Προχθές στη Θεσσαλονίκη βρέθηκε ο Πολωνός συνθέτης Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ, στενός συνεργάτης του Κριστόφ Κισλόφσκι, για να δώσει masterclass με θέμα «Ο ρόλος της κινηματογραφικής μουσικής». «Μια ταινία είναι όπως ο άνθρωπος. Οπως εμείς έχουμε χέρια, πόδια, κεφάλι, έτσι και η ταινία αποτελείται από πολλά μέρη, και ένα από αυτά είναι η μουσική. Ταυτόχρονα, αν και οργανικό της μέλος, η μουσική είναι η μοναδική μεταφυσική πτυχή σε μια ταινία: δεν τη βλέπουμε, απλώς την ακούμε και τη νιώθουμε. Βέβαια τα πάντα εξαρτώνται από τον σκηνοθέτη. Ολα εξαρτώνται από τον δημιουργικό διάλογο ανάμεσα στον συνθέτη και τον σκηνοθέτη, οι οποίοι λαμβάνουν από κοινού την απόφαση για το πώς θα προχωρήσουν. Δυστυχώς, τουλάχιστον όπως αντιλαμβάνομαι και παρακολουθώ τα πράγματα, και συγχρόνως ο λόγος για τον οποίο έχω λίγο απομακρυνθεί από το Χόλιγουντ είναι το ότι κανείς εκεί δεν λαμβάνει αυτή την από κοινού απόφαση» είπε ο διάσημος συνθέτης.
Ο ίδιος βέβαια είχε συνηθίσει σε συνεργασίες απίστευτες, αλλά μία ήταν καθοριστική για τη ζωή του: «Ο Κισλόφσκι μάλλον θα με ακολουθεί μια ολόκληρη ζωή. Είναι γεγονός ότι στα εννέα χρόνια κοινής πορείας μας συνεργαστήκαμε σε 17 ταινίες. Για να είμαι ειλικρινής ανάμεσα στο 1988 και το 1995 δεν θυμάμαι τι άλλο έκανα στη ζωή μου, παρά μόνο ότι έγραφα μουσική» είπε. Ταξίδεψε το κοινό στην πρώτη του συνάντηση με τον ευφυή ομοεθνή του σκηνοθέτη, στη Βαρσοβία του ‘84, στις συνεργασίες τους και στις απαιτήσεις του: «[...] Μου ζήτησε να είμαι επιμελής, προσεκτικός και ακριβής στην ώρα μου. Εκτοτε γίναμε οι δύο πιο συνεπείς συντελεστές σε κάθε παραγωγή. Αγοράσαμε ο καθένας ένα ρολόι από τη Ζυρίχη και εκείνος με έπαιρνε τηλέφωνο σχεδόν κάθε τέσσερις ώρες για να δει αν συμφωνούν τα ρολόγια μας»! Και κατέληξε στη διαπίστωση ότι από το σύνολο της δουλειάς του ξεχωρίζει το «Requiem for My Friend»: «Το έγραψα τέσσερις μέρες μετά τον θάνατο του Κισλόφσκι. Ηταν το προσωπικό μου αντίο στον Κριστόφ».
Κατά τ’ άλλα μίλησε για το ξεκίνημά του στη μουσική: «Γεννήθηκα», είπε, «σε μια μικρή πόλη και δεν πήγα σε κανένα μουσικό σχολείο. Το 1975, όταν ξεκίνησα τη φοιτητική μου ζωή, πήγα τυχαία σε ένα καμπαρέ της Κρακοβίας και εκεί αισθάνθηκα ότι θέλω να γράφω μουσική, χωρίς να γνωρίζω καν νότες, χωρίς να γνωρίζω τίποτα απολύτως. To 1975 δεν γνώριζα νότες και το 1977 έγραφα για ορχήστρα, μου πήρε δύο χρόνια να μάθω»! Απευθυνόμενος σε όλους τους νέους μουσικούς και συνθέτες, «αν βρίσκονται ανάμεσά μας, σας συμβουλεύω να μη χρησιμοποιείτε temp μουσική μόνο και μόνο επειδή οι σκηνοθέτες φοβούνται τη σιγή. Ο κινηματογράφος είναι τέχνη που συντίθεται από πολλά στοιχεία και ένα από αυτά είναι η μουσική. Σε απλά λόγια, πιστέψτε σε αυτό που κάνετε, δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Πολύ συχνά έχω την εντύπωση ότι στις ταινίες που γυρίζονται σήμερα τα πάντα είναι πανομοιότυπα. Πολλές φορές όμως η σιγή είναι η ωραιότερη μουσική. Πάρτε για παράδειγμα τις ταινίες του Μπέργκμαν, όπου δεν υπάρχει μουσική. Εχω ένα ρητό για τη ζωή μου, το οποίο δανείστηκα από έναν Πολωνό ποιητή: “Πάντα να κολυμπάς αντίθετα στο ρεύμα, προς τις πηγές. Μαζί με το ρεύμα επιπλέουν μόνο τα σκουπίδια. Ακόμα κι αν δεν φτάσεις, τουλάχιστον θα γυμνάσεις τους μυς σου”. Σε όλη μου τη ζωή προσπαθώ να κάνω ακριβώς αυτό. Να γυμνάσω τους μυς μου» είπε. Και έδωσε και μια ιδέα για τη μεθοδολογία που ακολουθεί: «[...] Κάθε ταινία έχει τη μουσική της. Οταν βλέπω λοιπόν την ταινία, αισθάνομαι τι ρυθμό θα έχει, σε ποιους τόνους θα κινηθεί. Οι σκηνοθέτες χωρίζουν τη δουλειά τους σε τμήματα, σκηνή προς σκηνή, και θέλουν να ακούγεται η μουσική με τον ίδιο τρόπο. Εγώ συνθέτω με έναν τρόπο που είναι κατάρα για τους διευθυντές ορχήστρας. Εχω στο μυαλό μου όλη την αλληλουχία, σαν μια συνεχή γραμμή, με τη μουσική να ενώνει όλες τις σκηνές και όχι το ανάποδο». Τέλος, μίλησε και για τις νέες τεχνολογίες: «Στα δικά μου έργα μπορώ να κάνω ό,τι θέλω, είναι όμως εντελώς άλλη υπόθεση να αναθέσεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη να επιλέξει από όλη τη μουσική που έχει δημιουργηθεί ποτέ, προκειμένου να συνθέσει κάτι –το θεωρώ εγκληματικό. Ζούμε βέβαια σε εποχές όπου η τεχνολογική εξέλιξη μας έχει προσπεράσει. Είναι σαν να έχεις κλοτσήσει μια μπάλα χωρίς να υπάρχει βαρύτητα και πλέον δεν ξέρεις πού έχει φτάσει» σχολίασε χαρακτηριστικά.
Ματ Ντίλον: «Το να υποδυθώ τον Μπράντο ήταν μια πολύ δύσκολη αποστολή»
Ο πολυσχιδής και αγαπημένος Ματ Ντίλον, ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς του σύγχρονου αμερικανικού σινεμά, βρέθηκε την περασμένη Κυριακή στο, προσφάτως ανακαινισμένο και κατάμεστο, Ολύμπιον, στο πλαίσιο του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, για να βραβευτεί με τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο και να παρουσιάσει τη νέα ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί. «Την έλεγαν Μαρία» λέγεται το φιλμ, είναι σε σκηνοθεσία Ζεσικά Παλούντ και αφορά την ιστορία της Μαρίας Σνάιντερ, της συμπρωταγωνίστριας του Μάρλον Μπράντο στην ταινία «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» του Μπ. Μπερτολούτσι, με τον Ντίλον να υποδύεται τον Μπράντο.
Δεν το λες και εύκολο, ίσως να είναι και ακατόρθωτο να απαιτεί ο ρόλος σου να υποδυθείς έναν από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς όλων των εποχών. Δικαίως λοιπόν ο Ματ Ντίλον στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε παραδέχτηκε πως «ήταν από τα πιο δύσκολα πράγματα που έπρεπε να κάνω. Ο Μάρλον Μπράντο είναι φοβερά επιδραστικός και άλλαξε τον ρου του σινεμά πολλές φορές στην καριέρα του. Ετσι είπα «ναι» στην ταινία, καθώς το σενάριο ήταν δίκαιο και ειλικρινές. Μετά, ωστόσο, κάπως το μετάνιωσα γιατί ήταν πραγματικά μια πολύ δύσκολη αποστολή, δεδομένου ότι ο Μάρλον Μπράντο υπήρξε όχι μόνο επιδραστική μορφή στο σινεμά, αλλά και ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ανθρώπους του 20ού αιώνα» εξήγησε.
Η ταινία δίνει έμφαση στην περίφημη σκηνή με το βούτυρο που έπρεπε να συνυπάρξουν η Σνάιντερ με τον Μπράντο στην ταινία του Μπερτολούτσι και στο πώς τη στοίχειωσε και τελικά την οδήγησε στην καταστροφή. Είναι γνωστό πως ενώ η Σνάιντερ ήταν υπό την καθοδήγηση της Μπαρντό, που της γνώρισε σπουδαίους σκηνοθέτες του σινεμά, σαν έπαιξε στο «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» ήταν μόλις 19 ετών και τραυματίστηκε ψυχικά από τις έντονες σεξουαλικές σκηνές που έπρεπε να φέρει εις πέρας: άρχισε να υποφέρει από κατάθλιψη, έγινε ναρκομανής και έκανε πολλές απόπειρες αυτοκτονίας. Βέβαια ήδη είχε πολλά θέματα με τον πατέρα της, που την είχε ουσιαστικά απορρίψει, αλλά και με τη μητέρα της που επιδρούσε, μέσω συναισθηματικής κακοποίησης, πάνω της. Ο Ντίλον τόνισε πως δεν θέλει να δούμε το φιλμ ως μια «πολιτική ταινία, μια καθαρά φεμινιστική ταινία», αλλά «μια ταινία για ένα ανθρώπινο ον που πονά και πάσχει». «Είμαι άντρας αλλά μπόρεσα να ταυτιστώ και με την ίδια την Σνάιντερ, η οποία ξεκίνησε να δουλεύει στον κινηματογράφο πάρα πολύ νέα. Και εγώ έκανα τα πρώτα μου βήματα στην υποκριτική σε πολύ μικρή ηλικία και είχα πάντα πολλή κατανόηση για τη θέση στην οποία βρέθηκε. Φυσικά η κατάστασή της ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μου, αλλά με έναν τρόπο μπορώ να βρω κοινά με τις δικές μου εμπειρίες. Ξέρω πώς είναι να είσαι ένα νέο άτομο στο σετ, που δεν έχει εμπειρία, δεν μπορεί να θέσει αυστηρά όρια και να έχει το προνόμιο της αυτενέργειας. Για τον λόγο αυτό με συγκίνησε η ερμηνεία της Αναμαρία Βαρτολομέι (σ.σ. ερμηνεύει υπέροχα τη Σνάιντερ στην ταινία). Στο τέλος ένιωσα πραγματικά περήφανος που πήρα μέρος σε μια δημιουργία η οποία έδωσε φωνή στη Μαρία Σνάιντερ. Η Ζεσικά Παλούντ είχε την ευαισθησία να μην κάνει μια πολιτική ταινία, ούτε μια ταινία εκδίκησης. Εφτιαξε μια ειλικρινή προσωπική ιστορία, η οποία φωτίζει κρυμμένες πτυχές ενός γεγονότος» συμπλήρωσε. Και μπορεί να μη θέλει να δούμε «πολιτικά» την ταινία, ωστόσο μίλησε πολιτικά, δηλώνοντας πως ψήφισε στις αμερικανικές εκλογές πριν έρθει στην Ελλάδα και η ψήφος του πήγε στην Κάμαλα Χάρις, η οποία «είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει πολιτικά σήμερα στις ΗΠΑ».
♦ Πληροφορίες: Η ταινία «Την έλεγαν Μαρία» θα βγει στις ελληνικές αίθουσες από τη Rosebud.21
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας