Σκληρή και πληρωμένη είναι για μια ακόμη φορά η απάντηση της Oxfam στην έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την παγκόσμια ανάπτυξη. Η οργάνωση που αγωνίζεται για την αντιμετώπιση της φτώχειας σε όλο τον κόσμο, τονίζει ότι επιτέλους το ΔΝΤ παραδέχεται ότι η πολιτική λιτότητας απέτυχε να μειώσει το χρέος στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, ωστόσο επιμένει στην ίδια ατελέσφορη πολιτική ειδικά στις φτωχές χώρες όπου έχει δανείσει χρήματα.
Ο Ναμπίλ Αμπντό, ανώτερος σύμβουλος της Oxfam σε θέματα διεθνών χρηματοοικονομικών θεσμών, στη δήλωσή του αναφέρει:
«Το ΔΝΤ τώρα λέει ότι η πολιτική χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης -όπως και στη σημερινή οικονομική δίνη- δεν έχει επιτύχει στον βασικό της στόχο, που ήταν η μείωση του χρέους. Είναι θετικό το γεγονός ότι το ΔΝΤ επιτέλους παραδέχεται αυτό το λυπηρό γεγονός, αλλά είναι εξαιρετικά ανησυχητικό ότι συνεχίζει να επιβάλλει αυστηρά μέτρα λιτότητας στις φτωχές χώρες στις οποίες δανείζει χρήματα και αντιμετωπίζουν τεράστιες οικονομικές προκλήσεις».
Όπως σημειώνει, «η λιτότητα δεν μπορεί να είναι το προεπιλεγμένο σχέδιο πολιτικής για τα προγράμματα δανεισμού του ΔΝΤ. Υπάρχουν εναλλακτικά μέτρα, όπως η προοδευτική φορολογία, τα οποία το ΔΝΤ θα μπορούσε να προτείνει στις χώρες για να διασφαλίσουν μια δίκαιη και διατηρήσιμη ανάλυση».
«Η λιτότητα σκοτώνει»
Και καταλήγει ότι η λιτότητα, «όχι μόνο κάνει περισσότερο κακό από καλό -σκοτώνει. Καταστρέφει ζωές και προοπτικές. Σακατεύει τις οικονομίες, οδηγεί την πρόοδο των χωρών πολλά χρόνια πίσω. Γίνεται ατμομηχανή για την ανισότητα και τη φτώχεια. Οι απλοί άνθρωποι που εξαρτώνται περισσότερο από το κράτος και τον δημόσιο τομέα για στήριξη, πληρώνουν το υψηλότερο κόστος, την ώρα που όσοι ζουν με πολυτέλεια και πλούτο μπορούν να χρησιμοποιούν τα χρήματά τους για να προφυλάσσουν τους εαυτούς τους από κάθε απώλεια». Πρόκειται ουσιαστικά για το συμπέρασμα της έκθεσης της Oxfam, που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στην ετήσια έκθεσή του, «World Economic Outlook», αναθεωρεί προς τα κάτω τις προοπτικές για την παγκόσμια ανάπτυξη, προβλέποντας ανάπτυξη 2,8% από την προηγούμενη πρόβλεψη για 2,9, ενώ το 2022 ήταν στο 3,4%. Επίσης, προβλέπει σε ποσοστό 25% ότι υπάρχει η πιθανότητα η παγκόσμια ανάπτυξη να μειωθεί κάτω από το 2% το 2023, κάτι που έχει συμβεί μόλις πέντε φορές από το 1970 και μετά, ενώ πιο πρόσφατα σημειώθηκε το 2020 εξαιτίας της πανδημίας.
Το σενάριο της σοβαρής πτώσης της ανάπτυξης (1,3% για το 2023 και 1,4% για το 2024) αγγίζει το 15% των πιθανοτήτων, με το ΔΝΤ να επιμένει ότι «η παγκόσμια οικονομία μπαίνει σε μια επικίνδυνη φάση κατά την οποία η οικονομική ανάπτυξη παραμένει χαμηλή και οι οικονομικοί κίνδυνοι έχουν αυξηθεί, όμως ο πληθωρισμός δεν έχει ακόμη αρχίσει να πέφτει αποφασιστικά».
Η έκθεση της Oxfam
Μόλις μια μέρα πριν από το ΔΝΤ, στην έκθεσή της η Oxfam προειδοποιούσε ότι το γεγονός ότι οι πλούσιες χώρες βάζουν τα δικά τους συμφέροντα πάνω από τους φτωχότερους ανθρώπους του κόσμου, δημιουργεί μια «μαύρη τρύπα» 27 τρισ. δολαρίων, για τις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος που αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τις απώλειες και τις καταστροφές εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, να εφαρμόσουν μέτρα προσαρμογής στις νέες συνθήκες, αλλά και να επενδύσουν στην υγεία, την παιδεία και την κοινωνική προστασία.
Η Oxfam επισημαίνει ότι όλες αυτές οι επενδύσεις είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση της οικονομικής ανισότητας και της ανισότητας των φύλων.
Και τονίζει ότι παρά τις τρομακτικές συνέπειες της λιτότητας και της κλιματικής αλλαγής, που έπληξε περισσότερο τους φτωχότερους ανθρώπους, τις γυναίκες και τις περιθωριοποιημένες ομάδες του κόσμου, οι πλούσιες χώρες που συναντώνται στην εαρινή συνεδρίαση της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσιγκτον (10-16 Απριλίου) συζητούν μεταρρυθμίσεις που είναι πιθανό να ξεκλειδώσουν μόνο ένα μικρό κλάσμα της απαιτούμενης χρηματοδότησης.
Ο προσωρινός εκτελεστικός διευθυντής της Oxfam International, Αμιτάμπ Μπεχάρ, επισήμανε: «Σε όποιον απορρίπτει μια διαγραφή χρέους 11,5 τρισ. δολαρίων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ως υπερβολικά ριζοσπαστική, του θυμίζουμε ότι οι πλούσιες χώρες συγκέντρωσαν περίπου τόσα χρήματα για να αντιμετωπίσουν την πανδημία Covid-19».
Και πρόσθεσε:
«Σε όποιον απορρίπτει την εκπλήρωση των υποσχέσεων για βοήθεια ως μη ρεαλιστική, του θυμίζουμε ότι οι πλούσιες χώρες θα μπορούσαν να συγκεντρώνουν περισσότερα από 1 τρισ. δολάρια κάθε χρόνο, εάν ήταν πρόθυμες να φορολογήσουν τους πλούσιους. Όλα εξαρτώνται από την πολιτική βούληση».
«Βαρίδια αντί για σωσίβια»
Σύμφωνα με τον Αμιτάμπ Μπεχάρ, «το οικονομικό μας σύστημα συνεχίζει να ρίχνει τρισεκατομμύρια δολάρια στα χέρια της πλουσιότερης ελίτ» και τόνισε ότι «δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων απροσδόκητα κέρδη, που οδηγούν σε κρίση κόστους ζωής, έχουν γεμίσει τις τσέπες των πλούσιων μετόχων».
Και πρόσθεσε ότι «για πρώτη φορά σε 25 χρόνια, ο ακραίος πλούτος και η ακραία φτώχεια έχουν αυξηθεί ταυτόχρονα. 71 εκατομμύρια περισσότεροι άνθρωποι πέρασαν σε κατάσταση φτώχειας μέσα σε μόλις τέσσερις μήνες το 2022 λόγω των αυξήσεων των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων».
Και επικρίνοντας το ΔΝΤ, επισήμανε ότι «εφαρμόζει πολιτικές λιτότητας στις οικονομίες των φτωχότερων χωρών, πνίγοντάς τες, γιατί αντί για σωσίβια, τους δίνει βαρίδια από μολύβι».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας