«Ο Γκουσγκούνης ήταν σπουδαίος γιατί σε μια άκρως συντηρητική κοινωνία ήταν ο πρώτος που απενοχοποίησε το πορνό», παρατηρούσε χθες ένας χρήστης του twitter αποχαιρετώντας τον αδιαφιλονίκητο «βασιλιά» του ελληνικού πορνό Κώστα Γκουσγκούνη. Ο θάνατος του «Ελληνα Γιουλ Μπρίνερ», όπως τον αποκαλούσαν κάποτε οι εφημερίδες, την Παρασκευή, στα 92 του χρόνια, από ανακοπή καρδιάς, στο «Θριάσιο» όπου νοσηλευόταν, είναι αλήθεια ότι ερέθισε τα «αντανακλαστικά» του twitter, όπως οι ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστούσε διέγειραν κάποτε τα καταπιεσμένα σεξουαλικά αντανακλαστικά της δεκαετίας του ’70 κυρίως στη σκοτεινή αίθουσα.
Ηταν αυτός που απενοχοποίησε το ελληνικό πορνό και κατέλυσε τον συντηρητισμό της ελληνικής κοινωνίας; Οχι. Ηταν όμως αυτή η ιδιαίτερη φυσιογνωμία που, αφού διέγραψε μια σύντομη πορεία (1952-58) στο παλιό ελληνικό σινεμά ως κομπάρσος κατά κύριο λόγο σε γνωστές ταινίες («Η Αγνή του λιμανιού», «Η θεία από το Σικάγο», «Μια ζωή την έχουμε» κ.ά.), δέχτηκε να πρωταγωνιστήσει στην πρώτη άτεχνη απόπειρα του ελληνικού σινεμά να υπηρετήσει τότε λιγότερο την τέχνη του πορνό και περισσότερο την προσοδοφόρα εκδοχή της.
Οι ταινίες ήταν άτεχνες, το σενάριο ανύπαρκτο, οι ατάκες, αν όχι αυτοσχεδιαστικές, πάντως μόνο οι απολύτως αναγκαίες. Αλλά όλο αυτό έφτιαξε έναν μύθο πρώτα στις εφηβικές παρέες της εποχής που αναπαρήγαν όσες ατάκες ξεστόμιζε ο Γκουσγκούνης με χαρακτηριστική άνεση και σχεδόν σατιρική αμεσότητα (ιστορικό έχει μείνει το περίφημο «σκύψε ευλογημένη») και ύστερα ολόκληρη τη μυθολογία με αδιαφιλονίκητο πρωταγωνιστή εκείνον που μας έμαθε τι θα πει «καλτ» πριν εφευρεθεί ο όρος. Αυτό διέγνωσε και ο ευρηματικός σκηνοθέτης και παραγωγός Νίκος Τριανταφυλλίδης που φλέρταρε με το ελληνικό underground σε όλες του τις εκδοχές και γι’ αυτό στο Greek Cult Film Festival που διοργάνωνε στο Gagarin 205 επιφύλασσε για τον Γκουσγκούνη περίοπτη θέση. Τον είχε άλλωστε επιλέξει και ως ηθοποιό στις ταινίες του «Ράδιο Μόσχα» και «Μαύρο Γάλα». Ο ίδιος ο Γκουσγκούνης βέβαια πριν από ελληνικών προδιαγραφών σύμβολο του σεξ είχε υπάρξει φωτογράφος. Γεννημένος στη Λάρισα το ’31, έμαθε την τέχνη της φωτογραφίας κοντά στον πατέρα του και αργότερα, στην Αθήνα πια, άνοιξε φωτογραφείο στον Χολαργό.
Οσοι τον γνώρισαν μίλαγαν για έναν άνθρωπο «συμπαθή, ακομπλεξάριστο και πανέξυπνο» κι αυτό είχε πει κι ο Ανδρέας Παπανδρέου που στο πρόσωπό του είχε συναντήσει έναν από τους πρώτους και πιο αφοσιωμένους οπαδούς του ΠΑΣΟΚ. Οταν ο Γκουσγκούνης έγινε διάσημος, επισημάνθηκε και το πέρασμά του από την τηλεόραση στη μεταφορά του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» του Καζαντζάκη σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη, όπου εμφανίστηκε στα πρώτα επεισόδια ως ο σεΐζης Αλή Μουχτάρ που σκοτώνει κρυφά το γιουσουφάκι.
Η εμφάνιση του Γκουσγκούνη παρέπεμπε άλλωστε σε κάτι ωμό και παράξενα ερωτικό που μάθαμε να λέμε αργότερα «kinky». Στην προσωπική του ζωή όμως ήταν ένας καλός οικογενειάρχης και αφοσιωμένος πατέρας και παππούς με αξιοθαύμαστο ορθολογισμό και χιούμορ. Αυτόν που επέδειξε μέχρι τέλους ρυθμίζοντας ακόμα και τις λεπτομέρειες της κηδείας του (που έγινε προχθές): «Αυτό είναι το κουστούμι που θα φορέσω. Θέλω να με πάτε στη Λούτσα, στο κοιμητήριο Αρτέμιδας και θέλω το γραφείο κηδειών του φίλου μου στη λεωφόρο Μεσογείων. Μη στεναχωριέστε, καλή αντάμωση».
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας