Είναι τόσο προσωπικός που μετατρέπεται σε πανανθρώπινος. Η πηγή του, το βίωμα, το τραύμα, η απώλεια γίνεται χείμαρρος ποιητικών εικόνων και τρυφερών χειρονομιών. Αυτό είναι και το σκηνικό του ιδίωμα. Μια σειρά από, χορογραφημένες λες, ποιητικές εικόνες, καλοί αγωγοί του συναισθήματος. Στο τέταρτο έργο που μας παραδίδει και μάλιστα σε μια μεγάλη σκηνή όπως αυτή της Στέγης, συναντούμε τον γνώριμο κώδικά του, τις προσωπικές μνήμες που μετουσιώνονται σε μια τελετουργία κάθαρσης: από την εγκυμονούσα γυναίκα, τη μητέρα με το βρέφος μέχρι την αντιστροφή των ρόλων, όταν πια την ανήμπορη μητέρα έχει αγκαλιά ο γιος και τη μεταφέρει στο ίδιο κρεβάτι που του έδωσε ζωή για να την περιποιηθεί και να τη συνδράμει στην αδυναμία της. Και μέσα σε αυτό το διάστημα, που είναι η πορεία μιας ολόκληρης ζωής, χωράνε χιλιάδες αισθήματα, στιγμιότυπα και φάσεις από τη ζωή ενός ανθρώπου που ο 26χρονος Μάριο Μπανούσι ξέρει καλά να εικονο-χορο-γραφεί παραδίδοντάς μας απτή την ποίηση. Αλλοτε με χιούμορ, άλλοτε γλυκά κι άλλοτε πικρά, συμπυκνώνοντας την πορεία της ζωής μέσα από μικρές χειρονομίες με μεγάλο συμβολισμό. Η ρευστότητα των κινήσεων, από μια αγκαλιά μέχρι το ξεφλούδισμα ενός πορτοκαλιού που το μοιράζεσαι, το καθαρτήριο νερό που γίνεται παιχνίδι όταν η γυναίκα το εκσφενδονίζει ψηλά στον αέρα σαν άλλη φάλαινα φυσητήρας, το ποδήλατο κάτω από τον στύλο με το φως της δημοσιάς μπροστά από το σπίτι. Το σπίτι που ανασηκώνεται για να αποκαλύψει το λιτό εσωτερικό του, σε μια κίνηση εξωτερίκευσης που το κάνουν κοινό τόπο. Με το ίδιο το κοινό που παρακολουθεί.
Το «Μami», η νέα του δουλειά σε παραγωγή της Στέγης, είναι ακόμα μια ωδή στη γυναίκα, στην τροφό, σε αυτή που σε μεγαλώνει και αναπόφευκτα μεγαλώνει και η ίδια, φόρος τιμής στη γιαγιά του που τον μεγάλωσε μέχρι την ηλικία του Δημοτικού οπότε και τον ανέλαβε η μετανάστρια μητέρα του οδηγώντας τον στη νέα του πατρίδα. «Οταν ήμουν περίπου ενός έτους, η μητέρα μου αναγκάστηκε να με αφήσει στη γιαγιά μου, στην Αλβανία, και να φύγει. Μέχρι τα δεκατρία μου, “μάμι” φώναζα τη γιαγιά μου. Οταν πια η μητέρα μου με πήρε μαζί της στην Αθήνα, μεγάλωσα στο διαμέρισμα πάνω από τον φούρνο όπου εργαζόταν, με τη μυρωδιά του φρεσκοψημένου ψωμιού. Μεγάλωσα με πολλές γυναίκες. Μεγάλωσα με νέες και ηλικιωμένες γυναίκες. Μεγάλωσα με περισσότερες από μία μητέρες. Αυτή η παράσταση είναι για εκείνες: μια ευχή, μια προσευχή στο βάρος που κουβαλάει η λέξη “μαμά” τόσο για εκείνη που το ακούει όσο και για εκείνον που το λέει. Ποιος φροντίζει ποιον – δεν κατάλαβα ποτέ αυτήν την περίπλοκη σχέση. Κι ούτε θα την καταλάβω. Αλλά προσπαθώ να την ξετυλίξω σαν έναν ομφάλιο λώρο, σαν το σπλάχνο που συνδέει τη ζωή με τις ρίζες της», εξηγεί ο ίδιος.
Και είναι με αυτό το έργο που ο Μάριο κάνει ένα μεγάλο βήμα προς τα έξω: προς τον κόσμο. Εξω από το δωμάτιο το εσωτερικό του οποίου μοιράστηκε μαζί μας στις προηγούμενες δουλειές του για να δημιουργήσει σε αυτό τους κόσμους που συνθέτουν μια ζωή. Από τη «Ραγάδα», το πρώτο του έργο ως φοιτητή, αφιερωμένο στη μαία μητέρα του. Ακολούθησε η παράσταση «Goodbye Lindita» που τον εκτόξευσε ως δημιουργό, αφιερωμένη στην απώλεια της μητριάς του, δεύτερης γυναίκας του πατέρα του, που έφερε στη σκηνή τα τελετουργικά πριν από την ταφή ζωντανεύοντας συνάμα τους σταθμούς μιας ολόκληρης ζωής προτού πάρει τη θέση της για πάντα στη μνήμη. Και μετά στην «Τaverna Miresia - Mario Bella, Anastasia» το έργο αποχαιρετισμού του εκλιπόντος πατέρα, με τις μνήμες να γυρίζουν γύρω από την ταβέρνα που διατηρούσε, με το όνομα από τις δύο αδελφές του και το δικό του στην ταμπέλα που φώτιζε τη σκηνή, με πυξίδα πάντα τις αναμνήσεις, τη φροντίδα που σημαίνει ένα πιάτο με φαγητό, το οικογενειακό τραπέζι με τις άδειες καρέκλες. «Miresia» στα αλβανικά σημαίνει καλοσύνη. Και ίσως εδώ να βρίσκεται το κλειδί κατανόησης του δημιουργού που αναμετράται με τα αισθήματα της απώλειας, τη σκληρότητά τους αλλά και την ησυχία της ζωής που συνεχίζεται ακολουθώντας τον δρόμο της. Μέσα από θραύσματα αναμνήσεων, τρυφερές χειρονομίες, βλέμματα και φευγαλέες εικόνες, με εμφανή την αγάπη του για τους κορυφαίους Ελληνες χορογράφους – διόλου τυχαία δεν θεωρούμε τη συμμετοχή της κορυφαίας χορογράφου Αγγελικής Στελλάτου σε πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο.
Ο δημιουργός τα έργα του οποίου ήδη έχουν πραγματοποιήσει μια διεθνή καριέρα φαίνεται να έχει σμιλευτεί στις δυσκολίες και να έχει αναπτύξει την ανθεκτικότητα που του επιτρέπει να τις αντιπαρέρχεται ώστε να τολμά να μοιράζεται τα μύχια, ακόμη και τις σκοτεινές τους πτυχές, με μια ήσυχη ευαισθησία και μια βαθιά ταπεινότητα, φωτίζοντάς τα με τον προβολέα της ποίησης.
♦ Πληροφορίες: ΜΑΜΙ, σε σύλληψη & σκηνοθεσία: Mario Banushi | Στέγη Ιδρύματος Ωνάση (Συγγρού 107) | Ερμηνεύουν: Παναγιώτα Γιαγλή, Βασιλική Δρίβα, Δημήτρης Λαγός, Αγγελική Στελλάτου, Ευτυχία Στεφάνου / Ηλια Κουκουζέλη και Φώτης Στρατηγός | Σκηνογραφία & Ενδυματολογία: Σωτήρης Μελανός | Μουσική σύνθεση & Sound Design: Jeph Vanger |. Σχεδιασμός φωτισμών & Συνεργάτης στη δραματουργία: Στέφανος Δρουσιώτης | Εως 23 Μαρτίου | Εισιτήρια 10-28€ | Προπώληση https://tickets.onassis.org, 219 2191000 (Δευτέρα-Κυριακή 10.00- 21.00) | Κατάλληλη για άτομα άνω των 16 ετών.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας