Το ερώτημα είναι σοβαρό, είναι διάχυτο και είναι προφανές: Γιατί σε έναν βομβαρδισμένο από πολλές απόψεις κλάδο, όπως είναι οι εφημερίδες και τα υπόλοιπα ΜΜΕ, συνεχίζουν να πραγματοποιούνται βραχυπρόθεσμες και επισφαλείς νέες «επενδύσεις»;
Οπως έχουν δημόσια δηλώσει στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, το περασμένο διάστημα, οι κεντρικοί βαρόνοι της ενημέρωσης επενδύουν διαρκώς μεγάλα κεφάλαια που προέρχονται από τις άλλες τους δραστηριότητες, εντός και εκτός της χώρας, για να στηρίξουν τις επιχειρήσεις τους στα ΜΜΕ και να πληρώνουν για την ελλειμματική λειτουργία τους (αν και όπως πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους σε εργαζόμενους, Δημόσιο, ασφαλιστικό σύστημα και τράπεζες).
Οι κύριοι Βαρδινογιάννης, Αλαφούζος, Κυριακού, Μπόμπολας και Κοντομηνάς αναλυτικά έχουν εξηγήσει ότι επενδύουν τα κέρδη τους από αλλού – και ενδεχομένως προσελκύουν και άλλα κεφάλαια ενδιαφερομένων, διότι λατρεύουν τη «σωστή» ενημέρωση και την ψυχαγωγία του ελληνικού λαού προς όφελος της χώρας και φυσικά των πολιτικών προτεραιοτήτων και των ιδεών τους, όπως ρητά είπε λ.χ. ο Γιάννης Αλαφούζος. Αυτό δεν είναι περίεργο, αλλά έχει τη σημασία του στις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις...
Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί το Mega, όπου εκκρεμεί το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών μεταξύ των παλιών μετόχων (Μπόμπολα, Βαρδινογιάννη, Ψυχάρη), ο εξοβελισμός του κ. Ψυχάρη και οι πιθανές συνεργασίες με νέους και φιλόδοξους «μεγιστάνες» που θα αναζωογονήσουν το κανάλι και θα ανακτήσουν δι’ αυτού την επιρροή τους στα πολιτικά πράγματα.
Κι άλλοι νεότεροι στα ΜΜΕ ενδιαφερόμενοι, που βρίσκονται σε καλή οικονομική κατάσταση (όπως ο όμιλος των «Παραπολιτικών» των Κουρτάκη - Μαρινάκη), επενδύουν και επιθυμούν να μπουν ακόμα πιο δυναμικά στον κλάδο, παρά τις καθυστερήσεις στην αδειοδότηση των ερτζιανών μέσων ελεύθερης λήψης, καθώς τα παλιά τζάκια οδηγούνται αργά και βασανιστικά, ιδίως για τους εργαζομένους τους, στη χρεοκοπία, στη λύση και στην εκκαθάριση.
Είτε, επομένως, θα αντικαταστήσουν τα Μέσα που κλείνουν, επιταχύνοντας τον θάνατό τους, επενδύοντας στις νέες τεχνολογίες και στη συγκρότηση νέων δημοσιογραφικών ομίλων (με τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, εφημερίδες, ιστοσελίδες κ.λπ.), είτε θα εξαγοράσουν σε φτηνές τιμές μέσω τραπεζών και δικαστηρίων – και τους τίτλους και ένα μέρος των υποδομών και του απελπισμένου από την ανεργία παλιού εργατικού δυναμικού τους, είτε θα τα κάνουν όλα μαζί προσβλέποντας να πάρουν καλές θέσεις στο επόμενο μεταβατικό διάστημα.
Ενα μικρό μέρος του προβληματικού συστήματος των ΜΜΕ, με απλήρωτους επί μήνες και ανασφαλείς εργαζόμενους και ληξιπρόθεσμα αβίωτα χρέη προς όλες τις πλευρές, ιδρύει παραδόξως νέα Μέσα, φιλοδοξώντας να επιβιώσει (διά της επεκτάσεως και της διαμόρφωσης ισχυρότερου ομίλου με νέους συμμάχους και επενδυτές – από τον θάνατο των άλλων), όπως στην περίπτωση του συγκροτήματος Real.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η πτώση της κυκλοφορίας των εντύπων συνεχίζεται και συμπαρασύρει και τη βιωσιμότητα των τυπογραφικών εργοστασίων και των πρακτορείων διανομής που συνεχίζουν να συρρικνώνονται, τροφοδοτώντας προφανώς τον καθοδικό φαύλο κύκλο.
Επίσης, η τηλεθέαση και οι ακροαματικότητες των ραδιοφώνων, αν και παραμένουν σχετικά μεγάλες στην Ελλάδα, λόγω και της φτώχειας, υποχωρεί υπέρ του διαρκώς αναπτυσσόμενου internet και των συνδρομητικών δορυφορικών παρόχων.
Και οι κεντρικοί, όμως, παίκτες του Internet και της δορυφορικής (που δεν είναι και πολύ διαφορετικοί από τους παραδοσιακούς και χρεοκοπημένους επιχειρηματίες της ενημέρωσης), γνωρίζουν ότι η διαφημιστική πίτα έχει μειωθεί δραστικά και η επιβίωσή τους εξαρτάται κυρίως από την κυριαρχία τους στην αγορά σε βάρος των άλλων που περισσεύουν και δεν μπορούν να αντέξουν, ιδίως όταν το τραπεζικό σύστημα δεν είναι δυνατόν πλέον να τους προσφέρει νέα θαλασσοδάνεια.
Με λίγα λόγια, η αγορά... δεν ανακάμπτει, απλώς αυτορρυθμίζεται τυφλά και με όρους «Φαρ Ουέστ» με θύματα όχι μόνο τα προφανή –δηλαδή τους ανακυκλούμενους, ανασφαλέστερους και φτηνότερους εργαζόμενους– αλλά και την ίδια τη δημοσιογραφία.
Η ελληνική κοινωνία –απογοητευμένη καλώς ή κακώς κι από τη νέα αλλά μέτρια και συκοφαντημένη ΕΡΤ– γνωρίζει τα αδιέξοδα και τη διαπλοκή των ιδιωτικών ΜΜΕ, συνεχίζει όμως να τα καταναλώνει, όσο κι αν δυσπιστεί, και συνεπώς συνειδητά ή ασυνείδητα υποτάσσεται στην ατζέντα τους και στις ιδεοληψίες τους.
Κι αυτό το φαινομενικά παράδοξο φαινόμενο θα συνεχίζεται μέχρις ότου ξανασυζητήσουμε σοβαρά την ίδια την αξία της δημοσιογραφίας και του πολιτισμού καθώς και τους υλικούς και ηθικούς όρους της παραγωγής τους. Κι εδώ οι ευθύνες είναι μεγάλες.
Αν δηλαδή μιλάμε για νέα, παλιά ή μεταλλαγμένα φέουδα φυλάρχων και ιδιωτικούς στρατούς αμφίβολης αξίας που παράγουν τιποτολογία και ιδιοτέλεια, ή αν μπορεί να ανασυγκροτηθεί ένα αξιόπιστο, δημοκρατικά οργανωμένο και κοινωνικά προσανατολισμένο νέο σύστημα ΜΜΕ που θα ανήκει και θα θα διευθύνεται κυρίως στους παραγωγούς του. Με κανόνες και οικονομική διαφάνεια.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας