Με αφορμή τον θάνατο του Μίμη Πλέσσα, ενός συνθέτη με σημαντική παρουσία στο είδος της μουσικής με το οποίο κυρίως ασχολήθηκε και έγινε γνωστός, έκανα κάποιες σκέψεις με επίκεντρο το πρόβλημα που θεωρώ ότι απασχολεί όσους ενδιαφέρονται ακόμα και ανησυχούν για τα πνευματικά ζητήματα∙ και αυτό δεν είναι άλλο από το μη αναστρέψιμο φαινόμενο της υπογονιμότητας των πνευματικών ανθρώπων, η οποία με τη σειρά της οδηγεί στην πνευματική υπογεννητικότητα.
Κατ’ αρχάς πρέπει να επισημάνουμε ότι τον Μίμη Πλέσσα, με όλο τον σεβασμό στο έργο του, δεν θα ήταν εύλογο να τον κατατάξουμε με ευκολία στο πάνθεον των μεγάλων δημιουργών που γέννησε αυτός ο τόπος∙ όμως με τη σεμνότητά του και με την ανυπόκριτη αβρότητα της τέχνης του, αντιπροσώπευε μια γενιά καλλιεργημένων και ευαίσθητων αστών καλλιτεχνών που προσέφεραν πολλά στην πνευματική ζωή του τόπου και οι οποίοι δυστυχώς τείνουν να εκλείψουν. Συνάμα ήταν μέρος ενός ευσυνείδητου κόσμου που δεν καθόριζε την έμπνευσή του και το περιεχόμενο της τέχνης του μόνο με βάση την εμπορικότητα και το μάρκετινγκ. Πάει πολύς καιρός όμως που όσες φωνές είχαν ή έχουν κάτι περισσότερο, κάτι βαθύτερο να πουν, σιγούν ή μόλις που ακούγονται ανάμεσα στους κακόγουστους ήχους, τους ρηχούς στίχους, τα κοινότοπα αφηγήματα, τον καλλιτεχνικό κυνισμό.
Οταν ο μεγάλος Μίκης Θεοδωράκης εκδήμησε αφήνοντας με την απουσία του ένα μεγάλο κενό στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή του τόπου μας, έγραψα μια ποιητική σκέψη με τίτλο «De Rerum Natura», εμπνευσμένη από το ομότιτλο σύγγραμμα του Λουκρήτιου για τον Επίκουρο, που λέει:
«To μεγάλο παράδοξο είναι όταν κάτι μέσα στη Φύση δείχνει να χάνεται, καταλήγει περισσότερο από αυτό που ήταν πριν την απώλεια.
»Γι’ αυτό στη Φύση δεν νιώθεις μοναξιά, γιατί η μοναξιά δεν έχει αιτία την απώλεια, έχει την απουσία».
Αργά αλλά σταθερά όμως, η παρά φύση επικράτηση των δύο από τις τέσσερις θεμελιώδεις κοινωνικές συμβάσεις (η μονοκρατορία του χρήματος, η μία και το κράτος ως μεσίτης μεταξύ εταιρειών και πολιτών, η άλλη) έχει μεταλλάξει την καλλιτεχνική δημιουργικότητα κατά τέτοιο τρόπο ώστε, αντί να επιτελεί το πολιτιστικό της έργο, να επιτρέπει στον εαυτό της να καταναλώνεται ως εμπορικό προϊόν, με σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών του παγκοσμιοποιημένου λογιστηρίου. Kαι η ευτελής αυτή σκοπιμότητα, με τη σύμπραξη δυστυχώς του κατ’ επίφαση επαναστατικού κινήματος του μεταμοντερνισμού που απαιτεί την αποδόμηση του περιεχομένου των πνευματικών έργων, επιβάλλει τη συμβατότητα με τις δύο κυρίαρχες πλέον τάσεις, τον νεωτερισμό και τον εντυπωσιασμό, με αποτέλεσμα να υποβαθμίζεται διαρκώς η σημασία της «ουσίας». Γι’ αυτό όταν ένας πράγματι σπουδαίος δημιουργός πεθαίνει, ο χαμός του δεν αποτελεί πλέον απώλεια αλλά «απουσία»∙ ένα ακόμα χαμήλωμα της στάθμης στη σχεδόν άδεια από ουσιαστικό περιεχόμενο παγκόσμια πνευματική υδρία.
Κάθε θάνατος σπουδαίου δημιουργού -όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκοσμίως- είναι πλέον αναντικατάστατος και αυτό είναι εμφανές σε όλους τους τομείς, στη διανόηση, στις εικαστικές τέχνες, στην ποίηση, στη λογοτεχνία, στον κινηματογράφο, στο θέατρο. Και ακόμα πιο απογοητευτικό είναι το γεγονός ότι κάποιοι νεότεροι «δημιουργοί», ενώ έδειχναν σημάδια ότι θα φύλαγαν Θερμοπύλες, με ανεξήγητη ευκολία στο ερώτημα-απαίτηση των «ιεροεξεταστών» τους «Απετάξω τω Σατανά;» ευπειθώς ανεφώνησαν: «Απεταξάμην».
Με βάση τα όσα διαδραματίζονται λοιπόν στο πνευματικό γίγνεσθαι, βγαίνει το συμπέρασμα ότι, όπως η βιολογική υπογονιμότητα και κατ’ επέκταση υπογεννητικότητα οδηγεί κάποιους λαούς σε πληθυσμιακή εξαφάνιση, η πνευματική υπογονιμότητα μπορεί να οδηγήσει έναν λαό στην πνευματική υποβάθμιση. Ομως η βιολογική υπογεννητικότητα είναι φαινόμενο που συναρτάται με τον νόμο της φυσικής επιλογής που προβλέπει ότι ένα είδος που δεν προσαρμόζεται εξελικτικά στις συνθήκες του περιβάλλοντος, τείνει να εξαφανιστεί. Με την πνευματική υπογεννητικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ενας άνθρωπος του πνεύματος που δεν αντιστέκεται, αλλά προσαρμόζεται στο διαμορφωμένο, με βάση τα ευτελή κριτήρια που προαναφέραμε, περιβάλλον, τείνει να αποπνευματοποιηθεί. Οπως ακριβώς συνέβη στον ακαδημαϊκό χώρο, όπου η προσαρμογή του με τις ανάγκες της αγοράς και ο εκμαυλισμός που υπέστη από τον κορπορατικό προστατευτισμό, τον οδήγησαν στη γνωσιακή χρησιμοθηρία.
Και στις δύο περιπτώσεις υπογεννητικότητας (βιολογικής και πνευματικής) η χώρα μας έχει τα πρωτεία. Λαός που δεν σέβεται τους φυσικούς νόμους, υποτασσόμενος σε όρους ύπαρξης που του επιβάλλει η κορπορατική τάξη πραγμάτων, τείνει να αδιαφορεί για τη συνέχιση της ζωής και αυτοβούλως οδηγείται στην εξαφάνιση. Λαός που δεν σέβεται τους νόμους που διέπουν τα πνευματικά θέματα, δηλαδή την ακηδεμόνευτη σκέψη, την ανόθευτη έμπνευση, την ανυπόκριτη ευαισθησία, οδηγείται σε πολιτισμική εξαφάνιση. Γι’ αυτό ας μην εκπλαγούμε δυσάρεστα, όταν σύντομα στο προσκλητήριο ηρωικώς πεσόντων υπέρ Μουσών, δεν θα υπάρχει κανείς συνεχιστής του έργου τους να φωνάξει «Παρών».
*Νομικός, συγγραφέας
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας