Δυο ταινίες από ή για τη Ρωσία μονοπώλησαν το ενδιαφέρον των ημερών, τασσόμενες και οι δύο εναντίον της σημερινής της πολιτικής ηγεσίας και κοινωνικής κατάστασης.
Η πρώτη είναι το «Καλοκαίρι» του Κίριλ Σερεμπρένικοφ που, ωστόσο, μιλά για το «φθινόπωρο» της χώρας.
Η ταινία ήρθε στο Φεστιβάλ Κανών φορτισμένη ήδη με την πολιτική σημασία της. Ο Σερεμπρένικοφ, ο ηχηρός σκηνοθέτης της «Προδοσίας» (2012) και του «Πιστού» (2016), βρίσκεται εδώ κι έναν χρόνο σε κατ’ οίκον περιορισμό από την κυβέρνηση Πούτιν ως ποινή για οικονομικές ατασθαλίες, μετά από επιχορήγηση που έλαβε από το ρωσικό κράτος για κερδοσκοπικό οργανισμό που είχε ιδρύσει στο όνομά του.
Γνωρίζοντας το κριτικό ύφος των ταινιών του Σερεμπρένικοφ και τη σκληρή αντιμετώπιση της κυβέρνησης Πούτιν προς κάθε αντίλογο, δεν θέλει πολύ για να θεωρήσει κανείς ότι η «τιμωρία» έχει έρθει για λόγους πολιτικούς κι όχι οικονομικούς. Και η νέα ταινία του δημιουργού δεν λειαίνει τον λόγο του.
Ο Σερεμπρένικοφ έχτισε έναν ασπρόμαυρο, λυρικό, πανκ αποχαιρετισμό στο όνειρο του «νέου» ρωσικού κράτος, με αφετηρία δύο υπαρκτές πανκ-ροκ μπάντες που χαρακτήρισαν τη ζωή στο Λένινγκραντ του ’80, παίζοντας στο μοναδικό ροκ κλαμπ της πόλης, εκεί όπου το κοινό έπρεπε να είναι καθιστό και ήσυχο και τα τραγούδια να έχουν περάσει από λογοκρισία των στίχων, ώστε να είναι «ακτιβιστικοί αλλά πάντα αισιόδοξοι» και να μην ταράσσουν τα ήθη των νέων.
Το «Καλοκαίρι» έρχεται ως (κινηματογραφικά μάλλον πομπώδης και φλύαρος, παρ' όλα αυτά συγκινητικός κι ευαίσθητος) φόρος τιμής σε μια γενιά που μεγάλωσε χωρίς επιτρεπόμενες πολιτισμικές αναφορές, ακούγοντας Velvet Underground και Blondie και Λου Ριντ στα κρυφά, ελπίζοντας ότι θα ζήσει την απογείωση του ρωσικού ονείρου και καταλήγοντας με την οριστική διάλυσή του.
Παρά την απουσία του Σερεμπρένικοφ, οι συντελεστές της ταινίας φρόντισαν να τον έχουν μαζί τους στο κόκκινο χαλί, κρατώντας πλακάτ με το όνομά του, ή με την απαίτηση «Free Serebrennikov».
Σε πολύ πιο σκληρό, αισθητικά και σεναριακά, ύφος κινήθηκε ο Ουκρανός σκηνοθέτης Σεργκέι Λόζνιτσα, που με τη νέα του ταινία μοιάζει να κορυφώνει την οργή που εξέφρασε σε ταινίες σαν το «Πρόσωπο της ομίχλης» και το «My Joy».
Το φιλμ, γυρισμένο με την ωμότητα σχεδόν ενός ντοκιμαντέρ, τοποθετείται στην περιοχή Ντόνμπας, που δίνει στην ταινία και τον τίτλο της, στα ανατολικά σύνορα της χώρας, εκεί όπου από το 2014 αλλά και ώς τώρα ξετυλίγεται ένας πόλεμος-υβρίδιο, μεταξύ του ουκρανικού στρατού και σεπαρατιστικών συμμοριών υποστηριζόμενων από ρωσικές δυνάμεις.
Η ταινία αποτελείται από 13, χαλαρά συνδεόμενες, δραματικές σκηνές, που καταγγέλλουν τη βία, τη χυδαιότητα, τη διαφθορά και την προπαγάνδα της καθημερινότητας στην περιοχή.
Κάθε ιστορία είναι μεταφορά πραγματικών γεγονότων που ο Λόζνιτσα βρήκε σε βίντεο πολιτών στο διαδίκτυο. Σαν αμετάκλητη βουτιά ολοένα και πιο βαθιά στον εφιάλτη, η ταινία του Λόζνιτσα, τόσο σκληρή κι επιθετική που δοκιμάζει τις αντοχές του θεατή, ξεκινά και τελειώνει με αυτό που κανείς θα έλεγε «fake news», τον μηχανισμό που ο Ουκρανός δημιουργός θεωρεί, έτσι κι αλλιώς, το μέγιστο κακό της εποχής.
«Πρέπει να συνειδητοποιούμε», είπε ο Λόζνιτσα στην «Εφ.Συν.», «πως οτιδήποτε βλέπουμε μέσα σ’ ένα κάδρο τηλεόρασης, υπολογιστή, κινητού, έχει τη σφραγίδα μιας συγκεκριμένης πρόθεσης των ανθρώπων που το έχουν καταγράψει. Αυτό που εγώ θέλησα να δείξω με το “Donbass” είναι πως, αργά ή γρήγορα, ελπίζω, οι ίδιοι οι άνθρωποι που στήνουν την προπαγάνδα μπροστά στα μάτια μας θα πέσουν θύματά της. Αυτό πιστεύω κι αυτό έχει αποδείξει η Ιστορία. Το θέμα είναι πόσοι θα αντέξουν ώς τότε».
Επειδή, ωστόσο, το Φεστιβάλ Κανών είναι και η λάμψη του, η κινηματογραφική κοινότητα ενθουσιάστηκε με την ανακοίνωση, πολύ μακριά από το πρώην ανατολικό μπλοκ, του καστ της επικείμενης κατασκοπικής ταινίας «355», που θα κάνει πραγματικότητα η Τζέσικα Τσαστέιν.
Η ιδέα ήρθε στην ηθοποιό στην περυσινή της επίσκεψη στις Κάνες, όταν η συζήτηση για την ίση μεταχείριση των γυναικών στην κινηματογραφική βιομηχανία βρισκόταν στο ζενίθ.
Ο τίτλος προέρχεται από το πραγματικό ψευδώνυμο μιας κατασκόπου στον Αμερικανικό Εμφύλιο και η ταινία θα παρακολουθεί στο σήμερα μια διεθνή ομάδα γυναικών πρακτόρων που αναγκάζονται να συνεργαστούν για να σταματήσουν μια εγκληματική οργάνωση από το να καταστρέψει τον κόσμο.
Οι πρωταγωνιστές στο «355» φωτογραφήθηκαν μαζί στην Κρουαζέτ και γέμισαν το φεστιβάλ με ακτινοβολία μεγατόνων και απόλυτη φυλετική εκπροσώπηση.
Την Τζέσικα Τσαστέιν θα πλαισιώνουν οι Μαριόν Κοτιγιάρ, Πενέλοπε Κρουζ, Λουπίτα Νιόνγκ’ο και Μπίνγκμπινγκ Φαν.
Και μιλώντας για πολυσυλλεκτικότητα στο φετινό φεστιβάλ, αίσθηση προκάλεσαν τα εγκαίνια ενός από τα περίπτερα στην Αγορά της διοργάνωσης.
Το Παλαιστινιακό Περίπτερο λειτουργεί φέτος για πρώτη φορά, με διοργάνωση από το Παλαιστινιακό Ινστιτούτο Κινηματογράφου και χρηματοδότηση από το παλαιστινιακό υπουργείο Πολιτισμού και το προξενείο της Γαλλίας στην Ιερουσαλήμ.
Το timing μοιάζει ιδανικό, καθώς όχι μόνο στο παρελθόν έχουν κάνει την πρεμιέρα τους στις Κάνες σημαντικές παλαιστινιακές ταινίες, όπως η «Θεϊκή παρέμβαση» του Ελία Σουλεϊμάν, αλλά και φέτος, η Ανμαρί Τζασίρ («Το αλάτι της θάλασσας», «Οταν σε είδα»), η γνωστότερη από τη νέα γενιά Παλαιστίνιων σκηνοθετών, βρίσκεται στην Κριτική Επιτροπή του τμήματος Ενα Κάποιο Βλέμμα, προσελκύοντας τα «βλέμματα» στο Παλαιστινιακό.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας