Μπορεί οι μεγάλες ηγεσίες να ξεχωρίζουν επειδή συγχρονίζουν το όραμά τους με την Ιστορία και τα συμβάντα αλλά η αλήθεια είναι ότι ενίοτε η Ιστορία δεν συγχρονίζει εύκολα την πολιτική προσδοκία με την ωμή καπιταλιστική πραγματικότητα. Και το «συμβάν ΠΑΣΟΚ» ξεκίνησε μεν πριν από 50 χρόνια ως το ανάχωμα στην τότε αντικαπιταλιστική φαντασίωση, μέσα σε μια πολιτική συνθήκη μετάβασης από δικτατορία σε δημοκρατία, κατέληξε όμως στο βάθος του χρόνου να γίνει το κοινωνικό όχημα της μικροαστικής ανέλιξης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται κοινωνικά.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου αναμφισβήτητα απελευθέρωσε με την ιδρυτική διακήρυξη του ’74 το κοινωνικό φαντασιακό μιας ταλαιπωρημένης γενιάς εκατομμυρίων Ελλήνων. Η ιδεολογική παλινδρόμηση μεταξύ Δεξιάς - Αριστεράς βρήκε μια σχετική ισορροπία σε ένα κίνημα που ρίζωσε στις δομές και στους αρμούς της κοινωνικής καθημερινότητας αποδεσμεύοντας τους πολίτες όχι μόνο από τον φόβο του αστυνομικού και στρατιωτικού κράτους, αλλά και από τις υψηλές συμπληγάδες της ταξικής διαίρεσης και των μεγάλων ανισοτήτων που εγκαταστάθηκαν μεταπολεμικά στον τόπο.
Ο Ανδρέας τη δεκαετία του ’80 μπόρεσε να ξεπεράσει τα αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα και στερεότυπα και να εγκαθιδρύσει σταδιακά μια εξωτερική πολιτική, ως καλός γνώστης της παγκόσμιας γεωπολιτικής αστάθειας. Θεσμοί και δικαιώματα ήρθαν στο προσκήνιο μαζί με τη θεμελίωση ενός σχετικά πρωτοπόρου κοινωνικού κράτους, που φυσικά κουβαλάει ακόμη τις χρόνιες παθογένειες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Η Ελλάδα άλλαξε επί ΠΑΣΟΚ, αλλά η αλήθεια είναι ότι άλλαξε και η ελληνική νοοτροπία. Ο Ανδρέας είναι αυτός που έθεσε τα θεμέλια για ανάπτυξη και ευημερία, αλλά έκανε τους Ελληνες να πιστέψουν ότι ο καπιταλισμός χωράει τους πάντες, ανεξαρτήτως ικανοτήτων και εργατικότητας.
Κατάφερε να εντείνει την κοινωνική κινητικότητα, αλλά παράλληλα δεν απέτρεψε στρεβλωτικούς μηχανισμούς υπερχρέωσης και ψευδοευμάρειας κάποιων μη παραγωγικών τάξεων, κυρίως στον μεταπρατικό και στον τριτογενή τομέα, τρέφοντας παράλληλα τον κρατικό κορπορατισμό και την κρατικοδίαιτη νοοτροπία. Το ΠΑΣΟΚ υπήρξε ταυτόχρονα όχημα εκδημοκρατισμού και φαντασίωσης, φορέας επιθυμίας και προσδοκιών για μια ολόκληρη κοινωνία. Δόμησε στην πορεία του χρόνου κοινωνικό κράτος σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο (ΕΣΥ, υπηρεσίες, Αυτοδιοίκηση, υποδομές), αλλά και εγκατέστησε μια σπάταλη κομματική μηχανή στα γρανάζια της δημόσιας διοίκησης.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ως ιδιαίτερα ευφυής οικονομολόγος που έζησε από κοντά την οικονομική άνθηση του ’50 και του ’60 στις ΗΠΑ, από το 1981 και μετά υιοθέτησε μια νεοκεϊνσιανή -για την εποχή του- συνταγή τόνωσης της ελληνικής οικονομίας, με κεντρικό άξονα της πολιτικής του την τόνωση της κατανάλωσης μέσω της αύξησης μισθών/παροχών, παρά την έντονη πληθωριστική πίεση τότε στην οικονομία και τα δυσθεώρητα επιτόκια του εθνικού νομίσματος, προσπαθώντας να επιβάλει αναδιανομή πλούτου μέσω προοδευτικής φορολογίας αλλά και ένα αναπτυξιακό μοτίβο με αμφίρροπα μεταρρυθμιστικά και σταθεροποιητικά προγράμματα.
Δεν θα αναφερθώ όμως στα δημοσιονομικά δεδομένα, ούτε σε αριθμούς που δείχνουν τη διόγκωση του κράτους, των ελλειμμάτων, του χρέους. Είναι όλα πλέον ιστορικά καταγεγραμμένα. Θα σταθώ στο σκέλος της «επένδυσης της κοινωνικής επιθυμίας». Μια παράμετρο που διαμόρφωσε νοοτροπίες ατόμων και ομάδων. Ο εκδημοκρατισμός της κατανάλωσης και η απελευθέρωση ευκαιριών για συμμετοχή των μαζών στην κοινωνική κινητικότητα κατάφεραν να μετατρέψουν την ελληνική οικονομία σε αναπτυσσόμενη αλλά με ασύμμετρα αποτελέσματα αποδοτικότητας στο παραγωγικό μοντέλο και στη δίκαιη κατανομή του πλούτου (τα νέα τζάκια που φτιάχτηκαν κατά καιρούς είτε σχημάτιζαν ολιγοπώλια διασπάθισης κρατικού χρήματος είτε στρέβλωναν τον ιδιωτικό τομέα και την αγορά).
Η καλοπέραση, η δημιουργία περιουσιών για πολλούς, αλλά και η πολιτισμική εξέλιξη της κοινωνίας ως απότοκο του φαινομένου ΠΑΣΟΚ, συνοδεύτηκαν σε πολλές περιπτώσεις από κουλτούρα πρόσβασης στο εύκολο κέρδος, στις μη κατανεμημένες σωστά κοινοτικές επιδοτήσεις και σε μηχανισμούς διείσδυσης σε κρυφά κανάλια απόσπασης υπεραξίας (υπερδανεισμός χωρίς επενδύσεις βιώσιμης απασχόλησης).
Το ιεραρχικό κομματικό σύστημα γαντζώθηκε στη δομή της κρατικής μηχανής. Ο συνδικαλισμός μετατράπηκε σε επάγγελμα. Τα κεκτημένα άρχισαν να υπερβαίνουν τα δεδουλευμένα. Τα δικαιώματα ξεπέρασαν τις υποχρεώσεις και φυσικά ο μικρό- και μακρο-παρασιτισμός αυξήθηκε (αρκετοί έχοντες δικαίωμα υπογραφής και επιρροής στο ευρύτερο Δημόσιο, μάλλον πλούτισαν...). Κάποιοι θα αρχίσουν εδώ τις συγκρίσεις με την προ της Μεταπολίτευσης Δεξιά αλλά και με τη μέχρι σήμερα μετέπειτα εξέλιξή της, τη Ν.Δ., με την εμμονική ταξική της πολιτική (και τον ανάλογο παρασιτισμό και την ύπαρξη διαφθοράς σε διάφορα επίπεδα).
Οπως ίσως και να έχουν δίκιο όσοι λένε ότι η μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ είναι ο λαϊκίστικος ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά η Ιστορία δεν είναι γραμμική και δεν μπορεί να ερμηνεύεται με όρους αντιγραφής δομών και αντιλήψεων σε άτομα και ομάδες. Το τελικό ισοζύγιο ανήκει στην Ιστορία και μάλλον άρχισε να γέρνει προς το θετικό πρόσημο για το ΠΑΣΟΚ. Τα οφέλη της χώρας και των κατοίκων της από την ηγετική φυσιογνωμία του Ανδρέα Παπανδρέου και από τις κυβερνήσεις του είναι πράγματι πολλά.
Οπως πολλά είναι και τα αποτελεσματικά μέτρα και οι μεγάλες πολιτικές πρωτοβουλίες σε μακροοικονομικό επίπεδο των κυβερνήσεων Σημίτη, παρά την απέχθεια πολλών για την ποσοτικοποιημένη εκδοχή της πολιτικής του και την επιμονή του σε μετρήσιμους στόχους και δημοσιονομική πειθαρχία. Το σοσιαλφιλελεύθερο ΠΑΣΟΚ του Σημίτη της δεύτερης τετραετίας (2000-2004) σκότωσε τον πληθωρισμό και έφερε το επιτοκιακά φτηνό -αλλά τελικά «πανάκριβο»- ευρώ, με ένα ελληνικό τραπεζικό σύστημα που από σχεδόν κρατικό τη δεκαετία του ’80 μετετράπη σε αμιγώς ιδιωτικό και έντονα επεκτατικό (Βαλκάνια) τις δύο επόμενες δεκαετίες.
Αυτό το τραπεζικό σύστημα, που χρηματοδοτούσε εκθετικά για χρόνια το ελληνικό δημόσιο χρέος αγοράζοντας κρατικά ομόλογα με τις υψηλής τοκοφορίας καταθέσεις των πολιτών, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το στρεβλό επιχειρείν μιας τεράστιας μάζας μικρομεσαίων (αλλά και για το στήσιμο μεγάλων ολιγοπωλίων που υπερδανείστηκαν ώστε να επεκταθούν αλόγιστα στην αγορά και να εκτοπίσουν υγιή επιχειρηματικότητα). Το δε «κοινωνικό ομόλογο» που εκδόθηκε από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα το 1974 (κυρίως από το ’81 και μετά), είχε τελικά και πολύ μεγάλο κόστος (μακροπρόθεσμα) για το νεοελληνικό κράτος και τις σημερινές αλλά και επόμενες γενιές.
Αποδείχτηκε «διαρκές ομόλογο» της ήσσονος προσπάθειας για μέγιστο κέρδος, με ενέχυρο τον μελλοντικό φαντασιακό δημόσιο και ιδιωτικό πλούτο: είμαστε η χώρα με το μεγαλύτερο (βιώσιμο υποτίθεται) δημόσιο χρέος αλλά εσχάτως και με το μεγαλύτερο ιδιωτικό. Μπορεί η ψαλίδα φτωχών - πλουσίων να έκλεισε τα τελευταία 50 χρόνια στη χώρα μας, όμως η διάχυση του πλούτου δεν ήταν τελικά αποτελεσματική μακροπρόθεσμα: οι τάξεις καλύφθηκαν κάτω από τον μανδύα της ελεύθερης πρόσβασης στην κατανάλωση.
Δεν χωράνε σε λίγες γραμμές τα θετικά και αρνητικά του φαινομένου ΠΑΣΟΚ. Θεσμοί, εξωτερική πολιτική, κοινωνική συνοχή, δικαιώματα άλλαξαν και σίγουρα βελτιώθηκαν. Η οικονομία, μέσα στο μεγάλο διάνυσμα του χρόνου, είχε συνθήκες ευκαιριών αλλά και περιόδους λιτότητας και ύφεσης για πολλούς.
«Επί ΠΑΣΟΚ φτιάξαμε τα σπίτια και τις περιουσίες μας» θα πουν πολλοί σημερινοί πολίτες μιας κάποιας ηλικίας. Η αλήθεια είναι όμως ότι δεν κατανοούν τι ακριβώς θα σήμαινε στο σήμερα η δραχμή, τα επιτόκια και πληθωρισμός τής τότε εποχής. Με το δε φτηνό ευρώ τα παιδιά και τα εγγόνια τους νομίζανε ότι μπορούν εύκολα να φτιάξουν και αυτοί σπίτια και περιουσίες, ενώ οι περισσότεροι τελικά υπερχρεώθηκαν.
Και εδώ η ευθύνη δεν είναι μόνο των κυβερνήσεων Σημίτη που μας έβαλε στο κοινό νόμισμα με λάθος στοχευμένους όρους ανταγωνιστικότητας. Η διακυβέρνηση Καραμανλή κυρίως και εν συνεχεία οι κυβερνήσεις των μνημονίων έχουν παρόμοιες και τεράστιες ευθύνες. Το ΠΑΣΟΚ όμως θα μείνει στην Ιστορία επειδή μοίρασε μέρισμα (κοινωνικό και οικονομικό) σε αρκετούς μικρομετόχους της ελληνικής οικονομίας. Ασχέτως αν τελικά δεν καταλάβανε ότι κάπως έτσι μάλλον «χρέωσαν» τα παιδιά τους...
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας