Στις 5 Μαρτίου του 1940, λίγους μήνες πριν ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, έδινε στην Αθήνα την πρώτη της παράσταση η Λυρική Σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου, η μελλοντική ΕΛΣ. Εναρκτήριο έργο ήταν «Η νυχτερίδα» του Γιόχαν Στράους γιου, οπερέτα δημοφιλής στον γερμανόφωνο χώρο, που ανέβηκε στην τότε διαδεδομένη διασκευή που είχαν κάνει το 1929 ο κορυφαίος θεατράνθρωπος Μαξ Ράινχαρτ και ο συνθέτης Εριχ Κόρνγκολντ. Η παραγωγή επαναλήφθηκε το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς στην Αθήνα και, ακολούθως, στη Θεσσαλονίκη όπου και συμπλήρωσε την 100ή της παράσταση.
Η ίδρυση του θεσμού τον Δεκέμβρη του 1939 ήταν καρπός προσπαθειών του φιλότεχνου δημοσιογράφου Κωστή Μπαστιά, διευθυντή Γραμμάτων και Τεχνών της κυβέρνησης Μεταξά, και του συνθέτη Μανόλη Καλομοίρη, που είχε ηγηθεί αντίστοιχων προσπαθειών στον Μεσοπόλεμο. Η κίνηση εξέφραζε βεβαίως την πολιτιστική πολιτική του Μεταξά, ωστόσο απαντούσε καθυστερημένα και στο επιτακτικό αίτημα δημιουργίας κρατικού λυρικού θεάτρου που εκκρεμούσε ανικανοποίητο από την εποχή ίδρυσης του ελληνικού κράτους.
Με υποδείξεις του Καλομοίρη και στόχο ένα ξεκίνημα δίχως «βαρίδια» από το εγχώριο μουσικό παρελθόν, η ιδρυτική διευθυντική ομάδα του θεσμού συστάθηκε από έμπειρους διεθνείς καλλιτέχνες, ενώ τα καλλιτεχνικά σώματα –ορχήστρα, χορωδία, μονωδοί, μπαλέτο– στελεχώθηκαν αξιοκρατικά με ακροάσεις. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, οι τύχες του θεσμού αναπόδραστα επηρεάστηκαν από τις ταραχώδεις τροπές της πολιτικής και πολιτιστικής ζωής του τόπου.
Στις σκηνές του τραγούδησαν τουλάχιστον τέσσερις διαδοχικές γενιές μονωδών, ενώ στο δραματολόγιο και στις σκηνοθεσίες αποτυπώθηκαν γλαφυρά οι προτιμήσεις ρεπερτορίου κάθε περιόδου, που παρακολουθούσαν όχι δίχως αναμενόμενα χάσματα και καθυστέρηση τις διεθνείς εξελίξεις.
Ηδη από τη γερμανική Κατοχή η ΕΛΣ ξεκίνησε να χτίζει ευρύ, δίχως αποκλεισμούς, βασικό ρεπερτόριο –ελληνικό, ιταλικό, γερμανικό, γαλλικό, σλαβικό– ενώ μέχρι περίπου τη δεκαετία του ΄70, κυρίως χάρη στην παρουσία του Αυστριακού αρχιμουσικού Βάλτερ Πφέφερ, ανέβασε συχνά και πολλές δημοφιλείς τότε οπερέτες. Τον Μάιο του 1944 ανεξαρτητοποιείται από το Εθνικό/Βασιλικό Θέατρο και μεταστεγάζεται οριστικά στο πρώτο θέατρο Ολύμπια, εγκαινιάζοντας την εκεί πορεία της με την όπερα «Ρέα» του Σαμάρα.
Οι περιορισμένες δυνατότητες του παλαιού αλλά και του νέου θεάτρου Ολύμπια εμπόδισαν μερικώς μόνον τον εμπλουτισμό ρεπερτορίου, που από το 1958 συνεχίζει να αναπτύσσεται δυναμικά προς όλες τις κατευθύνσεις: Μότσαρτ, Βάγκνερ, Βέμπερ, Μουσόργκσκι, Πουλένκ, Μασνέ, Βέρντι, Μποροντίν, Τσαϊκόφσκι, Μπάρτοκ, Προκόφιεφ. Περίπου το 1970 οι όπερες αρχίζουν να τραγουδιούνται στην πρωτότυπη γλώσσα.
Κατά τις μετεμφυλιοπολεμικές δεκαετίες της καραμανλικής «αποβαλκανοποίησης» και της ορμητικής τουριστικής ανάπτυξης, πριν από την ανάπτυξη του οικονομικά ληστρικού διεθνούς star-system των δεκαετιών 1980-1990, το νεοϊδρυθέν Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου έδωσε στην ΕΛΣ την ευκαιρία να κάνει παραστάσεις διεθνούς εμβέλειας, μετακαλώντας κορυφαίους μονωδούς, εικαστικούς και σκηνοθέτες της εποχής: Κάλλας, Μέντελ, Ρίζανεκ, Γκόμπι, Πασχάλης, Σουλιώτη, Μπορκ, Ζαχαρίου, Κόπλεϊ, Ντε Κίρικο, Τσαρούχης, Μινωτής, Βαλμάν κ.λπ.
Η απριλιανή δικτατορία προκαλεί μερική ανάσχεση στην πρόοδο της ΕΛΣ, αλλά καθιερώνει περιοδείες του θεσμού στη Θεσσαλονίκη. Στα χρόνια της Μεταπολίτευσης δίνεται νέα ώθηση στον εμπλουτισμό ρεπερτορίου –Στραβίνσκι, Βάιλ, Μοντεβέρντι, Ραβέλ, Μπερλιόζ, Ροσίνι, Σοστακόβιτς, Χέντελ, Μπρίτεν, Καρέρ, Λίγκετι– ενώ το μπαλέτο αρχίζει να παρουσιάζει πλήρη κλασικά χοροδράματα και νέα έργα σε μουσική Ελλήνων συνθετών.
Κατά τη σπάταλη, προ κρίσης εικοσαετία 1990-2010 η ίδρυση και η άνευ προηγουμένου πληθωρική δράση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών επισκιάζουν την παρουσία της ΕΛΣ, παρ’ ότι, ενίοτε, αυτό κάνει μαζί της συμπαραγωγές. Κομβική για την τελική φάση ριζικού εκσυγχρονισμού του θεσμού είναι η δεκαετία που εγκαινιάζεται το 2006 με τη σύντομη διευθυντική θητεία του Στέφανου Λαζαρίδη: νέα, τολμηρή επέκταση του ρεπερτορίου της όπερας –Βάγκνερ, Γιάνατσεκ, Ανταμς, Μπελίνι, Γκουνό– αλλά και του μπαλέτου, ειδικά κατά τη διευθυντική θητεία του χορογράφου Ρενάτο Τζανέλα.
Τελικά, το 2017, μεσούσης της κρίσης και ύστερα από σχεδόν οκτώ δεκαετίες στριμώγματος σε ακατάλληλες σκηνές και ασύμμετρες συνεργασίες, η ΕΛΣ βρίσκει στο ΚΠΙΣΝ μια στέγη υψηλής αισθητικής, με μεγέθη και υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις αντάξια της εθνικής αποστολής και της ιστορίας της.
Η μεταστέγασή της στο κτίριο του Ρέντσο Πιάνο και η συνακόλουθη γενναία χορηγική οικονομική υποστήριξη του καλλιτεχνικού έργου από το ΙΣΝ με 27.500.000 € ώθησαν την ΕΛΣ σε ανώτερο επίπεδο παιχνιδιού, επιτρέποντάς της να ανακτήσει την κεντρική θέση στην ελληνική μουσική ζωή και –αίφνης!– να συνομιλεί με μεγάλα διεθνή θέατρα και να συνεργάζεται με μείζονες Ελληνες και ξένους διεθνείς καλλιτέχνες: Μπάλτσα, Παπαθανασίου, Πλατανιάς, Χριστογιαννόπουλος, Κόσκι, Πι, Ρατσβελισβίλι, Βάργκας κ.ά. Ταυτόχρονα, η παράλληλη δράση της Εναλλακτικής Σκηνής στον δικό της πολυμορφικό χώρο καλύπτει εξίσου γενναιόδωρα τη σύγχρονη δημιουργία.
Πέρα, όμως, από τη βαθιά ικανοποίηση και τη δικαιολογημένη συγκίνηση που φέρνουν η ανασκόπηση και η αναπόληση τόσων δεκαετιών πλούσιας καλλιτεχνικής δράσης και πέρα από τη σημασία τής –επιτέλους!– τεκμηριωμένης επανεγγραφής της στη συλλογική μνήμη που θα προσφέρει το πλούσιο επετειακό λεύκωμα για τα 80χρονα του θεσμού, υπάρχει και μια άλλη, μείζων διάσταση που αξίζει να φωτιστεί: το ότι, παραλαμβάνοντας τη σκυτάλη από το εξαντλημένο Ελληνικό Μελόδραμα το 1940, η ΕΛΣ αποτέλεσε το μοναδικό, ηρωικό και ανεκτίμητο, συνεχώς ανοιχτό «παράθυρο» προς τη μουσική κληρονομιά της Δύσης. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να μάθουμε να θυμόμαστε και να εκτιμάμε.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας