«Ημασταν δίπλα στη θάλασσα. Τη βλέπαμε να μας γνέφει. Εμείς γυμνοί κι ολόαδειοι. Τούτη τα πάντα. Είχαμε αφήσει πίσω μας νεκρούς μα είχαμε φέρει νεκρούς και μαζί μας…» (από αδημοσίευτο κείμενο).
Στις 4 Νοέμβρη του 1922 φτάνουν στην περιοχή της Θεσσαλονίκης οι πρώτοι πρόσφυγες από τη Σμύρνη. Θα εγκατασταθούν σε μια ελώδη περιοχή δίπλα στη θάλασσα, στρατιωτικός στάβλος των Αγγλων κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, στο παλιό Καραμπουρνάκι, σημερινή Αρετσού. Θα συναντηθούν με τους ήδη αποδεκατισμένους Ποντοκαυκάσιους σε μια ασύλληπτη τραγωδία, την οποία η τοπική κοινωνία –όμοια με τοπικές κοινωνίες ανά την Ελλάδα– και το ελληνικό κράτος δεν θέλουν να θυμούνται.
Για τους Ποντοκαυκάσιους είχε προηγηθεί ο αποδεκατισμός στις πρόχειρες προσφυγικές κατασκηνώσεις και στα καράβια που στοίβαξαν σε άθλιες συνθήκες ανθρώπους και ζώα, στην πολύμηνη διαδικασία ξεριζωμού τους λόγω της εθνοκάθαρσης. Αποβιβάστηκαν «αληθινά ανθρώπινα ερείπια… από τας ασθενείας και στερούμενοι των πάντων…».
Αλλά, εκεί, τους περίμεναν το Λοιμοκαθαρτήριο, ή αλλιώς «Τα Σύρματα» λόγω της περίφραξής του, και καραντίνα ώστε να μη μολύνουν την πόλη με την παρουσία τους αλλά και με μολυσματικές επιδημίες ευλογιάς, γρίπης και τύφου. Ηταν εποχή μεγάλων πληθυσμιακών μετακινήσεων, στ’ απόνερα του μεγάλου πολέμου και της ισπανικής γρίπης, πανδημία που είχε σαρώσει τον πλανήτη και μόλις τελείωνε αφήνοντας πίσω της εκατομμύρια νεκρούς.
Στην καρδιά του χειμώνα, δύο χρόνια πριν, Χριστούγεννα του 1920, μια τοπική Επιτροπή Αλληλεγγύης Θεσσαλονικέων έκανε έκκληση για «συγκέντρωση… εσωρούχων και ενδυμάτων», καθώς μετά την καταστροφή των ρούχων τους στον κλίβανο και το κούρεμα που είχαν υποστεί «ευρίσκονται μήνας τέσσερας [!] θεόγυμνοι, άνευ ουδεμίας περιβολής ή κλιμνοστρωμνής και ανυπόδητοι… διαμένουσι εξ αιδούς έγκλειστοι εις τους θαλάμους των, περιτετυλιγμένοι έκαστος…με ράκους ρυπαρού εφαπλώματος…». Στα προσφυγικά στρατόπεδα της Καλαμαριάς αλλά και του Χαρμάν Κιοΐ –τωρινού Κορδελιού–, ενήλικοι και παιδιά πέθαιναν καθημερινά κατά δεκάδες από ασθένειες, πείνα και κρύο, ενώ το λαθρεμπόριο, υπό την ανοχή των Αρχών, που κοστολογούσε ένα κομμάτι μουχλιασμένο ψωμί με ένα κρυμμένο κόσμημα ή ρολόι, ανθούσε στα χέρια παλιανθρώπων.
Εφημερίδες στηλίτευαν και προειδοποιούσαν: «Παρά τας διαφόρους διαβεβαιώσεις… μετά φρίκης μανθάνομεν ότι αποθνήσκουν 44 καθ’ εκάστην»… «Τα δήθεν Νοσοκομεία των προσφύγων είναι σε αθλίαν κατάστασιν… υπάρχουν μόνον δύο ιατροί, οι οποίοι μόλις προφθάνουν να πιστοποιούν τους θανάτους!»… «Εάν τους παραδίδωμεν εις τον Μουσταφά Κεμάλ θα τους μεταχειρίζετο ίσως καλλίτερον». Για 20.000 έως 30.000 νεκρούς (!) κάνουν λόγο οι πηγές. Κι όμως, σήμερα, κάτω από το ρετουσαρισμένο παραθαλάσσιο κράσπεδο της προς ιδιωτικοποίηση μαρίνας με τα καφέ πολυτελείας, κανείς πια δεν θυμάται. Μόνο μια «περίεργα ονομασμένη» στάση λεωφορείου κρατά πρόχειρα με τα αδύναμα χέρια της την κρυφή μνήμη: «Απολυμαντήρια». Και τραγούδια όπως το ξεχασμένο δημοτικό της εποχής: «Τσόλ κ’ έρημον Καράμπουρουν, τριγύλ’–τριγύλ’ ταφία/ Ανοίξτεν και τερέστ’ ατά, ούλε Καρσλί παιδία».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας