«Θέλω να φαίνεται στα βιβλία μου πως από αυτόν τον κόσμο πέρασε (ό,τι αξία κι αν έχει αυτό, σύμφωνοι;) ένας άνθρωπος που λεγόταν Ζοζέ Σαραμάγκου. Θέλω να το μαθαίνει κανείς αυτό στην ανάγνωση των βιβλίων μου – επιθυμώ η ανάγνωση των βιβλίων μου να μην είναι μερικά ακόμα μυθιστορήματα στη λογοτεχνία, αλλά ο τόπος όπου αντιλαμβάνεται κανείς το σημάδι ενός ανθρώπου».
Φέτος συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από τη γέννηση του Ζοζέ Σαραμάγκου (16 Νοεμβρίου 1922 - 18 Ιουνίου 2010). Με αυτή την αφορμή κυκλοφόρησε και στα ελληνικά το πρωτότυπο βιογραφικό άλμπουμ των Αλεχάντρο Γκαρσία Σνέτσερ και Ρικάρντο Βιέλ Σαραμάγκου, «Τα ονόματά του» (Εκδόσεις Καστανιώτη, Νοέμβριος 2022, μετάφραση Αθηνά Ψυλλιά).
Σε αυτή τη φωτοβιογραφία συγκεντρώνονται περισσότερα από 200 ονόματα-κλειδιά, τα οποία υπήρξαν τα συστατικά στοιχεία που διαμόρφωσαν την ηθική του συνείδηση, την πολιτική του ταυτότητα και φυσικά το συγγραφικό του ταλέντο.
Είναι οργανωμένα σε τέσσερις αλληλένδετες ενότητες των οποίων η ανάπτυξη αρθρώνεται με βάση την άποψη του Σαραμάγκου για την Ιστορία, «όπου όλα συμβαίνουν ταυτόχρονα∙ όλα όσα συνέβησαν, συμβαίνουν τώρα».
Στην ενότητα Χώροι/τόποι ξετυλίγεται η χαρτογραφία των τόπων όπου μεγάλωσε, των χωρών όπου ταξίδεψε ή «κατοίκησε» νοερά.
Στις «Αναγνώσεις/νοήματα» καταγράφονται έργα και δημιουργοί από διαφορετικές τέχνες, που υπήρξαν θεμελιώδεις για την προσωπική του συγκρότηση και για τους οποίους είχε εκφραστεί δημόσια.
Στα «Γραπτά/δημιουργίες» παρατίθεται ο απολογισμός της λογοτεχνικής παραγωγής του με ευρεία έννοια: οι χαρακτήρες, τα ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα που υπάρχουν στα μυθιστορήματά του αλλά και οι διακρίσεις που έλαβε ως συγγραφέας.
Στους «Δεσμούς/πρόσωπα» αποτυπώνονται κάποιες εκλεκτικές ή μη συγγένειες, που τον έλκυσαν σε διαφορετικές περιόδους της ζωής του και επηρέασαν τη σύνθεση του συγγραφικού του σύμπαντος και το ιδιαίτερο στιλ της γραφής του.
Η έκδοση συνοδεύεται από πλήθος αντιπροσωπευτικών φωτογραφιών και ντοκουμέντων από τη συγγραφική, κοινωνική και πολιτική δραστηριότητά του.
Διαβάζοντάς το άναρχα, μπρος-πίσω, είχα τη βεβαιότητα ότι θα έπρεπε να το διαβάσω παράλληλα με δύο άλλα βιβλία του – όχι μυθιστορήματα: «Το τετράδιο» και «Το τελευταίο τετράδιο», στα οποία περιλαμβάνονται τα κείμενα που έγραψε στο blog του από τον Σεπτέμβριο του 2008 μέχρι τον Μάρτιο του 2009 και από τον Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2010 και 2011, μετάφραση Αθηνά Ψυλλιά).
Στα βιβλία αυτά καταγράφονται οι σκέψεις του για την ιβηρική και την παγκόσμια επικαιρότητα, για θεσμούς και για πρόσωπα που κυβερνούν, για τις ανθρώπινες αξίες που εκμηδενίζονται στον βωμό του κέρδους, για τα προσωπικά του σχέδια και τη ματαίωσή τους, για το όραμα ενός κόσμου που ευελπιστούσε ότι θα γεννηθεί μέσα από την κρίση.
Το διάβασμά τους, σε συνδυασμό με «Τα ονόματά του», δίνει το έναυσμα για να εμβαθύνουμε στον φανταστικό και αλληγορικό κόσμο των μυθιστορημάτων του και να αντιληφθούμε πληρέστερα το πώς και το γιατί το λογοτεχνικό του σύμπαν πατάει στέρεα στο έδαφος της ζοφερής πραγματικότητας του σύγχρονου Μεσαίωνα.
Ο Σαραμάγκου δεν ήταν συγγραφέας του θερμοκηπίου, αποτραβηγμένος στον μικρόκοσμο των μυθιστοριών του. Ηταν κομμουνιστής και μαχόμενος άθεος, κόντρα πάντα στην εξουσία, από τότε που κατάλαβε τον εαυτό του μέχρι το τέλος της ζωής του. «Οπως το σώμα μου έχει ορμόνες που κάνουν τα γένια μου να μεγαλώνουν», είπε σε μια από τις συνεντεύξεις του, «έτσι έχει και ορμόνες που με κάνουν κομμουνιστή. Δεν πρόκειται να αλλάξω, θα ήταν ντροπή να γίνω κάποιος άλλος…».
Με άρθρα, ομιλίες και συνεντεύξεις σχολίαζε με κάθε αφορμή την επικαιρότητα, ιδιαίτερα μετά τη βράβευσή του με το βραβείο Νόμπελ. Οργισμένος και μαχητικός, ειρωνικός και σατιρικός, στοχαστικός και αυτοκριτικός, χτυπούσε ευθύβολα τις γενεσιουργούς αιτίες της παγκόσμιας κοινωνικής αδικίας. Καταδίκαζε τις κάθε είδους ανισότητες και αποκλεισμούς, προέβλεπε και προειδοποιούσε για τα δεινά που προκαλεί ο «εκφυλισμένος καπιταλισμός» της εποχής μας, «που έφτασε στο σημείο να κατασπαράζει τον εαυτό του».
Ο Σαραμάγκου υπερασπίστηκε την Παλαιστίνη, τους Ζαπατίστας της Τσιάπας, τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, κάθε χώρα και λαό που δοκιμαζόταν από τους ληστρικούς ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Υπήρξε μαχητικός φίλος της Κούβας, επαναφέροντας διαρκώς το ερώτημα «Τι θα ήταν η Κούβα σήμερα αν δεν υπήρχε ο αποκλεισμός;», χωρίς ωστόσο να διστάσει να διαχωρίσει δημόσια τη θέση του για τον τουφεκισμό τριών νεαρών τον Απρίλιο του 2003. Πολέμιος της θανατικής ποινής, δήλωσε τότε σε συνεντεύξεις του:
«Δεν απομακρύνθηκα εγώ από την κουβανική επανάσταση. Η κουβανική επανάσταση απομακρύνθηκε από τον εαυτό της… Η αλληλεγγύη μου προς τον κουβανικό λαό παραμένει άθικτη... Εξακολουθώ να είμαι φίλος της Κούβας, διατηρώ όμως το δικαίωμά μου να λέω ό,τι σκέφτομαι, και να το λέω όταν εγώ θεωρώ ότι οφείλω να το πω».
Ο Σαραμάγκου κατήγγειλε τον «μέτρια ευφυή με την αβυσσαλέα άγνοια» Τζορτζ Μπους, τον «επικίνδυνα παρόμοιο με ανθρώπινο ον» ή «το πράγμα» Μπερλουσκόνι και τον επιρρεπή σε «παραπλανητικές ομιλίες» πολεμοκάπηλο Ομπάμα. Μίλησε επανειλημμένα για τα «χρηματοοικονομικά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας»: για τους τραπεζίτες «που δεν είναι άνθρωποι για να τους εμπιστεύεται κανείς, και η απόδειξη είναι η ευκολία με την οποία δαγκώνουν το χέρι που τους ταΐζει», για τους «οικονομικούς παραδείσους και τους ανώνυμους λογαριασμούς», για τις κυβερνήσεις που «ακολουθώντας τη λογική του παραλόγου τρέχουν να σώσουν την τράπεζα από στενότητες για τις οποίες υπήρξε η ίδια, σε μεγάλο βαθμό, υπεύθυνη», για την πανταχού παρούσα διαφθορά και τις φρικαλεότητες που προκαλεί η «άπειρα εκμαυλιστική δύναμη του χρήματος».
Απεχθανόταν τον καθωσπρεπισμό και προκαλούσε, σύμφωνα με τον Ουμπέρτο Εκο, έντονες αντιδράσεις «όχι επειδή (έλεγε) πράγματα που δεν θα έπρεπε να πει, αλλά επειδή δεν (έχανε) τον καιρό του για να μετρήσει τα λόγια του – και ίσως αυτός ακριβώς να ήταν ο σκοπός του...». Παράδειγμα, το δίκαιο μένος του κατά της ιδιωτικοποίησης των πάντων:
«Ας ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρείες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα τη μάνα που σας γέννησε».
Ο Σαραμάγκου δεν χαριζόταν ούτε στην Αριστερά της εποχής μας, η οποία κατέληξε να προβάλλει ως «εκπλήρωση του ονείρου της» τη διάσωση των λόγων ύπαρξης του ταξικού αντιπάλου της.
Βλέποντας την επέλαση της Δεξιάς σε όλη την Ευρώπη, στις χώρες της οποίας «περάσαμε από το ιδανικό του Κράτους πρόνοιας στο Κράτος νταβατζή», την Ευρωπαϊκή Ενωση, που μοιάζει σαν «σακί με γάτες, εξίσου επικίνδυνο και εξίσου γελοίο», την πολιορκημένη «από εκείνους που εγκατέλειψε αφού πρώτα τους εκμεταλλεύτηκε μέχρι τις ρίζες της ζωής τους», μίλησε έξω από τα δόντια για το παράδοξο:
«Κι άλλες φορές αναρωτήθηκα πού πάει η Αριστερά, αλλά σήμερα έχω την απάντηση: Κάπου εδώ τριγύρω, ταπεινωμένη, να μετρά τις μίζερες ψήφους που περισυνέλεξε και αναζητώντας εξήγηση γιατί είναι τόσο λίγες. Αυτή που υπήρξε στο παρελθόν μεγάλη ελπίδα της ανθρωπότητας, ικανή να κινητοποιεί τη βούληση με μια απλή έκκληση σε ό,τι καλύτερο χαρακτηρίζει το ανθρώπινο είδος, και που δημιούργησε τελικά, με το πέρασμα του χρόνου, κοινωνικές αλλαγές αλλά και λάθη, τις δικές της εσωτερικές διαστροφές, κάθε μέρα και πιο μακριά από τις αρχικές υποσχέσεις, προσομοιάζοντας όλο και περισσότερο στους αντιπάλους και στους εχθρούς, σαν να ’ταν αυτός ο μοναδικός τρόπος για να γίνει αποδεκτή, ξέπεσε σε μια απλή προσομοίωση, όπου έννοιες άλλων εποχών χρησιμοποιούνται για να δικαιολογήσουν πράξεις που οι ίδιες αυτές έννοιες είχαν πολεμήσει. Ολισθαίνοντας προοδευτικά προς το Κέντρο, κίνηση που ανακηρύχθηκε από αυτούς που την προωθούν ως επίδειξη τακτικής ιδιοφυΐας και ασύγκριτης επικαιρότητας, η Αριστερά μοιάζει να μην έχει αντιληφθεί πως πλησίαζε τη Δεξιά. Αν, παρ’ όλα αυτά, είναι ακόμα σε θέση να διδαχθεί, δέχτηκε μόλις ένα μάθημα βλέποντας τη Δεξιά να περνά μπροστά σε όλη την Ευρώπη, και θα πρέπει να αναρωτηθεί για τις βαθύτερες αιτίες της αδιάφορης απομάκρυνσής της από τις φυσικές πηγές επιρροής της, τους φτωχούς, όσους είναι σε ανάγκη, αλλά και τους ονειροπόλους, σε σχέση με ό,τι έχει απομείνει από τις προτάσεις της. Δεν είναι δυνατό να ψηφίσει κανείς Αριστερά όταν η Αριστερά δεν υπάρχει».
Και όταν κάποτε σε συνέντευξή του σε αργεντίνικη εφημερίδα διατύπωσε, εσκεμμένα προβοκατόρικα, τη δήλωση ότι «η Αριστερά δεν έχει την παραμικρή ιδέα σε ποιον κόσμο ζει», αντιμετωπίστηκε με άκρα του ιδεολογικού τάφου σιωπή, ακόμη και από το Κομμουνιστικό Κόμμα Πορτογαλίας στο οποίο ανήκε από το 1964. Πιστεύοντας ακράδαντα «πως ο Μαρξ ποτέ δεν είχε τόσο πολύ δίκιο όσο σήμερα», άφησε να περάσει κι άλλο ο καιρός μέχρι να δώσει ο ίδιος την απάντηση στην «αναιδή» ερώτησή του «Πού είναι η Αριστερά;»:
«Εχω πια την εξήγηση: Η Αριστερά δεν σκέφτεται, δεν δρα, δεν διακινδυνεύει ούτε βήμα. Εχει γίνει ό,τι έχει γίνει από τότε, και μέχρι σήμερα η Αριστερά, με δειλία, εξακολουθεί να μη σκέφτεται, να μη δρα, να μη διακινδυνεύει ένα βήμα».
Ο Σαραμάγκου ουδέποτε απομακρύνθηκε από τον Μαρξ. Πολύ κοντά στα χρόνια της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ενωσης έγραψε στις 21 Μαρτίου 1995 στα «Τετράδια του Λανθαρότε»:
«Ο Μαρξ, για παράδειγμα, δεν ήταν δογματικός, δεν έλειψαν όμως κατόπιν οι ψευδομαρξιστές που μετέτρεψαν Το Κεφάλαιο σε νέα Βίβλο, ανταλλάσσοντας τη δραστήρια σκέψη με τον στείρο σχολιασμό ή τη φαύλη ερμηνεία. Και είδαμε τι συνέβη. Μια μέρα, αν σταθούμε ικανοί να αφήσουμε τα παλιά και σιδερένια καλούπια, το δέρμα που έμοιαζε παλιό κι εν τέλει δεν μας άφηνε να μεγαλώσουμε, θα ξανασυναντηθούμε με τον Μαρξ: ίσως μια "μαρξιστική επανεξέταση" του μαρξισμού να μας βοηθήσει να ανοίξουμε πιο γενναιόδωρους δρόμους στην πράξη της σκέψης. Που θα πρέπει να ξεκινά με την αναζήτηση απαντήσεων στη θεμελιώδη ερώτηση: "Γιατί σκέφτομαι όπως σκέφτομαι;". Με άλλα λόγια: "Τι είναι η ιδεολογία;". Μοιάζουν με ερωτήσεις άνευ σημασίας, αλλά πιστεύω πως είναι οι πιο σημαντικές που υπάρχουν».
Στις 13 Νοεμβρίου του επόμενου χρόνου, με αφορμή την επίσκεψή του στο σπίτι όπου έμενε ο Τρότσκι στη Νέα Υόρκη, αναρωτήθηκε ποια άραγε βιβλία συμβουλεύτηκε στη Βιβλιοθήκη της 5ης Λεωφόρου, ποιες ξένες ιδέες ενσωμάτωσε στις δικές του ή ποιες απέρριψε. «Θα είχε ενδιαφέρον, αλλά θα ήταν ανώφελο», έγραψε. «Η σοσιαλιστική σκέψη (λέω σκέψη) είναι σήμερα πεδίο ερειπίων, ένας σωρός οστών όπου οι αρχικές μορφές μετά βίας αναγνωρίζονται και όπου μόνο η εικόνα του Μαρξ διακρίνεται, ακριβής, καθάρια, στο βάθος».
Ο Ζοζέ Σαραμάγκου υπήρξε ένας αδέσμευτος στρατευμένος. Ενα ελεύθερο ηθικό πνεύμα, που μέχρι και ο δύσκολος Χάρολντ Μπλουμ έφτασε να χαρακτηρίσει, όταν ακόμα βρισκόταν στη ζωή, τον «πιο ταλαντούχο μυθιστοριογράφο… έναν από τους τελευταίους τιτάνες ενός λογοτεχνικού γένους υπό εξαφάνιση».
*Συγγραφέας. Το τελευταίο του μυθιστόρημα «Εβαφε ο Στάλιν τα μαλλιά του;» και το εικονογραφημένο διήγημα «Πάσα θανάτου» με σχέδια του Παναγιώτη Τσαούση κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Καστανιώτη
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας