Ο Νίκος Παππάς στο βήμα. Πίσω του δεξιά η Κάθριν Χέπμπορν, ο Αντονι Κουίν και η Ειρήνη Παππά, ενώ άκρη αριστερά μόνη της η Μελίνα.
Ολοι τους από σκηνές ταινιών του Κακογιάννη. Και στο δικό του Ιδρυμα, η σκηνή στον β' όροφο, ασφυκτικά γεμάτη.
Από τον Παντελή Βούλγαρη μέχρι τον Πάρι Κασικόδωστα με τα τατουάζ και τις αμερικανικές παραγωγές του.
Από τον Τάσο Μπουλμέτη μέχρι τον Πέτρο Φιλιππίδη. Από τον Ορέστη Ανδρεαδάκη μέχρι τον Γιάννη Σμαραγδή.
Από τις νέες παραγωγούς Φένια Κοσοβίτσα και Αμάντα Λιβανού μέχρι τον Γιώργο Κιμούλη και τον Στέλιο Μάινα.
Σκηνοθέτες, ηθοποιοί, διανομείς, παραγωγοί, θεσμικά πρόσωπα, συνδικαλιστές κάθε γενιάς, προσφοράς και τάσης.
Ανθρωποι του σινεμά ή μάλλον καλύτερα του οπτικοακουστικού, όρου της εποχής μας που ταιριάζει και με το επίθετο «ψηφιακός-ή-ό», άρα και με το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης.
Συνειρμό τον συνειρμό, με λίγη προσπάθεια και απορία, που επηρεάζεται και από την απουσία της υπουργού Πολιτισμού Λυδίας Κονιόρδου -ήταν, μας λένε, για δουλειές στη Θεσσαλονίκη- φτάνουμε και στο γιατί ο Νίκος Παππάς και οι στενοί του συνεργάτες είχαν το βράδυ της Δευτέρας στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης τον ρόλο του αποκλειστικού, νέου και μεγάλου υποστηρικτή της οπτικοακουστικής παραγωγής.
Σε λίγες μέρες μας διαβεβαιώνουν, «μπορεί και αμέσως μετά το Πάσχα», φτάνει να υπογραφεί μια Κοινή Υπουργική Απόφαση (πέντε οι εμπλεκόμενοι υπουργοί), θα αρχίσει να εφαρμόζεται το ψηφισμένο ήδη από τον Αύγουστο νέο πλαίσιο ενίσχυσης της παραγωγής (από ταινίες, ντοκιμαντέρ και κινούμενα σχέδια μέχρι σίριαλ και videogames, προς θεού όχι ριάλιτι και τηλεπαιχνίδια).
Είναι μια πρωτοβουλία του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, που προσφέρει για πρώτη φορά στη χώρα μας ζεστό χρήμα στο τσάκα τσάκα σε ταινίες, που γυρίζονται εδώ, άσχετα με την εθνικότητά τους, άσχετα και με την ποιότητά τους - αντίθετα με τη φιλοσοφία των δύο άλλων κρατικών τροφοδοτών του σινεμά (Κέντρου και ΕΡΤ).
Αυτή η fast track χρηματοδότηση, για την οποία έχουν ήδη δεσμευτεί 75 εκατ. ευρώ, δηλαδή πολλά λεφτά, και περιμένουν ακόμα 375 εκατ., θα γίνεται με μια απλή αίτηση στο ependyseis.gr του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Μέσα σε 45 μέρες οι άνθρωποι του ΕΚΟΜΕ (Εθνικού Κέντρου Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας), που τρέχουν την υπόθεση, θα πρέπει να έχουν εγκρίνει ή απορρίψει την αίτηση.
Και αν την έχουν εγκρίνει, μέσα σε 4 με 6 μήνες από την ολοκλήρωση των γυρισμάτων θα επιστρέφεται στον παραγωγό το 25% των επιλέξιμων δαπανών του στην Ελλάδα (κόστος αποκλειστικά της παραγωγής και όχι, για παράδειγμα, δάνεια).
Είναι φανερό ότι η φιλοδοξία και ο βασικός στόχος αυτού του συστήματος, αναγκαστικά ανταγωνιστικού με πολλά ανάλογα που ισχύουν στις περισσότερες χώρες του κόσμου, είναι, όπως είπε και ο Νίκος Παππάς, «η προσέλκυση άμεσων επενδύσεων, κυρίως από ξένους».
Σε αυτούς απευθύνονται και τα τρία ελαφρώς βαρύγδουπα και επικολυρικά βίντεο με ακτές, νησιά, φως και αρχαία, τα γνωστά, αλλά, για πρώτη φορά, και με τα οικονομικά πλεονεκτήματα του filming in Greece, τον νέο cinematic paradise.
Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, κεντρικό πολιτικό πρόσωπο, δεν θα μπορούσε να μη συνδέσει τα νέα επενδυτικά κίνητρα με τη μεταμνημονιακή εποχή.
Πιστεύει, δηλαδή, ότι «καθώς βγαίνουμε από την κρίση, μπορεί το σινεμά να είναι αιχμή του δόρατος της ανάκαμψης».
Συμφώνησε μαζί του και ο γ.γ. του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Λευτέρης Κρέτσος, αλλά στο πιο ποιητικό.
«Στη μεταμνημονιακή Ελλάδα ας γίνονται και επενδύσεις που θα κάνουν τη ζωή πιο όμορφη», είπε.
Ενώ, απευθυνόμενος στο πολυπληθές ελληνικό ακροατήριο, φρόντισε να χαϊδέψει μερικά αυτιά και άλλα να δυσαρεστήσει. «Μ' αυτό το σύστημα δεν θα έχετε ανάγκη από μπάρμπα στην Κορώνη και πολιτικές σχέσεις με ανθρώπους στα κέντρα αποφάσεων. Τόσο αυτοματοποιημένα είναι όλα».
Το καρφί προς τις χρηματοδοτήσεις από ΕΚΚ και ΕΡΤ δεν χρειαζόταν, άλλωστε, οι Ελληνες που θα απευθύνονται για να στηρίξουν τις ταινίες τους στο νέο σύστημα θα μπορούν κάλλιστα να έχουν πάρει χρήματα και από τους δύο παραπάνω κρατικούς φορείς. Με έναν όρο: να μην έχουν ήδη καλύψει με αυτές το 50% του προϋπολογισμού τους.
Οι Ελληνες παραγωγοί έχουν κι άλλα μπόνους. Αν οι ταινίες τους είναι συμπαραγωγές με ευρωπαϊκούς κρατικούς φορείς (Κέντρα και κανάλια), επιτρέπεται να έχουν ήδη καλύψει το 60% του προϋπολογισμού τους. Και το 70%, αν ανήκουν στην κατηγορία του «δύσκολου οπτικοακουστικού έργου», είναι δηλαδή ταινίες που δεν προτιμώνται συνήθως από παραγωγούς και διανομείς (πρώτες ή δεύτερες, πολύ χαμηλού κόστους κ.ά.).
Στην παλιά και μόνιμη ερώτηση για το ενδεχόμενο το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής μέσω του ΕΚΟΜΕ να ρίξει σταδιακά στην αχρηστία το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλός του, Πάνος Κουάνης, έδωσε το βράδυ της Δευτέρας την ίδια, τυπική απάντηση: «Δεν έχουμε σκοπό να υποκαταστήσουμε κανένα υπουργείο (σ.σ. προφανώς του Πολιτισμού) και κανέναν δημόσιο φορέα. Θα συνεργαστούμε με όλους».
Μάλλον θα το χρειαστούν. Αν η κινηματογραφική πρεμιέρα του υπουργείου Ψηφιακής Ανάπτυξης έχει... αναπτυξιακό χαρακτήρα, πώς άραγε θα ασχοληθούν στο μέλλον, όπως προανήγγειλαν, με τους τομείς του σεναρίου και της διανομής; Ιδωμεν.
Η κινηματογραφική κοινότητα πάντως φαίνεται ότι υποδέχεται το νέο σύστημα ενίσχυσης του οπτικοακουστικού με θετικά αισθήματα και προσδοκίες.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας