-Κάπτεν: Ολοι είμαστε ένοχοι, αυτό λέω. Που χάσαμε τον στόχο μας. Εφησυχάσαμε, το χειρότερο. Εμείς αφήσαμε τα πράγματα να φτάσουν εκεί που έφτασαν. (...) Και το χειρότερο, τα παιδιά μας δεν πρόκειται να μας συγχωρέσουν ποτέ.
(«Αρκουδοράχη», Εντ Τόμας)
Ο συγγραφέας είναι ο σύγχρονός μας Ουαλός Εντ Τόμας που η γραφή του συγγενεύει με τη μεγάλη δραματουργική παράδοση θυμίζοντας Μπέκετ και ίσως το θέατρο της καταστροφής του Χάουαρντ Μπάκερ. Και η «Αρκουδοράχη» είναι ένα έργο του που γράφτηκε το 2019 κι ανέβηκε για λίγο μέχρι να κλείσουν τα θέατρα. Αυτό που σε αναστατώνει γνωρίζοντάς το σήμερα -μετά την πανδημία, τον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και το έγκλημα στα Τέμπη- είναι ό,τι σου αποκαλύπτεται σ’ αυτό το έργο σαν μια βαθιά προφητεία.
Καθώς «...η ανθρώπινη απληστία έχει επανειλημμένα συντρίψει και εξαλείψει τη συμπόνια στα περισσότερα σημεία-κλειδιά της ιστορίας μας» και ο φόβος που κάποτε ήταν σαν ένα μυγάκι που έδιωχνες, πλέον «σου αρπάζει ό,τι καλύτερο... Αν τον αφήσεις να μπει μέσα σου, τέλος, δεν σε αφήνει ποτέ», καταλήγεις να αναρωτιέσαι αν σε ανατριχιάζει περισσότερο η αναπαράσταση της τελεσίδικης απώλειας και η αναφορά στην ασχήμια του κόσμου ή το γεγονός ότι συνειδητοποιείς πως σε κάτι τέτοιο έχει μετατραπεί η ζωή.
Ολα αυτά πραγματεύεται η ομάδα ΠΥΡ, που με βασικά της μέλη τούς Ιώ Βουλγαράκη, Δέσποινα Κούρτη και Αργύρη Ξάφη κλείνει φέτος μία δεκαετία θεατρικής παρουσίας. Οι ίδιοι μαζί με τους Ιωσήφ Ιωσηφίδη και Δημήτρη Γεωργιάδη ανεβάζουν στη σκηνή «Ωμέγα» του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά αυτό το έργο για ένα χασάπικο στην Αρκουδοράχη. Αυτό που οι ιδιοκτήτες του επιμένουν να το κρατούν ανοιχτό, όταν όλα γύρω τους έχουν καταστραφεί και δεν φαίνεται να υπάρχει κανένας άλλος στον κόσμο.
«Οταν διαβάσαμε το έργο, μας συνεπήρε» μας λέει η σκηνοθέτρια της παράστασης Ιώ Βουλγαράκη, και συνεχίζει: «Δεν γράφεται πια τέτοια δραματουργία. Μέσα από μια βαθιά αλληγορία υπάρχει ένα ολόκληρο σύμπαν που είναι εκεί για να το ανακαλύψεις. Σε ένα εντελώς μετα-αποκαλυπτικό τοπίο, όπου εννοείται ο πόλεμος χωρίς να προσδιορίζεται τι πόλεμος είναι αυτός ή αν έχει τελειώσει, όπου δεν υπάρχει πια κανένας και καμία, σε ένα εγκαταλελειμμένο χωριό, ένα ζευγάρι κρατούν ανοιχτό το μαγαζί τους, ένα κρεοπωλείο, στη μέση του πουθενά.
Εκεί ζει ένας ακόμη άντρας που έχει κάποια σχέση με την οικογένεια και εκεί εισβάλλει τυχαία κι ένας στρατιώτης. Τέσσερις ρόλοι σε μια συνθήκη απόλυτης ερημίας, εντελώς παράλογη. Αυτή η συνάντηση ανοίγει δύο θέματα: Το θέμα της μνήμης, πως η διατήρησή της είναι ένας μηχανισμός επιβίωσης και πως τη στιγμή που αλλάζουν τα πάντα σαρωτικά, οριστικά και αμετάκλητα μόνο η μνήμη αποδεικνύει το ποιος είσαι. Και το θέμα της απώλειας: τι γίνεται όταν χάνεις αυτό που σε ορίζει, είτε λέγεται τόπος, γλώσσα, άνθρωπος, σχέση ή και οποιαδήποτε άλλη “πυρηνική” απώλεια. Τη στιγμή που γράφτηκε το έργο, ακριβώς πριν από την πανδημία, σαν να υπήρχε ένα προαίσθημα ότι ο κόσμος αλλάζει ριζικά...».
• Και όντως άλλαξε, το ζήσαμε με τις ερημωμένες πολιτείες και τους άδειους δρόμους...
Ο Τόμας είναι Ουαλός και στην ιστορία του λαού του υπάρχει το θέμα της γλώσσας που χάθηκε με την κατάκτηση των Αγγλων. Ωστόσο το έργο λειτουργεί ως μια μεταφορά για οτιδήποτε μπορεί κάποιος να χάσει αμετάκλητα, συνεπώς είναι ένας τρόπος να μιλήσουμε για οτιδήποτε μπορεί να χαθεί για πάντα.
• Τι κινδυνεύει να χαθεί για πάντα σήμερα;
Αισθάνομαι ότι είμαστε σε μια φάση απομόνωσης και κυνισμού, οπότε μάλλον κινδυνεύουν να χαθούν για πάντα οι συλλογικότητες και ένα κομμάτι ζωής που κάνει τη ζωή... ζωένια. Ούτως ή άλλως μεγαλώνοντας έρχεσαι αντιμέτωπος με το γεγονός ότι υπάρχουν εποχές, άνθρωποι και τόποι που χάνονται αμετάκλητα. Το ζήτημα είναι τόσο προσωπικό όσο και κοινωνικό. Κατά τα άλλα, ο κόσμος έχει αλλάξει τόσο μετά και την πανδημία που δεν νομίζω ότι θα είναι ποτέ ο ίδιος.
• Υπάρχει όμως μια μορφή συλλογικών διεκδικήσεων αυτή τη στιγμή από την καλλιτεχνική κοινότητα και τους νέους. Κι εσείς η ίδια άλλωστε ήσασταν μία από τους καθηγητές στη σχολή του Εθνικού που παραιτήθηκαν...
Είναι ελπιδοφόρο ότι ενώθηκε ο κλάδος γύρω από κάτι. Από κει και πέρα δεν ιδρώνει το αυτί κανενός. Η αναλγησία και η τόσο απροκάλυπτη επίδειξη έλλειψης πολιτικής βούλησης είναι σοκαριστική... Ζούμε σε μια εποχή όπου όλοι οι μηχανισμοί δημιουργούνται προκειμένου οι άνθρωποι να μένουν απομονωμένοι και απελπισμένοι. Αυτό είναι το ζητούμενο, αυτό καλλιεργείται. Θέλει αγώνα να βρεις τον τρόπο, τον χώρο και τις ψυχικές αποσκευές ώστε να μη χάσεις την ελπίδα και να μη θεωρήσεις ουτοπία τη συλλογικότητα.
• Τι σκέφτονται, τι συνειρμούς κάνουν παίζοντας σ’ αυτό το αιχμηρό έργο και οι άλλοι ηθοποιοί της παράστασης;
Τον Αργύρη Ξάφη, που υπογράφει και τη μετάφραση, τον έχει συνεπάρει αυτή η υφέρπουσα αγριάδα της απώλειας, που η ποιητικότητα του Τόμας έχει μετουσιώσει αλληγορικά σε κάτι που μας αφορά όλους: «Εκεί, σε αντίθεση με το σκληρό όνομα “Αρκουδοράχη”, που παραπέμπει σε πέτρα και άγριο βουνό, είναι σαν να έχει απομείνει η τελευταία κοιτίδα τρυφερότητας και ενσυναίσθησης στον κόσμο. Το έργο μιλά για τον θάνατο, τι σημαίνει και πώς τον διαχειρίζονται οι ήρωες, χρησιμοποιώντας απλές, “στεγνές” λέξεις κι όμως μ’ έναν τρόπο απόλυτα ποιητικό σε μια ακραία θεατρική συνθήκη, ένα κρεοπωλείο»...
«Υπάρχει», μας λέει η Δέσποινα Κούρτη, «η λέξη “χιραΐθ” στα παλιά ουαλικά του Τόμας, που έχει μέσα της κάτι γλυκόπικρο και ταυτόχρονα φωτεινό και σημαίνει νοσταλγία για κάτι που έχει χαθεί αμετάκλητα και οριστικά... Η μνήμη είναι το μόνο καταφύγιο όταν δεν υπάρχει δυνατότητα επιστροφής... Στο έργο έχει γίνει μια τεράστια καταστροφή, αισθανόμαστε ότι μπορεί να οφείλεται σε εμφύλιο. Αλλά τους ήρωες δεν τους ενδιαφέρει ποιος είναι εναντίον ποιου, ποιος είναι ο νικητής. Ισα ίσα το αντίθετο: λένε “δεν ξέρεις πια ποιος είναι ο εχθρός και ποιος είναι ο φίλος”. Οι άνθρωποι αυτοί είναι τέσσερα καμένα σπίρτα. Επικρατεί η απόλυτη αποσύνθεση και αυτό που τους ενδιαφέρει είναι πώς να αντιμετωπίσουν την απόλυτη καταστροφή και την ακραία απώλεια των πάντων... Είμαστε κι εμείς σε αυτή τη φάση και την κοιτάμε...».
• Σε αυτή τη συνθήκη, δεν συγκλονίζει άραγε το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι συνεχίζουν να κάνουν αυτό που έκαναν πάντοτε;
«Επιβιώνει», μας απαντά ο Δημήτρης Γεωργιάδης, «ένα φως στο κρεοπωλείο της Αρκουδοράχης, αν και όλη η συνθήκη, με ό,τι έχει συμβεί σε αυτή την οικογένεια, θα ήταν να μην υπάρχει ούτε αυτό. Κι όμως υπάρχει ένας ηρωισμός σε αυτήν την αντίσταση. Κι ένα παράδοξο: σ’ έναν τόπο θανάτου, σ’ ένα σφαγείο, επιβιώνει αγάπη και τρυφερότητα στις σχέσεις». Και ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης συμπληρώνει: «Κι ακριβώς επειδή βλέπει αυτό το φως, έρχεται κι ένας στρατιώτης κι ακουμπάει πάνω του για να πεθάνει πιο ήσυχος...».
♦ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: «Αρκουδοράχη» του Εντ Τόμας. Μετάφραση: Αργύρης Ξάφης. Σκηνοθεσία: Ιώ Βουλγαράκη. Σύμβουλος δραματουργίας: Αρτεμις Γρύμπλα. Σκηνικό-Κοστούμια: Anna Fedorova. Κινησιολογία: Κατερίνα Φώτη. Μουσική: Θοδωρής Αμπαζής. Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου. Παίζουν: Δημήτρης Γεωργιάδης, Ιωσήφ Ιωσηφίδης, Δέσποινα Κούρτη, Αργύρης Ξάφης. Δημοτικό Θέατρο Πειραιά (λεωφ. Ηρώων Πολυτεχνείου 32), Σκηνή «Ωμέγα» μέχρι τις 9/4. Εισιτήρια 10-15 €.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας