Στο πεδίο της αθηναϊκής μουσικής ζωής, η δύσπεπτη 200στή επέτειος του 1821 άφησε μια σοδειά ετερόκλητων και ενίοτε κάπως αμήχανων αναμετρήσεων με το τεράστιας σημασίας ιστορικό γεγονός που υπήρξε ο Αγώνας της Εθνικής Ανεξαρτησίας για εμάς τους Ελληνες αλλά και, σε τεκμηριωμένα ευρύτερη οπτική, για την Ευρώπη του πρώιμου 19ου αιώνα.
Οι κρατικοί μουσικοί θεσμοί παρήγγειλαν ή/και ανέβασαν αρκετά νέα έργα σύγχρονων Ελλήνων συνθετών αλλά πρόσφεραν και σύγχρονες παραγωγές ιστορικών παλαιών. Στην πλειονότητά τους αυτά έχουν ήδη επιδοθεί στο κοινό, είτε ζωντανά είτε διαδικτυακά, ενώ -ας όψεται ο κορονοϊός- κάποια θα τα ακούσουμε τους επόμενους μήνες.
Απ’ όσα παρακολουθήσαμε σίγουρα ξεχώρισαν τα συναυλιακά ανεβάσματα των δύο ιστορικών οπερών του Επτανήσιου Παύλου Καρρέρ: της «Κυρα-Φροσύνης» (1868) από την ΕΛΣ (ΚΠΙΣΝ, 3/10/2021) και του θρυλικού «Μάρκου Μπότσαρη» (1861) από τον ΟΠΑΝΔΑ και τα μουσικά σύνολα του Δήμου Αθηναίων (Ολύμπια, 5/11/2021). Πρόκειται για έργα με μακρά προϊστορία έντονης απήχησης σε ελληνόφωνα ακροατήρια του 19ου και του 20ού αιώνα και ασυζητητί ενδιαφέρον στίγμα, που αξίζει να (ξανα)ακούγονται και θα ήταν πολλαπλά χρήσιμο αλλά και αισθητικοϊδεολογικά ερεθιστικό να αντιμετωπιστούν σκηνικά. Δεν παρακολουθήσαμε τον πρόσφατα ανασυρθέντα από τη λήθη «Μάρκο Μπότσαρη» (1854) του Νικολάου-Τζανή Μεταξά, που παρουσιάστηκε σε παραγωγή της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ από τις δυνάμεις της Φιλαρμόνια Ορχήστρας Αθηνών (Βεάκειο, 7/10/2021), ενώ η πολυαναμενόμενη πρώτη παρουσίαση της πρόσφατα εντοπισμένης «Ανδρονίκης» (1905) του Κερκυραίου Αλέξανδρου Γκρεκ, σε συμπαραγωγή του Ωδείου Αθηνών με τη ΣΟΔΑ, αναβλήθηκε για το 2022.
Σαφώς χωριστό κεφάλαιο με εντελώς διαφορετικό στίγμα αποτέλεσαν οι ιδιαίτερης κλίμακας παραγωγές νέων έργων μουσικού θεάτρου που παρήγγειλε η Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ σε σύγχρονους Ελληνες συνθέτες. Πιο πρόσφατη -και ίσως πιο επιτυχημένη- παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ ήταν αυτή του μουσικοθεατρικού έργου «Ο αέρας της Ελλάδας» του ελληνικής καταγωγής Αμερικανού συνθέτη Γιώργου Τσοντάκη (ΚΠΙΣΝ, 17 & 18/12/2021).
Μέρος εκτενούς αφιερώματος στον φιλέλληνα ποιητή λόρδο Βύρωνα, το νέο έργο εκτυλίσσεται κατά τις τελευταίες ημέρες του στην Ελλάδα, το 1824, ανασυνθέτοντας φαντασιακά όσα αισθανόταν και τον απασχολούσαν στο κατώφλι του θανάτου: την έντονη, συγκεχυμένη εμπλοκή με την ελληνική Εθνεγερσία και τις αδιέξοδες εμφύλιες διενέξεις, το πικρό στέρεμα της περιπετειώδους νεότητας, τη συναίσθηση του τέλους που ζυγώνει, τα πυρετώδη οράματα ηρωικής δράσης αλλά και το παράφορο, ανεκπλήρωτο πάθος για τον δεκαπεντάχρονο Πατρινό πολεμιστή/υπηρέτη του, Λουκά Χαλανδριτσάνο…
Ολα αυτά τα χειρίστηκε ο 70χρονος Τσοντάκης χαμηλόφωνα, με ισορροπία και ευαισθησία, χρησιμοποιώντας ως όχημα μια ευανάγνωστα οργανωμένη μουσική δραματουργία, που επέτρεψε στον ακροατή/θεατή να παρακολουθήσει αβίαστα δύο παράλληλες αλλά ενίοτε οδυνηρά διαπλεκόμενες αφηγήσεις: αυτή των θερμών ιδιωτικών μονολόγων του Βύρωνα, που μοιράζονταν ανάμεσα στην αγγλική πρόζα (ηθοποιός Ρόμπιν Μπιρ) και στο τραγούδι (τενόρος Χρήστος Κεχρής) και αυτή ενός έξωθεν σχολιασμού, που εκπορευόταν από εξαμελές φωνητικό σύνολο. Αρρηκτα συνυφασμένη με τη δραματουργία, η διγλωσσία -αγγλικά, ελληνικά- λειτούργησε πειστικά: διατήρησε τη θερμοκρασία και το βάρος της πρωτότυπης βυρωνικής ποίησης και παρέκαμψε τον σκόπελο της εκζήτησης. Η διαμεσολαβητική χρήση δίγλωσσων υπέρτιτλων διευκόλυνε την παρακολούθηση.
Στην πλούσια, ήπια μοντερνιστική μουσική γραφή του συνθέτη (εννεαμελές ορχηστρικό σύνολο, φωνές) διέκρινε κανείς υγιή γείωση στον ρομαντικό 20ό αιώνα και παράλληλα ευφυή, σύγχρονη χρήση του βαθύτερου παρελθόντος. Οιεσδήποτε αναγνωρίσιμες αναφορές (π.χ. α λα Μπρίτεν τραγούδι του τενόρου, μαδριγάλια χορωδίας) ήχησαν πάντα βαθιά μεταπλασμένες, αφομοιωμένες. Τέλος, μακράν του να ηχεί γραφική, ευδιάκριτη, λειτουργική και εκφραστικά διακριτική ήταν η νοηματοδότηση μέσα από ισορροπημένα ενσωματωμένες αναφορές σε ελληνικά ακούσματα (π.χ. μοιρολόι).
Εχοντας συνεργαστεί στενά στη δραματουργία και στη σύνταξη του λιμπρέτου με την Ελσα Ανδριανού, ο Τσοντάκης γεφύρωσε θαυμαστά, ισοζυγιάζοντας δίχως ίχνος αμηχανίας, τον ιδιωτικό Βύρωνα με τα ιδεολογικά, πολιτικά συμφραζόμενα της Επανάστασης˙ ίσως γιατί ως (Ελληνο)Αμερικανός άγγιξε τα της Εθνεγερσίας έξωθεν… Εύγλωττα αναφορικό στον τόπο και στον χώρο και, κυρίως, δίχως αναστολές χρήσης της ιστορικής εικονογραφίας (φορεσιές εποχής κ.λπ.) ήταν το καλαίσθητο, λιτό σκηνικό και τα κουστούμια της Δάφνης Αηδόνη, που φωτίστηκε λειτουργικά από τον Χρήστο Τζιόγκα.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας