Δεν συνηθίζω να ανατρέχω σε παλιά μου κείμενα – πάντα πίστευα στη ρήση του Μαρκ Τουέιν ότι εμείς οι δημοσιογράφοι είμαστε ιστορικοί του παρόντος, και άρα κρινόμαστε πρωτίστως από το τι γράφουμε σήμερα, την ώρα που τα γεγονότα τρέχουν, κι όχι από το τι γράψαμε πριν από χρόνια. Ομως νομίζω ότι σε ένα τέτοιο «απολογιστικό» κομμάτι για την τραγική -τόσο για τον υπόλοιπο κόσμο όσο και για την ίδια την ατλαντική υπερδύναμη- τετραετία του «Genocide Jοe» Μπάιντεν, αξίζει να παραθέσω μερικές αράδες από το «προφίλ» («Ενας πρόεδρος... κατά λάθος», στη στήλη «Προσωπική Υπόθεση») του μετέπειτα πλανητάρχη, που έγραψα τον Αύγουστο του 2020.
«Πρόκειται κατά γενική ομολογία για έναν ελάχιστα ικανό, άχρωμο και άοσμο, αλλά συνάμα πολεμοχαρή, βαθιά συντηρητικό και εν πολλοίς αντιπαθητικό πολιτικό, που... δεν τον γουστάρει πραγματικά κανένας! (...) Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ομπάμα, που πριν από δώδεκα χρόνια αναγκάστηκε να τον επιλέξει ως αντιπρόεδρό του για να ισορροπήσει τις αντιδράσεις της “μετριοπαθούς” (διάβαζε: δεξιάς) πτέρυγας του Δημοκρατικού Κόμματος, δεν τον “πιστεύει” – πριν από λίγες μέρες φέρεται να είπε την επική ατάκα: Ποτέ μην υποτιμάς την ικανότητα του Τζο να τα “σκατώσει”!»
(...)
«Δυστυχώς, η υποτιθέμενη “μετριοπάθεια” του (άκρως συστημικού) Μπάιντεν περιορίζεται μόνον εντός ΗΠΑ. Ως... μόνιμο μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, αλλά και ως αντιπρόεδρος του Ομπάμα, ο Μπάιντεν υπήρξε ένας από τους πιο πολεμοχαρείς και επεμβατικούς Αμερικανούς πολιτικούς, υποστηρίζοντας όλες ανεξαιρέτως τις πολεμικές περιπέτειες των ΗΠΑ, με μόνη εξαίρεση τον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο το 1991. Οντας φανατικός “ψυχροπολεμιστής” και αντι-Ρώσος, ο Μπάιντεν πρωτοστάτησε στη διάλυση και τον βομβαρδισμό της πρώην Γιουγκοσλαβίας, την επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, την εισβολή στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, τον συριακό εμφύλιο, τη διάλυση της Λιβύης και φυσικά στον πρόσφατο εμφύλιο στην Ουκρανία και την ντε φάκτο διχοτόμηση της άτυχης αυτής χώρας, όπου έπαιξε και προσωπικό ρόλο – ίσως μάλιστα και με το αζημίωτο, αν έχουν βάση οι κατηγορίες για την εμπλοκή του γιου του, Χάντερ».
(...)
«Πολλοί στην Ελλάδα πιστεύουν ότι ο Μπάιντεν είναι φιλέλληνας ή τέλος πάντως πιο “αντι-Τούρκος” από τον υποτίθεται “φιλοερντογανικό” Τραμπ. Κάνουν μεγάλο λάθος – ο Μπάιντεν είναι πρώτα και πάνω απ’ όλα αντι-Ρώσος. Η όποια αντιπαράθεσή του με την Τουρκία, όπως και η πιθανολογούμενη εμπλοκή των ΗΠΑ στο πραξικόπημα κατά του Ερντογάν το 2016, σχετίζεται πρωτίστως με την οργή της υπερδύναμης για τη γενικότερη λυκοσυμμαχία του... “αλανιάρη” Ερντογάν με τον Πούτιν και όχι με την ξαφνική αγάπη του για τους λαούς της Ελλάδας, της Ουκρανίας και όποιας άλλης μικρής χώρας έχει την ατυχία να βρεθεί καταμεσής στον εκάστοτε νερότοπο, την ώρα που πλακώνονται τα βουβάλια για το ποιο θα πρωτοπιεί...».
Fast forward στα τέλη του 2024, και ο απλά επικίνδυνος τότε Μπάιντεν φεύγει τρεκλίζοντας από τον Λευκό Οίκο αφήνοντας πίσω του έναν πλανήτη γεμάτο ενεργές πολεμικές εστίες, με βουνά από σκοτωμένους και αποκαΐδια, κι ένα παγκόσμιο ιμπέριουμ σε πλήρη αποδρομή. Η θητεία του, που ξεκίνησε το καλοκαίρι του ’21 με την εξευτελιστική για την υπερδύναμη «Απόδραση από την Καμπούλ» και την εγκατάλειψη του Αφγανιστάν στους Ταλιμπάν, μετά από είκοσι χρόνια κατοχής και κάπου ένα τρισεκατομμύριο πεταμένα δολάρια, γρήγορα ταυτίστηκε και σίγουρα θα μείνει στην Ιστορία πρωτίστως για την προσωπική εμπλοκή του στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, ένα καταστροφικό για όλο τον κόσμο «πρότζεκτ» για το οποίο ο Μπάιντεν εργάστηκε σκληρά εδώ και τριάντα σχεδόν χρόνια...
Μπορεί ο Τραμπ να είναι αξεπέραστος δημαγωγός και γεννημένος ψεύτης, αλλά σίγουρα δεν λέει ψέματα όταν υποστηρίζει ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν θα είχε γίνει ποτέ με εκείνον στην προεδρία. Οχι γιατί ο... βαρυΜAGAς Ντόναλντ είναι φίλος με τον Πούτιν, δεν υπάρχουν φιλίες στη (γεω)πολιτική, αλλά πολύ απλά γιατί αυτός και το επιτελείο του θεωρούν (και σωστά) τη ραγδαία ανερχομένη Κίνα ως βασικό αντίπαλο της Αμερικής το επόμενο διάστημα και γι’ αυτό ήθελαν και θέλουν να εμποδίσουν πάση θυσία την περαιτέρω σύσφιγξη της συμμαχίας μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου.
Αντίθετα, ο Μπάιντεν και οι φανατικοί... Ρωσο-φάγοι επιτελείς του (Μπλίνκεν, Νούλαντ, Σάλιβαν και δεν συμμαζεύεται) έπαιξαν τα ρέστα τους στην Ουκρανία, πίστεψαν στο ίδιο τους το παραμύθι περί «Τέλους της Ιστορίας» και διάλυσης της Ρωσίας. Αλλά, καθώς πλησιάζουμε στις χίλιες μέρες από την επίσημη έναρξη του «πολέμου δι’ αντιπροσώπων» με το Κρεμλίνο -που όμως στην πραγματικότητα άρχισε επί Ομπάμα, το 2014- βρίσκονται αντιμέτωποι με μια κολοσσιαία στρατηγική ήττα, που δεν αποκλείεται να αποτελέσει τη χαριστική βολή στη σύντομη περίοδο της αμερικανικής παντοκρατορίας. Κοντολογίς, ο Ομπάμα δικαιώθηκε καθώς ο Τζο Μπάιντεν τα... σκάτωσε και πάλι!
Οι ΗΠΑ, βλέπετε, μπορεί να παραμένουν πανίσχυρες, να διαθέτουν σήμερα περισσότερες από 800 στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον κόσμο και να ελέγχουν ακόμη σε μεγάλο βαθμό -μαζί με τους ξεπεσμένους Ευρωπαίους «συμμάχους»/ακολούθους τους- το διεθνές νεο-αποικιακό οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά απέτυχαν παταγωδώς να «γονατίσουν» τη Ρωσία και, το χειρότερο, άθελά τους επιτάχυναν τη νομοτελειακή σύγκλιση της... υπόλοιπης ανθρωπότητας ενάντια στην ηγεμονία τους. Σύγκλιση που αποτυπώθηκε περίτρανα στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής της ομάδας των BRICS+ στο Καζάν, όπου είδαμε να παίρνει σάρκα και οστά ο μεγαλύτερος εφιάλτης των Αμερικανών νεοσυντηρητικών «εγκεφάλων»: μια συμμαχία δεκάδων κρατών του «Παγκόσμιου Νότου» με θεμέλιο λίθο τον σινο-ρωσικό/ευρασιατικό άξονα και κεντρικό στόχο την απαλλαγή από τη δικτατορία του δολαρίου και των ελεγχόμενων από τις ΗΠΑ χρηματοπιστωτικών μηχανισμών... Και η ταχύτατη γιγάντωση αυτής της ετερόκλητης όσο και δυνάμει ακατανίκητης παγκόσμιας συμμαχίας είναι, σε τελική ανάλυση, δημιούργημα της αυτοκρατορικής υπεροψίας του Μπάιντεν και των ομοϊδεατών του!
Ο γηραλέος ηγεμόνας είχε βέβαια τον τελευταίο καιρό ακόμη μια ευκαιρία να προστατεύσει το αμερικανικό ιμπέριουμ από τη ραγδαία παρακμή: το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να τηρήσει στοιχειωδώς τις φραστικές «κόκκινες γραμμές» του και να προστατεύσει τον άμαχο πληθυσμό της Γάζας και εσχάτως του Λιβάνου από τη δολοφονική μανία του Νετανιάχου, με την ακροδεξιά κυβέρνηση του οποίου υποτίθεται πως είναι στα μαχαίρια πολύ πριν από την 7η Οκτωβρίου του ’23. Οχι όμως: ο «Γενοκτονικός Τζο» επέλεξε να γίνει συμπολεμιστής και συνένοχος στα αμέτρητα εγκλήματα πολέμου του σιωνιστικού καθεστώτος, χάνοντας κάθε κύρος σε μια περιοχή όπου οι ΗΠΑ κυριάρχησαν -με την πειθώ, το χρήμα και την ωμή βία- για περισσότερες από επτά δεκαετίες!
Θα αλλάξει άραγε κάτι με την επικείμενη εκλογή της Κάμαλα ή του Τραμπ; Δύσκολο να το πει κανείς. Το consensus είναι πως όποιος και να νικήσει θα αναγκαστεί σύντομα, ίσως και στις αρχές του 2025, να «τραβήξει την πρίζα» στη στήριξη του Κιέβου και να αποδεχτεί τα τετελεσμένα στη ρωσο-ουκρανική σύρραξη, προτού οι Ρώσοι φτάσουν στον Δνείπερο - με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ήδη πεσμένο γόητρο και ηθικό της «συλλογικής Δύσης». Εκεί που ίσως υπάρξει κάποια διαφοροποίηση μεταξύ των δύο μονομάχων των εκλογών είναι στη διαχείριση του μεσανατολικού εφιάλτη, όπου η Κάμαλα φαίνεται (στα λόγια τουλάχιστον) λίγο πιο έτοιμη να «φρενάρει» τον χασάπη Νετανιάχου ή τον όποιο διάδοχό του περιορίζοντας έστω την τροφοδοσία της ισραηλινής γενοκτονικής μηχανής, σε αντίθεση με τον Τραμπ, που πριν από λίγες μέρες είπε ανοιχτά ότι στη θέση του κολλητού του «Μπίμπι» θα βομβάρδιζε τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν! Και βέβαια ο ανεξέλεγκτος Τραμπ είναι σίγουρο πως, αν εκλεγεί, και ανεξάρτητα με το τι θα κάνει με τη Ρωσία, θα κλιμακώσει άμεσα τον οικονομικό πόλεμο, επιβάλλοντας βαρύτατους δασμούς σε βάρος της Κίνας, αλλά και της Ευρώπης. Αλλά όλα αυτά είναι εικασίες - η κατάμαυρη κληρονομιά του Ηγεμόνα Που Τα Σκάτωσε θα μας συνοδεύει για πολλές δεκαετίες...
Δύο πακέτα υποσχέσεις για «νέο» αμερικάνικο όνειρο
Οι βασικοί πυλώνες των προεκλογικών υποσχέσεων Κάμαλα Χάρις και Ντόναλντ Τραμπ ● Η Δημοκρατική υποψήφια επικεντρώνεται στη μεσαία τάξη με «σημαία» την καταπολέμηση της ακρίβειας και την αύξηση των μισθών, ο Ρεπουμπλικανός τέως πρόεδρος ετοιμάζει κατάργηση δασμών και φοροαπαλλαγές για τους (πολύ) πλούσιους
Τόσο ο Ρεπουμπλικανός μεγιστάνας με το απύλωτο στόμα όσο και η Δημοκρατική πρώην εισαγγελέας με την «plan b» υποψηφιότητα πλασάρουν αρκετά διαφορετικά, μεταξύ τους, προγράμματα – αν και ο όρος δεν έχει το στα καθ’ ημάς περιεχόμενο.
«Πρόγραμμα της Κάμαλα; Γιατί; Κανείς στην Αμερική δεν πείθεται να ψηφίσει από ένα πολυσέλιδο κείμενο» έλεγε έμπειρος πολιτικός αναλυτής τον περασμένο Ιούλιο, όταν εκτροχιάστηκε η επανεκλογή του προέδρου Μπάιντεν. Με υποσχέσεις επί παραγγελία γίνεται η δουλειά στο Αμέρικα. Με γκρίζες ζώνες και εντυπωσιοθηρία.
Δύο πακέτα υποσχέσεις για «νέο» αμερικάνικο όνειρο διεκδικούν την ψήφο των τουλάχιστον 160 εκατομμυρίων πολιτών που εκτιμάται ότι θα συμμετάσχουν στη διαδικασία της ερχόμενης Τρίτης. Παράλληλα με την κοινή ρητορεία για το «μεγάλο μας έθνος» οι δύο μονομάχοι διασταυρώνουν τα ξίφη τους σε πέντε βασικά ζητήματα εσωτερικής πολιτικής. Οικονομία, μετανάστευση, κλιματική κρίση, περίθαλψη και δημόσια τάξη.
Αυτά θα ακτινογραφήσουμε εν συντομία εδώ, αφήνοντας για τις διπλανές σελίδες την εξωτερική πολιτική της υπερδύναμης και τα γυναικεία ζητήματα, ιδίως τη νομοθεσία για την άμβλωση.
«Είναι [πάλι] η οικονομία, ηλίθιε...»
Τη διαπίστωση-υπενθύμιση «Είναι η οικονομία, ηλίθιε...» την επινόησε ο Τζιμ Κάρβιλ, περιβόητος σύμβουλος του Δημοκρατικού Μπιλ Κλίντον στην επιτυχημένη προεδρική εκστρατεία του 1992. Οποιος πολιτικός την παραβλέπει, κακό του κεφαλιού του.
Η Κάμαλα Χάρις ποντάρει γερά στην καθημερινότητα της μεσαίας τάξης. Λέει ότι θα ρίξει τις τιμές στα σούπερ μάρκετ, θα ελαφρύνει φορολογικά τους νέους γονείς, θα στηρίξει την αγορά πρώτης κατοικίας και την ανάπτυξη οικιστικών περιοχών. Επίσης ότι θα διπλασιάσει το κατώτατο ωρομίσθιο από τα 7,25 δολάρια στα 15. Το μεγάλο κεφάλαιο την ακούει με προσοχή: το συντηρητικό περιοδικό «Economist» μόλις ανακοίνωσε ότι τη στηρίζει.
Ο Ντόναλντ Τραμπ παραφράζει το κεντρικό του σύνθημα και υπόσχεται «να ξανακάνει την Αμερική οικονομικά προσιτή» (to make America affordable again). Πώς; Επιβάλλοντας δασμούς-χαράτσια σε όλα τα εισαγόμενα είδη. Μέχρι... 60% για τους βασιλιάδες του διεθνούς εμπορίου, τους Κινέζους. Οταν τον προειδοποιούν ότι αυτό θα εξακοντίσει τις τιμές στο όρος Μακ Κίνλεϊ, το υψηλότερο της χώρας (6.194 μέτρα, στην Αλάσκα), σουφρώνει απαξιωτικά τα χείλη. Χαρίζει φοροαπαλλαγές σε όλους, φυσικά και στους κροίσους ομοίους του. Και απαιτεί να έχει λόγο στις αποφάσεις της FED, της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας, γιατί «το παράκανε με τα υψηλά επιτόκια».
Ανθρωποι και σκουπίδια
Περίπου 11 εκατομμύρια μετανάστες ζουν στις ΗΠΑ με προβληματικά ή ανύπαρκτα «χαρτιά» (στοιχεία 2022). Το (αντι)μεταναστευτικό είναι προνομιακό πεδίο για τον ακροδεξιό Τραμπ ο οποίος λέει ότι η χώρα κατάντησε «σκουπιδότοπος μεταναστών», ότι θα ολοκληρώσει το μισοχτισμένο τείχος στα σύνορα με το Μεξικό και ότι θα υλοποιήσει τη μαζικότερη επιχείρηση απελάσεων στην Ιστορία. Θέλει να εμπλέξει και τον στρατό, μια ιδέα που δεν πολυαρέσει στους τετράστερους στρατηγούς του Πενταγώνου.
Η Χάρις ξέρει ότι δει δη χρημάτων. Το Δημόσιο καλύπτει σήμερα μόνο 41.000 κλίνες σε κέντρα κράτησης και οι επιστροφές στις χώρες προέλευσης κοστίζουν. Γι’ αυτό επιμένει σε διακομματική συμφωνία αυστηροποίησης των ελέγχων και οργάνωσης των μηχανισμών του ανθρωποκυνηγητού.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι οι περισσότερες απελάσεις μεταναστών μέχρι τώρα δεν έγιναν επί προεδρίας Τραμπ, αλλά επί Μπαράκ Ομπάμα (432.000 άνθρωποι το 2013).
Μπίζνες στον φλεγόμενο πλανήτη
Στην κλιματική αλλαγή η Χάρις νομίζει ότι έχει το πάνω χέρι, γιατί η κυβέρνηση Μπάιντεν στήριξε με δισεκατομμύρια δολάρια τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τον έλεγχο των ρυπογόνων βιομηχανιών και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Ωστόσο ο Τραμπ πείθει αρκετούς Αμερικανούς ότι η ανθρωπογενής υπερθέρμανση είναι κόλπο και ότι η τσέπη τους θα υποφέρει λιγότερο αν βάζουν φτηνή βενζίνη στα θηριώδη αμάξια τους.
Οι μπίζνες στον φλεγόμενο πλανήτη καλά κρατούν, γι’ αυτό και οι δύο υποψήφιοι κλείνουν το μάτι στους Αμερικανούς πετρελαιάδες, ο ένας με το σύνθημα υπέρ των νέων γεωτρήσεων «Τρύπα, μωρό, τρύπα» («Drill, baby, drill»), η άλλη με την υποστήριξη καταστρεπτικών για το περιβάλλον μεθόδων εξόρυξης πετρελαίου όπως η υδραυλική ρηγμάτωση (fracking).
Τι οφείλω, γιατρέ μου;
Ο «γάτος» Κάρβιλ είχε αναρτήσει άλλες δύο φράσεις στο στρατηγείο του Κλίντον το 1992. Λιγότερο διάσημες, όχι λιγότερο ουσιώδεις. «Αλλαγή εναντίον μεγαλύτερης δόσης από τα ίδια» (Change VS more of the same) και «Μην ξεχνάς την υγειονομική περίθαλψη» (Don't forget health care). Ως προς την Υγεία, η μεν Χάρις επικαλείται ότι ο Μπάιντεν μείωσε τις τιμές πολλών συνταγογραφούμενων φαρμάκων και δηλώνει έτοιμη να απαλλάξει τρία εκατομμύρια φτωχούς Αμερικανούς από δυσβάστακτο συνολικό χρέος επτά δισεκατομμυρίων δολαρίων σε πολιτειακά ταμεία υγείας.
Ακόμη και ο Τραμπ, που κάποτε θα κατέλυε το κάστρο του λεγόμενου Obamacare, του ομοσπονδιακού συστήματος περίθαλψης για 45 εκατομμύρια ανθρώπους, τώρα λέει πως θα το διατηρήσει εκχωρώντας τμήμα του σε ιδιώτες. Υπόσχεται κι αυτός να ρίξει τις τιμές των φαρμάκων.
Οπλα, νόμος και τάξη
Ως προς τη δημόσια ασφάλεια, η Χάρις διαβεβαιώνει ότι «ξέρει από εγκληματίες», υπονοώντας και τις δικαστικές περιπέτειες του αντιπάλου της. Η καταστολή είναι η πρώτη λύση στη χώρα των δύο εκατομμυρίων φυλακισμένων και των 350+ εκατομμυρίων όπλων σε χέρια ιδιωτών. Η Δημοκρατική υποψήφια αφενός αποκαλύπτει ότι είναι κάτοχος όπλων, από την άλλη ζητάει αυστηρότερους ελέγχους για την πώληση ημιαυτόματων και αυτόματων όπλων – κάτι για το οποίο θα χρειαστεί έγκριση του Κογκρέσου.
Ο Τραμπ δεν έχει τέτοιες ευαισθησίες. Απευθυνόμενος στους πανίσχυρους λομπίστες της Εθνικής Ενωσης Οπλων (NRA) είπε ότι είναι «ο καλύτερος φίλος τους». Και ότι θα πατάξει διά της κρατικής βίας νεανικές συμμορίες, οργανωμένο έγκλημα, εμπόρους ναρκωτικών κ.λπ.
Τελευταίο ζήτημα, αλλά όχι έσχατο: η πίστη στη δημοκρατική νομιμότητα. Ο Τραμπ ακόμη αρνείται ότι έχασε στις εκλογές του 2020 και αποποιείται τις ευθύνες του για την αιματηρή εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021. Οσοι θερμοκέφαλοι συμφωνούν μαζί του ονειρεύονται τον δεύτερο γύρο.
Πολλά ακούσαμε, λίγα μάθαμε
Του Δημήτρη Παπαδημητρίου*
Οι προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ είναι σημαντικές για πολλούς λόγους, όχι μόνο για το εσωτερικό της χώρας. Οι εξωτερικές σχέσεις των ΗΠΑ επηρεάζουν δεκάδες χώρες στον πλανήτη και προσδιορίζουν τον διεθνή ανταγωνισμό με Κίνα και Ρωσία σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Για παράδειγμα, και οι δύο υποψήφιοι, Κάμαλα Χάρις και Ντόναλντ Τραμπ, θέλουν να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, εφαρμόζοντας όμως διαφορετικές πολιτικές.
Ο τέως πρόεδρος Τραμπ προτείνει υψηλούς δασμούς σε όλες τις εισαγωγές ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσής, ώστε τα εισαγόμενα προϊόντα να κατασκευάζονται στην Αμερική προσελκύοντας επενδύσεις με μείωση εταιρικών φόρων που θα δημιουργήσουν πολλές θέσεις εργασίας. Η αντιπρόεδρος Χάρις υπόσχεται να συνεχίσει την πολιτική του τωρινού προέδρου Μπάιντεν με χαμηλότερους δασμούς, μεγαλύτερες κυβερνητικές δαπάνες για προσιτή στέγαση, υγειονομική περίθαλψη, κοινωνικές υποδομές και επιδοτήσεις για την «πρασινοποίηση» της οικονομίας που θα αντισταθμιστούν με υψηλότερους φόρους στα πλούσια στρώματα του πληθυσμού.
Ομως οι Αμερικανοί στο σύνολό τους παρακολουθούν προβληματισμένοι ένα προεκλογικό «ψυχόδραμα» που προκαλεί ένα μείγμα απορίας, γοητείας, θυμού και φρίκης. Είναι σαν να παρακολουθείς περισσότερο μια σειρά «survivor» που στο τέλος του αγώνα βρίσκονται οι πραγματικές συνέπειες για τη σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας, τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, τους δεσμούς με την Κίνα και τη Μέση Ανατολή, που ούτως ή άλλως βρίσκεται σε αναβρασμό. Ολους αυτούς τους μήνες, τις περισσότερες φορές η πολιτική σαφήνεια και πειθώ απείχε από το προεκλογικό τραπέζι.
Η μάχη για τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ αποδείχθηκε κάτι παραπάνω από σκληρή. Αν λάβουμε υπόψη τους χαρακτηρισμούς που ακούγονται εκατέρωθεν από τους υποψηφίους στις εκστρατείες τους καταλαβαίνουμε ότι βρισκόμαστε σε έναν προεκλογικό αγώνα, όπου ο πήχης του πολιτικά ορθού έχει χαθεί. Αλλά, παράλληλα, η αποτελεσματικότητα των σκληρών χαρακτηρισμών είναι αμφίβολη. Ας πούμε, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η επίθεση της Χάρις προς τον Τραμπ με τον χαρακτηρισμό «φασίστας» θα λειτουργήσει υπέρ της. Παρομοίως, τυχόν αναποφάσιστοι ψηφοφόροι δεν θα επηρεαστούν από τα σχόλια του τέως προέδρου που αμφισβητούν την πνευματική ικανότητα της Χάρις.
Παράλληλα και οι δύο προσπαθούν να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι αποτελεί ο καθένας τους τον αυθεντικό εκπρόσωπο της μεσαίας τάξης. Αυτό είναι το κύριο μήνυμά τους μέσω της διαφημιστικής καμπάνιας και των δύο πλευρών που επικεντρώνεται στις βιογραφίες τους με αιχμή τα επιτεύγματά τους ως παιδιών της μεσαίας τάξης. Εχει περάσει όμως πολύς καιρός από τότε που οι ψηφοφόροι έχουν εμπιστευτεί ηγέτες επειδή πείστηκαν ότι μάχονται πραγματικά γι’ αυτούς.
Οι οπαδοί της Χάρις αναφέρονται συχνά σε αυτό που είπε σε μια ομιλία της για την οικονομία στις 16 Αυγούστου: «Ο Ντόναλντ Τραμπ μάχεται για τους δισεκατομμυριούχους και τις μεγάλες εταιρείες. Θα αγωνιστώ για να δώσω πίσω χρήματα στους Αμερικανούς της εργατικής και της μεσαίας τάξης». Με αυτόν τον τρόπο μιλούσε στους ψηφοφόρους εκείνους που αντιμετωπίζουν το κόστος ζωής ως τη βασική τους ανησυχία. Ο τέως πρόεδρος, από την άλλη πλευρά, συνεχίζει με το πολύ γνωστό μήνυμα ότι «θα κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά» προσφέροντας ευημερία σε όλους, φτωχούς και πλούσιους.
Ωστόσο η μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών πολιτών συμφωνεί ότι η μεν επανεκλογή του Τραμπ θα ήταν καταστρεπτική για την παγκόσμια συνεργασία ιδιαίτερα με την Ευρώπη, αλλά η Χάρις χαρακτηρίζεται ο άγνωστος συντελεστής. Και για να επανέλθουμε στο αρχικό μας ερώτημα, αυτό που αποτελεί ίσως το πιο ενδιαφέρον είναι το πώς θα αλληλεπιδράσει η Αμερική με τον κόσμο την επόμενη ημέρα.
Τα ζητήματα που μπορεί να θέσει ο καθένας οφείλονται στην αβέβαιη πολιτική που τελικά θα ασκήσει ο καθένας και τις επιπτώσεις της. Με άλλα λόγια, οι δύο βασικοί συνυποψήφιοι έχουν αρκετά κοινούς στόχους, τους οποίους θα υλοποιήσουν με διαφορετικά εργαλεία πολιτικής. Για να πάρουμε ξανά ως παράδειγμα την οικονομία, κάποια από αυτά τα εργαλεία αφορούν τη δημοσιονομική τόνωση που ευνοεί τις αμερικανικές επιχειρήσεις και την εργατική τάξη. Αλλά στην πραγματικότητα υπάρχει ασάφεια στις κατευθυντήριες γραμμές –που ενισχύουν τη ζήτηση– στις οποίες οι επιχειρήσεις μπορούν να βασίζονται σε μακροπρόθεσμη βάση. Ενας επανεκλεγμένος Τραμπ άραγε θα άλλαζε την πορεία της πολιτικής των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας πυροδοτώντας τις χρηματοπιστωτικές αγορές σε μεγαλύτερα ύψη; Από την άλλη πλευρά, η Χάρις θα ακολουθούσε την ίδια προσέγγιση με την κυβέρνηση Μπάιντεν στην πράσινη τεχνολογία; Είναι ερωτήματα στα οποία δεν δόθηκαν απαντήσεις και οι απαντήσεις αυτές δεν αφορούν μόνο τους Αμερικανούς πολίτες, αλλά και ολόκληρο τον πλανήτη.
*Καθηγητής και ομ. πρόεδρος Levy Economics Institute, Bard College, πρ. υπουργός Οικονομίας
Μπορεί η γυναικεία ψήφος να κρίνει το αποτέλεσμα;
Η πρώτη εκλογική αναμέτρηση στις ΗΠΑ μετά την ιστορική, καταστροφική κατάργηση του νόμου «Ρόου εναντίον Γουέιντ» που κατοχύρωνε από το 1973 το δικαίωμα στην άμβλωση δίνει στις γυναίκες την ευκαιρία να δώσουν τη δική τους απάντηση, ιδίως απέναντι στον δηλωμένο και αποδεδειγμένα μισογύνη Ντόναλντ Τραμπ ● Μαζικά υπέρ της Χάρις προδιαγράφεται η γυναικεία ψήφος
«Είμαι πολύ φοβισμένη. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Είχα περισσότερα δικαιώματα όταν ήμουν νεότερη από αυτά που θα έχει η εγγονή μου στο μέλλον κι αυτό δεν είναι σωστό». Η Σουζάνα Ροντρίγκες είναι Αμερικανίδα, 65 ετών και ζει στο Τέξας. Στο ρεπορτάζ του BBC σχετικά με την ψήφο των γυναικών στις επικείμενες προεδρικές εκλογές δηλώνει ότι θα ψηφίσει την Κάμαλα Χάρις. Για τη Ροντρίγκες, όπως και για εκατομμύρια άλλες γυναίκες, η επιλογή είναι ξεκάθαρη. Οχι απαραίτητα για να βγάλουν την πρώτη γυναίκα πρόεδρο στις ΗΠΑ (η προηγούμενη απόπειρα με τη Χίλαρι Κλίντον το 2016 απέτυχε), αλλά γιατί η άλλη επιλογή μπορεί να σημαίνει πισωγύρισμα δεκαετιών.
Aπό τις «άτεκνες γατομάνες», τον υποτιμητικό χαρακτηρισμό που χρησιμοποίησε ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος αντιπρόεδρος Ντι Τζέι Βανς για να απαξιώσει την Κάμαλα Χάρις επειδή δεν έχει βιολογικά παιδιά, μέχρι τον Τραμπ που δηλώνει στις προεκλογικές του ομιλίες πως θα προστατεύσει τις γυναίκες «είτε το θέλουν είτε όχι», το δίδυμο των υποψηφίων και οι λοιποί τραμπικοί βλέπουν και αξιολογούν τις γυναίκες αποκλειστικά μέσα από τον παραδοσιακό ρόλο της συζύγου και μητέρας, είτε ως ανυπεράσπιστα πλάσματα που χρήζουν προστασίας. Και ο έλεγχος των γυναικών ξεκινά από τον έλεγχο πάνω στο σώμα τους.
Σχεδόν δυόμισι χρόνια από τότε που ένα άκρως συντηρητικό Ανώτατο Δικαστήριο, με μια σύνθεση την οποία όρισε και καθόρισε ο Τραμπ διορίζοντας τρεις δικαστές κατά τη θητεία του, ξήλωνε τον εμβληματικό νόμο Ρόου εναντίον Γουέιντ του 1973 που κατοχύρωνε σε ομοσπονδιακό επίπεδο το δικαίωμα στην άμβλωση, τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το χειρότερο για εκατομμύρια Αμερικανίδες. Σε 13 Πολιτείες η άμβλωση απαγορεύεται πλήρως, ακόμα και σε περιπτώσεις βιασμού ή αιμομιξίας, ενώ κάποιες εξαιρέσεις μπορεί να γίνουν μόνο αν κινδυνεύει η ζωή της γυναίκας ή αν το έμβρυο δεν είναι βιώσιμο. Σε 4 επιτρέπεται μόνο μέχρι την έκτη εβδομάδα της κύησης, όταν πολλές γυναίκες ακόμα δεν γνωρίζουν ότι είναι έγκυες, σε 2 μέχρι την 12η εβδομάδα, σε άλλες δύο ώς τη 18η, ενώ στις υπόλοιπες δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός.
Πολλές γυναίκες αναγκάζονται να ταξιδέψουν σε άλλη Πολιτεία προκειμένου να κάνουν άμβλωση και αν δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα, αν είναι ανήλικες ή δεν μπορούν για οποιοδήποτε λόγο, είναι καταδικασμένες είτε να γεννήσουν ένα παιδί που δεν επιθυμούν, είτε -σε κάποιες ακραίες περιπτώσεις- να πεθάνουν. Εχει τεράστιο ενδιαφέρον λοιπόν αυτή η πρώτη προεδρική εκλογική αναμέτρηση μετά την κατάργηση του Ρόου εναντίον Γουέιντ και ενώ ο Τραμπ έχει δηλώσει πως δεν θα ήταν υπέρ μιας καθολικής απαγόρευσης των αμβλώσεων αν επανεκλεγεί, χωρίς ωστόσο να την αποκλείει κατηγορηματικά. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν εδώ και καιρό ένα εκλογικό σώμα διχασμένο όχι μόνο μεταξύ των δύο μονομάχων, αλλά και με γνώμονα το φύλο. Οι γυναίκες πλειοψηφικά υπέρ της Χάρις, οι άντρες υπέρ του Τραμπ.
Σφυγμομέτρηση του Πανεπιστημίου Quinnipiac καθ' όλη τη διάρκεια του Οκτωβρίου σε πέντε αμφίρροπες Πολιτείες δείχνει σημαντικό προβάδισμα της Χάρις έναντι του Τραμπ μεταξύ των γυναικών ψηφοφόρων, το οποίο στο Ουισκόνσιν και στο Μίσιγκαν φτάνει στις 18 και 20 μονάδες αντίστοιχα. Tα πράγματα είναι λιγότερο ξεκάθαρα σε ό,τι αφορά ειδικά το εκλογικό σώμα των λευκών γυναικών. Στις προεδρικές του 2016 είχαν στηρίξει τον Τραμπ σε ποσοστό 47% έναντι 45% για τη Χίλαρι Κλίντον. Το 2020 το προβάδισμα του Τραμπ μεταξύ των λευκών γυναικών αυξήθηκε κι άλλο φτάνοντας το 53%, σε αντιδιαστολή με το 95% των μαύρων και το 61% των ισπανόφωνων που ψήφισαν Μπάιντεν σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Pew. «Το μεγάλο στοίχημα για τους Δημοκρατικούς φέτος είναι να κερδίσουν την ψήφο των λευκών γυναικών» επισήμαιναν οι New York Times σε πρόσφατο ρεπορτάζ τους.
Ενα ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο στη φετινή εξαιρετικά αμφίρροπη εκλογική διαδικασία, όπου όλα μοιάζουν ανοιχτά, είναι η αυξημένη γυναικεία παρουσία στην πρώιμη ψηφοφορία. Σύμφωνα με έρευνα του Politico και του Πανεπιστημίου της Φλόριντα, το ποσοστό των γυναικών που είχαν ήδη αποθέσει την ψήφο τους ώς τα τέλη Οκτωβρίου ήταν κατά 10% υψηλότερο σε σχέση με των αντρών. Κάτι που έχει θορυβήσει το ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο. «Αν θέλετε μια εικόνα από το μέλλον σε περίπτωση που δεν ψηφίσετε, φανταστείτε την κακαριστή φωνή της Κάμαλα για πάντα. Αντρες, πρέπει να ΠΑΤΕ ΝΑ ΨΗΦΙΣΕΤΕ ΤΩΡΑ!» έγραψε πριν από λίγες μέρες στο Χ (πρώην Twitter) ο Τσάρλι Κερκ, Ρεπουμπλικανός ακτιβιστής και ιδρυτής της φιλοτραμπικής ομάδας Turning Point USA.
«Η γυναικεία ψήφος θα είναι καθοριστική σε αυτές τις εκλογές» δήλωσε πρόσφατα η Κάθριν Τέιτ, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Μπράουν, σε πάνελ συζήτησης σχετικά με το τι θα πρέπει να περιμένουμε την ημέρα των εκλογών. Κατέληξε λέγοντας πως «αν νικήσει η Χάρις, θα οφείλεται στο ότι την ψήφισαν οι γυναίκες».
Το δικαίωμα των Αμερικανών στην άμβλωση και το δικαίωμα των Παλαιστινίων στη ζωή
Της Δέσποινας Λαλάκη*
«Στην 248χρονη ιστορία του έθνους μας, δεν υπήρξε ποτέ άτομο που να αποτελεί μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία μας από τον Ντόναλντ Τραμπ», είπε ο Ντικ Τσένι σε δήλωσή του στηρίζοντας την υποψηφιότητα της Κάμαλα Χάρις δύο μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου. Ο Τσένι, 46ος αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο οποίος μαζί με τον Ρεπουμπλικανό Τζορτζ Μπους τον νεότερο έκλεψαν τις εκλογές από τον Αλ Γκορ, υποψήφιο των Δημοκρατικών το 2000, βασικός ενορχηστρωτής του πολέμου ενάντια στο Ιράκ και του λεγόμενου πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία που οδήγησε στον θάνατο πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους και σε μόνιμο ή προσωρινό εκτοπισμό πάνω από τριάντα εκατομμύρια, αλλά απέφερε και πάνω από οκτώ τρισεκατομμύρια στην αμερικανική πολεμική βιομηχανία, εμφανίζεται πλέον στο πλάι των Δημοκρατικών ως υπερασπιστής του Συντάγματος και της αμερικανικής δημοκρατίας ενάντια στην επερχόμενη δικτατορία του Ντόναλντ Τραμπ.
Η ρητορική για την επικείμενη κατάλυση του πολιτεύματος και την επικράτηση του φασισμού γίνεται μεν ολοένα εντονότερη καθώς πλησιάζει η μέρα των εκλογών, ωστόσο δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Ηδη από την προηγούμενη δεκαετία οι φιλελεύθερες ελίτ -χωρίς καμία προσπάθεια αυτοκριτικής- επικαλούνται τον φασιστικό κίνδυνο και εν μέσω μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης οι Δημοκρατικοί παρουσιάζονται ως εγγυητές της σταθερότητας και των δικαιωμάτων που υποτίθεται ότι διασφαλίζει το πολίτευμα.
Ο Τραμπ από την άλλη μιλάει για τον «εσωτερικό εχθρό» αναφερόμενος στην Αριστερά, την οποία υπόσχεται να αντιμετωπίσει ακόμα και με τη βοήθεια του στρατού. Τα σημάδια ωστόσο του δημοκρατικού ελλείμματος είναι παντού, με πιο πρόσφατα αυτά που άφησε η καταστολή στα πανεπιστήμια και στους δρόμους των μεγαλουπόλεων της χώρας ενάντια στο κίνημα διαμαρτυρίας για τη συνεχιζόμενη γενοκτονία στη Γάζα.
Ο Τραμπ αποτελεί το σύμπτωμα μια γενικευμένης και βαθιάς δυσαρέσκειας των εργατικών τάξεων, που βρίσκει καταφύγιο στη μακρά παράδοση της λευκής υπεροχής και της πατριαρχίας. Είναι το δημιούργημα του χρηματοοικονομικού μιλιταριστικού νεοφιλελευθερισμού που τόσο οι Ρεπουμπλικανοί όσο και οι Δημοκρατικοί υπηρετούν επί δεκαετίες, ενώ η πιο πρόσφατη συσπείρωση του ρεπουμπλικανικού κατεστημένου με τους Δημοκρατικούς έχει ως στόχο τη διασφάλιση της αμερικανικής ηγεμονίας με τους όρους που αυτή επιτεύχθηκε τον προηγούμενο αιώνα.
Είναι γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο που οι απειλές του Τραμπ προς τη ΝΑΤΟϊκή συμμαχία ή όποια δείγματα απομονωτισμού προκαλούν ανησυχία. Τη στιγμή ωστόσο που το Πεντάγωνο απορροφά περισσότερο από το μισό του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, οι δύο υποψήφιοι διαγκωνίζονται για το πώς θα διανέμουν ό,τι απομένει, στοχοποιώντας στο μεταξύ τις πλέον ευάλωτες ομάδες, όπως τους μετανάστες ή τις γυναίκες, είτε ως οικονομικό βάρος τους μεν, είτε ως ηθική πρόκληση για την αναπαραγωγή του έθνους τις δε.
Η προάσπιση του συνταγματικού δικαιώματος στην άμβλωση κινητοποιεί τους φιλελεύθερους ψηφοφόρους των Δημοκρατικών αλλά και μεγάλο μέρος των Ρεπουμπλικανών. Τόσο η Μισέλ Ομπάμα όσο και η Λιζ Τσένι, Ρεπουμπλικανή πολιτικός από το Ουαϊόμινγκ και κόρη του Ντικ Τσένι, προβάλλουν το θέμα ως κεντρικό στην ατζέντα της Κάμαλα Χάρις και προασπίζονται με πάθος το δικαίωμα των Αμερικανίδων στην αυτοδιάθεση του σώματός τους. Ακόμα και ο ίδιος ο Τραμπ εμφανίστηκε να υπαναχωρεί στο ζήτημα.
Αν ωστόσο οι θέσεις των δύο υποψηφίων σε ό,τι αφορά τα αναπαραγωγικά δικαιώματα των Αμερικανών φαίνεται έστω και στην εκπνοή του χρόνου να συγκλίνουν, οι θέσεις τους απέναντι στη γενοκτονία των Παλαιστινίων ή στο «δικαίωμα των Ισραηλινών για αυτοάμυνα», όπως το θέτουν, ταυτίζονται απόλυτα και είναι από την αρχή σαφείς και αμετακίνητες. Τα σώματα και οι ζωές των Παλαιστινίων έχουν λίγη αξία και τα ανθρώπινα δικαιώματα που με πάθος υπερασπίζονται οι φιλελεύθεροι ως καθολικά σταματάνε στα σύνορα της Γάζας, της Δυτικής Οχθης, του Λιβάνου, της Συρίας, του Ιράν και όπου αλλού συναντιούνται τα συμφέροντα της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας με τις ισραηλινές βιβλικές ονειρώξεις.
*Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο City University of New York-CUNY
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας