Αντί για κινεζικές σπουδές στην Ελλάδα θα ήταν μάλλον καλύτερα να μιλήσουμε για απουσία των κινεζικών σπουδών, αφού η Κίνα δεν συνιστά για μας, καθώς φαίνεται, αντικείμενο άξιο μελέτης και έρευνας. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς την απουσία διδασκαλίας στα ελληνικά ΑΕΙ όχι μόνο της κινεζικής γλώσσας και του κινεζικού πολιτισμού, αλλά και του πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού συστήματος της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο;
Αν η γνώση ενός από τους αρχαιότερους πολιτισμούς δεν μας ενδιαφέρει και ούτε η παράλληλη μελέτη του σε σχέση με τον δικό μας πολιτισμό (αντίθετα, η συγκριτική μελέτη ελληνικού και κινεζικού πολιτισμού διδάσκεται στην Κίνα και σε άλλα ξένα Πανεπιστήμια), μας αφήνει αδιάφορους η ανάδυση της Κίνας, οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ενωση και τη Ρωσία, και το στρατηγικό σχέδιο του Νέου Δρόμου του Μεταξιού (που το θαλάσσιο τμήμα του καταλήγει στη χώρα μας);
Υφίστανται όμως και πολιτικοί λόγοι που συντρέχουν για τη λειτουργία Τμήματος Κινεζικών Σπουδών, λόγω της αναντιστοιχίας που υπάρχει, αφού στην Κίνα λειτουργούν τρεις έδρες Νεοελληνικής Γλώσσας, ένα Κέντρο Ελληνικών Σπουδών, Κέντρα Κλασικών Σπουδών και διδάσκονται η αρχαία ελληνική και βυζαντινή ιστορία και τα αρχαία ελληνικά σε διάφορα Πανεπιστήμια.
Επίσης, τον προσεχή Σεπτέμβριο πρόκειται να λειτουργήσουν μια νέα έδρα Νεοελληνικής Γλώσσας και νέα Κέντρα Ελληνικών Σπουδών. Υπάρχει επιπλέον η δέσμευση Σαμαρά προς τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Κετσιάν (Ιούνιος 2014) για λειτουργία σχετικού τμήματος από το 2015-16.
Ωστόσο, αναμένεται ακόμη η λειτουργία της κατεύθυνσης των Ασιατικών Σπουδών, με εστίαση στον ιαπωνικό και κινεζικό κόσμο, που ιδρύθηκε στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών, στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) το ακαδημαϊκό έτος 2003-2004 (η κατεύθυνση των Τουρκικών Σπουδών άρχισε να λειτουργεί αμέσως). Τον Σεπτέμβριο 2013 το τμήμα εντάχθηκε στη Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών στοχεύοντας στον επιστημονικό τομέα των Περιοχικών Σπουδών, αλλά χωρίς να λειτουργήσει η κατεύθυνση των Ασιατικών Σπουδών.
Ούτε λειτούργησε ποτέ το Τμήμα Ασιατικών Σπουδών που ιδρύθηκε στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο το 2009 με δύο κατευθύνσεις, Ιαπωνικών και Κινεζικών Σπουδών. Τον Νοέμβριο 2014 ανακοινώθηκε ότι το τμήμα «μεταφέρεται» στο ΕΚΠΑ στο πλαίσιο του σχεδίου «Αθηνά» και ότι επρόκειτο να λειτουργήσει από τον Σεπτέμβριο 2015, έχοντας διασφαλίσει για τις λειτουργικές ανάγκες του 200.000 ευρώ.
Τελικά δεν λειτούργησε και ούτε έγινε κατανοητό γιατί το τμήμα «μεταφέρεται» από την Κέρκυρα στην Αθήνα, αφού, όπως προαναφέρθηκε, στο ΕΚΠΑ υπάρχει «τύποις» από το 2003 κατεύθυνση Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών.
Σχετικά με τα λειτουργικά έξοδα ενός ανάλογου τμήματος, οι Κινέζοι εξέφρασαν προ ετών την πρόθεσή τους να συμβάλουν με εκπαιδευτικό υλικό και διδακτικό προσωπικό. Ενώ θα μπορούσε να αναζητηθεί οικονομική ενίσχυση από κινεζικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Υπάρχει, άλλωστε, το παράδειγμα της οικογένειας Κωνσταντακόπουλου που χρηματοδοτεί το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πεκίνου.
Οσο για την απορρόφηση των κινεζομαθών πτυχιούχων, δεδομένης της ζήτησης σε πλείστους τομείς (εμπόριο, τουρισμός, διερμηνεία, ξεναγήσεις κ.λπ.), δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Ενώ η λειτουργία ενός διατμηματικού μεταπτυχιακού προγράμματος που να εστιάζει στην Κίνα θα ενδιέφερε δίχως άλλο υπαλλήλους του ΥΠΕΞ, επιχειρηματίες και ερευνητές.
Οι κινεζικές σπουδές στις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες έχουν, αντίθετα, μια μακρά παράδοση. Σε κάποιες η γνωριμία με τη σινική σκέψη ανέρχεται στον 16ο αιώνα, στο πλαίσιο της αποικιοκρατικής πολιτικής τους.
Ωστόσο, μολονότι η παρουσία τους στην Κίνα υπαγορεύθηκε από εμπορικούς, οικονομικούς και προσηλυτικούς λόγους, ευνόησε τη γνωριμία με τη σινική σκέψη και συνετέλεσε στη συστηματική μελέτη του κινεζικού πολιτισμού. Η επαφή αυτή συνεχίστηκε και διατηρήθηκε ακόμη και σε περιόδους πολιτικής εσωστρέφειας και απομόνωσης.
Η ελληνική αδιαφορία σε σχέση με τις κινεζικές σπουδές πράγματι εκπλήσσει. Αμεση συνέπεια είναι η απουσία ανθρώπων που να γνωρίζουν την Κίνα από γεωπολιτική και γεωπολιτισμική άποψη και να μπορούν να συμβάλουν στην πολιτική, οικονομική, επιστημονική και πολιτισμική συνεργασία των δύο χωρών. Γεγονός που, μαζί με τη συνηθισμένη προχειρότητα και έλλειψη σχεδιασμού, συντείνει στην ανεπάρκεια και την ασυνέχεια που χαρακτηρίζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε ό,τι έχει σχέση με την Κίνα.
Χωρίς να κάνουμε μια συνολική εκτίμηση των πραγμάτων, μείναμε αποκομμένοι από τον χώρο του κινεζικού Πανεπιστημίου (αφού οι υπογεγραμμένες συμφωνίες συνεργασίας παραμένουν ουσιαστικά ανενεργές) και κρατήσαμε τα Πανεπιστήμιά μας κλειστά στις κινεζικές σπουδές (αλλά και στους Κινέζους φοιτητές). Αποκλεισμός που συνεπάγεται όχι μόνον άγνοια της κινεζικής πραγματικότητας, αλλά και πολλές χαμένες ευκαιρίες για συνεργασία με πολλαπλά οικονομικά οφέλη.
* αναπληρώτρια καθηγήτρια Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πεκίνου
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας