Τα «Γυρίσματα της τύχης» έχουν τις γνωστές αρετές του σκηνοθέτη τους, όπως εξαιρετική φωτογραφία, έξυπνους διαλόγους και ωραία ατμόσφαιρα, δεν εμβαθύνουν όμως καθόλου στους χαρακτήρες | Δείτε ακόμα στη μεγάλη οθόνη: «Ο Δημιουργός» του Γκάρεθ Εντουαρντς | Saw X σε σκηνοθεσία Κέβιν Γκρόιτερτ, η δέκατη συνέχεια για το γνωστό franchise το οποίο δεν διαφοροποιείται σε τίποτα από τις άλλες ταινίες της σειράς | Και τις επανεκδόσεις: «Μια αιωνιότητα και μια μέρα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου και «Αμλετ» την αριστουργηματική μεταφορά του γνωστού έργου του Σέξπιρ στον κινηματογράφο από τον Γκριγκόρι Κόζιντσεφ
Γυρίσματα της τύχης
(Coup de chance, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, 2023, 93')
★★½☆☆
● Σκηνοθέτης: Γούντι Αλεν
● Ηθοποιοί: Λου ντε Λαάζ, Βαλερί Λεμερσιέ, Μελβίλ Πουπό, Νιλς Σνάιντερ
Ο Γούντι Αλεν σκηνοθετεί την πεντηκοστή ταινία του στο Παρίσι εξ ολοκλήρου στη γαλλική γλώσσα. Παρακολουθούμε τη ζωή ενός φαινομενικά ευτυχισμένου ζευγαριού, της Φανί (Λου ντε Λαάζ) και του Ζαν (Μελβίλ Πουπό), που είναι επαγγελματικά καταξιωμένοι και ζουν σε ένα υπέροχο διαμέρισμα σε μια προνομιούχα περιοχή του Παρισιού.
Η Φανί θα συναντήσει τυχαία έναν παλιό συμμαθητή της από το Γυμνάσιο, τον Αλέν (Νιλς Σνάιντερ). Αρχίζουν να συναντιούνται για μεσημεριανό γεύμα σχεδόν καθημερινά και γρήγορα αναπτύσσεται ένας ερωτικός δεσμός. Η Φανί διχασμένη προσπαθεί να ισορροπήσει τη ζωή της ανάμεσα στον σύζυγό της και τον εραστή της με ολέθρια αποτελέσματα.
Η θεματική της ταινίας, όπως μαρτυρά ο τίτλος της, αφορά τον τρόπο με τον οποίο η τύχη κάποιες φορές καθορίζει τις ζωές μας και έχει τον κύριο λόγο, ακόμα και αν εμείς προσπαθούμε να την αποφύγουμε ή ακόμα και αν δεν πιστεύουμε σε αυτήν, όπως συμβαίνει με τον άντρα της Φανί, Ζαν, που πιστεύει ότι δεν υπάρχει τύχη, αλλά τη δημιουργούμε από μόνοι μας. Δυστυχώς ο Γούντι Αλεν προσεγγίζει αυτή τη θεματική περισσότερο επιφανειακά και αποσπασματικά και δεν εμβαθύνει αλλά μένει να καταγράφει κάποια γεγονότα ως απλές εικόνες που περνάνε μπροστά από τον θεατή χωρίς να καταφέρνει να τον παρασύρει στην ατμόσφαιρα της ταινίας που δημιουργεί.
Το κύριο πρόβλημα με την καινούργια ταινία του είναι ότι φαίνεται σαν να μην έχει σκεφτεί και ο ίδιος τι είδους ταινία θέλει να κάνει. Πηδώντας από το ένα κινηματογραφικό είδος στο άλλο, η ταινία ξεκινάει ως μια ρομαντική κωμωδία και στα μισά γίνεται νεο-νουάρ με δόσεις μαύρου χιούμορ, κάτι που θα ήταν απολύτως θεμιτό μιας και έχει ξανασυμβεί και σε άλλες ταινίες, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση λείπει ο κατάλληλος ρυθμός και βηματισμός για να επιτευχθεί αυτό το άλμα.
Ο σκηνοθέτης κινηματογραφεί -με τη βοήθεια του μυθικού φωτογράφου Βιτόριο Στοράρο («Αποκάλυψη Τώρα»), που κάνει εξαιρετική δουλειά στη φωτογραφία- τους πρωταγωνιστές του σε ένα ειδυλλιακό, σχεδόν καρτ-ποστάλ Παρίσι, με ζεστά, γήινα χρώματα. «Ντύνει» την ταινία του μουσικά με έναν ανάλαφρο τζαζ ήχο και προσπαθεί να δώσει την εντύπωση ότι όλα διαδραματίζονται σε μια ήσυχη, ήρεμη πόλη. Ολα τα παραπάνω προσδίδουν μια ονειρική διάσταση. Ο θεατής ζει την ιστορία ενός «παράνομου» ζευγαριού και τα γεγονότα ακολουθούν περισσότερο ως μια ειδυλλιακή ιστορία τυχαίων συμβάντων παρά ως ένα δράμα.
Το παραπάνω δεν θα ήταν φυσικά αρνητικό -καθώς φαίνεται ότι γίνεται εσκεμμένα από τον Γούντι Αλεν, που προσπαθεί να μην προϊδεάσει τον θεατή για ό,τι θα συμβεί και θέλει να δώσει την ψευδαίσθηση μιας ανάλαφρης κομεντί- αλλά είναι το κύριο πρόβλημα της ταινίας γιατί η σκηνοθεσία μένει περισσότερο στην καταγραφή των γεγονότων με χρήση γενικών πλάνων και έλλειψη κοντινών και με το μοντάζ να δίνει την εντύπωση ότι απλώς βλέπουμε την αποσπασματική καταγραφή κάποιων γεγονότων από τη ζωή των πρωταγωνιστών, καθώς δεν υπάρχει το κατάλληλο βάθος σε κανέναν από τους τρεις ήρωες ώστε να συνδεθούμε μαζί του και να κατανοήσουμε τα θέλω του, τα πιστεύω του και τις ανάγκες του. Κι όμως, αυτό στις παλιότερες ταινίες του Γούντι Αλεν συνέβαινε συχνά καθώς ψυχογραφούσε τους ήρωές του με έναν εξαίρετο τρόπο ενώ εδώ αυτό του το προτέρημα απουσιάζει εξ ολοκλήρου. Χάνεται μέσα στην ίδια την ψευδαίσθηση που προσπαθεί να «χτίσει» και αναλώνεται απλώς στο να πει γραμμικά την ιστορία του, με την «παράνομη» σχέση της Φανί και του Αλέν να υφίσταται απλώς για να εξυπηρετήσει τη συνέχεια της ιστορίας.
Θέλοντας να «χωρέσει» σε μία ώρα και τριάντα τρία λεπτά την ιστορία μιας τυχαίας συνάντησης, ενός «παράνομου» έρωτα και τα παιχνίδια της τύχης, χάνει την ευκαιρία να σκιαγραφήσει καλύτερα τους χαρακτήρες του -ειδικά τον σύζυγο της Φανί, τον Ζακ, που παραμένει απλώς ένας χαρακτήρας γραμμένος στο χαρτί- και «σκοντάφτει» στην ίδια την «παγίδα» με την οποία προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τον θεατή, μένοντας εν τέλει να ασχολείται περισσότερο με το θέμα της τύχης και τον ρόλο της παρά με τους ίδιους τους ανθρώπους που πλαισιώνονται από αυτή.
Παρ’ όλα όμως τα ελαττώματα που έχει η ταινία, διαθέτει κάποιες αρετές, όπως η εξαιρετική φωτογραφία που καταφέρνει να σε κάνει να νιώσεις ότι ζεις στο Παρίσι καταγράφοντας με καλαίσθητο τρόπο τους εξωτερικούς χώρους του, τα ωραία σκηνικά, η ικανότητα του Γούντι Αλεν να γράφει γρήγορους, έξυπνους διαλόγους και η παρουσία των τριών πρωταγωνιστών που παίζουν εξαιρετικά τους ρόλους τους, ειδικά η Λου ντε Λαάζ (Φανί) που προσφέρει μια φρεσκάδα στην ταινία. Ολα τα παραπάνω συνθέτουν μια ταινία ευχάριστη, που όμως σίγουρα θα απογοητεύσει όσους θεατές περιμένουν να δουν έναν Γούντι Αλεν από τα παλιά.
Saw X (ΗΠΑ, 2023, 118')
★☆☆☆☆
● Σκηνοθέτης: Κέβιν Γκρόιτερτ
● Ηθοποιοί: Τόμπιν Μπελ, Σόνι Σμιθ, Σινόβε Μακόντι Λουντ, Στίβεν Μπραντ
O Τζον Κράμερ (Τόμπιν Μπελ), ο γνωστός Jigsaw, πάσχει από καρκίνο στα τελευταία στάδια. Απελπισμένος ταξιδεύει στο Μεξικό για να υποστεί μια επικίνδυνη, πειραματική ιατρική διαδικασία με την ελπίδα μιας θαυματουργής θεραπείας. Οταν ανακαλύπτει ότι εξαπατήθηκε, αποφασίζει να πάρει εκδίκηση από τους απατεώνες μέσα από δόλιες, διαταραγμένες και ευρηματικές παγίδες.
Δέκατη συνέχεια για το γνωστό franchise το οποίο δεν διαφοροποιείται σε τίποτα από τις άλλες ταινίες της σειράς. Σπλάτερ, γεμάτο αίμα και σκηνές βίας, με κάποιες σεναριακές ανατροπές που όσοι έχουν δει τις προηγούμενες ταινίες της σειράς τις περιμένουν. Η γνωστή συνταγή του franchise, χωρίς εν τέλει να εκπλήσσει ή έστω να φοβίζει τον θεατή.
Ο Δημιουργός (The Creator, ΗΠΑ, 2023, 133')
★★☆☆☆
● Σκηνοθέτης: Γκάρεθ Εντουαρντς
● Ηθοποιοί: Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον, Τζέμα Τσαν, Κεν Γουτανάμπι, Στέρτζιλ Σίμπσον, Μάντελεν Γιούνα Βόιλς, Αλισον Τζένεϊ
Μετά από ένα ατύχημα που οδηγεί σε πυρηνική καταστροφή, οι άνθρωποι κατηγορούν την Τεχνητή Νοημοσύνη και ξεσπά ένας μακροχρόνιος πόλεμος. Ο Τζόσουα (Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον), ένας πρώην πράκτορας των ειδικών δυνάμεων που θρηνεί για την εξαφάνιση της συζύγου του (Τζέμα Τσαν), επιστρατεύεται για να βρει και να σκοτώσει τον Δημιουργό, τον αρχιτέκτονα του προγράμματος Τεχνητής Νοημοσύνης που έχει κατασκευάσει ένα μυστηριώδες όπλο με τη δύναμη όχι μόνο να τερματίσει τον πόλεμο αλλά και να καταστρέψει την ανθρωπότητα.
Μαζί με μια ομάδα από ελίτ μυστικούς πράκτορες θα διανύσουν εχθρικά εδάφη πολεμώντας τα ΑΙ «πλάσματα». Εκεί θα ανακαλύψουν πως το θανάσιμο όπλο που μπορεί να καταστρέψει τον κόσμο δεν είναι παρά ένα δημιούργημα που έχει τη μορφή μικρού παιδιού (Μάντελεν Γιούνα Βόιλς).
Ο «Δημιουργός» του Γκάρεθ Εντουαρντς είναι από τις ταινίες που σε κάνει να σκέφτεσαι ότι αν είχε καλύτερο σενάριο και μια διαφορετική σκηνοθετική προσέγγιση θα μπορούσε να είναι ένα εξαιρετικό δείγμα επιστημονικής φαντασίας. Αντλώντας έμπνευση από ταινίες όπως «Εξολοθρευτής», «Blade Runner», από τη λογοτεχνία της επιστημονικής φαντασίας (Αρθουρ Κλαρκ, Ασίμοφ, Φίλιπ Ντικ) καθώς και από τη συνεχιζόμενη συζήτηση για τη ραγδαία εξέλιξη της Τεχνητής Νοημοσύνης και κατά πόσο αυτή θα είναι σε θέση να απειλήσει την ανθρωπότητα, ο Εντουαρντς στήνει μια επιβλητική παραγωγή η οποία χάνει μεγάλο μέρος της ουσίας της από το ελλιπές σενάριο.
Η ταινία εισάγει γρήγορα τον θεατή στην ιστορία και ακολουθεί πολύ καλό ρυθμό, ισορροπώντας την εξέλιξη της ιστορίας με τις σκηνές δράσης μέχρι το εικοστό λεπτό δίνοντας ελπίδες ότι ο σκηνοθέτης μπορεί να διαχειριστεί τα ήδη αρκετά θέματα που έχει θέσει το σενάριο και να τα εξελίξει παράλληλα με τη δράση της ταινίας. Δυστυχώς όμως όσο η ιστορία ξετυλίγεται αρχίζει να αναλώνεται στα γνωστά κλισέ των ταινιών δράσης και δεν αποφεύγει να δείξει με εξόφθαλμο τρόπο τη σεναριακή της κατασκευή χάνοντας την ευκαιρία του.
Δεν καταφέρνει να αναλύσει τα φιλοσοφικά ζητήματα που γεννιούνται μέσα από την ιστορία όπως η συνείδηση, η ελεύθερη βούληση, η επιμονή του ανθρώπου να φτιάξει κάτι «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν». Δεν εμβαθύνει και μένει περισσότερο στη σχέση του πρωταγωνιστή με το παιδί, αποτυγχάνοντας όμως να αναλύσει περαιτέρω αυτή τη σχέση μένοντας απλώς στην προσπάθεια να φέρει αυτούς τους δυο πιο κοντά μέσα από απλοϊκούς διαλόγους που μερικές φορές φαίνονται ως άνευ ουσίας ή απλώς εξυπηρετούν την πλοκή.
Ο σκηνοθέτης αμφιταλαντεύεται όσο περνάει η ώρα αν αυτό που θέλει να παρουσιάσει είναι μια ταινία φιλοσοφικού χαρακτήρα ή μια ταινία δράσης, με τη ζυγαριά να γέρνει περισσότερο προς το τελευταίο, αφήνοντας πίσω όποια προσπάθεια εκμετάλλευσης της κύριας πλοκής ως εργαλείου φιλοσοφικής εξερεύνησης. Δυστυχώς μένει στο φαίνεσθαι και όχι στην ουσία, χτίζοντας περισσότερο το σύμπαν της ταινίας με κομμάτια από άλλες ταινίες επιστημονικής φαντασίας παρά δίνοντας στην ταινία δική της φωνή. Παρ’ όλα αυτά ως ταινία δράσης με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας βλέπεται ευχάριστα καθώς διαθέτει αρκετές καλογυρισμένες σκηνές δράσης, ικανοποιητικά visual effects και ένα καλό καστ δίνοντας έτσι στον θεατή την ευκαιρία να περάσει ένα ευχάριστο δίωρο.
Επανεκδόσεις
▸ Μια αιωνιότητα και μια μέρα
(Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, 1988, 137')
● Σκηνοθεσία: Θόδωρος Αγγελόπουλος
● Ηθοποιοί: Μπρούνο Γκανζ, Ιζαμπέλ Ρενό, Αχιλλέας Σκέβης, Ελένη Γερασιμίδου, Φαμπρίτσιο Μπεντιβόλιο
O Αλέξανδρος (Μπρούνο Γκανζ), ένας διάσημος συγγραφέας που αργοπεθαίνει, θα συναντήσει τυχαία ένα άστεγο αγόρι από την Αλβανία που δουλεύει στα φανάρια. Προσκολλάται σ’ αυτό το παιδί, αναβάλλει την «αναχώρηση» και παρατείνει την αιωνιότητα κατά μία μέρα, για να μεταφέρει στον μικρό του φίλο κάτι από τη γνώση του.
Η ταινία που χάρισε στον Θόδωρο Αγγελόπουλο τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Κανών είναι ένα έργο στο οποίο ο γνωστός σκηνοθέτης αναπτύσσει τις γνώριμες θεματικές του για την έννοια του χρόνου, τη σημασία της γνώσης και της ιστορίας και την προσπάθεια του ανθρώπου να αποκωδικοποιήσει τη σημασία της ύπαρξής του.
▸ Αμλετ (Hamlet, ΕΣΣΔ, 1964, 140')
● Σκηνοθεσία: Γκριγκόρι Κόζιντσεφ
● Ηθοποιοί: Ινοκέντι Σμοκτουνόφσκι, Μιχαήλ Ναζβάνοφ, Ελζα Ράτζινα
Αριστουργηματική μεταφορά του γνωστού έργου του Σέξπιρ στον κινηματογράφο από τον Γκριγκόρι Κόζιντσεφ σε μετάφραση του Μπόρις Πάστερνακ (συγγραφέας του «Δρ Ζιβάγκο»), με την εξαιρετική μουσική του Ντμίτρι Σοστακόβιτς και την αξεπέραστη ερμηνεία του Ινοκέντι Σμοκτουνόφσκι.
Μια ταινία που έχει επάξια κερδίσει τον τίτλο ως η καλύτερη μεταφορά του έργου του Σέξπιρ στη μεγάλη οθόνη.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας