Περισσότερο προσπάθεια αυτοεξερεύνησης παρά αυτοβιογραφίας είναι το 40λεπτο πειραματικό φιλμ «Δεν είμαι εγώ» του αντισυμβατικού Γάλλου σκηνοθέτη, ενώ ο εμβληματικός Αμερικανός και σεναριογράφος, αν και, βασισμένος στον Ράσελ Μπανκς, παραδίδει στον Ρίτσαρντ Γκιρ έναν πολύ αβανταδόρικο όσο και δραματικό ρόλο, δεν κατορθώνει να φτάσει στα ύψη του «Ταξιτζή» ή του «Οργισμένου ειδώλου». Στις αίθουσες όμως βγαίνει και το «Norah», η πρώτη ταινία από τη Σαουδική Αραβία
Δεν είμαι εγώ
- ★★★★☆
- (It’s Not Me, Γαλλία, 2024, 41΄)
- Σκηνοθεσία: Λεός Καράξ
- Ηθοποιοί: Ντενί Λαβάν, Κατερίνα Γιούσπινα, Νάστια Γκολούμπεβα-Καράξ
Ο Λεός Καράξ, ένας από τους σημαντικότερους και πιο αντισυμβατικούς σύγχρονους Γάλλους σκηνοθέτες, γνωστός για ταινίες όπως το «Οι εραστές της γέφυρας» (1991, 125΄), «Holy Motors» (2012, 116΄) και το πρόσφατο «Annette» (2021, 140΄), επιστρέφει με ένα 40λεπτο πειραματικό φιλμ, το οποίο αρχικά προοριζόταν για μια έκθεση στο Κέντρο Πομπιντού, που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε. Η έκθεση θα έφερε τον τίτλο: «Πού βρίσκεσαι, Λεός Καράξ;» και ο ιδιοσυγκρασιακός δημιουργός απάντησε με το φιλμ του που έχει τίτλο «Δεν είμαι εγώ». Πρόκειται για ένα αποσπασματικό, εσωστρεφές έργο, που λειτουργεί ως αυτοβιογραφία αλλά και ταυτόχρονα ως η αποδόμησή της. Είναι ένα κινηματογραφικό δοκίμιο που ανασύρει στην επιφάνεια τους υπαρξιακούς προβληματισμούς του Καράξ.
Το έργο του Καράξ είναι ένα κολάζ κινηματογραφικών εικόνων: από τον «Δεσμώτη του ιλίγγου» (1958, 128΄) του Αλφρεντ Χίτσκοκ μέχρι τον Μουρνάου και αποσπάσματα από τις δικές του ταινίες, όλα αναμειγνύονται με προσωπικές στιγμές από το αρχείο του, αλλά και με υλικό από πολιτικές ομιλίες, όπως του Πούτιν ή ακόμα κι από τη ναζιστική συγκέντρωση του 1939 στη Madison Square Garden. Η ταινία είναι βαθιά επηρεασμένη από το «Histoire(s) du cinema» (1988-1998, 266΄) του Ζαν-Λικ Γκοντάρ και λειτουργεί ταυτόχρονα ως φόρος τιμής στον μεγάλο Γάλλο κινηματογραφιστή. Μονταρισμένο με μια ποιητική συνέχεια, το φιλμ χαρακτηρίζεται από τεράστιους τίτλους, έντονα εφέ, γρήγορα κοψίματα και μια συνειρμική γραφή που ξετυλίγεται με εντυπωσιακή φυσικότητα. Ολα αυτά συνδέονται αριστοτεχνικά με μια πλούσια ηχητική μπάντα, όπου μουσικές, προσωπικές αφηγήσεις και διάλογοι από ταινίες περιπλέκονται μεταξύ τους, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα, άλλοτε απειλητική, άλλοτε αινιγματική, αλλά πάντα φορτισμένη. Αυτή η οπτικοηχητική σύνθεση καταλήγει να παράγει ένα βαθύτερο νόημα, που δεν προκύπτει μόνο από την εικόνα ή τον ήχο, αλλά από την οργανική συνύπαρξή τους.
Το δοκίμιο του Καράξ μοιάζει περισσότερο με ένα ημερολόγιο εικόνων, αποσπασμάτων από τη ζωή, την ιστορία, το σινεμά. Ολα αυτά συνθέτουν ένα κινηματογραφικό παιχνίδι, μέσα από το οποίο αναδύονται θεμελιώδη ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης: οι ενοχές, το πένθος, η κοινωνία που καταρρέει, το σινεμά που «πεθαίνει» και χάνει ένα μέρος της δύναμής του. Ο Καράξ συνδυάζει αυτά τα ζητήματα με τα δικά του βιώματα: τις ενοχές του ως πατέρα, την εμμονή του με το σινεμά των περασμένων εποχών, τη βαθιά προσωπική σχέση του με την εικόνα. Το φιλμ είναι, ουσιαστικά, μια απόπειρα αυτοεξερεύνησης. Γιατί επιμένει να κάνει σινεμά; Γιατί συνεχίζει να δημιουργεί, ακόμα κι όταν νιώθει πως δεν έχει νόημα; Στην οθόνη αποκαλύπτει την ευαλωτότητά του, την αποδέχεται και την ενσωματώνει. Και με αυτόν τον τρόπο, συνεχίζει να πορεύεται.
Το «Δεν είμαι εγώ» είναι μια χαοτική ταινία, όπως άλλωστε και το ίδιο το σινεμά του Λεός Καράξ. Είναι ασαφές, ρευστό, και για θεατές που δεν έχουν προηγούμενη επαφή με το έργο του ίσως φανεί ακατανόητο. Ισως, με την πάροδο του χρόνου, να χαρακτηριστεί ως ένα αυτάρεσκο και αδιέξοδο εγχείρημα, μια απόπειρα να αγγίξει το πολυεπίπεδο έργο του Γκοντάρ χωρίς να το φτάνει. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, το «Δεν είμαι εγώ», μέσα στην ασάφειά του, καταφέρνει να είναι απολύτως σαφές. Μιλά για την εποχή του, συνομιλεί με αυτήν, και με τον δικό του εσωτερικό, υπαρξιακό τρόπο, αφήνει ένα αποτύπωμα προσωπικής αλήθειας. Και αυτό, ίσως, είναι τελικά και το πιο πολιτικό σχόλιό του.
Norah
- ★★★☆☆
- (Σαουδική Αραβία, 2024, 94΄)
- Σκηνοθεσία: Ταουφίκ Αλζαΐντι
- Ηθοποιοί: Γιακούμπ Αλφαρχάν, Αμπντουλάχ Αλσάνταν, Μαρία Μπαχράουι
Το «Norah», η πρώτη ταινία από τη Σαουδική Αραβία που επιλέχθηκε για προβολή στο Φεστιβάλ των Κανών (στο τμήμα «Ενα Κάποιο Βλέμμα») έπειτα από 77 χρόνια, είναι ένα έργο που τολμά να μιλήσει για την εποχή του, τη χώρα του, τη βαθιά ριζωμένη κοινωνική δομή, για την τέχνη που παραμένει αποκλεισμένη και δαιμονοποιημένη και για τη θέση της γυναίκας, που συνεχίζει να καταπιέζεται και να στερείται βασικών δικαιωμάτων.
Η ιστορία εκτυλίσσεται στα μέσα της δεκαετίας του 1990, σε μια περίοδο όπου η τέχνη στη Σαουδική Αραβία ήταν εξοστρακισμένη από τον δημόσιο χώρο. Το φιλμ ακολουθεί τη Νόρα, μια έφηβη ορφανή που ζει σε ένα απομονωμένο χωριό, όπου κυριαρχούν η θρησκευτική επιτήρηση και η πατριαρχική εξουσία. Η άφιξη του νέου δασκάλου, του ήπιου και εσωστρεφούς Νάντερ, ενός άνδρα με παρελθόν στον χώρο της τέχνης, πυροδοτεί ένα ανεπαίσθητο, αλλά βαθιά καθοριστικό ρήγμα στην αυστηρή καθημερινότητα του χωριού.
Με λεπτότητα και μια γαλήνια ησυχία, ο Ταουφίκ Αλζαΐντι ξεδιπλώνει την ιστορία του, εστιάζοντας στους δύο κεντρικούς χαρακτήρες. Μέσα από τη σιωπή και την παρατήρηση των βλεμμάτων τους, καταφέρνει να προσδώσει έναν υπόγεια επαναστατικό τόνο, μιλώντας για καίρια ζητήματα χωρίς να επιδιώκει τη σύγκρουση. Τα υπέροχα πλάνα του Σον Χάρλεϊ Λι, με φως θερμό αλλά γεμάτο σκιές, ισορροπούν ανάμεσα στην εσωτερική προσπάθεια της Νόρα για απελευθέρωση και στο σκοτάδι που την περιβάλλει και προσπαθεί να τη συγκρατήσει. Για τον Ταουφίκ Αλζαΐντι, η σιωπή και η εσωτερικότητα λειτουργούν ως όπλα αντίστασης απέναντι στην καταπίεση. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, όταν η ίδια σου η ζωή κινδυνεύει αν μιλήσεις, αν τολμήσεις να εκφράσεις ενδιαφέρον για την τέχνη, πόσο μάλλον αν είσαι γυναίκα; Η σιωπή στο έργο είναι υπόκωφη, αλλά ισχυρή. Μέσα από αυτήν δεν αναδύονται μόνο η μοναξιά και η απομόνωση, αλλά και μια βαθιά, ουσιαστική επικοινωνία ανάμεσα στη Νόρα και τον Νάντερ.
Η σχέση των δυο πρωταγωνιστών δεν είναι ένα τυπικό ειδύλλιο μεταξύ δύο ερωτευμένων. Αντίθετα, πρόκειται για μια βαθύτερη σύνδεση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, είναι εγκλωβισμένος σε μια κοινωνία που δεν τον αποδέχεται. Μέσα από τη σχέση τους, έρχονται στην επιφάνεια οι κρυφές τους επιθυμίες· αναγνωρίζουν ο ένας στον άλλον τον καταπιεσμένο εαυτό τους και ενθαρρύνονται να κυνηγήσουν τα όνειρά τους. Ξυπνά μέσα τους η ανάγκη να ζήσουν αλλιώς.
Παρότι το σενάριο σε ορισμένες στιγμές ξεστρατίζει, προσπαθώντας να δημιουργήσει μια ευρύτερη εικόνα της ζωής στο χωριό –ένα στοιχείο που δεν ήταν απαραίτητο για τη δραματουργική πυκνότητα της ταινίας– και παρόλο που ο αργός ρυθμός μπορεί κατά διαστήματα να ενισχύει την αίσθηση στασιμότητας και ατολμίας (λόγω της απουσίας έντονης σύγκρουσης), το «Norah» παραμένει μια βαθιά πολιτική και ποιητική ταινία και δείγμα ότι ο σαουδαραβικός κινηματογράφος μπορεί να έχει παρουσία και φωνή.
Oh, Canada
- ★★☆☆☆
- (Η.Π.Α., 2024, 91΄)
- Σκηνοθεσία: Πολ Σρέιντερ
- Ηθοποιοί: Ρίτσαρντ Γκιρ, Τζέικομπ Ελόρντι, Ούμα Θέρμαν
Ο εμβληματικός σεναριογράφος και σκηνοθέτης Πολ Σρέιντερ («Ο ταξιτζής», 1976, 114΄, «Οργισμένο είδωλο», 1980, 129΄) επιστρέφει τρία χρόνια μετά την τελευταία του ταινία («Master Gardener», 2022, 111΄), υπογράφοντας τόσο τη σκηνοθεσία όσο και το σενάριο της νέας του δουλειάς. Η ταινία βασίζεται στο μυθιστόρημα «Foregone» του Ράσελ Μπανκς, το οποίο κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδόσεις «Πόλις» με τον τίτλο «Oh Canada» και περιστρέφεται γύρω από τον Λέο, έναν αριστερό ντοκιμαντερίστα και πασιφιστή (τον ενσαρκώνει ο Ρίτσαρντ Γκιρ που κινείται ανάμεσα σε μια τολμηρή αλλά και πολλές φορές μέτρια ερμηνεία), που πεθαίνει. Καταβεβλημένος από τον καρκίνο και καθηλωμένος στο κρεβάτι, βρίσκεται υπό την επήρεια φαρμάκων και ξεκινά να ανασύρει μνήμες, παραδοχές και ενοχές. Μέσα από μια εκτενή συνέντευξη, επιχειρεί, ίσως για πρώτη φορά, να μιλήσει με ειλικρίνεια για την πολυτάραχη ζωή του. Βαθιά προσωπική, η νέα ταινία του Σρέιντερ φιλοδοξεί να πει πολλά: για τις ενοχές που κουβαλάμε μέσα μας, για την εποχή του, για τον πόλεμο του Βιετνάμ που σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά και για τη βαθιά ανθρώπινη ανάγκη για εσωτερική ειρήνη και προσωπική εξιλέωση. Τελικά, όμως, καταλήγει να μη λέει σχεδόν τίποτα. Υιοθετώντας μια λαβυρινθώδη αφηγηματική προσέγγιση με υπαρξιακή διάθεση, ο Σρέιντερ δεν καταφέρνει να χτίσει ουσιαστικά τον κεντρικό του χαρακτήρα· και μαζί του, όλοι οι υπόλοιποι μοιάζουν με προσχέδια – μετέωροι μέσα σε μια αφήγηση που πασχίζει μάταια να βρει ρυθμό. Στην ταινία κυριαρχεί μια στατικότητα, από την οποία απουσιάζει η δραματουργική ένταση. Ο Σρέιντερ φαίνεται να εγκλωβίζεται σε μια καλλιτεχνική εσωστρέφεια, αδυνατώντας να αναδείξει ουσιαστικά τα θέματα που επιχειρεί να αγγίξει. Το αποτέλεσμα είναι μια ψυχρή, συναισθηματικά αποστασιοποιημένη καταγραφή των σκηνών, που δεν τολμά να εξερευνήσει σε βάθος την ψυχή του πρωταγωνιστή. Αντίθετα, η αφήγηση παραμένει στην επιφάνεια, στερούμενη εσωτερικής έντασης και συναισθημάτων.
Αυτό που μένει τελικά από την ταινία είναι η καλοδουλεμένη φωτογραφία του Αντριου Γουόντερ, ενώ εικαστικά η ταινία βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο, κάτι αναμενόμενο όμως από τον σκηνοθέτη του εκθαμβωτικού «Μισίμα» (1985, 120΄).
ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗ
Το μίσος
- (La Haine, Γαλλία, 1995, 98΄)
- Σκηνοθεσία: Ματιέ Κασοβίτς
- Ηθοποιοί: Βενσάν Κασέλ, Ιμπέρ Κουντέ, Σαΐντ Ταγκμαουί
Μετά από μια νύχτα ταραχών σε ένα περιθωριακό προάστιο του Παρισιού, οι νεαροί Βινζ, Ουμπέρ και Σαΐντ περιπλανώνται, περιμένοντας νέα για έναν φίλο τους που τραυματίστηκε σοβαρά από την αστυνομία. Η εμβληματική ταινία του Ματιέ Κασοβίτς, τριάντα χρόνια μετά, παραμένει το ίδιο επίκαιρη.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας