Πριν από περίπου ένα χρόνο, η εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη στο αξίωμα του προέδρου του Σύριζα, ξεκίνησε τη συζήτηση για τη «μεταπολιτική» στροφή της Ελληνικής πολιτικής. Ο όρος μεταπολιτική εισάγεται από την πολιτική θεωρία που βλέπει κριτικά τους μετασχηματισμούς στην πολιτική αντιπαράθεση και τους συνδέει με τις ευρύτερες πολιτισμικές αλλαγές που χαρακτηρίζουν τις δυτικές κοινωνίες της τελευταίας πενηνταετίας. Πρόκειται για μια πυκνή και ποικιλόμορφη βιβλιογραφία στην οποία η έννοια της μεταπολιτικής προσδιορίζεται κυρίως σε σχέση με την επικράτηση τεχνοκρατικών λογικών στα κριτήρια εκλεξιμότητας και άσκησης εξουσίας, την κυριαρχία πολιτικών συναίνεσης που αποκρύπτουν τους κοινωνικούς ανταγωνισμούς, και την υποχώρηση της δημοκρατικής συμμετοχής των πολιτών στους οποίους η απεύθυνση γίνεται με όρους μάρκετινγκ.
Η πρόσφατη εργαλειοποίηση των πλατφορμών δικτύωσης στις προεκλογικές καμπάνιες των πολιτικών αρχηγών και των κομμάτων ερμηνεύτηκε ως φαινόμενο που επιβεβαιώνει τη μεταπολιτική στροφή. Μέρος της από-πολιτικοποίησης θεωρείται και η κυριαρχία επικοινωνιακών λογικών στην απεύθυνση πολιτικών μηνυμάτων πράγμα που ταυτόχρονα υποδεικνύει και τον κεντρικό ρόλο των παραδοσιακών και ψηφιακών μέσων. Η έννοια της μεσοποίησης, που έρχεται πιο πρόσφατα από το ερευνητικό πεδίο της επικοινωνίας, φαίνεται να διατυπώνει πιο στοχευμένα αυτού του είδους την κριτική. Από αυτή την οπτική τα ψηφιακά μέσα επικοινωνίας, ως αναπόσπαστο πλέον μέρος των κοινωνιών μας, εισάγουν τις δικές τους αξίες στα πεδία κοινωνικής δραστηριότητας όπου αναπτύσσονται. Ιδιαίτερα οι ψηφιακές πλατφόρμες δίνουν προτεραιότητα με μεγαλύτερη ένταση από τα παραδοσιακά μέσα στο θέαμα, την ταχύτητα, την εικόνα, την συντομία, αποσκοπούν στη viral διάχυση οποιουδήποτε μηνύματος, και ευνοούν τις συγκινησιακές συνδέσεις των χρηστών τους.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι στην εποχή της ψηφιακής μεσοποίησης η επιτυχία ενός πολιτικού όλο και περισσότερο εξαρτάται από την ικανότητά του να δημιουργεί ένα μηντιακό buzz, ένα ελκυστικό και φιλικό προφίλ, που να φιλοτεχνείται συστηματικά μέσω των πλατφορμών, και να αναπαράγεται στα συστημικά μέσα. Με αυτά τα κριτήρια ευνοούνται περισσότερο τα πρόσωπα εκτός της παραδοσιακής πολιτικής σκηνής που χρησιμοποιούν τα ψηφιακά μέσα για να συστηθούν στο κοινό ως ανανεωτές, όπως ο Κασσελάκης και ο Δούκας που κέρδισαν τις εντυπώσεις άμα τη εμφανίσει τους. Το τι ακριβώς λένε οι αυτοπρόβλητοι υποψήφιοι, το αν διατυπώνουν έναν συνεκτικό πολιτικό λόγο θεωρείται δευτερεύουσας σημασίας. Από αυτή τη σκοπιά, παρότι οι υποψήφιοι διατείνονται την αδιαμεσολάβητη επικοινωνία με τον ψηφοφόρο, με έναν τρόπο, το μέσο είναι το μήνυμα.
Τα τελευταία γεγονότα, η κατάρρευση του Κασσελάκη και η αποτυχία του Δούκα, φαίνεται πως διαψεύδουν τις διαγνώσεις για μια τελείως μεσοποιημένη πολιτική χωρίς ουσιαστικό νόημα. Όπως αποδείχθηκε, η πρόταση για ανανέωση ή ρήξη έχει περιορισμένη απήχηση αν στηρίζεται μόνο σε μια στρατηγικά επιμελημένη δημοφιλία χωρίς να προσδιορίζεται με συγκεκριμένο πολιτικό λόγο. Γίνεται προφανές πως η αντιπολίτευση χρειάζεται να διατυπώσει ένα ξεκάθαρο όραμα που να δίνει ένα συγκεκριμένο σκοπό και πρακτικές λύσεις στα μεγάλα προβλήματα. Αν δηλαδή τα κύρια προβλήματα είναι η ακρίβεια, οι χαμηλοί μισθοί και η υγεία, οι λύσεις-πολιτικές που προτείνονται πρέπει να ενταχθούν σε ένα γενικό σκοπό – ένα εθνικό πρότζεκτ ελπίδας και ομοψυχίας. Αυτός ο γενικός σκοπός θα πρέπει να συνδέεται με τις συλλογικές ταυτότητες, τις αξίες, και τις ιδεολογικές πεποιθήσεις μια πλειοψηφίας. Θα πρέπει δηλαδή ο γενικός σκοπός να απευθύνεται στο μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος, το οποίο οι έρευνες δείχνουν να κλίνει προς την κεντροαριστερά, με μια ρητορική που να εμπνέει σχέσεις αναγνώρισης και ενσωμάτωσης. Σε αυτή την διαδικασία παραγωγής πολιτικού νοήματος ο ρόλος των ηγετών είναι καθοριστικός αλλά η χαρισματικότητά τους υπονομεύεται αν δεν είναι ικανοί να αρθρώνουν το όραμα, το σκοπό και τις λύσεις απευθυνόμενοι ταυτόχρονα στη λογική και το συναίσθημα των ψηφοφόρων. Με απλά λόγια, ο πολιτικός λόγος της αντιπολίτευσης θα βρει απήχηση όταν συνθέσει σε ένα όραμα την πλειοψηφική και έλλογη διαμαρτυρία κατά της ακρίβειας με την μαζική και συναισθηματική διαμαρτυρία που ξέσπασε στην συναυλία για τα Τέμπη.
*Καθηγητής επικοινωνίας στο Αμερικάνικο Κολλέγιο της Ελλάδας και διδάκτωρ του LSE.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας