Η ομοφοβία δεν εκδηλώνεται πάντα στο προσκήνιο με ρητές απαγορεύσεις ή απροκάλυπτο μίσος. Συχνά λειτουργεί παρασκηνιακά, μέσα από τη συστημική σιωπή, τις παραλείψεις του κράτους και την ανοχή κακοποιητικών συμπεριφορών που διαπερνούν τους θεσμούς. Εδώ εδράζεται η πιο ύπουλη μορφή της: η θεσμική ομοφοβία.
Το 2020, σε συνέντευξή μου στο περιοδικό Antivirus, με την ιδιότητα του Προέδρου του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), επιχείρησα να ανοίξω θεσμικά τον διάλογο για μια κοινωνική πολιτική περισσότερο συμπεριληπτική, η οποία θα ενσωμάτωνε τις εμπειρίες της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Πιστεύοντας ότι η διοίκηση έχει συνέχεια, ανέλαβα την ευθύνη των προκατόχων μου και ζήτησα δημόσια συγγνώμη από τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα για τον διαρκή αποκλεισμό της από τις κοινωνικές πολιτικές, καθώς και για τις τραυματικές εμπειρίες που κάποια μέλη της, ιδίως διεμφυλικά/τρανς άτομα, ενδεχομένως βίωσαν κατά την επαφή τους με τις κοινωνικές υπηρεσίες του φορέα.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο ίδιος φορέας βρέθηκε στο επίκεντρο σοβαρών καταγγελιών από την οργάνωση Orlando LGBT+, καθώς σε εκδήλωση που διοργάνωσε με τίτλο «Αναδοχή – Τεκνοθεσία. Κοινωνικά ζητήματα, προκλήσεις και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις», ακούστηκαν από προσκεκλημένους ομιλητές ομοφοβικές και τρανσφοβικές θέσεις, σε ένα κρεσέντο ρητορικής μίσους. Η απάντηση του ΕΚΚΑ στις καταγγελίες ήταν αποκαλυπτική της θεσμικής αμυντικότητας και της αποποίησης ευθύνης που διατρέχει τη λειτουργία του οργανισμού. Έγινε επίκληση της αρχής της «μη λογοκρισίας», προκειμένου να δικαιολογηθεί η ανοχή στην εκφορά ακραίων απόψεων, συγχέοντας την επιστημονική δεοντολογία με την ανεξέλεγκτη διατύπωση προσωπικών, αντιεπιστημονικών πεποιθήσεων. Παρότι οι ομιλητές που εξέφρασαν τις αμφιλεγόμενες απόψεις δεν διέθεταν καμία επιστημονική εξειδίκευση στο αντικείμενο της ημερίδας, η επικεφαλής του ΕΚΚΑ επικαλέστηκε προσχηματικά τα «επιστημονικά τους προσόντα» προκειμένου να δικαιολογήσει την επιλογή τους. Αντί να αναγνωρίσει το θεσμικό σφάλμα και να αναλάβει την ευθύνη, απαρίθμησε προηγούμενες δράσεις υπέρ της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας σε μια απόπειρα αποπροσανατολισμού, η οποία συνιστά χαρακτηριστικό παράδειγμα εργαλειοποίησης επιλεκτικών φιλοΛΟΑΤΚΙ+ δράσεων. Είναι, δε, σημαντικό να επισημανθεί ότι αρκετές από αυτές τις πρωτοβουλίες —όπως η παραχώρηση χώρου στέγασης σε ΛΟΑΤΚΙ+ οργανώσεις— αποτέλεσαν προσωπικές παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια της θητείας μου και όχι πάγια στρατηγική του οργανισμού. Ακριβώς για αυτό, πολλές από αυτές δεν ολοκληρώθηκαν ή δεν συνεχίστηκαν μετά την αποχώρησή μου, επιβεβαιώνοντας την έλλειψη σταθερής θεσμικής βούλησης για ουσιαστική και συστηματική συμπερίληψη. Το πλέον ανησυχητικό, ωστόσο, ήταν η πλήρης απουσία οποιασδήποτε μορφής αυτοκριτικής ή δημόσιας συγγνώμης, παρά την έκταση και την ένταση των αντιδράσεων. Ακόμη πιο προβληματική υπήρξε η στάση του εποπτεύοντος Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, το οποίο παρέμεινε απολύτως σιωπηλό, αποφεύγοντας να τοποθετηθεί θεσμικά απέναντι στις καταγγελίες και να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ πολιτών με επίσημη και ξεκάθαρη δήλωση της πολιτικής ηγεσίας του.
Το γεγονός αυτό, όπως και πλήθος άλλων αντίστοιχων παραδειγμάτων σε υπηρεσίες εκπαίδευσης, υγείας, πρόνοιας και γενικότερα της δημόσιας διοίκησης, δεν μπορεί να ιδωθεί ως μεμονωμένο λάθος ή ατυχές περιστατικό. Αποτελεί εκδήλωση ενός βαθιά ριζωμένου αντανακλαστικού αντίστασης απέναντι στη διαφορετικότητα, ενός μηχανισμού που συχνά ενεργοποιείται υποσυνείδητα μέσα στους ίδιους τους θεσμούς. Αυτή ακριβώς είναι η ουσία της θεσμικής ομοφοβίας: δεν περιορίζεται στο επίπεδο των ατομικών στάσεων, αλλά ενσωματώνεται στους κανόνες, στις πρακτικές, στις σιωπές και στις ελλείψεις του ίδιου του συστήματος.
Ορίζοντας τη θεσμική ομοφοβία
Η θεσμική ομοφοβία περιγράφει το σύνολο των πολιτικών, διαδικασιών, δομών και στάσεων που, συνειδητά ή ασυνείδητα, αναπαράγουν ανισότητες και διακρίσεις εις βάρος των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων εντός θεσμικών πλαισίων. Όπως καταδεικνύουν σχετικές έρευνες, δεν χρειάζεται πάντα ενεργή κακοποίηση για να υπάρξει θεσμική βία· αρκεί η παθητική συντήρηση συνθηκών που καθιστούν την εμπειρία της ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτότητας επισφαλή, αόρατη ή δευτερεύουσας σημασίας και αξίας.
Οι συνέπειες αυτής της θεσμικής στάσης δεν είναι απλώς συμβολικές. Σύμφωνα με το μοντέλο του μειονοτικού στρες, η έκθεση σε χρόνια κοινωνική απόρριψη και θεσμικές διακρίσεις οδηγεί σε αυξημένα ποσοστά ψυχικών διαταραχών στα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα. Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, οι λεσβίες, οι γκέι και οι αμφιφυλόφιλοι/-ες εμφανίζουν σχεδόν διπλάσια ποσοστά κατάθλιψης σε σύγκριση με τους/τις ετεροφυλόφιλους/-ες, ενώ τα διεμφυλικά/τρανς άτομα διατρέχουν έως και τετραπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου και αυτοκτονικού ιδεασμού συγκριτικά με τα cisgender άτομα.
Το τραύμα της θεσμικής ομοφοβίας στις κοινωνικές υπηρεσίες
Όταν το ίδιο το σύστημα κοινωνικής προστασίας, το οποίο υποτίθεται ότι λειτουργεί υπέρ των ευάλωτων, αναπαράγει —άμεσα ή έμμεσα— στερεότυπα και προκαταλήψεις, καθίσταται μέρος του προβλήματος. Η επαφή των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων με κοινωνικούς φορείς που είτε αγνοούν είτε αδυνατούν να αναγνωρίσουν το ρόλο των έμφυλων και σεξουαλικών ταυτοτήτων στην ψυχοκοινωνική ευαλωτότητα μπορεί να τους προκαλέσει πρόσθετη ψυχολογική επιβάρυνση.
Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, αυτού του τύπου οι θεσμικοί φραγμοί εντείνουν τις ανισότητες στην υγεία, ενισχύουν το στίγμα και την απομόνωση και έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία. Σύμφωνα με τα ευρήματα του Family Acceptance Project —ενός ερευνητικού προγράμματος του San Francisco State University— η έλλειψη υποστήριξης και η απόρριψη αυξάνουν έως και οκτώ φορές τον κίνδυνο αυτοκτονικών συμπεριφορών στα νεαρά ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα.
Ειδικά τα διεμφυλικά/τρανς άτομα αντιμετωπίζουν ακόμη μεγαλύτερες δυσκολίες, τόσο στην αναζήτηση υποστηρικτικών υπηρεσιών όσο και στην εξασφάλιση ποιοτικής φροντίδας. Η απουσία συμπεριληπτικών πολιτικών και υπηρεσιών προσανατολισμένων στις ανάγκες των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, όπως επίσης τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις που διαπερνούν εγκάρσια τη δημόσια διοίκηση, δεν συνιστούν απλώς επιμέρους ελλείμματα του κρατικού μηχανισμού, αλλά συστημικές αποτυχίες που αντανακλούν τη θεσμική παθογένεια του επιτελικού κράτους.
Η θεσμική σιωπή ως συνενοχή
Η απουσία θεσμικής αντίδρασης απέναντι σε φαινόμενα ρητορικής μίσους ή κακοποιητικών πρακτικών δεν συνιστά ουδετερότητα. Η σιωπή αποτελεί και αυτή μια μορφή θεσμικής βίας. Όταν οι διοικήσεις δημόσιων οργανισμών επιλέγουν να «μην αναμειχθούν» σε περιστατικά βίας και διακρίσεων, καθίστανται, έστω και παθητικά, συνδιαμορφωτές μιας κουλτούρας ανοχής απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα.
Η μη αποδοκιμασία των προσβλητικών δηλώσεων στην προαναφερθείσα εκδήλωση του ΕΚΚΑ αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα θεσμικής συνενοχής, αναδεικνύοντας την αδυναμία του συστήματος να αποστασιοποιηθεί από τη μισαλλοδοξία, να αναλάβει την ευθύνη του και να λειτουργήσει προστατευτικά προς τους πολίτες. Αντί γι’ αυτό, επιλέγεται η αδράνεια ως θεσμική απάντηση, η οποία συμβάλλει στη νομιμοποίηση και την κανονικοποίηση του κακοποιητικού λόγου.
Πέρα από τη νομοθεσία: Η ανάγκη για βαθύτερη αλλαγή
Στην Ελλάδα, οι νομοθετικές εξελίξεις των τελευταίων ετών, με ορόσημο την ψήφιση της ισότητας στον γάμο το 2024, αποτελούν, αδιαμφισβήτητα, ένα ουσιαστικό βήμα προόδου. Ωστόσο, καμία νομοθετική ρύθμιση δεν επαρκεί, όταν η ίδια η κυβέρνηση που τη θεσμοθετεί δεν την ενστερνίζεται πραγματικά ως πολιτική και ηθική δέσμευση. Οι διαρκείς αντιφάσεις, οι παλινωδίες και οι τακτικισμοί που χαρακτηρίζουν την κυβερνητική πολιτική απέναντι στα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπονομεύουν στην πράξη την ισχύ αυτών των νομοθετικών μεταρρυθμίσεων. Η ισότητα δεν μπορεί να εδραιωθεί πάνω σε συγκυριακές μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Απαιτεί σταθερή, συνεπή και ξεκάθαρη υπεράσπιση απέναντι σε κάθε απόπειρα οπισθοδρόμησης και σε πολιτικούς συμψηφισμούς που επιδιώκουν την ικανοποίηση ακραίων συντηρητικών ομάδων για ψηφοθηρικούς λόγους.
Η αντιμετώπιση της θεσμικής ομοφοβίας προϋποθέτει πολύ περισσότερα από την ψυχοκοινωνική υποστήριξη και τη νομική «αποκατάσταση» των θυμάτων της. Απαιτείται ο ανασχεδιασμός του ίδιου του κρατικού μηχανισμού, ώστε η δημόσια διοίκηση και οι κοινωνικές υπηρεσίες να ανταποκρίνονται με συνέπεια και αποτελεσματικότητα στις ιδιαίτερες ανάγκες των ΛΟΑΤΚΙ+ πολιτών. Μεταξύ των ελάχιστων αναγκαίων θεσμικών παρεμβάσεων είναι: η υποχρεωτική εκπαίδευση του προσωπικού της δημόσιας διοίκησης —πρωτίστως όσων έρχονται σε άμεση επαφή με τους πολίτες— σε ζητήματα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, η συγκρότηση μηχανισμών εποπτείας και ελέγχου των καταγγελιών για διακρίσεις, η ενίσχυση της συμμετοχής των ΛΟΑΤΚΙ+ οργανώσεων στη διαμόρφωση της κοινωνικής πολιτικής και η ανάληψη σαφών δεσμεύσεων από την πολιτική ηγεσία απέναντι σε κάθε μορφή αποκλεισμού.
Μόνο μέσα από τέτοιες θεσμικές παρεμβάσεις το κράτος μπορεί να ανταποκριθεί στον συνταγματικό του ρόλο: να λειτουργεί ως εγγυητής των δικαιωμάτων. Διότι η θεσμική ομοφοβία δεν αποτελεί απλώς μια δυσλειτουργία· συνιστά τον μετασχηματισμό του κράτους από θεσμό προστασίας σε μηχανισμό πρόκλησης βλάβης. Και όταν το κράτος προκαλεί βλάβη, δεν είναι κράτος δικαίου.
Πηγές:
- «Το Ε.Κ.Κ.Α. είναι μια προσβάσιμη υπηρεσία για τα ΛΟΑΤ άτομα», Antivirus, 08/07/2020. Διαθέσιμο: https://avmag.gr/quot-to-e-k-k-a-einai-mia-prosvasimi-ypiresia-gia-ta-loat-atoma-quot/
- «Ομοφοβικές απόψεις σε ημερίδα του ΕΚΚΑ», Εφημερίδα των Συντακτών, 02/04/2024. Διαθέσιμο: https://www.efsyn.gr/ellada/dikaiomata/428032_omofobikes-apopseis-se-imerida-toy-ekka
- «Tσάι και συμπάθεια από το ΕΚΚΑ», Εφημερίδα των Συντακτών, 03/04/2024. Διαθέσιμο: https://www.efsyn.gr/ellada/dikaiomata/428147_tsai-kai-sympatheia-apo-ekka#goog_rewarded
*Διδάκτωρ Κοινωνικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Aix-Marseille, Αναπληρωτής Γραμματέας Ψυχικής Υγείας του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής και πρώην Πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ).
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας