ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
Οι Γιόζεφ Σπάτσεκ (βιολί), Τζορτζ Χσιάοουάν Φού (πιάνο) και Τιμόθεος Πέτριν (τσέλο) ερμηνεύουν τρίο του Μπετόβεν και του Ντβόρζακ | ΦΩΤ.:ΑΚΡΙΒΙΑΔΗΣ

Πολύτιμες νύχτες κλασικής μουσικής

Με τις «Νύχτες κλασικής μουσικής στη Γεννάδειο» επέστρεψαν οι συναυλίες ρεπερτορίου κλασικής μουσικής δωματίου για σύνολα με ταλαντούχους ερμηνευτές.

Για πρακτικούς λόγους σε συνδυασμό με επιλογές των Ελλήνων μουσικών, οι συναυλίες με έργα βασικού ρεπερτορίου κλασικής μουσικής δωματίου για σύνολα είχαν ήδη συρρικνωθεί οριακά προ κορονοϊού.

Για τον στεγνό από τέτοιες εκδηλώσεις μήνα Σεπτέμβρη (και όχι μόνον!) το κενό συμπλήρωσαν για έκτη χρονιά οι «Νύχτες κλασικής μουσικής στη Γεννάδειο» (21 έως 24/9/2021) που φιλοξενήθηκαν όπως πάντα στην άριστης ακουστικής Αίθουσα «Κότσεν» της Γενναδείου Βιβλιοθήκης της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών.

Η διοργάνωση προσφέρεται από το αμερικανικό Ινστιτούτο Μουσικής Κέρτις και υλοποιείται με σύμπραξη του Γερμανοελληνικού Πολιτιστικού Κοινωφελούς Ιδρύματος «Σβαρτς» και του θεσμού «Το Ινστιτούτο Κέρτις σε διεθνή περιοδεία», που υποστηρίζεται από τη βαρόνη φον Μάλτζαν. Παρακολουθήσαμε τρεις από τις συναυλίες αποκομίζοντας άριστες εντυπώσεις.

Στις 21/9 ο Κινεζοαμερικανός πιανίστας Τζορτζ Χσιάοουάν Φου έπαιξε επιλογές από έργα 19ου και 20ού αιώνα. Το παίξιμό του ήταν ακριβές, λαμπερό, νεανικά σφριγηλό, συνεκτικό, με φροντισμένα φινιρισμένη φραστική. Διαφοροποιούμενο με επιλογές δυναμικών, ταχυτήτων και βάρους ήχου ανάλογα προς τη δομική και στιλιστική ταυτότητα εκάστου κομματιού, υποστήριξε τα έργα με ερμηνείες που κινήθηκαν στην περιοχή του δοκιμασμένα αυτονόητου, δίχως, όμως, να ηχούν εκ του ασφαλούς.

Στον Ραχμάνινοφ («Σπουδές-Πίνακες» αρ. 5) αναμετρήθηκε επιτυχώς, δίχως απώλειες διαφάνειας, με τη συμφωνική πυκνότητα της γραφής και ανέδειξε ισορροπημένα το πληθωρικό, επιγονικά ρομαντικό συναίσθημα. Στην Ταγιεφέρ («Ποιμενικό») πρόβαλε αβίαστα το α λα Ραβέλ, ονειρικό ειδυλλιακό στοιχείο, στον Ντιτιγιέ («Παιχνίδι των αντιθέσεων») απέδωσε άριστα τον στεγνά εγκεφαλικό, επιτηδευμένο συγκρουσιακό χαρακτήρα της γραφής. Αντίθετα, στον Ραβέλ («Θλιμμένα πουλιά», «Βάρκα στον ωκεανό») πρόβαλε με ανενδοίαστη δεξιοτεχνία τις εμπρεσιονιστικές ποιότητες της γραφής: τον νωχελικά αφηγηματικό ειρμό, την κελαρυστή, ρευστή φραστική, τις αισθησιακές μεταπτώσεις ηχητικών χροιών, τις μεταλλάξεις διαθέσεων. Ταυτόχρονα, διατηρούσε άγρυπνα συνεκτικό τον κρίσιμο, υποδόριο μουσικό ειρμό.

Ο πιανίστας ολοκλήρωσε με την πένθιμη, εκτενή «Σονάτα D. 960» του Σούμπερτ, στην καταβυθιστική ενασχόλησή του με την οποία εξομολογήθηκε ότι τον ώθησε η μακρά απομόνωση του lockdown. Δοσμένη με έκδηλη οικονομία εκφραστικών μεγεθών, η διεξοδικά επεξεργασμένη ερμηνεία του προσέγγισε άφοβα το αποχαιρετιστήριο πένθος της πεισιθάνατης μουσικής δραματουργίας, νοηματοδοτώντας με διακριτικές διαφοροποιήσεις το μακρόσυρτο, επαναληπτικό ξετύλιγμα της μουσικής. Η εκτέλεση διέθετε διαφάνεια, εγρήγορση, ψαγμένα ιεραρχημένη οργάνωση του μουσικού συντακτικού –κύριες, δευτερεύουσες ενότητες κ.λπ.- και ανέδειξε με ισορροπημένο συναίσθημα και ιδιαίτερη ευαισθησία τις αλλεπάλληλες, λεπτές μεταπτώσεις των στοχαστικών διαθέσεων.

Στις 23/9 ο Τσέχος βιολιστής Γιόζεφ Σπάτσεκ και ο Θεσσαλονικιός Ελληνορώσος τσελίστας Τιμόθεος (Γαβριηλίδης) Πέτριν συνέπραξαν σε θαυμάσιες ερμηνείες έργων για βιολί και τσέλο. Η βραδιά ξεκίνησε με τη μελωδική, καθαρά ρομαντική «Σαραμπάντα σε θέμα του Χέντελ» του Χάλβορσεν, που δόθηκε με ανεπιτήδευτη μελωδικότητα. Στα υπόλοιπα τρία έργα τον κυρίαρχο τόνο έδινε ο εκάστοτε μεταβολισμός των «θύραθεν» ακουσμάτων στο πλαίσιο των ενδιαφερόντων της σοβαρής μουσικής του 20ού αιώνα.

Το «Ντουέτο αρ.2» (1958) του Μαρτινού εντρυφεί σε απόηχους της (μέσω Παρισίων) μεσοπολεμικής τζαζ, ενώ την ελληνικών ακουσμάτων «Διπλή ζυγιά» (1952) του Ξενάκη και το πρώιμο, ουγγρικό «Ντουέτο έργο 7» (1914) του Κόνταϊ επικαθορίζουν τα ατίθασα μελωδικά και ρυθμικά γονίδια του ανατολικοευρωπαϊκού φολκλορικού υλικού. Και τα τρία έργα παίχτηκαν με θαυμαστή ακρίβεια και καθαρότητα τόνου, με ενίοτε εξπρεσιονιστικά αιχμηρό σφρίγος φραστικής και, κυρίως, με παιχνιδιάρικη, διονυσιακής αμεσότητας νεανική ζωντάνια στην απόδοση του κυρίαρχου ρυθμικού στοιχείου. Ερμηνείες που, κάθε άλλο παρά στερούμενες λυρισμού, φώτισαν σπάνια επισκεπτόμενες περιοχές του νεότερου ρεπερτορίου, χαρίζοντας καθαρή απόλαυση!

Στις 24/9, οι τρεις μουσικοί συνέπραξαν στο «Τρίο των φαντασμάτων» έργο 70/1, του Μπετόβεν και το «Τρίο Ντούμκι» του Ντβόρζακ. Καθαρόαιμα κλασικό, το πρώτο εκτελέστηκε με ακρίβεια, συνεκτικό ειρμό και αυστηρότητα στη διάπλαση της φραστικής που εστίασαν ταιριαστά στη δεσπόζουσα δομή της μουσικής, αφήνοντας, όμως, άπλετο χώρο στο τσέλο ώστε να αναπτύξει την παλλόμενη από ευγενή τρυφερότητα μελωδική συνεισφορά του. Αντιπροσωπευτικά εθνικοσχολικό, το ρομαντικό δεύτερο δόθηκε εν θερμώ, με χειμαρρώδες –πλην ουδέποτε ανεξέλεγκτο- νεανικό πάθος και ανήμερα δυναμικό ωστικό ειρμό. Σε άριστο συντονισμό οι τρεις μουσικοί απέδωσαν με ακρίβεια και πυρετώδη ένταση τις αλλεπάλληλες μεταπτώσεις από παραγράφους χορευτικών ρυθμών σε ξέφωτα περιπαθών λυρικών μονολόγων.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS