Η συναυλία που έδωσε η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ (ΕΣΟΕΡΤ) υπό τον Μιχάλη Οικονόμου στο κατάμεστο κρατικό Μέγαρο Μουσικής στις 28/11/2023 περιλάμβανε δύο έργα: το «Κοντσέρτο για πιάνο» του Εντβαρντ Γκριγκ και τη «Συμφωνία αρ. 5» του Τσαϊκόφσκι. Η συναυλία άφησε εντυπώσεις καλές, αν και όχι δίχως κάποιες εύλογες επιφυλάξεις...
Σολίστ στο αντιπροσωπευτικά ρομαντικό κοντσέρτο του Νορβηγού συνθέτη ήταν η 34χρονη Νεφέλη Μούσουρα, η οποία πρόσφερε μιαν ιδιότυπα άνιση ερμηνεία. Πριν προχωρήσουμε στην κριτική, ωστόσο, πρέπει να διευκρινισθεί πως, αντίθετα απ’ ό,τι για ευνόητους, πρακτικούς λόγους συμβαίνει σε συναυλίες με πιανιστικά κοντσέρτα, η Ελληνίδα μουσικός έπαιξε το έργο αυτό με το όργανο τελείως ακάλυπτο, δηλαδή δίχως να συμμετέχουν στη διαμόρφωση των δυναμικών του ήχου οι ανακλάσεις από την κεκλιμένη, εσωτερική επιφάνεια του καπακιού προς το μέρος του ακροατηρίου. Αναμενόμενη συνέπεια αυτής της επιλογής ήταν ότι, με εξαίρεση τις καθαρά σολιστικές και, βεβαίως, τις μεγαλόφωνες, κορυφωματικές παραγράφους της μουσικής, το παίξιμό της καταπνιγόταν στον χυμώδη, μεστό ήχο της μεγάλης συμφωνικής ορχήστρας.
Ετσι, σχεδόν όλες οι ενδιάμεσες παράγραφοι του πιάνου σε σελίδες όπου αυτό συνοδεύεται από ορχήστρα και ειδικότερα όσες έκτιζαν τις κορυφώσεις, χάνονταν ή ακούγονταν απλώς σαν «μαρκάρισμα», με αποτέλεσμα ο μουσικός ειρμός να κατατέμνεται σε άνευ (μουσικού) νοήματος νησίδες... Ομως αυτό δεν ήταν το μόνο πρόβλημα στην ερμηνεία της Μούσουρα. Τόσο στο πρώτο όσο και στο τρίτο μέρος, παρά την άνεση, την αψεγάδιαστη τεχνική, την καθαρή άρθρωση και την απουσία ολισθημάτων (μάλλον έτι περισσότερο λόγω αυτών των αρετών!), η ερμηνευτική προσέγγιση, δηλαδή η εκφραστική φόρτιση της φραστικής του πιάνου και της διαλεκτικής του με την ορχήστρα, ηχούσε σαν αμέτοχη.
Αυτό καθίστατο ακόμη πιο φανερό όταν οι παράγραφοι έντονης δράσης μετέπιπταν σε παραγράφους λυρικού αναστοχασμού: ειδικά εκεί αποκόμιζε κανείς την εντύπωση ότι άκουγε απλώς νότες σε νοηματικά αμήχανη διαδοχή... Κάπως καλύτερα ήχησαν τα πράγματα στη φορτισμένα μεγαλόστομη, κυρίαρχα δεξιοτεχνική, σολιστική καντέντσα του α΄ μέρους και, βεβαίως, στο χαμηλόφωνο β΄ μέρος. Αν ο ρομαντισμός στη μουσική εκφράζει ηχητικά την εμβάθυνση, την εξερεύνηση και την εκπολιτισμένη διαλεκτική με το προσωπικό συναίσθημα, έτσι όπως αυτές εξελίσσονται μετά τα μέσα του αστικού ευρωπαϊκού 19ου αιώνα, τότε ερμηνείες όπως αυτή αποτυπώνουν τη δυσκολία (ή τη δυσφορία;) των ερμηνευτών του 21ου αιώνα να εγκολπωθούν αυτό το συναίσθημα, παραλαμβάνοντας τη σκυτάλη αυτής της βαριάς κληρονομιάς· βεβαίως, ταυτόχρονα, οι ίδιοι αναζητούν δικαιωματικά «χώρο» για μια έκφραση που να τούς ταιριάζει και να τούς εκφράζει. Πρόκειται για ένα φαινόμενο σύνηθες σήμερα και, σίγουρα, για ένα όχι εύκολα επιλύσιμο πρόβλημα/αίτημα. Και για να μην καταλογιστεί ως αρνητική προκατάληψη, θα θυμίσουμε ότι το ξανασυναντήσαμε φέτος το καλοκαίρι, στο Ηρώδειο, στην πρωταθλητικών μεγεθών, υπερμάτσο, υπεραναλυτική ερμηνεία του Λανγκ-Λανγκ («Εφ.Συν.», 22/8/2023). Και, αναμφίβολα, θα το ξανασυναντούμε όλο και συχνότερα…
Το δεύτερο μισό της συναυλίας αφιερώθηκε στην πασίγνωστη «Συμφωνία αρ. 5» του Τσαϊκόφσκι, έργο εγγυημένα δημοφιλές αλλά και τόσο χιλιοπαιγμένο που καθιστά τη διάπλαση μιας φρέσκιας, ενδιαφέρουσας ερμηνείας ιδιαίτερα δύσκολη. Η ερμηνεία που πρόσφερε η ΕΣΟΕΡΤ υπό τον Οικονόμου υπηρέτησε τη Συμφωνία ικανοποιητικά και στο σωστό μήκος κύματος. Κυρίως ανταποκρίθηκε αβίαστα και με ευγένεια στην τυπικά ρομαντική, συναισθηματική/τραυματική προσωπική μουσική δραματουργία του Ρώσου συνθέτη, διαπλάθοντας με αριστοτεχνικά οικονομημένη οπτική τα μεγάλα σχήματα βαθμιαίας φόρτισης, κορύφωσης, αποκλιμάκωσης. Τόσο στο εναρκτήριο Andante - Allegro, όσο και στο καταληκτικό Andante maestoso - Allegro vivace, αυτό επιτεύχθηκε εξασφαλίζοντας τη συνοχή του μουσικού ειρμού με ένα θαυμαστά συνεκτικό/σταθερό, υποδόριο ωστικό παλμό. Λειτουργικά ζυγιασμένες ήταν οι ισορροπίες ανάμεσα στα χάλκινα πνευστά και στο συμπαγές σώμα των εγχόρδων όθεν εκπορευόταν όλο το μελωδικό δυναμικό της μουσικής. Στο αργό, λυρικό Andante cantabile, απολαύσαμε τις εκφραστικά ευγενείς, ασφαλείς συμμετοχές του ανελέητα εκτεθειμένου μοναχικού κόρνου (Αντ. Λαγός) και τις λυρικές δευτερολογίες του όμποε (Σπ. Κοντός) καθώς αυτά «σέρφαραν» στον αβαρή, ρυθμικό κυματισμό των πνευστών. Περαστικοί αποσυντονισμοί, υπονόμευσαν τοπικά τη ροή του σύντομου Valse: Allegretto moderato, που δόθηκε σε μάλλον υπερβολικά αργές ταχύτητες για τον συγκαλυμμένα αγχώδη χαρακτήρα του.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας