Ενας από τους πιο χαρισματικούς, πολυσχιδείς αλλά και αινιγματικούς καλλιτέχνες του Μεσοπολέμου ο Κώστας Μπέζος, καθώς υπέγραφε με ψευδώνυμα όπως Α. Κωστής και Κ. Κωστής. Συνθέτης, στιχουργός, κιθαρίστας, τραγουδιστής, μέλος της Μάντρας του Αττίκ, επικεφαλής του συγκροτήματος με χαβάγιες «Ασπρα Πουλιά» –γιατί εμφανίζονταν ντυμένοι στα άσπρα–, έγραφε στα 25 του χρόνια ανάλαφρα φοξ τροτ αλλά και βαριά ρεμπέτικα όπως η «Υπόγα» και η «Παξιμαδοκλέφτρα».
«Αρχοντικός» μεσοαστός, γοητευτικός μποέμ, εμφανίστηκε ως ηθοποιός σε ταινίες – μάλιστα το 1941 έπαιξε στο φιλμ «Μάγια η Τσιγγάνα», του Γιάννη Χριστοδούλου. Εργάστηκε επίσης στις εφημερίδες «Πρωία» και «Ακρόπολις» ως κειμενογράφος, σκιτσογράφος και γελοιογράφος – χαρακτηριστικά είναι τα σκίτσα του με τον Μουσολίνι και τον τσολιά που του δίνει κλοτσιά!
Ο Κώστας Μπέζος γεννήθηκε το 1905 στο Μπλάτι Κορινθίας και πέθανε το 1943, μόλις 38 ετών, στην Αθήνα από φυματίωση, μέσα στις κακουχίες της γερμανικής κατοχής, ενώ πέρασαν δεκαετίες μέχρι να τον ανακαλύψουμε ξανά, καθώς τα ψευδώνυμα που χρησιμοποιούσε δημιούργησαν σύγχυση γύρω από την ταυτότητά του.
Η μουσική πλευρά του, ιδιαίτερα η σχέση του με το ρεμπέτικο, ήρθε στο φως κυρίως χάρη στην πολύχρονη έρευνα του Παναγιώτη Κουνάδη. Δεν είναι τυχαία η αξία του Mπέζου, αν σκεφτούμε ότι το 2015 δύο μεγάλοι θαυμαστές του, ο Βρετανός μουσικός και ψυχίατρος Tony Κlein και ο Αμερικανός Gordon Ashworth κυκλοφόρησαν 12 δικά του ρεμπέτικα σε ένα άλμπουμ με τίτλο «The Jail’s A Fine School» (από το κομμάτι του «Η φυλακή είναι σχολείο»), από την αμερικανική δισκογραφική Olvido Records. Και, επίσης, η Apple χρησιμοποίησε το κομμάτι του «Πάμε στη Χονολουλού» σε διαφήμισή της.
Τώρα ήρθε η στιγμή να ανακαλύψουμε την εικαστική πλευρά του Κώστα Μπέζου – και την ευκαιρία δίνει η εξαιρετική ομαδική έκθεση «Ρεμπέτικο», στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων, σε επιμέλεια Χριστόφορου Μαρίνου, με έργα σημαντικών σύγχρονων και παλαιότερων καλλιτεχνών.
Σε μια προθήκη, παρουσιάζονται ορισμένα από τα 12 έργα (σκίτσα και γελοιογραφίες) που έχει στη συλλογή της η Πινακοθήκη, τα οποία, όπως μας πληροφορεί η διευθύντριά της, Κάλλη Πετροχείλου, «αποκτήθηκαν την περίοδο 1937-1939 και συγκεκριμένα αγοράστηκαν με πρωτοβουλία τής τότε δημοτικής αρχής. Πρόκειται για υδατογραφίες στις οποίες φαίνεται η δεξιότητά του στο σκίτσο με μελάνι, αφού είχε σπουδάσει στην Καλών Τεχνών, χωρίς όμως να αποφοιτήσει», ενώ διακρίνεται η χιουμοριστική διάθεσή του στη θεματολογία όταν πρόκειται για σκηνές από την καθημερινή ζωή («Με ολίγη», «Απαγορεύεται κυρία», «Κάστανα ζεστά» κ.ά.) αλλά και τα εύστοχα σχόλιά του, όπως στο σκίτσο «Αντιαεροπορικό καταφύγιο». Κι εδώ δεν βάζει σε όλα τα σκίτσα την υπογραφή του, ενώ σε μερικά υπογράφει ως Κ.Β.ΜΠ. (από το αρχικό του πατέρα του, Βλάση).
Οι ομότεχνοι της εποχής του είχαν αναγνωρίσει το έργο του, καθώς το 1943 οργανώθηκε έκθεση με σκίτσα του και ενθυμήματα στην Αίθουσα Τέχνης της οδού Φιλελλήνων. Ωστόσο η μεγάλη αγάπη του Κώστα Μπέζου ήταν η μουσική, οι νότες μιας μποέμικης ζωής. «Ξενύχτης αδιόρθωτος, γλεντζές, καλόκαρδος – ένα μεγάλο παιδί, που δεν ήξερε τι θα πει “αύριο”. Κι ήταν αγαπητός απ’ όλους και περιζήτητος στις παρέες», όπως έγραφε στην νεκρολογία του ο ποιητής Κώστας Βάρναλης, συνάδελφός του στην «Πρωία».
Ως γελοιογράφος εφημερίδων ο Μπέζος «δεν είχε το ταίρι του», σύμφωνα με τον Βάρναλη. «Το χιούμορ του ήτανε πάρα πολύ φίνο κι η γραμμή του σίγουρη. Χαριτωμένος και πνευματώδης κι ανεξάντλητος. Κι όμως πόσο βαριότανε τη δουλειά! Οταν ερχότανε τα βράδια στα γραφεία της “Πρωίας” για να φκιάσει το καθημερινό του σκίτσο, ήτανε άθυμος σα να τον είχανε καταδικάσει σε καταναγκαστικά έργα.
● Τι να φκιάσω; έλεγε, το κεφάλι μου είναι άδειο.
● Κάτσε και πάρε χαρτί και πένα. Κάτι θα βγει.
Και πραγματικά, σε λίγη ώρα το σκίτσο ήτανε έτοιμο, φρέσκο και σπαρταριστό κι απορούσες πούθε βγήκε όλο αυτό το κέφι. Κ’ έπειτα, άμα έπαιρνε την “αντιμισθία”, έτρεχε να την χαλάσει. Λες και τα λεφτά τού καίγανε τις φούχτες».
Ο Κώστας Μπέζος συνεργάστηκε στη δισκογραφία και στα κέντρα με γνωστά πρόσωπα της μουσικής ζωής, όπως ο Νίκος Χατζηαποστόλου, ο Εντουάρντο Μπιάνκο, ο Χρήστος Χαιρόπουλος, ο Σώσος Ιωαννίδης, ο Γρηγόρης Κωνσταντινίδης, ο Αιμίλιος Σαββίδης, ο Πωλ Μενεστρέλ.
Ο ίδιος είχε ανακαλύψει τη σπουδαία φωνή της Δανάης Στρατηγοπούλου, ενώ τραγούδια του ερμήνευσαν μεταξύ άλλων και οι Ορέστης Μακρής, Νικόλαος Μοσχονάς, Τάσος Βάμπαρης, Κάκια Μένδρη, Χρήστος Μνηματίδης, Ρένος Τάλμας, Νίκος Γούναρης.
Με το συγκρότημά του έκανε εμφανίσεις στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, στην Κωνσταντινούπολη, την Αίγυπτο, αλλά δεν κατάφερε να πάει στην Αμερική, όπως ονειρευόταν. Τουλάχιστον, το 1930-32 τα τραγούδια του κυκλοφόρησαν στην Αμερική, για τους Ελληνες της διασποράς, από την RCA Victor.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας