Μισάνθρωπος δεν είναι όποιος παίρνει τα βουνά ή όποιος τέλος πάντων αποσύρεται στην απομόνωση -οι αληθινοί μισάνθρωποι, λέει στους Στοχασμούς του ο Τζιάκομο Λεοπάρντι, δεν βρίσκονται στην έρημο αλλά στην κοινωνία· αν κάποιος μισάνθρωπος αποσυρθεί από την κοινωνία στην απομόνωση τότε χάνει τη μισανθρωπία του.
Στην κοινωνία συμβαίνουν όλα, καλά και κακά, όσο μπορεί να γίνει τέτοιος διαχωρισμός -έστω με νομικούς όρους. Αμα δεν βρεις ανθρώπους να χύσεις χολή και δηλητήριο πώς θα ικανοποιήσεις το μίσος σου προς τους ανθρώπους; Από πού ξεκινάει αυτό το μίσος δεν είναι του παρόντος, σημασία έχει η ύπαρξή του και μάλιστα πολλές φορές δεν μπορεί να μασκαρευτεί.
Αυτό συμβαίνει στην πολιτική ζωή του τόπου, όπου όμως η μασκαράτα δίνει και παίρνει και μάλιστα έχει εξελιχθεί στον ύψιστο βαθμό κυρίως από πολιτικούς που δεν φαίνεται να γνωρίζουν πολλά πράγματα για την ποίηση και την Ιστορία, για εκείνα δηλαδή που προάγουν τον πολιτισμό της πολιτικής και τη δύναμη ενός λαού. Σαν μισάνθρωποι παρουσιάζονται στα τηλεοπτικά παράθυρα οι πλείστοι των πολιτικών, ακόμη και οι αρχηγοί των κομμάτων.
Ολο αυστηρότητα και κακία στα πρόσωπά τους, άσε που για πρόσωπα έχουν μόνο τα πρόσωπά τους -και κανένα άλλο μέλος του σώματος... Στην προσπάθειά τους να αφήσουν εντυπώσεις στο τηλεοπτικό πόπολο, χάνουν ό,τι θα μπορούσε να τους προσδώσει κάτι τι το ανθρώπινο, το χαμόγελο π.χ., ή μια ευγενική εκφραστικά επίνευση στους συνομιλητές τους.
Αυτά όλα έχουν σημασία στις προεκλογικές περιόδους των ΗΠΑ και της Ευρώπης και εισδύουν και στην Ελλάδα· αφού τίποτε διαφορετικό δεν έχουν να πουν τα αντίπαλα κόμματα, οι διαφημιστές τους θα πλασάρουν στις οθόνες γκριμάτσες και σωματικές κινήσεις που πρέπει να είναι αποδεκτές από το λαϊκό γούστο, κάτι σαν κανονικές σχέσεις στις καθημερινές συνάφειες.
Ανάμεσα σε όλα δεν ξεχνώ τον Κωστή Παπαγιώργη που έλεγε ότι δεν υπάρχει [σχεδόν] άνθρωπος που εκεί γύρω στα σαράντα να μην προσεβλήθη από τον ιό της μισανθρωπίας· το θεωρούσε υγιές να προσβάλλεται κανείς από τον ιό τούτον. Αυτοί [οι πολιτικοί] δεν χρειάζεται να φτάσουν στα σαράντα για να προσβληθούν, το 'χουν από τα γεννοφάσκια τους και διατηρούνται έτσι όσο διαρκεί ο πολιτικός τους βίος -εσαεί δηλαδή.
Μισάνθρωπος είναι αυτός που ενοχλείται από οτιδήποτε τον περιτριγυρίζει, που του φταίνε όλοι και όλα, που θεωρεί ότι πνίγεται από γελοιότητα και αρχίζει να εμποτίζεται με αισθήματα κακίας και μίσους. Αυτό όντως είναι υγιές, εφόσον διαρκεί λίγο, κάτι σαν τη νηφαλιότητα της μέθης ή ακόμη και τη [σπάνια ίσως αλλά υπαρκτή] διαύγεια της μέθης.
Ο μισάνθρωπος διαφέρει από τον μνησίκακο. Ο δεύτερος υποφέρει μέσα στην κόλαση της μικρότητάς του, ενώ ο πρώτος χαίρεται, δεν ενοχλείται να δείχνει τα αισθήματά του, γνωρίζοντας ότι μόνο έτσι θα επικρατήσει επί των αντιπάλων. Μακριά μην του πουν ότι πρέπει να αρχίσει να χαμογελά· θα διασκεδάσουμε ίσως εμείς, αλλά αυτός θα χάσει το «κύρος» του.