς Γιώργος, κοινωνιολόγος
Κορφιάτης Νίκος, μηχανολόγος-μηχανικός, εργαζόμενος σε κατασκευαστική εταιρεία
Μακρίνα Βιόλα Κώστη, πληροφορικός, μεταδιδακτορική ερευνήτρια ΕΚΕΤΑ
Μανουσαρίδης Οδυσσέας, συνταξιούχος ΕΡΤ
Ματσούκα Χαρά, νοσοκομειακή γιατρός
Παπαδημητρόπουλος Γιάννης, γραφίστας
Παπαστεργίου Βασίλης, δικηγόρος
Σαρρής Μανώλης, δημοτικός υπάλληλος
Φωτόπουλος Μιχάλης, εργαζόμενος στην εστίαση
Χαρχάλου Κέρκυρα (Ρούλα), μέλος γενικού συμβουλίου Ομοσπονδίας ΥΠΠΟ
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας