ΜΕΝΟΥ
Παρασκευή, 14 Φεβρουαρίου, 2025
parastasi-xiotis
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
«Manolis/Καρδιά σε τέσσερις χορδές» - Θέατρο Μονής Λαζαριστών

Ο Χιώτης αναζητεί δικαίωση από το καθαρτήριο της τέχνης

Η δραματουργική συνθήκη του νέου έργου των Ιόλης Ανδρεάδη και Αρη Ασπρούλη, σε σκηνοθεσία της πρώτης, κατορθώνει να υπερβεί το κοινό τη μαγεία του μύθου που περιτυλίγει το έργο του Χιώτη και να συναντηθεί με τη μουσική ιδιοφυΐα που βρίσκεται στον πυρήνα του.

Η τάση που έχει εμφανιστεί τελευταίως σε ελληνικό θέατρο και σινεμά για βιογραφική αναπαράσταση θρύλων του λαϊκού πενταγράμμου θα βρει βέβαια κάποια στιγμή στο μέλλον την πειστική ερμηνεία της. Προφανώς υπάρχει μέσα μας η αίσθηση του κενού που δημιουργεί η σταδιακή αποχώρηση των μεγάλων δημιουργών. Αλλά η αίσθηση αυτή συνοδεύεται σήμερα από τη μάλλον στερεότυπη διαπίστωση πως η πραγματικότητα δεν μπορεί να φτάσει τη φτωχική αλλά «λαμπρή» εκείνη εποχή, στην οποία οι καλλιτέχνες πρώτα έφτιαχναν τραγούδια «με την ψυχή τους» και ο λαός αμέσως μετά τα έβαζε στο στόμα και την καρδιά του.

Μα η αλήθεια είναι πως εκείνο που αληθινά λείπει σήμερα είναι η σύνδεσή μας με μια στέρεα συλλογική μυθολογία, που τη βλέπουμε ολοένα να στερεύει σε πρόσωπα και έργα. Την αναζητούμε λοιπόν στο παρελθόν, εκεί που η απόσταση μας επιτρέπει να βλέπουμε τα πρόσωπα απαλλαγμένα από τα βαρίδια της πραγματικότητας, πλασμένα σε ιδανικές φιγούρες που παρηγορούν τη σκορπισμένη καρδιά και τη χαμένη νιότη μας.

Αυτή η απόσταση επιτρέπει εξάλλου και το εξής. Να επιτευχθεί μια εκ των υστέρων συμφιλίωση των παλαιών δημιουργών του λαϊκού πενταγράμμου με μια τάξη που πιθανόν στις μέρες τους απείχε με εκείνους όσο απέχει σήμερα το μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς από το δίπλα του διασκεδαστήριο του Αργυρού. Ισως αυτό είναι το πρώτο που οδηγεί τους, σεσημασμένους πια στο υβριδικό είδος της ανθρωπολογικής βιογραφίας προσωπικοτήτων του παρελθόντος, Ιόλη Ανδρεάδη και Αρη Ασπρούλη να στραφούν προς τον Μανώλη Χιώτη για να εντοπίσουν όχι τόσο τη μορφή ή τον βίο του, μα τη βάση της σύντομης και πυκνής δημιουργικής του πορείας. Η γραφή τους ως συνήθως αφορά ένα πρόσωπο που αχνοφέγγει στο μεταξύ έρευνας και μαρτυρίας, στο κενό αλήθειας και μύθου, στο μεταίχμιο βουής και σιωπής.

Μα δεν αρκεί μόνο αυτό για να απαντηθεί το ερώτημα τι τους ώθησε να ασχοληθούν με έναν καλλιτέχνη όπως τον Χιώτη, που με όλες τις διαχρονικές επιτυχίες και με την κοινά αναγνωρισμένη δεξιοτεχνία του στο μπουζούκι δεν βρέθηκε ανάμεσα στους «μεγάλους λαϊκούς του ελληνικού τραγουδιού», καθώς η δημιουργία του συνδέθηκε κυρίως με την άνοδο του αρχοντορεμπέτικου και την «είσοδο του μπουζουκιού στα σαλόνια», κάτι που τον απομάκρυνε από την εν γένει αριστερόστροφη ρεμπετομανία της Μεταπολίτευσης.

Και εδώ η απάντηση ανήκει νομίζω στη νέα γενιά που ζητάει να αποτινάξει κάθε ιδεολογική ενοχή απέναντι σε ό,τι βρίσκει αυθεντικό και ενδιαφέρον, ώστε να ανακαλύψει μόνη της την πηγή μιας ιθαγένειας (διάχυτης άλλωστε και στον Χιώτη) που δεν εντοπίζεται σε ό,τι καθαρό ή αμιγές αλλά σε ό,τι διαχέεται μέσα μας σαν βάλσαμο και σαν χαρμολύπη.

Γι’ αυτό το «Manolis» στη Μονή Λαζαριστών του ΚΘΒΕ δεν ανήκει στις καθιερωμένες πια μουσικές βραδιές που συνήθως συγκολλούν τα παλιά καλά τραγούδια με κάποια στοιχεία από τη βιογραφία του θρυλικού δημιουργού.

Είναι περισσότερο μια κατάδυση στην προσωπικότητα ενός δημιουργού που οδηγεί στη ζωή αλλά και στην τέχνη του. Τέσσερεις χορδές πάλλονται στο εσωτερικό αυτής της ζωής και οι δύο συγγραφείς τις εντοπίζουν σε τέσσερα πρόσωπα που έφτασαν μέχρι την καρδιά του Χιώτη: τους δύο γονείς του και τις δύο πρώτες συζύγους του (από την πρώτη μάλιστα, τη γνωστή και ως στιχουργό Ζώη Νάχη, ο Χιώτης απέκτησε τα δύο παιδιά του).

Αυτός είναι ο λόγος εξάλλου που η παράσταση δεν ακολουθεί μια γραμμική πορεία στη ζωή του Χιώτη, αλλά ούτε και επιχειρεί την εξαντλητική μεταφορά του βίου του. Κάθε ένα από τα γεγονότα παρουσιάζονται στην αχλή ενός ονείρου, στο οποίο ζωή και τέχνη αποτελούν ένα και το αυτό, ανταλλάσσουν ύλη και πνεύμα μέχρι να βρουν έξοδο προς τη λαϊκή έκφραση του τραγουδιού.

Ο δημιουργός βέβαια είναι πάντα στο κέντρο –και αυτό γενικά κάνουν οι Ανδρεάδη και Ασπρούλης κάθε φορά που καταπιάνονται με ανάλογες ιστορικές προσωπικότητες. Αυτό εξηγεί πέραν των άλλων και την εκ μέρους τους μεταφορά στο περιθώριο του πολιτικού και ιστορικού πλαισίου της ζωής του δημιουργού, καταλήγοντας έτσι σε μια μάλλον υποκειμενική αφήγηση που διαπερνά εποχές από τον μεσοπόλεμο μέχρι τη δικτατορία χωρίς να επηρεάζεται άμεσα από αυτές. Αντίθετα, οι δικοί τους άνθρωποι κινούνται στο πεδίο ενός προσωπικού δαίμονα. Ο Χιώτης του μύθου εκκινεί από την τραυματική μνήμη του πατέρα (ο Διαμαντής Χιώτης δεν ήταν βέβαια αυτός που πλάθει ο γιος στο μυαλό του, αλλά εκείνος που μετέφερε στο έργο του), επηρεάζεται από την επίδραση της μητέρας του και ολοκληρώνεται με τη διάπλασή του από τη γυναικεία σμίλη στην πορεία του.

Η σκηνοθεσία της Ιόλης Ανδρεάδη είναι ένα ταξίδι στην πλώρη του μουσικού πάλκου που καθορίζει άλλωστε τον κατεξοχήν «τόπο του καλλιτέχνη». Εχει βέβαια το τυπικό για τη σκηνοθέτιδα στίγμα του μετα-δραματικού θεάτρου, με συνεχείς άρσεις του τέταρτου τοίχου, διακοπές του σκηνικού ειρμού, συχνές υπερβάσεις της δραματουργικής συνθήκης. Με αυτόν τον τρόπο κατορθώνει να υπερβεί το κοινό τη μαγεία του μύθου που περιτυλίγει το έργο του Χιώτη και να συναντηθεί με τη μουσική ιδιοφυΐα που βρίσκεται στον πυρήνα του. Ωστόσο σαν να αισθανόμαστε πως ο Χιώτης δεν ψάχνει μόνο τα εύσημα της προσφοράς του από εμάς. Νιώθουμε πως ο ίδιος αναζητεί τη δικαίωσή του από το καθαρτήριο της τέχνης, τη δικαίωση στον χώρο όπου οι δημιουργοί αποκτούν πέρα από τη φήμη ή το χρήμα τον αληθινό, αρχικό σκοπό της τέχνης τους –κάτι που μοιάζει με ανάληψη στο ιερό προορισμό της.

Τα σκηνικά της Δήμητρας Λιάκουρα όπως και οι φωτισμοί της Χριστίνας Θανάσουλα μεταφέρουν αυτόν τον μη τόπο του προσωπικού Καθαρτηρίου, ενώ τα κοστούμια του Νίκου Χαρλαύτη περιγράφουν πειστικά την εικόνα του ονειρικού μουσικού θιάσου που ανεβαίνει στη σκηνή. Ο θίασος αποτελείται από τα χαρισματικά πλάσματα που παίζουν, χορεύουν και τραγουδούν ζωντανά χωρίς να διασπάται η ενιαία ερμηνευτική σκευή τους. Ερμηνεύουν και αυτοί τα πρόσωπά τους αφηγηματικά, ώστε το θέατρο να μην καταπιεί τη μουσική. Αριστες οι μουσικές ερμηνείες και ικανοποιητικά αποτελέσματα στην περιγραφή και «παρουσίαση» των προσώπων της ιστορίας. Αυτό επιτρέπει την αποκόλληση της εικόνας του ηθοποιού από την εικόνα του προσώπου που υποδύεται, έστω να δείχνει με την ερμηνεία του τη μορφή σαν γκέστους. Με αυτόν τον «επικό» τρόπο ο Γιάννης Καραμφίλης ερμηνεύει τον Μανώλη Χιώτη, η Φωτεινή Τιμοθέου τη μητέρα του Μαρία Χιώτη, ο Γιώργος Σφυρίδης τον Διαμαντή Χιώτη, η Δήμητρα Αντωνακούδη τη Μαίρη Λίντα και η Ελένη Θυμιοπούλου τη Ζωή Νάχη. Τις «τέσσερεις χορδές» πλαισιώνουν οι Χρήστος Μαστρογιαννίδης (Μουσικός), Ηλίας Μπερμπέρης (Ενωμοτάρχης), Χρίστος Στυλιανού (νέος Μανώλης), Γιώργος Σφυρίδης (Μίκης Θεοδωράκης), Μανώλης Φουντούλης (Φονιάς). Πιο αμφιλεγόμενη μοιάζει η επιλογή των δραματουργών να παρουσιάσουν εμβόλιμα και ορισμένες ιστορικές μορφές. Και αν στην περίπτωση του Βασίλη Τσιτσάνη ή του Μίκη Θεοδωράκη η επιλογή μοιάζει εύλογη, στις περιπτώσεις του Κώστα Χατζηχρήστου, της Grace Kelly και της Μαρίας Κάλλας η ίδια οδηγεί σε μάλλον φτωχά αποτελέσματα. Εξίσου σημαντικοί συντελεστές του μουσικού θεάτρου αποτελούν όπως είναι εύλογο οι άξιοι μουσικοί που παίζουν ζωντανά τις απαιτητικές παρτιτούρες του Χιώτη: Παύλος Παφρανίδης στη μουσική διδασκαλία και στο μπουζούκι, Κατερίνα Σεγκούνα-Πλιόγκου στο βιολοντσέλο, Ανδρέας Ζιάκας στην κιθάρα, Βαγγέλης Καλαμάρας στα ντραμς, Σπύρος Μελισσανίδης στο ακορντεόν.

Ο Μανώλης Χιώτης ξεκινά από τη Θεσσαλονίκη της προσφυγιάς και φτώχειας του μεσοπολέμου. Περνά το δικό του καθαρτήριο. Και φτάνει πού; Μα στα μπουζούκια του Παραδείσου!

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Ο Χιώτης αναζητεί δικαίωση από το καθαρτήριο της τέχνης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΕΑ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας