Ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι στο ελληνικό κομματικό σύστημα υπήρξε απόκλιση σε σχέση με το σύστημα της Δυτικής Ευρώπης και καθυστέρηση, κυρίως, ως προς τον τύπο του μαζικού κόμματος. Ο τύπος του μαζικού και πολυσυλλεκτικού κόμματος ήταν πολιτικό τέκνο της Μεταπολίτευσης. Τα μεγάλα κυβερνητικά κόμματα προέκυψαν ορμητικά μετά το 1974 ως μετεξελίξεις των προγενέστερων παραδοσιακών μορφών (στη μετεμφυλιακή, την προδικτατορική περίοδο και στις παράνομες οργανώσεις στη δικτατορία). Τα μεγάλα ελληνικά κόμματα εμφανίστηκαν ως μόνοι νομιμοποιημένοι κοινωνικοπολιτικοί δρώντες (σε αντιδιαστολή π.χ. με το ανυπόληπτο Παλάτι, τον Στρατό ή την Εκκλησία. Θυμηθείτε το «Καραμανλής ή τανκς»). Επιπλέον, κόμισαν δύο καίρια πράγματα τη δεκαετία του ’70: λειτούργησαν ως δίαυλοι επανένταξης των πολιτών στη δημοκρατική πολιτική ζωή και ως εγγυητές εδραίωσης του εκδημοκρατισμού της χώρας σε μια φάση εσωτερικών τραυμάτων, διεθνών οικονομικών πιέσεων (πετρελαϊκές κρίσεις, στασιμοπληθωρισμός κ.ά.) και παγκόσμιων ανακατατάξεων.
Την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα ο κομματικός ανταγωνισμός επικαθορίστηκε από το αίτημα του εξευρωπαϊσμού της κοινωνίας, της ένταξης στη νομισματική ένωση (μετέπειτα ευρωζώνη) αλλά και του κοινωνικού εκσυγχρονισμού. Η ένταξη στη νομισματική ένωση πραγματοποιήθηκε, αλλά ο εξευρωπαϊσμός και ο εκσυγχρονισμός έμειναν μετέωρα αιτήματα, με τα κόμματα να διαγκωνίζονται ως προς τη διαχείριση του κράτους για να αλλάξουν την κοινωνία, καταλήγοντας στην άλωση του κράτους και του ταμείου για την αναπαραγωγή τους.
Κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης τα πολιτικά κόμματα καλλιέργησαν επικοινωνιακές δεξιότητες, αντιμνημονιακές ρητορικές (θυμηθείτε τα Ζάππεια Ι και ΙΙ του Σαμαρά), υποβάθμισαν κοινωνικούς θεσμούς, κοινοβουλευτικές ομάδες και οργανώσεις μελών και, κυρίως, ήρθαν αντιμέτωπα με τα αποτελέσματα της εκχώρησης μέρους της εθνικής κυριαρχίας στην Ε.Ε. και στους δανειστές. Το πολιτικό προσωπικό (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) ουδέποτε παραδέχτηκε τις ευθύνες του για τη δημοσιονομική εκτροπή της χώρας· τα μεγάλα κόμματα ουδέποτε άλλαξαν προσανατολισμούς. Διαχειρίστηκαν τη σωτηρία τους και προχώρησαν σε ψευδοϊδεολογικές χρήσεις της κρισιακής ύλης και των αναγκαιοτήτων της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Η υποβάθμιση της εσωκομματικής δημοκρατίας, η αναβάθμιση και αυτονόμηση κομματικών στελεχών και τεχνοκρατών ενίσχυσαν την εξάρτηση των κομμάτων από τις δημόσιες πρόνοιες και χρηματοδοτήσεις εις βάρος της κοινωνίας και της οικονομίας.
Προς τούτο, η φθορά της Ν.Δ. δεν προκαλεί έκπληξη. Με αμφίβολη την ανέφελη δεύτερη τετραετία, ίσως, και τη διατήρηση της δεδηλωμένης, η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα είναι ευάλωτη σε υποχωρήσεις και ακροδεξιούς εκβιασμούς και, κυρίως, αντιμέτωπη με τον κακό της εαυτό. Η απουσία αντιπολίτευσης δυσχεραίνει τις εξελίξεις στο κυβερνών κόμμα, καθιστά τη Ν.Δ. ένα κρατικοποιημένο κόμμα που ευνοεί τόσο τη δική του καρτελοποίηση και αποσυσπείρωση, την καρτελοποίηση του λοιπού πολιτικού συστήματος και, ταυτόχρονα, την καρτελοποίηση της οικονομίας εις βάρος της αποτελεσματικότητας, της κοινής λογικής, του βιοτικού επιπέδου και των κοινωνικών συμφερόντων.
Οι εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ ξεκίνησαν, υποτίθεται, με αμφισβήτηση του Νίκου Ανδρουλάκη, για να καταλήξει ξανά το κόμμα στον Νίκο Ανδρουλάκη. Σε κάθε περίπτωση το ΠΑΣΟΚ δύσκολα θα βρεθεί σε τροχιά κυβερνητικών διαστάσεων. Εκτός εάν… Ομως, τα όρια του πολιτικού χρόνου είναι στενά και δεδομένα. Στις ευρωεκλογές το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 12,79% των μετεχόντων. Στις εθνικές εκλογές του 2023 το ΠΑΣΟΚ πήρε το 11,84% και 617.487 ψήφους. Ο κ. Δούκας είναι ο χαμένος της υπόθεσης. Είχε ένα μόνο καθήκον: να πετύχει ως δήμαρχος στην πόλη που δίνει τον ρυθμό σε ολόκληρη τη χώρα και, μάλιστα, καθορίζει το υπόδειγμα της τοπικής ανάπτυξης και τον κρίσιμο ρόλο της αυτοδιοίκησης. Ολοι γνώριζαν ότι η επιλογή των δύο καθηκόντων ήταν αδύνατον να πετύχει – μάλιστα, με λαϊκισμούς τύπου «ανδριάντας της ανώνυμης οδοκαθαρίστριας».
Στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. η παραγωγή πολιτικής αυτοχειρίας δεν έχει όρια. Η διάλυση είναι αναπότρεπτη, με Συνέδριο ή όχι και υπό οποιαδήποτε μελλοντική ηγεσία. Η εξουσία του 2015-2019 είχε απομακρύνει ηγεσία και στελέχη από κάθε έννοια εσωτερικής και κομματικής δημοκρατίας. Το 2022 η καταστατική ευχέρεια της εκλογής ηγεσίας από τα μέλη ήταν μια αντιστάθμιση της γενικότερης πολιτικής αφωνίας. Εξέθρεψε τις σημερινές τοποθετήσεις της σουρεαλίστριας κ. Τζάκρη ότι «αρκετοί θα στηθούν στις ουρές για να ψηφίσουν ακόμα κι ένα άδειο σακάκι (του Κασσελάκη εν προκειμένω). Αλλά δεν είναι αυτό που πραγματικά θα ενδιέφερε τη χώρα· ούτε καν τους ψηφοφόρους της Αριστεράς.
Ελληνική βαλκανίλα; Γερασμένο και αναποτελεσματικό σύστημα ψευδοϊδεολογίας, εθελοδουλίας και καταναγκασμών; Οχι γενικά, αλλά ειδικά ναι. Μερικοί συμπεριφέρονται σαν να ζουν κάπου αλλού. Η «αυτόνομη πορεία» του ΠΑΣΟΚ (Ανδρουλάκης) και η διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ (Κασσελάκης κ.ά.) ενταφιάζουν την υπόθεση της Κεντροαριστεράς. Η αντινομία έγκειται στο ότι πολιτικό προσωπικό σπαταλάει δημόσιους πόρους, οργανωτικά και «θεσμικά» μέσα και «πολιτικό κεφάλαιο» (χαμηλής ποιότητας) για την εκπλήρωση μιας «στρατηγικής για τη χώρα» που δεν την κατανοούν ούτε οι ίδιοι οι εμπνευστές της.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας