Οι νέοι συζητάνε τα θέματά τους, που γίνονται προβλήματα. Ακούς για τις καλές σπουδές τους, τη μεγάλη ανεργία στους νέους, επιστήμονες και μη – εξάλλου το γνωρίζεις από τα δικά σου παιδιά. Τους λένε για αύξηση στον κατώτατο μισθό, νέες θέσεις εργασίας, και γελάνε, γιατί ζούνε σε μια διαρκή ανέχεια επί δεκαπέντε και βάλε χρόνια. Ηταν έφηβοι, μαθητές γυμνασίου· σπούδασαν, έγιναν πτυχιούχοι, έφτασαν τριάντα χρόνων και δεν βλέπουν φως. Δουλεύουν όπου βρουν, κάποιοι, λίγοι, στο αντικείμενο των σπουδών τους, οι περισσότεροι υποαπασχολούνται. Νέες και νέοι με μεταπτυχιακά και διδακτορικά εργάζονται σε ποικίλες δουλειές εκτός αυτού που γράφουν οι τίτλοι των σπουδών τους. Αρκετοί συνεχίζουν να κατοικούν με τους γονείς τους, γιατί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στα έξοδα ενός σπιτιού. Αλλοι τόσοι υποστηρίζονται οικονομικά από τους γονείς, τους παππούδες και τις γιαγιάδες. Ας είναι καλά οι συντάξεις, όσες κι αν είναι.
Προσπαθούν, στέλνουν βιογραφικά –έχουν μάθει να συντάσσουν καλά–, περνάνε από συνεντεύξεις, καταθέτουν προτάσεις, το «παλεύουν» καθώς λένε. Εκεί πάνω στη συζήτηση έρχεται η σοκαριστική φράση: «η απάντηση στο πρόβλημα είναι 100 ευρώ». Στη συνέχεια ακούς την επεξήγηση: «τόσο κοστίζει ένα εισιτήριο, χωρίς επιστροφή, για μια ευρωπαϊκή χώρα». Συνεχίζουν να φεύγουν οι νέοι, τους διώχνει η πατρίδα, η Ελλάδα. Κάποτε μετανάστευαν οι εργάτες, τώρα οι πτυχιούχοι με εξαιρετικές σπουδές.
Σε κάποιες άλλες χώρες οι κάτοικοί τους αναγκάζονται να μεταναστεύσουν γιατί διώκονται οι ιδέες τους, δεν τους αφήνουν να εκφραστούν ελεύθερα, να διδάξουν όπως έκαναν μέχρι χθες. Ο Αμερικανός φιλόσοφος Τζέισον Στάνλεϊ, καθηγητής του Πανεπιστημίου Γέιλ, μαζί με τη σύζυγό του καρδιολόγο, πανεπιστημιακό, μετακομίζουν στον Καναδά. Γιατί δεν θέλει να διδάσκει με λογοκριμένη την ύλη των μαθημάτων στο πανεπιστήμιο και «τα παιδιά μου θα μεγαλώσουν σε μια χώρα που δεν βαδίζει προς τον φασισμό». Ετσι συνέβη στη Γερμανία τον Μεσοπόλεμο. Επιστήμονες, συγγραφείς, διανοούμενοι έφυγαν από τη χώρα, την πατρίδα τους, κι έγιναν πρόσφυγες, μετανάστες. Γιατί εκτός της απειλής για τη ζωή τους δεν είχαν την ελευθερία να εκφραστούν, να διατυπώσουν τη γνώμη τους και να δουν τα βιβλία τους να κυκλοφορούν.
Οταν ο Μπρεχτ αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα του, τη Γερμανία του 1936, γράφει ότι δεν δέχτηκε το λαθεμένο όνομα «μετανάστης», γιατί δεν άφησε την πατρίδα του. Και συνεχίζει: «Εμείς, ωστόσο,/ δε φύγαμε γιατί το θέλαμε,/ λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη. [...] Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνήγησαν, μας προγράψανε./ Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ’ναι, μα εξορία». Εκατό ευρώ...
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας