Στα δύο τελευταία άρθρα των «Μηχανών του Νου» εξετάσαμε το πώς η πολιτική για την αντιμετώπιση της επιδημίας του κορονοϊού υπονομεύει τις σχέσεις των επιστημών με την κοινωνία και, ειδικότερα, το γιατί ο λόγος των «ειδικών» επιστημόνων απαξιώνεται -μοιραία και αναπόφευκτα!- όποτε διαπλέκεται ή νομιμοποιεί την κυρίαρχη οικονομικοπολιτική εξουσία. Ως συνέχεια και ως ένα ιδιαίτερα διαφωτιστικό σχόλιο των όσων υποστηρίξαμε, παρουσιάζουμε σήμερα τη μετάφραση μεγάλου μέρους της συνέντευξης που έδωσε πρόσφατα η διάσημη Βελγίδα επιστημολόγος και ιστορικός των θετικών επιστημών, Ιζαμπέλ Στένζερ.
Η συνέντευξη δόθηκε στον Naïm Kharraz, νομικό σύμβουλο και υπεύθυνο προγραμμάτων για τα κοινωνικά δικαιώματα, και δημοσιεύτηκε στο βελγικό πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό «Agir par la culture». Σε αυτή, η κορυφαία Ευρωπαία επιστημολόγος αναπτύσσει τις πιο πρόσφατες σκέψεις της για τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού φαντασιακού στη διαχείριση της επιδημίας και πώς, απαξιώνοντας τις επιστήμες, θέτει σε σοβαρό κίνδυνο τη δημοκρατία.
Για την ανάγκη κοινωνικής αλληλεγγύης στην αντιμετώπιση των κρίσεων
● Κατά τη διάρκεια του κατ’ οίκον περιορισμού λόγω της επιδημίας, ένα πλήθος ατόμων λησμονήθηκε από τη δημοσιονομική πολιτική. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε τις ή τους εργάτες του σεξ, τους άστεγους, τους πρόσφυγες... Αυτή η παράλειψη ήταν εσκεμμένη; Ηταν το αποτέλεσμα μιας ιδεολογίας ή η απολησμόνηση είναι αναπόφευκτη για όλες τις οργανωμένες κοινωνίες σαν τη δική μας;
Δεν πιστεύω καθόλου ότι είναι ένα πρόβλημα που σχετίζεται με μια κοινωνία που μπορεί να καθιστά κάτι αναπόφευκτο. Υπάρχουν πολλοί τρόποι κατασκευής μιας κοινωνίας. Αυτό που, για παράδειγμα, συνέβη στους υπερήλικες των κοινωνιών μας, με τη δικαιολογία ότι ήταν πιο ευπαθείς στις μολύνσεις, θα ήταν εντελώς αδιανόητο σε μια πιο παραδοσιακή κοινωνία όπου σέβονται τους υπερηλίκους. Και το να τους σέβονται δεν σημαίνει τον εγκλεισμό τους.
Ομως, σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι το ρήμα «λησμονώ» είναι το πλέον κατάλληλο, επειδή αυτός ο κατ’ οίκον περιορισμός θα πρέπει να κατανοηθεί ξεκινώντας από μια αντίδραση πανικού. Και όταν υπάρχει πανικός, λησμονούνται πολλά πράγματα! Αντιδρούμε υπό την επιρροή μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, η οποία μας εμποδίζει να σκεφτόμαστε. Αυτός ο πανικός που μας κατέλαβε και μας οδήγησε σε μια κατάσταση η οποία προφανώς επέτεινε όλες τις κοινωνικές ανισότητες, όλες τις σχέσεις εξουσίας...
Κατά βάθος, πιστεύω ότι διαπιστώσαμε μια αδιαφορία για ό,τι δεν σχετιζόταν με τη διατήρηση της δημόσιας τάξης. Καταλάβαμε ότι η δημόσια τάξη θα καταστρεφόταν αν το υγειονομικό σύστημα κατέρρεε.
Επομένως, ευάλωτοι ήταν κυρίως όσοι απειλούσαν να δημιουργήσουν το σκάνδαλο της κατάρρευσης του υγειονομικού συστήματος, αντικείμενο υπερηφάνειας για κάθε ανεπτυγμένη χώρα.
Κάτι τέτοιο δεν ήταν επιθυμητό να συμβεί, τα υπόλοιπα είναι οι συνέπειες αυτού του γεγονότος. Επίσης, σκέφτομαι ότι δεν θα έπρεπε να μιλάμε για μια ελεύθερη επιλογή, θα ήταν πολύ τιμητικό γι’ αυτή την κατάσταση.
● Με όρους προθέσεων, τόσο για πολιτικούς όσο και, ενδεχομένως, για εκλογικούς λόγους, ορισμένες πληθυσμιακές κατηγορίες υποβαθμίστηκαν και ελάχιστα ελήφθησαν υπ’ όψιν. Αναφέραμε ήδη τους αστέγους ή τα πρόσωπα που είναι, στην πράξη, ανύπαρκτα για την πολιτική.
Αποτελεί μέρος των κοινωνικών ανισοτήτων. Υπάρχουν πρόσωπα που θα ήταν καλύτερο να μην υπάρχουν... Ή πρόσωπα που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τους πολυάριθμους εργαζόμενους σε μαύρη εργασία, οι οποίοι αφέθηκαν στην τύχη τους.
Η κοινωνία μας είναι πολύ σκληρή. Ολοι όσοι δεν είναι καταγεγραμμένοι ως υπάλληλοι, όσοι δεν έχουν ένα νόμιμο εργασιακό καθεστώς υποκύπτουν από τα κοινωνικά σφυροκοπήματα, που συνεχώς διευρύνονται.
Επομένως, μπορούμε πράγματι να μιλήσουμε για έναν υπολογισμό, ο οποίος, ωστόσο, ακολουθεί μια ορισμένη λογική: τη λογική που, κατά βάθος, προκρίνει τη διαχειριστική αξία σε βάρος των ανθρώπινων ή των κοινωνικών δικαιωμάτων.
● Για να επιστρέψουμε στον κατ’ οίκον περιορισμό της καραντίνας, διαπιστώσαμε ότι ήταν μια σκληρή δοκιμασία για πολλά άτομα. Υπήρξαν πολλή βία (ιδιαίτερα στο εσωτερικό της οικογένειας), ψυχονοητικές διαταραχές και απομόνωση για πάρα πολλά πρόσωπα. Τι μας αποκαλύπτει αυτή η κατάσταση για τις κοινωνίες μας;
Θα έμπαινε κανείς στον πειρασμό να πει ότι η κοινωνική απομόνωση μεγαλώνει και επιτείνει ορισμένα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης, για παράδειγμα τη βία, τις ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών... Ομως, δεν είμαι καθόλου βέβαιη ότι αυτό ισχύει. Κατ’ εμέ, αποτελούν μάλλον έκφραση της βίαιης κοινωνικής κατάστασης που ήδη βιώνουμε.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την ανθρώπινη φύση, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι οι ανθρώπινες υπάρξεις δεν θα κατάφερναν ποτέ να επιβιώσουν, για δεκάδες χιλιάδες χρόνια, αν δεν διέθεταν την υψηλά ανεπτυγμένη ικανότητα για αμοιβαία βοήθεια, αλληλεγγύη και συνεργασία.
Τα ανθρώπινα όντα είναι εκ φύσεως κοινωνικά. Το οποίο σημαίνει ότι είναι εκ φύσεως ευαίσθητα στις αμοιβαίες ανάγκες των άλλων και οι σχέσεις τους δεν καθορίζονται από τον ανταγωνισμό, όπου νικά ο ικανότερος. Ο ικανότερος πολύ σύντομα, θα πέθαινε αν είχε νικήσει εναντίον όλων των άλλων ανθρώπων. Συνεπώς, είναι μάλλον οι κοινωνίες μας που επιβάλλουν αυτή τη λογική του ανταγωνισμού μεταξύ των ατόμων.
Είμαι βαθύτατα πεπεισμένη πως ό,τι πραγματοποιείται ως παραβίαση της ανθρώπινης φύσης επιτυγχάνεται μέσω ενός ολόκληρου κοινωνικού μηχανισμού, ο οποίος εργάζεται για να πείσει τους ανθρώπους να είναι εγωιστές και να σκέφτονται μόνο τα ατομικά-ιδιωτικά τους συμφέροντα.
Επομένως, έχω την εντύπωση πως, αν κάτι μου μιλά για την ανθρώπινη φύση, είναι πρωτίστως τα άτομα που -είτε σε ομάδες είτε ατομικά- οργανώθηκαν μέσα στην καραντίνα για να βοηθήσουν τους άλλους, να τους καθησυχάσουν, να τους δώσουν τροφή, που έραβαν τις μάσκες και τις μοίραζαν σε όποιους τις χρειάζονταν...
Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως και σε πολλές άλλες καταστροφές, δημιουργήθηκε μια ικανότητα να οργανωνόμαστε σταθερά με σκοπό την αλληλεγγύη κάτω από τη μύτη των δημόσιων υπηρεσιών, οι οποίες, μολονότι δεν ήταν αντίθετες σε αυτές τις προσπάθειες, δεν βοήθησαν πραγματικά.
Η ανθρώπινη φύση δεν μου μιλά για τη συστηματική βία των ισχυρών εναντίων των κοινωνικά αδύναμων. Μου μιλά για τη βία που δημιουργεί όχι μόνο η απομόνωση της καραντίνας, αλλά και η απομόνωση που επιβάλλει στα άτομα την ανάγκη να τα καταφέρουν από μόνοι τους και αλίμονο στους νικημένους.
● Παρατηρούμε ότι η πανδημία έχει δημιουργήσει αυξημένη δυσπιστία και αμφισβήτηση για τις διαδικασίες λήψης πολιτικών και επιστημονικών αποφάσεων για την αντιμετώπισή της. Τι σκέφτεσαι γι’ αυτή τη δυσπιστία;
Πιστεύω ότι είναι απολύτως δικαιολογημένη. Το να μιλά κανείς για «διαδικασίες λήψης αποφάσεων», επιστημονικών ή πολιτικών, αποτελεί ήδη από μόνο του μια φιλοφρόνηση!
Διότι μια διαδικασία απόφασης είναι κάτι επιμελώς σχεδιασμένο, που συνεχώς διακλαδώνεται και αναπτύσσεται κ.ο.κ. Θεωρώ ότι τόσο η απόφαση για κατ’ οίκον περιορισμό όσο και η αναίρεσή της μπορούν, αμφότερες, να θεωρηθούν ότι ελήφθησαν υπό το καθεστώς πανικού.
Αυτό που δημιουργεί αλγεινή εντύπωση είναι ότι, από την αρχή, γνωρίζαμε τι συνέβαινε στην Κίνα και αρχίζαμε να μαθαίνουμε τι γίνεται στην Ιταλία. Για λίγο, συμπεριφερθήκαμε σαν να μη συνέβαινε τίποτα.
Ακόμη θυμόμαστε του ταξιδιώτες που έφταναν στο διεθνές αεροδρόμιο των Βρυξελλών, στο προάστιο Ζάβεντεμ (Zaventem), όλοι τους έκπληκτοι για το γεγονός ότι δεν υποβάλλονταν σε κανέναν υγειονομικό έλεγχο. Επίσης, θυμόμαστε τη στιγμή που οι πολιτικοί αιφνιδιάστηκαν ανακαλύπτοντας ότι οι χώρες τους δεν διέθεταν τον αναγκαίο νοσοκομειακό εξοπλισμό και επαρκή αριθμό από στοιχειώδη μέσα προστασίας του πληθυσμού, όπως π.χ. οι μάσκες!
Δεν θα μπορούσα να μιλήσω για έλλειψη προετοιμασίας, σαν να επρόκειτο για ένα τυχαίο ή συμπτωματικό γεγονός, σαν να ήταν κάτι απρόσμενο. Γιατί δεν ισχύει και δεν ήταν καθόλου μια έκπληξη. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είχε εγκαίρως προειδοποιήσει για τον κίνδυνο στο μέλλον να μετατραπούν κάποιες τοπικές επιδημίες σε πανδημίες.
Πρόκειται, αντίθετα, για μια ανικανότητα να σκεφτούμε ειλικρινά τη δυνατότητα ότι κάτι θα μπορούσε να διακόψει την κανονική πορεία των πραγμάτων, τη ρουτίνα της ανάπτυξης... Αυτό που συνέβη είναι ότι γίναμε μάρτυρες των συνεπειών της ιδεαλιστικής εικόνας μας για την πραγματικότητα.
Η άρνηση δηλαδή των πολιτικών ηγετών να λάβουν σοβαρά υπ’ όψιν οτιδήποτε θα μπορούσε να αμφισβητήσει την παντοδυναμία αυτού που θεωρείται ως η μοναδική νόμιμη πηγή κάθε δράσης και σκέψης που, σε αυτή την περίπτωση ήταν για τους πολιτικούς μας ηγέτες η λογική της οικονομικής αγοράς και της ανάπτυξης. Οπότε, όταν αιφνιδίως αυτός ο ιδεαλισμός βρίσκεται απέναντι σε κάτι που δεν μπορεί πια να το αποφύγει, έρχεται ο πανικός!
Πρόκειται, λοιπόν, για την κατάρρευση του τρόπου σκέψης του κράτους, του τρόπου σκέψης αυτών που μας κυβερνούν. Με όλη τη βαρβαρότητα που συνοδεύει το σκεπτικό «δεν γνωρίζουμε πια τι να κάνουμε, άρα σταματάμε τα πάντα!». Με αποτέλεσμα όλες αυτές τις παραλείψεις και τις κοινωνικές ωμότητες που αναφέραμε. Καθώς επίσης την πλήρη απουσία φαντασίας από τις κυβερνήσεις.
Πράγματι, ο ιδεαλισμός αυτών που μας κυβερνούν είναι ένα φαντασιακό που φτιάχνει μια εικονική πραγματικότητα, είναι ο δικός τους ορίζοντας και η δική τους πραγματικότητα.
Αυτό το φαντασιακό της κυβερνητικής εξουσίας είναι, επομένως, εντελώς διαφορετικό από τη φαντασία των ανθρώπων, η οποία συνίσταται στην ικανότητα να προβλέπουμε τις δυσκολίες, να προετοιμαζόμαστε και να διαβλέπουμε γνωστικά ότι αυτό που σήμερα είναι και θεωρείται κανονικό ενδέχεται αύριο, ξαφνικά, να πάψει να είναι. Ενα ενδεχόμενο που οφείλουμε να το σκεφτόμαστε πολύ σοβαρά. Συνεπώς το φαντασιακό είναι ένα αναισθητικό για τη φαντασία και είναι ακριβώς από αυτό που υποφέρουμε.
Σε ό,τι αφορά τις επιστήμες, το σημείο που ειλικρινά με έπληξε διανοητικά είναι το να ακούω -κυρίως από τους γιατρούς- να μιλούν για «την Επιστήμη», στον ενικό. Καθώς και το να βλέπω τους πολιτικούς να σπεύδουν να υιοθετούν αυτόν τον όρο, για παράδειγμα, να ισχυρίζονται, επειδή τους συμφέρει, «εμείς ακούμε την Επιστήμη».
Ξαφνικά, σε μια αντανάκλαση του πανικού μας, η πολιτική λησμονήθηκε και η «Επιστήμη» ανέλαβε να μας καθοδηγεί. Είναι, όμως, πάντα μια κάκιστη ιδέα το να ζητάμε από την «Επιστήμη» να μας πει τι πρέπει να κάνουμε, διότι δεν είναι αυτό δική της δουλειά.
Η αποστολή της είναι να επιχειρεί να θέσει τα κατάλληλα ερωτήματα. Γιατί όταν λέμε «η Επιστήμη», λησμονούμε την καταλληλότητα των ερωτημάτων: είναι σαν να υπήρχε μία μοναδική επιστημονική προσέγγιση ικανή να απαντά με αντικειμενικό τρόπο σε όλα τα ερωτήματα που της θέτουμε. Επίσης, είναι ένας τρόπος για να επιβάλλουμε σιωπή σχεδόν στους πάντες, αφού ως γνωστόν οι άνθρωποι είναι ανίκανοι να κατανοούν την «Επιστήμη».
Πολύ με εντυπωσίασε και η πολλαπλότητα των επιμέρους επιστημών που εκδηλώθηκαν με τρόπο εκρηκτικό από τη δήθεν ενιαία «Επιστήμη». Αυτή ακριβώς η πολλαπλότητα εξαρτάται από ό,τι έχουν ως ιδιαίτερο γνωστικό αντικείμενο αυτές «οι επιστήμες» και από τις ερωτήσεις που προκύπτουν, στις οποίες η κάθε επιστήμη απαντά με τον κατάλληλο τρόπο.
Ετσι, όταν τέθηκε το ερώτημα «ποιος είναι ο νέος ιός;», δηλαδή με βιολογικούς όρους «ποιο είναι το γενετικό του υλικό», η απάντηση ήλθε με τρόπο σίγουρο. Απόδειξη ότι, τώρα, μπορούμε να παρακολουθούμε τη διάδοση του ιού και την επιδημική διαδρομή του, ανάλογα με τις μεταλλάξεις αυτού του γενετικού υλικού, το οποίο, κατά βάθος, έχει μια ορισμένη ιστορία.
Επομένως, στην πράξη γνωρίζουμε ό,τι πρέπει να ξέρουμε σχετικά με τον κορονοϊό αυτόν καθ’ εαυτόν. Ομως, ο καθαυτό ιός δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο, εκτός από αυτό που είναι ο λόγος της ύπαρξής του, δηλαδή να ζωντανεύει όποτε βρίσκει τον κατάλληλο ξενιστή που τον υποδέχεται.
Αυτή η συνάντηση, αυτό το πέρασμα από την αδράνεια στη ζωή, δημιουργεί άλλου τύπου ερωτήματα από αυτά που σχετίζονται με τη γνώση του γενετικού υλικού του ιού: είναι το σύνολο του σώματος του ξενιστή που εμπλέκεται, κινητοποιείται και διακυβεύεται μετά την εισβολή του ιού. Σε αυτή τη φάση, όλη η γνώση μας για το γονιδίωμα του ιού αποδεικνύεται σχεδόν άχρηστη... Τότε, οι γιατροί επικαλούνται την «Επιστήμη», λες και πρόκειται για ένα σύνολο από ειδικότητες.
Ενα άλλο παράδειγμα, είναι η επιδημιολογία, μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιστήμη που, όμως, δημιουργεί αφηρημένα μοντέλα. Αυτά τα μοντέλα ενδέχεται να παρέχουν πληροφορίες στον πολιτικό, αλλά δεν λένε τίποτα για τις κοινωνικές συνέπειες από τα μέτρα περιορισμού του δείκτη διάδοσης της νόσου.
? Η συνέντευξη συνεχίζεται, όμως, αναγκαζόμαστε να τη διακόψουμε εδώ, θα την ολοκληρώσουμε στο επόμενο άρθρο. Πάντως, για τους γαλλόφωνους, εδώ βρίσκεται το πλήρες κείμενο.
Ποια είναι
Η Ιζαμπέλ Στένζερ (Isabelle Stengers) γεννήθηκε στο Βέλγιο, σπούδασε χημεία και φιλοσοφία των επιστημών στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελών, όπου και δίδαξε επί δεκαετίες. Αναγνωρίζεται διεθνώς για το πλούσιο ερευνητικό και συγγραφικό της έργο. Εγινε παγκοσμίως γνωστή για την ανάπτυξη της θεωρίας των πολύπλοκων φυσικών συστημάτων, που προέκυψε από την πολυετή και ιδιαίτερα γόνιμη συνεργασία της με τον νομπελίστα Ιλία Πριγκοζίν (Ilya Prigogine).
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας