Καθυστερημένα δυστυχώς -αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ- παρακολούθησα στο ΠΛΥΦΑ την πολυσυζητημένη παράσταση του Χρήστου Θεοδωρίδη και της «Ορχήστρας των Μικρών Πραγμάτων» πάνω στο έργο του Βιριπάγεφ με τον επιτηδευμένα αντιθεατρικό τίτλο «Το συνέδριο για το Ιράν». Ενας και εγώ ανάμεσα σε πολλούς που έτρεξαν για να δουν από κοντά το πώς το αληθινό θέατρο, σε μία μάλιστα από τις πιο ευτυχείς στιγμές του τα τελευταία χρόνια, προχωρά από τον Ρώσο συγγραφέα και τον ελληνικό δυναμικό θίασο μπροστά επιστρέφοντας τελικά στις ρίζες του.
Το «Συνέδριο» είναι ούτε λίγο ούτε πολύ η μεταφορά στη σκηνή μιας συνθήκης αρκετά συχνής όσο και συχνά αόρατης. Πρόκειται για μία από τις πολλές εκείνες τις μάλλον άχαρες συναντήσεις που διοργανώνονται στα κέντρα του πρώτου κόσμου για ζητήματα που αφορούν τον τρίτο... Συναντήσεις με τις τοποθετήσεις της επάλληλης κενότητας, με τα στρογγυλεμένα λόγια της χορτάτης ευαισθησίας, με στατιστικά ερευνητών και τους ασφαλώς γενναιόδωρους μπουφέδες στο τέλος σαν συμπέρασμα των όλων εργασιών... Σε μια τέτοια συνθήκη βασίζεται το έργο του Βιριπάγεφ για να δοξάσει εν πρώτοις σκηνικά τη μετωπική ακινησία και τη στατική ευλυγισία αυτών των συμποσίων. Και για να θυμίσει επιτέλους δραματουργικά ότι το θέατρο αναδύεται όχι από την όψη των πραγμάτων, αλλά από το βάθος και στη ρωγμή τους. Αν θέλετε, το έργο του Βιριπάγεφ δεν προεκτείνει δραματουργικά παρά τις περίφημες εκείνες «Βλαβερές συνέπειες του καπνού», όπου και εκεί μια καθώς πρέπει διάλεξη προκαλεί ρήγμα στον φλοιό του ομιλητή για να βγει στο φως το σκοτεινό του υπόγειο.
Βρισκόμαστε λοιπόν στην Κοπεγχάγη, στο κέντρο του πιο επιτυχημένου παραδείγματος του δυτικού κόσμου: όλοι εδώ, ο παρουσιαστής της συνάντησης, οι εννέα ομιλητές, μα και οι θεατές (εμείς δηλαδή) είναι χορτάτοι και γυμνασμένοι, αλλά και προικισμένοι με όλα τα προνόμια του Διαφωτισμού. Είναι μαζί λογικοί, νουνεχείς και διαλλακτικά ανοιχτοί στις γραμμές των οριζόντων. Με μια έννοια δεν είναι καν «υποκριτές», αν δεχτούμε ότι η ευαισθησία τους πηγάζει από το ειλικρινές ενδιαφέρον μα και σχετική έστω γνώση τους για το τι συμβαίνει σε έναν τόπο του ίδιου πλανήτη όπως είναι το Ιράν. Ισως αυτό που τους κάνει τόσο «καθαρούς» είναι πως πάνω τους τίποτα το βρόμικο δεν υπάρχει, καμιά ανάγκη ή έστω αγωνία δεν επικάθεται στη στιλπνή ευρωπαϊκή όψη τους. Αυτοί οι κύριοι και κυρίες θα μας μιλήσουν λοιπόν για το Ιράν.
Κι από αυτούς θα ξεκινήσει το θέατρο που μας αφορά όλους. Χωρίς την παραμικρή εξωτερική δράση, παρά μόνο με την τοποθέτηση καθενός/καθεμίας από αυτούς στο θέμα θα αρχίσει ο στροβιλισμός -εγκεφαλικός μα και ψυχικός- ανάμεσα στις αντικρουόμενες απόψεις για το «ιρανικό ζήτημα». Ξεκινά ο πρώτος λοιπόν. Που μας καλεί να συναισθανθούμε την ψυχοτροπία του ιρανικού λαού πριν προχωρήσουμε σε κρίσεις εναντίον του... Μα είναι αυτός τρόπος, θα σκεφτούμε, για να επικαλύψεις τις αμαρτίες του καθεστώτος; Η επόμενη ομιλήτρια θα μας θυμίσει την αληθινή κοινωνική κατάσταση στο Ιράν –με κέντρο πάντα τη θέση της γυναίκας και την ελευθερία του λόγου. Μα να που η μεθεπόμενη ομιλήτρια θα φέρει στη συζήτηση τη δική της εμπειρία από την επαφή με λαούς που μπορεί να ήταν «φτωχοί» κατ’ όνομα, διέθεταν όμως -ή θύμιζαν- τη βασιλική οδό προς την αληθινή ευτυχία. Σαχλαμάρες! Κάτι τέτοιο δεν είναι η βολική μεταφορά στο σήμερα του παλιού «ευγενούς άγριου» που μας βοηθά να κρύψουμε τις ενοχές μας; Ενας ιερέας μετά πετά την μπάλα στην εξέδρα –ή μάλλον μας ζητάει να επιστρέψουμε στις λέξεις το χαμένο νόημά τους.
Η συζήτηση αρχίζει να γίνεται πλέον αληθινά ακατάληπτη στα λόγια του επόμενου ομιλητή, ενός διάσημου συνθέτη. Μα καθώς μιλάει σαν να αχνοφέγγεται πια στο βάθος η πραγματική διάσταση του προβλήματος. Ωστε νιώθουμε αρκετά ώριμοι, φτασμένοι, υγιείς, πολιτισμένοι και πλούσιοι για να νοιαστούμε για τα προβλήματα των άλλων. Μα γνωρίζουμε πρώτα από όλα ποιοι είμαστε εμείς; Φορτωμένοι με τις ενοχές μιας Ευρώπης για ένα πρόβλημα στο οποίο καθώς φαίνεται βρίσκεται η ίδια στην αρχή και στο τέλος του, επιφορτισμένοι με ένα χρέος που μας καλεί να επέμβουμε αλλά με δεμένα χέρια, γεμάτοι με καλές προθέσεις αλλά αποδεδειγμένα καταστροφικοί στα αποτελέσματα, με όλη τη διάθεση για πρωτοβουλία και δράση, αλλά και με νοσηρές μύχιες σκέψεις για αυτούς τους Αλλους –με δυο λόγια αφάνταστα μπερδεμένοι στο τι λέμε, τι κάνουμε, πώς προχωρούμε και πώς αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας μέσα από τον Αλλο ή τον Αλλο μέσα μας, η «Κοπεγχάγη» μας στέκει ακίνητη, ιδανική και ανάξια, πλούσια και άδεια, πλήρης νοήματος και κενή σημασίας. Είναι να μην προβάλλουμε με τον νου κάποιον άλλον Δανό να διαβαίνει το ίδιο κατώφλι με αυτούς τους ομιλητές μας σκορπώντας όμοια με αυτούς «λόγια, λόγια, λόγια»;
Θα έχετε ήδη καταλάβει ότι σε αυτό το θέατρο, που ακινητεί και μιλάει για να ακούσει τα λόγια του, βρίσκονται τα πάντα όλα. Εδώ είναι η μεγάλη αντίφαση και ο φόβος του κενού, εδώ το κράτημα και εδώ η μοιρασιά. Εδώ το πώς το ατομικό μπαίνει στο συλλογικό και πώς η αλήθεια σκορπίζεται σε κομμάτια πού δεν βρίσκουν το κέντρο ή το εξωτερικό τους πλαίσιο. Για περίπου τρεις ώρες απέναντι σε αυτόν τον ίλιγγο δεν παίρνουμε ανάσα, ακουμπώντας πότε στον έναν και πότε στον άλλον ομιλητή-φορέα του δικού του κομματιού αλήθειας. Κάποτε θυμώνουμε με τον έναν, κάποτε συμφωνούμε με τον άλλον. Μα νιώθουμε στο τέλος όμοια με εκείνους, εξαντλημένοι και άνυδροι. Είναι φανερό. Χρειάζεται να ξεμουδιάσουμε.
Γι’ αυτό στο τέλος η «ακινησία» μας (συμβολική και κυριολεκτική) λύνεται με τον τρόπο που ξέρει το σώμα. Με την ενέργεια και τη συμμετοχή στον ρυθμό της ομάδας (ή του κόσμου). Στο τέλος της παράστασης οι ομιλητές παρασύρονται σε μια δίνη χορού ή μάλλον μετάδοσης ενός νοήματος που δεν βρίσκουμε στη γλώσσα και τις ιστορίες (η χορογραφία είναι της Ξένιας Θεμελή). Χορεύουν λοιπόν τρελά, κατά μόνας ή συντονισμένα, όπως ίσως θα χόρευαν στο κέντρο του κόσμου, κάπου στην κοντινή Κοπεγχάγη ή την μακρινή Τεχεράνη –αν ήταν βεβαίως ελεύθεροι. Είναι ο άλλος δρόμος, ο λησμονημένος, που ενώνει το τέρμα της Δανιμαρκίας με την αρχή του Ιράν.
Δεν θυμάμαι να έχω δει μέχρι σήμερα παραγωγή αυτής της ομάδας που να μη με έχει εκπλήξει. Νομίζω πως το μυστικό της «Ορχήστρας» βρίσκεται στο ότι κάθε παράστασή της βασίζεται στην ειλικρινή εμπλοκή των μελών της, στην ισότιμη συμμετοχή στη σκηνική δραματουργία (Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου και Χρήστος Θεοδωρίδης εδώ), στην ώριμη μα και ανιδιοτελή ανάπτυξη κάθε ηθοποιού στον ρόλο-θέση του. Δύσκολα μπορεί κανείς να εννοήσει τη μέση κατάσταση που αναπτύσσουν ως ερμηνευτές ανάμεσα στο τι παρουσιάζουν (κάθε βράδυ μάλιστα) ενώπιον του κοινού και στο τι πρεσβεύουν πιθανόν οι ίδιοι. Μα δεν είναι μόνο αυτό: και για τους ίδιους το έργο και ο εκάστοτε ρόλος δίνουν αφορμή για να ανακαλύψουν πρώτοι από όλους αυτοί πλευρές του εαυτού που βρίσκονται εν υπνώσει ή αυτολογοκρίνονται. Αν αυτό αληθεύει, είναι και το μυστικό που δίνει στην παρουσία τους τη φύση της: πριν από εμάς έχουν πρώτοι νιώσει την αίσθηση του ιλίγγου. Ετσι για τα μέλη της ομάδας ο χορός στο τέλος σημαίνει την εκτόνωση από τη θέαση ενός βάραθρου που ανοίγεται εμπρός σε όλους: Ελευθερία Αγγελίτσα, Χρυσή Μπαχτσεβάνη, Νίκη Χρυσοφάκη, Πάρης Αλεξανδρόπουλος, Γιώργος Κισσανδράκης, Αρης Λάσκος, Δημήτρης Μανδρινός, Μάριος Μάνθος, Μιχάλης Πητίδης και Βασίλης Τρυφουλτσάνης.
Η παράσταση λόγω επιτυχίας θα συνεχιστεί, όπως έμαθα, στο θέατρο «Πορεία». Απολύτως ανάμεσα στις προτεραιότητές μας.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας