Δύο γυναίκες. Δύο μανάδες. Δύο γιοι. Και οι δύο ομοφυλόφιλοι και μάλιστα παρενδυτικοί, σπουδαίοι λογοτέχνες, με το ίδιο όνομα και με διαφορά περίπου ενός αιώνα ο ένας από τον άλλο: ο Κώστας Ταχτσής (1927-1988), αριστουργηματικός συγγραφέας, που δολοφονήθηκε στο σπίτι του. Η μάνα του, Ελλη Ζάχου Ταχτσή. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης (1863-1933), ο σπουδαίος μας Αλεξανδρινός ποιητής. Η μάνα του, Χαρίκλεια Καβάφη...
Η μία σκληρή, αδάμαστη, ένα αγρίμι - την ερμηνεύει η Ράνια Σχίζα. Η άλλη γλυκιά, με τις πολίτικες συνταγές της, κοσμογυρισμένη - την υποδύεται η Ασπασία Κράλλη. Δύο πραγματικά σπουδαίες ηθοποιοί, δύο τραγικές φιγούρες επί σκηνής του θεάτρου Vault. Πόσα τελικά τις ενώνουν; Πόσο μοιάζουμε και στις δύο; Και γιατί αυτοί οι μονόλογοι είναι τόσο ασύλληπτα σύγχρονοι;
Η Ράνια Σχίζα γίνεται Ελλη Ζάχου Ταχτσή
Η Ράνια Σχίζα υποδύεται «τη μάνα αυτουνού...», γίνεται η «μάνα αυτουνού», όπως είναι ο τίτλος της παράστασης και η αλήθεια! Γιατί για χρόνια, ο σπουδαίος Κώστας Ταχτσής ήταν για κάποιους ο... αυτός, που δολοφονήθηκε γιατί «ήταν αδερφή και τραβεστί». Ο ένοχος δεν βρέθηκε ποτέ. Ο Ταχτσής έμεινε στην ιστορία για τη ζωή και το έργο του. «Κυλάω μέσα σ’ αυτή την ιστορία» μας λέει η Ράνια. «Θαυμάζω τη γραφή της Κικής Μαυρίδου και το κείμενο πράγματι με κέρδισε. Δεν σου κρύβω πως αρχικά τρόμαξα με τον ρόλο! Μετά άρχισα να ψάχνω τις ρωγμές και πήγα πίσω στον χρόνο: θυμήθηκα την Κρητικιά γιαγιά μου, την Ειρήνη. Που ήταν η αγαπημένη μου γιαγιά και δεν φαντάζεσαι πόσο ξύλο έχω φάει από την ίδια “για να γίνω άνθρωπος σωστός”! Η μάνα του Ταχτσή ήταν ακόμη πιο σκληρή, μα έμοιαζε με τον γιο της στην τραγικότητα. Και τους δύο, μάνα και γιο, τους πονάω.
Ηταν τόσο μόνη όσο και ο γιος της. Να φανταστείς μια μέρα, πήρε το μπαστουνάκι της, έβαλε τα καλά της και κανείς δεν ήξερε πού είναι έως ότου τηλεφώνησαν στην κόρη της από το νοσοκομείο. Πήγε να πεθάνει μόνη! Λίγο μετά δολοφονήθηκε και ο γιος της. Και οι δυο ήταν δυο άνθρωποι που αποζητούσαν την αγκαλιά. Μέσα από αυτές τις παραστάσεις αυτό βγαίνει: γινόμαστε όλοι μια αγκαλιά. Το νιώθω πολύ έντονα αυτό. Σαν ν’ ανοίγουν οι ψυχές! Και το ’χουμε τόσο ανάγκη αυτό! Το λέει η Ελλη: “να ηρεμήσουν οι ψυχές μας”. Να γλυκάνουμε... ναι, μέσα από έναν τόσο σκληρό μονόλογο, από μία τόσο σκληρή γυναίκα. Μέσα από αυτό το κείμενο, από την υπέροχη μουσική του Μάνου Αντωνιάδη, που είναι μοναδική: χαϊδεύει πραγματικά όλες αυτές τις αχάιδευτες γενιές! Και θέλω να το πω αυτό: η συνεργασία σκηνοθέτη, συνθέτη, συγγραφέα και εμού ήταν πραγματικά ένα δώρο. Υπήρξε εμπιστοσύνη και μεγαλοσύνη από μέρος τους. Ξέρεις τι είναι ο σκηνοθέτης να εμπιστεύεται τόσο ένα κείμενο και τον ερμηνευτή του; Ειδικά όταν ακούμε τα όσα ακούμε για κακοποιητικές και χειριστικές, εξουσιαστικές συμπεριφορές;
Δεν ξέρω πόσο πραγματικά έχουμε προχωρήσει ως κοινωνία και ως άνθρωποι. Ξέρουμε περισσότερα πλέον, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο αυτό διαμορφώνει και μία συνείδηση πάνω στα γεγονότα. Είμαστε με το #MeToo, καταγγέλλουμε τις γυναικοκτονίες, γνωρίζουμε για την παρενδυσία, τα μελετάμε όλα αυτά, έχουν μπει στα Πανεπιστήμια ως σπουδές Φύλου, αλλά άλλο το “εξετάζω”, “πληροφορούμαι” και άλλο το “αποδέχομαι” και “πλησιάζω”. Μάλλον περισσότερο τα συνηθίζουμε, μα δεν μπαίνουμε στη θέση του άλλου. Νιώθω πως τα προσεγγίζουμε επιδερμικά, ότι δεν διαπαιδαγωγούμαστε ουσιαστικά».
Τη ρωτάμε και για τον ρόλο των μίντια, που τα περισσότερα εργαλειοποιούν πρόσωπα και καταστάσεις: «Εχουν (όχι όλοι) οι δημοσιογράφοι τον ρόλο του αυθέντη. Σε καλούν όχι να μιλήσεις για τη δουλειά σου, αλλά για να βγάλουν κουτσομπολιό, ακόμη και με αφορμή σοβαρά κοινωνικά ζητήματα. Καταδικάζουμε αυθαίρετα και την ίδια στιγμή ελάχιστα ξέρουμε για το τι πραγματικά γίνεται στη δίκη του Λιγνάδη, για παράδειγμα. Ειδικά εμείς στην Ελλάδα είμαστε ακόμη πολύ δήθεν!
Στη παράσταση νιώθεις μαζί με άλλους. Κι ας μην ξέρεις καν τον Ταχτσή, κι ας μην έχεις δείρει το παιδί σου. Ακριβώς γιατί η γυναίκα αυτή και η σχέση με τον γιο της είναι αρχέγονες, είναι μέσα στο κύτταρό μας. Ο Ταχτσής ήταν ένα παιδί που τού έλειπε η μάνα του και η μάνα του, νιώθωντας πικραμένη και αδικημένη απ’ τη ζωή, δεν ήξερε πώς ν’ αγαπήσει όπως ήθελε. Δύο έντονοι, παθιασμένοι άνθρωποι που τούς μοιάζουμε σε πολλά τελικά. Ας προβληματιστούμε στο γιατί αν θέλουμε κάτι πολύ, όπως το ν’ αγκαλιαστούμε, τελικά αυτό δεν γίνεται! Ισως γιατί όταν έχουμε δύο δυναμικά “φυσικά φαινόμενα”, αν έρθουν κοντά θα γίνει έκρηξη. Ε, ας γίνει η έκρηξη επιτέλους, ας μην τη φοβόμαστε! Αυτή δεν οδηγεί στη λύτρωση;»
Η Ασπασία Κράλλη γίνεται Χαρίκλεια Καβάφη
Η Ασπασία Κράλλη έχει δώσει τα διαπιστευτήριά της στο θέατρο, τόσο εδώ όσο και στο εξωτερικό. Μαζί με τον σύζυγό της, Χρήστο Βαλαβανίδη, έχουν διαγράψει τη δική τους θεατρική πορεία. Στο ρόλο της «Καβάφαινας», όπως ονομάζει και η ίδια η μάνα του ποιητή εαυτόν, είναι συγκλονιστική: «Το έργο είναι μεν μυθοπλασία, πάνω σε κείμενο και σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη, αλλά είναι όλο βασισμένο σε αληθινά γεγονότα (υπάρχει το αρχείο Καβάφη, καθώς και ένα βιβλιαράκι με συνταγές της Χαρίκλειας)» μάς λέει. «Ξέρουμε πως η Χαρίκλεια γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Νιχώρι του Βοσπόρου, πως παντρεύτηκε στα 14 της και πως έκανε εννέα παιδιά.
Η ίδια μορφώθηκε στην Αγγλία, όπου πήγε με τον άντρα της, προσπάθησε να σώσει την εταιρεία Καβάφης και ΣΙΑ, μετά τον θάνατό του, σώθηκε η ίδια και έσωσε και τα παιδιά της, καθώς έφυγε λίγες ημέρες πριν οι Αγγλοι βομβαρδίσουν την Αλεξάνδρεια, μαζί και το αρχοντικό που είχαν στην οδό Σερίφ, και επέστρεψε στην Πόλη! Ωστόσο ξαναγύρισε στην Αλεξάνδρεια και εκεί έμεινε ώς τον θάνατό της: “έφυγε” από καρκίνο, όπως και ο Καβάφης. Το έργο θεωρητικά περιγράφει την τελευταία μέρα της ζωής της. Πράγματι, η ίδια έφυγε στο σπίτι τους στην Αλεξάνδρεια: είχε πάει να βγάλει την καθιερωμένη φωτογραφία, που έβγαζαν μία φορά κάθε χρόνο, ένιωσε μια αδιαθεσία και οι γιοι της την πήγαν σπίτι. Εκεί “έφυγε” σχετικά νέα. Το σπίτι υπάρχει ακόμα στην οδό Ραμλίου.
»Η Χαρίκλεια είχε καταλάβει τον γιο της. Είχε δύο γιους ομοφυλόφιλους. Το Κωνσταντίνο (ήταν ο μικρότερος) τον έντυνε κορίτσι, γιατί της είχε πεθάνει η Ελένη της, το μοναδικό της κορίτσι (γι’ αυτό τον ονόμασε και Κωνσταντίνο, για να γιορτάζουν μαζί). Ο ίδιος λάτρευε τη μητέρα του, το ίδιο και εκείνη. Ηταν ο αγαπημένος της γιος. Μπορεί να πίστευε ότι έφταιγε η ίδια για την ομοφυλοφιλία του, αλλά λέει και πως “αυτά μπορεί να είναι και της φύσης” - κάτι πολύ ριζοσπαστικό για τον 19ο αιώνα.
»Για να φτάσουμε στο σήμερα, όπου έχουμε τη δολοφονία Γιακουμάκη, τη δολοφονία του Ζακ, τη δίκη Λιγνάδη, τον πατέρα που αυτοκτόνησε στην Κάρπαθο γιατί δεν άντεξε την κοινωνική κατακραυγή για τον ομοφυλόφιλο γιο του... Είναι δυνατόν; Πόσο πίσω είμαστε δηλαδή; Πόσο αναχρονισμός; Οι ομοφυλόφιλοι, αν και τους αποδεχόμαστε θεωρητικά, δεν έχουν καν τα ίδια δικαιώματα με τους ετεροφυλόφιλους, λες και είναι υπάνθρωποι. Τελικά, οι άνθρωποι έχουμε μίσος μέσα μας για την ίδια μας την ύπαρξη. Κάνουμε πολέμους -βλέπεις τι γίνεται τώρα στην Ουκρανία- σκοτώνουμε αθώους, εκμεταλλευόμαστε αδυνάμους. Γεννιόμαστε κακοί και αν αυτή η κακία δεν χαλιναγωγηθεί, εκδηλώνεται ασύλληπτα προς όλους!
»Η Χαρίκλεια Καβάφη ήταν γεμάτη αγάπη. Δύναμη και αγάπη. Ηταν δύσκολο για μένα να την υποδυθώ. Καταρχάς, σιχαίνομαι τις συνταγές! Μαγειρεύω βέβαια, αλλά συνταγές είχε μόνο η πεθερά μου και τις συζητούσε με τον Χρήστο και λέω τώρα “να, αυτός ο ρόλος είναι η κατάρα της πεθεράς μου”» μάς λέει και γελάει. «Και παιδί με το ζόρι έκανα. Ενώ η Χαρίκλεια έκανε εννέα!... Δεν είναι εύκολη η μετάβαση από την πραγματικότητα σε έναν άλλο ρόλο. Το ένιωσα έντονα και μέσα στη σιωπή». Η ίδια σπούδασε στο Παρίσι και συνεργάστηκε με τον Μαρσέλ Μαρσό και ίδρυσε το «Θέατρο της Σιωπής» στην Ελλάδα, ανεβάζοντας ως πρώτο έργο το «Μήδεια σε σιωπή».
Εχει διδάξει πολλούς ηθοποιούς αυτό το είδος θεάτρου («είναι πολύ δύσκολο και σπουδαίο να μένει ο ηθοποιός σιωπηλός πάνω στη σκηνή» μάς λέει), ωστόσο κανείς από το Εθνικό δεν της ζήτησε ποτέ να κάνει μαθήματα εκεί. Ακόμα και την εξαιρετική παράσταση που ετοίμαζαν σε αυτό το είδος θεάτρου, με θέμα τη Δήμητρα και την Περσεφόνη, ούτε ο Μ. Μαρμαρινός τη δέχτηκε για την «Ελευσίνα - Πολιτιστική Πρωτεύουσα», ούτε η Κ. Ευαγγελάτου για το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. «Η αλήθεια είναι πως εδώ στην Ελλάδα την πρωτοπορία δεν τη δέχονται εύκολα. Απέρριψαν την αίτηση για την παράσταση αυτή όλοι οι “θεσμικοί”. Ισως αν ήμουν νεότερη να άντεχα να το κυνηγήσω κι άλλο. Αλλά βλέπεις είναι 75 χρονώ και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε...» καταλήγει.
📌 Το φεστιβάλ «Ο γιος μου...» ξεκίνησε πριν από λίγα χρόνια από τους ανθρώπους του θεάτρου Vault (κυρίως τους Δημήτρη Καρατζιά και Μάνο Αντωνιάδη): σύγχρονοι συγγραφείς έγραψαν νέα έργα, μονολόγους, για τις μάνες επιφανών Ελλήνων. Τώρα έχουν ανεβεί η Ελλη Ζάχου Ταχτσή, Χαρίκλεια Καβάφη και η Καραϊσκάκενα (τη Ζωή Διαμάντω Διμισκή ενσαρκώνει η Σοφία Καψούρου, που έγραψε και το κείμενο, σε σκηνοθεσία Δ. Καρατζιά). «Η μάνα αυτουνού» με τη Ράνια Σχίζα, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Λάσκαρη και κείμενο Κικής Μαυρίδου, θα παιχτεί σήμερα στις 18.15 και θα συνεχιστεί πάλι από Οκτώβρη. Το ίδιο και η «Χαρίκλεια Καβάφη» με την Ασπασία Κράλλη, σε κείμενο-σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη, που ωστόσο συνεχίζεται ήδη κάθε Σάββ. 18.00, Κυρ. 21.00. Πάντα στο θέατρο Vault (Μελενίκου 26, Βοτανικός, τηλ. 213 0356472).
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας