Η εκπνοή της επταετίας, το 2017, δεν έφερε όπως αναμενόταν την ολοκλήρωση της τριλογίας Με το παράξενο όνομα Ραμάνθις Ερέβους [Το πάθος χιλιάδες φορές (2009), Ο θάνατος ήρθε τελευταίος (2001)], αλλά, απρόσμενα, τα «παράξενα» Τετράδια ονείρων (Καστανιώτης), μια επιλογή από το τεράστιο corpus ονείρων που καταγράφει η συστηματική ονειρεύτρια Ζυράννα Ζατέλη.
Αν ο μίτος του λαβύρινθου των ιστοριών της άρχισε να ξετυλίγεται στα διηγήματά της, τα ονειρικά της τετράδια αποκάλυψαν την πρωταρχική ύλη του ιδιοσυγκρασιακού μαγικού-μυθολογικού κόσμου της, όπου ονειρικές ιστορίες, φανταστικές διηγήσεις και παραμυθητικές αφηγήσεις διακλαδίζονται προς κάθε κατεύθυνση, συγκροτώντας χαλαρά τα επικών διαστάσεων μυθιστορήματά της, στα δίχτυα των οποίων αιχμαλωτιστήκαμε όλοι, ήδη από το μακρινό Και με το φως του λύκου επανέρχονται (1993).
Αλλά πώς φράζεις τον ποταμό της τριλογίας; Πώς σταματάς τον στρόβιλο μιας αφήγησης που θέλει να συμπεριλάβει όλα όσα «γίν’καν και πέρασαν» και μοιάζουν τώρα με «όνειρο που μοιάζει πότε πότε με αλήθεια»;
Η συγγραφέας άφησε τη βάσανο της γραφής να την οδηγήσει. Αντί να επαναλάβει έναν νέο κύκλο ιστοριών που θα ’μεναν και πάλι ανοικτές στο ατελεύτητο, σαν νέες Χίλιες και μία νύχτες, καταδύθηκε καλειδοσκοπικά στο συγγραφικό της εργαστήρι, προεκτείνοντας μυθιστορηματικά τη χειρονομία της έκδοσης των ονείρων, όπου θα συναντήσει κανείς πρόσωπα και σύμβολα που πρωταγωνιστούν και σ’ αυτό το μυθιστόρημα.
Το μυθιστόρημα ξεκινάει ζατελικά ως μια αλυσίδα από περίεργες («με την αύρα του θανάτου») ιστορίες, με τη μορφή της κουκουβάγιας ως αφορμή και με πρωταγωνίστρια τη γνωστή μας Λεύκα που γράφει «τρομερά ιστορήματα» και έλκεται από τα «πέραν της Στυγός». Ακολουθώντας, ίσως, τη συμβουλή του θείου Σέρκα («αν συναντήσεις σταυροδρόμι, ακολούθησέ το»), διαρκώς λοξοδρομεί σε σκοτεινούς παράδρομους και δύσβατα μονοπάτια, όμως πάντα επιστρέφει στην «ιστορία των ιστοριών». Αλλο να γράφεις μια ιστορία και άλλο τη βάσανο μέχρι ν’ αρχίσεις να γράφεις μια ιστορία.
Ετσι προκύπτει ένας νέος μαίανδρος μικροϊστοριών για νόθα παιδιά και δύσμορφα πλάσματα, αέρηδες που σηκώνουν ανθρώπους, μαγικούς συνειρμούς και φανταστικές συναντήσεις, δράμα και φάρσα σε αέναη εναλλαγή. Ολο και περισσότερο, όμως, ακούγονται το «φιφφίρισμα» του μολυβιού πάνω στο χαρτί και οι ανθρώπινες ανάσες «σαν πέννες κονδυλοφόρου που τις παίζει κανείς στην παλάμη του».
Το οικείο στους αναγνώστες αφηγηματικό της σύμπαν, που δημιουργήθηκε μυθοποιώντας μια παραδοσιακή αγροτική κοινωνία της βόρειας Ελλάδας, τώρα έρχεται να ρουφήξει και τον αστικό κόσμο με την ίδια αίσθηση εγκλωβισμού σ’ ένα «δύστροπο όνειρο», έναν ατέλειωτο «βραχνά».
Και αν η Λεύκα, η ghost writer, που εξασφάλισε για μια δεκαετία το «έχειν» της γράφοντας στην υπηρεσία της Εζμίρας Σιουντεβά, είναι η πρωταγωνίστρια, ποια αναλαμβάνει να αφηγηθεί την ιστορία της; Ποια μας απευθύνεται κάθε τόσο με την οικειότητα ασκημένου παραμυθά και μας καλεί να την ακολουθήσουμε σε μαγικά περάσματα και σκοτεινιές πρωτόγνωρες κάτω από ήλιους που μεσουρανούν; Ποιος ωτακουστής και παρατηρητής της σύγχρονης ζωής γράφει για να διαβάζει τι έχει ζήσει, όπως η Λεύκα, με το ψευδώνυμο Ραμάνθις Ερέβους, «διηγιόταν τον εαυτό της να διηγείται ιστορίες»;
Και ξαφνικά, όλα «θηλυκώνουν» μαγικά: ακατάληπτες μνήμες, ψυχοθροΐσματα και τυχαία περιστατικά, εξηγούν αναδρομικά ή προδρομικά («σάμπως υπάρχει σειρά;») την τροπή της άχρονης ονειρικής μυθοπλασίας («στα όνειρα ο χρόνος δε συμβαίνει»).
Εξού τα ζωντανά οράματα και τα λυκόφωτα ενύπνια, οι αυτοαντανακλάσεις και οι αντικατοπτρισμοί: με όλους τους γραμματικούς χρόνους στο ίδιο τραπέζι, και όλα τα γραμματικά πρόσωπα σε χρήση για την απεύθυνση στον εαυτό (σ. 207).
Στο τέλος αυτού του «σούρτα φέρτα» της ζωής («γιατί γεννιόμαστε; γιατί πεθαίνουμε;») η συγγραφέας, αφηγήτρια, μυθιστορηματικό πρόσωπο, έρχεται αντιμέτωπη με τις «κουστωδίες» των μυθιστορηματικών της μεταμορφώσεών, τις γραφομηχανές της και τα περίφημα χειρόγραφα σημειωματάριά της με τη χαρακτηριστική επισεσυρμένη γραφή: «σαν να βούτηξε κανείς ένα φιδάκι στο μελάνι και το άφησε μετά να βωλοδέρνει πάνω σε μία κόλλα χαρτί».
Αυτοαναφορική κατάδυση στον βυθό του καθρέφτη της πεζογραφίας της, «ψηφιδωτό» μυθιστόρημα ποιητικής σε πέντε ιστορίες που καθεμία ξαναρίχνει τα χαρτιά, πάντα βγάζοντας πάνω μια ντάμα αλαφροΐσκιωτη, σπαθάτη. Εκτός από σοφιστικέ Σεχραζάτ (όπως πρωτοείπε ευφυώς ο Σπύρος Τσακνιάς), η Ζατέλη αποδεικνύεται και αυτοσυνείδητη αφηγήτρια.
Πολλά έχουν ειπωθεί ήδη για τη ζατελική αφήγηση. Νομίζω, ωστόσο, ότι ένας άλλος αγγελοκρουσμένος, της πεζογραφίας μας, ο Αργύρης Χιόνης, έχει ήδη περιγράψει (2010) σ’ ένα αντισυμβατικό πορτρέτο της ομότεχνής του (και μόνο με τον τίτλο του) καλύτερα απ’ όλους το «αξιδιάλυτο», όπως θα έλεγε η Λεύκα, βίου και έργου. Πράγματι, μπροστά μας έχουμε ατόφιο το «Λογοτέχνημα Ζυράννα Ζατέλη».
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας