Αθήνα, 14°C
Αθήνα
Αίθριος καιρός
14°C
15.0° 12.1°
4 BF
46%
Θεσσαλονίκη
Αίθριος καιρός
6°C
7.7° 4.7°
1 BF
74%
Πάτρα
Αίθριος καιρός
16°C
16.0° 13.8°
3 BF
42%
Ιωάννινα
Αίθριος καιρός
4°C
3.9° 3.9°
0 BF
93%
Αλεξανδρούπολη
Αίθριος καιρός
8°C
10.7° 7.9°
2 BF
71%
Βέροια
Αίθριος καιρός
7°C
9.0° 4.6°
0 BF
76%
Κοζάνη
Αίθριος καιρός
5°C
5.4° 3.4°
0 BF
56%
Αγρίνιο
Αίθριος καιρός
15°C
14.5° 14.5°
1 BF
47%
Ηράκλειο
Ελαφρές νεφώσεις
16°C
17.7° 15.5°
3 BF
72%
Μυτιλήνη
Αίθριος καιρός
13°C
13.5° 12.7°
2 BF
57%
Ερμούπολη
Αίθριος καιρός
15°C
15.4° 14.8°
5 BF
67%
Σκόπελος
Ελαφρές νεφώσεις
11°C
11.2° 10.7°
2 BF
76%
Κεφαλονιά
Αίθριος καιρός
17°C
16.9° 15.9°
2 BF
55%
Λάρισα
Αίθριος καιρός
6°C
7.4° 6.2°
1 BF
75%
Λαμία
Αίθριος καιρός
10°C
10.5° 8.4°
1 BF
62%
Ρόδος
Αίθριος καιρός
16°C
18.1° 16.0°
2 BF
58%
Χαλκίδα
Αίθριος καιρός
12°C
14.3° 11.1°
2 BF
84%
Καβάλα
Αίθριος καιρός
9°C
9.3° 8.8°
0 BF
64%
Κατερίνη
Αίθριος καιρός
5°C
5.3° 3.7°
1 BF
77%
Καστοριά
Αίθριος καιρός
5°C
5.2° 5.2°
0 BF
75%
ΜΕΝΟΥ
Κυριακή, 19 Ιανουαρίου, 2025
Ρολάν Μπαρτ: Δεν ξεχνάμε (τους νεκρούς), αλλά ένα κενό έχει μπει μέσα μας.

Ιλιάς, Ραψωδία Ω`. 450 – 804 ( τέλος Ιλιάδος)

Ω` 450 Η στέγη ήταν άριστα φτιαγμένη από φουντωτά κλαδιά που είχαν κόψει από το λιβάδι. Γύρω είχαν διαμορφώσει μια μεγάλη αυλή για το βασιλιά τους με κορμούς πυκνούς σταυρωτούς. Η βαριά ξύλινη θύρα ασφαλιζόταν μ` ένα μεγάλο σύρτη από έλατο που χρειαζόταν τρεις να τον σηκώσουν και να τον τοποθετήσουν σαν μάνταλο στην θύρα. Ο Αχιλλέας αυτό το έκανε μόνος του, τόσο μεγάλη δύναμη είχε. Αυτή τη θύρα άνοιξε αυτόματα ο Ερμής ώστε να περάσουν τα δυο αμάξια με τα δώρα και τους άντρες. Είπε στον Πρίαμο: « Καλά κατάλαβες ότι είμαι ο θεός Ερμής απεσταλμένος του πατέρα μου Δία για να σε φέρω με ασφάλεια στον Αχιλλέα. Φεύγω τώρα. Δεν είναι σωστό οι θεοί να βρίσκονται με τους θνητούς. Εσύ Πρίαμε πέρασε μέσα να ικετεύσεις τον Πηλείδη να σε συμπονέσει. Να αγγίξεις τα βάθη της σκληρής καρδιάς του μιλώντας του για τον πατέρα του Πηλέα, την θεά μητέρα του Θέτιδα και το γιό του Νεοπτόλεμο.». Ο Ερμής, αφού είπε αυτά στον Πρίαμο, πέταξε στα Ολύμπια δώματα να βρει τους άλλους θεούς.

Ο Πρίαμος πήγε στη σκηνή του Αχιλλέα και τον βρήκε στο τραπέζι. Μόλις είχε τελειώσει το δείπνο του. Ο Πρίαμος έφτασε στον Αχιλλέα χωρίς κανείς να τον αντιληφθεί. Τον προσκύνησε αγκαλιάζοντας τα γόνατα του και του φίλησε τα χέρια που τόσους γιους του είχαν σκοτώσει.

Ο Αχιλλέας θαύμασε τον Πρίαμο και τη γενναιότητα του να φτάσει μπροστά του. Ο βασιλιάς Πρίαμος είπε ικετευτικά:

«Προσπίπτω Αχιλλέα μου και ικεσία κάνω. Είμαι σαν τον πατέρα σου στα χρόνια γερασμένος. Όμως ο πατέρας σου ισόθεε Πηλείδη ξέρει ότι είσαι ζωντανός αντίθετα με μένα που έχασα τόσους γιους σ` αυτόν τον ανδροφάγο πόλεμο. Πριν αρχίσει αυτό το κακό είχα πενήντα γιους. Οι δέκα εννέα γεννήθηκαν από την ίδια μάνα. Οι άλλοι από άλλες γυναίκες. Πολλοί χάθηκαν από τον Άρη αλλά ο καλύτερος σκοτώθηκε από σένα, ο αγαπημένος μου διάδοχος Έκτωρ.

Ω` 500 Γενναίε Αχιλλέα σου έφερα πολλούς θησαυρούς για να μου δώσεις πίσω το νεκρό σώμα του γιου μου. Σεβάσου τους θεούς Αχιλλέα, λυπήσου και μένα τον χαροκαμένο. Σκέψου και τον πατέρα σου. Το ίδιο θα σε συμβούλευε. Σου φιλώ τα χέρια που σκότωσαν τα παιδιά μου.».

Ο Αχιλλέας ξαφνιασμένος, έπιασε τα χέρια του βασιλιά Πρίαμου και τον απώθησε ελαφρά. Έκλαιγαν οι δύο άντρες ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Ο ένας έκλαιγε για το γιο του Έκτορα και ο άλλος για τον πατέρα του που τόσο είχε νοσταλγήσει και δεν θα ξαναδεί. Έκλαιγε και για τον Πάτροκλο.

Ο Αχιλλέας είπε στον Πρίαμο: «Δυστυχισμένε βασιλιά νιώθω τον σπαραγμό σου. Μα πες μου πως το μπόρεσες να φτάσεις απ` την Τροία; Δε σκέφτηκες τη δυνατή και άσβεστη οργή μου. Σίδερο είναι η καρδιά που έχεις μες στα στήθια; Κάθισε αρχοντογέννητε μη κλαις και μη στενάζεις. Ας κλείσουμε τον πόνο μας στα βάθη της ψυχής μας. Μόνον οι θεοί δεν γνωρίζουν πόνους, βάσανα και λύπες.

Ο Δίας έχει δυο πιθάρια κοντά του. Το ένα είναι γεμάτο χαρές και αγαθά ενώ το άλλο βάσανα και στενοχώριες. Σε όποιον δίνει ανάμικτα από τα δυο πιθάρια πότε περνά με τα καλά και πότε με φουρτούνες. Όποιος παίρνει μόνο από το πιθάρι με τα κακά έχει πάντα πίκρες και καημούς. Ο πατέρας μου ευτύχησε να πάρει πλούτη και πολλά καλά από τους θεούς. Μέχρι και σύζυγο θεά του έδωσαν αν και θνητός εκείνος. Αλλά το έχει μαράζι που απέκτησε μόνο εμένα και δεν έφερε στον κόσμο άλλους απογόνους να τον διαδεχθούν και να κληρονομήσουν τα πλούτη του και το βασίλειο του. Κι εγώ κατά πως φαίνεται κι όπως οι θεοί ορίζουν θ` αφήσω εδώ τη ζήση μου στην πόλη τη δική σου.

Κι εσύ Πρίαμε, σαν τον πατέρα μου, έχεις του κόσμου τα πλούτη και έφερες στον κόσμο πολλούς απογόνους. Όμως πήρες και πίκρες δυνατές, λύπες, σκληρούς θανάτους. Οι θεοί τα θέλησαν όλα. Γύρω από την πόλη σου μάχες και φόνους έχεις.

Ω` 550. Τον Έκτορα που σκότωσα δεν θα τον φέρεις πίσω να ζήσει να σε διαδεχτεί κι εμάς να μας νικήσει.».

Τότε ο θείος Πρίαμος απάντησέ και είπε: «Πως να καθίσω διόθρεπτε, γενναίε Αχιλλέα, που στην αυλή σου κείτεται νεκρός ο Έκτορας μου. Δώσε μου το αγόρι μου να πάω να τον θάψω και να δώσω τις τιμές που οι θεοί ορίζουν.

Εσύ πάρε τα δώρα μας κι όλους τους θησαυρούς μας να τα χαρείς όταν θα πας πίσω στην Φθία πάλι. Σ` ευγνωμονώ που μ` άκουσες και τόσο με λυπήθεις.».

Απάντησε απότομα ο Αχιλλεύς στον ξένο: «Γέροντα μόνος μου εγώ το έχω αποφασίσει αφού η μάνα μου `φερε την εντολή του Δία, το σώμα εγώ του Έκτορα, να σου το παραδώσω. Νομίζω πως κι εσύ εδώ δεν ήλθες από μόνος μα οι θεοί το θέλησαν να έλθεις να με έβρεις. Βασιλιά Πρίαμε ο τεράστιος και βαρύς σύρτης της εξώθυρας θέλει τρεις άντρες για να τον σύρουν. Εσύ πως τα κατάφερες; Σίγουρα κάποιος θεός σε βοήθησε. Ο θυμός ακόμα δε μου ` χει φύγει. Φοβάμαι μήπως εκτραπώ και παραβώ την εντολή του Δία.».

Ο Αχιλλέας πετάχτηκε έξω από τη σκηνή σαν λιοντάρι. Τον ακολουθούσαν οι πιστοί, γενναίοι του βοηθοί Άλκιμος και Αυτομέδων που μετά το θάνατο του Πάτροκλου αυτούς είχε πιο κοντά του και τους εμπιστευόταν. Ξέζεψαν τα άλογα και τους ημιόνους από τα δύο αμάξια και μετέφεραν όλους τους θησαυρούς μέσα στη σκηνή. Είπαν στον ηνίοχο του Πριάμου Ιδαίο να περάσει μέσα. Από τα αμέτρητα δώρα άφησαν για το άψυχο, γυμνό σώμα του Έκτορα ένα χιτώνα και δύο χλαμύδες.

Ο Αχιλλέας πρόσταξε τις κοπέλες να πλύνουν τον νεκρό και να τον αρωματίσουν. Έπειτα ο ίδιος ο Αχιλλέας τον σήκωσε και τον απίθωσε στο νεκρικό κρεβάτι.

Ο Αχιλλέας είπε με βαρύ αναστεναγμό: « Πάτροκλε μη μου χολωθείς σαν μάθεις τα μαντάτα πως έδωσα τον Έκτορα στο βασιλιά πατέρα. Ήταν του Δία εντολή. Κι από τα μύρια δώρα θα βγάλω και μερίδιο για σένα αγαπημένε.».

Γύρισε μέσα στη σκηνή και κάθισε στο θρόνο και είπε προς τον Πρίαμο τα παρακάτω λόγια: « Πρίαμε αυτό που ήθελες το έκανα για σένα. Τώρα ο Έκτωρ κείτεται στο νεκρικό κρεβάτι.

Ω` 600. Τα χαράματα θα τον πάρεις μαζί σου στην Τροία. Τώρα θα δειπνήσουμε. Να θυμηθούμε ότι και η Νιόβη δεν παρέλειψε το φαγητό όταν έχασε και τα δώδεκα πανέμορφα παιδιά της. Έξι κόρες και έξι κούρους. Τις κόρες τόξευσε και σκότωσε η Άρτεμις και τους κούρους ο Απόλλων με το ασημένιο του τόξο. Η μητέρα των διδύμων Απόλλωνα και Αρτέμιδος, η θεά Λητώ, υπέστη ύβριν από τη Νιόβη ότι γέννησε μόνο δύο παιδιά ενώ εκείνη δώδεκα. Τα νεκρά παιδιά της δύσμοιρης Νιόβης έμειναν άταφα, μέσα στο αίμα, γιατί ο Δίας απολίθωσε τους θνητούς. Στο τέλος, τα έθαψαν οι θεοί τη δέκατη τη μέρα. Η Νιόβη αποκαμωμένη από τους θρήνους θυμήθηκε να φάει. Τώρα πετρωμένη τρέφει τους πόνους στη Σίπυλο όπου χορεύουν οι αθάνατες Νύμφες στις όχθες του Αχελώου. Ας καθίσουμε βασιλιά Πρίαμε κι εμείς για δείπνο. Φύλαξε για αύριο στην Τροία, τα δάκρυα και τους θρήνους για τον Έκτορα.».

Ο Αχιλλέας έσφαξε ένα λευκό, σαν χιόνι, αρνί. Οι βοηθοί του το έγδαραν και το τεμάχισαν όπως πρέπει. Μετά το πέρασαν στις σούβλες. Αφού ψήθηκε το έβαλε στο τραπέζι ο Πηλείδης. Ο Αυτομέδων έφερε το ψωμί μέσα σε πανέρια. Χόρτασαν το φαγητό και το κρασί. Ο Πρίαμος θαύμαζε τη μορφή και το παράστημα του Αχιλλέα που φαινόταν σαν θεός. Ο Πηλείδης με τη σειρά του θαύμαζε τη σεβάσμια μορφή του Πριάμου και τη σοφία των λόγων του.

Είπε ο Πρίαμος: «Διόθρεπτε Αχιλλέα επίτρεψε μου να κοιμηθώ. Δεν έχω κοιμηθεί από τότε που μου σκότωσες τον Έκτορα. Ούτε είχα φάει τίποτα μέχρι τώρα που καθίσαμε στο τραπέζι σου.».

Ο Αχιλλέας διέταξε και οι κοπέλες έστρωσαν σε δύο κρεβάτια τα καλύτερα πορφυρά στρωσίδια για να αναπαυθούν οι ξένοι.

Ω` 650 Ο Αχιλλέας μειδιώντας είπε στον Πρίαμο:

«Ελπίζω βασιλιά να μη σε δει κάποιος Αχαιός απ` όσους έρχονται εδώ για να συζητήσουμε τα θέματα της τακτικής του πολέμου και σπεύσει να το πει στον Αγαμέμνονα. Μήπως δεν προλάβεις να φύγεις με το νεκρό σου γιο για την Τροία. Ελπίζω να μη συμβεί κάτι τέτοιο. Πες μου πόσες μέρες χρειάζεσαι για να τιμήσεις όπως πρέπει τον νεκρό σου γιο ώστε να ησυχάσω κι εγώ και όλοι οι Αχαιοί που θέλουν άμεση επίθεση στην πόλη σας.». Ο Πρίαμος απάντησε και είπε του Πηλείδη:

«Εννέα μέρες θέλουμε στα μέγαρα να κλαίμε και να θρηνούμε για αυτόν που ήταν αρχηγός μας. Σ` αυτές τις μέρες οι άνθρωποι μας θα φέρουν ξύλα από μακρινό δάσος για την ιερή πυρά. Την δέκατη μέρα θα γίνει η καύση και η μακαρία ( το νεκρικό τραπέζι). Την ενδέκατη μέρα θα κτίσουμε το ταφικό μνημείο. Μνημείο άσβεστης μνήμης για τον νεκρό μας. Τη δωδεκάτη μέρα μπορεί ν` αρχίσει ο πόλεμος αν η Ανάγκη θέλει.».

« Έτσι θα γίνουν Πρίαμε, όπως εσύ τα είπες. Τον πόλεμο τον σταματώ για δώδεκα ημέρες.».

Ο Αχιλλέας έσφιξε τη δεξιά παλάμη του Πρίαμου προς επιβεβαίωση των όσων είπαν.

Ο Πρίαμος και ο Ιδαίος κοιμήθηκαν στον πρόδομο. Ο Αχιλλέας με την Βρισηίδα κοιμήθηκαν στο μέσα δωμάτιο της βασιλικής σκηνής.

Ο Ερμής ήταν ο μόνος που δεν κοιμήθηκε από τους θεούς και τους ανθρώπους. Σκεφτόταν πως θα φύγει με ασφάλεια ο Πρίαμος και ο νεκρός Έκτωρ για την Τροία. Στάθηκε πάνω από το κεφάλι του βασιλιά Πριάμου και του είπε:

«Αμέριμνα κοιμάσαι βασιλιά στη μέση των εχθρών σου αφού σε όσα ζήτησες συμφώνησε ο Πηλείδης. Με μύρια δώρα λύτρωσες το άταφο σου τέκνο. Πρέπει να φυλαχτούμε από τον Αγαμέμνονα γιατί αν σε αντιληφθεί, θα σε αιχμαλωτίσει και τότε δε θα φτάνουν τριπλά δώρα απ` όσα έφερες για να σε απελευθερώσει.».

Ο Πρίαμος σκιάχτηκε από τα λόγια του Ερμή. Σηκώθηκε βιαστικά και ξύπνησε και τον Ιδαίο. Ο Ερμής είχε ζέψει τις δύο άμαξες και οδηγούσε την πομπή ανάμεσα στις σκηνές των Αχαιών χωρίς να τους αντιληφθεί κανείς, όπως όταν ήλθαν. Όταν φτάσανε στον Ξάνθο, τον ποτάμιο θεό, ο Ερμής πέταξε για τις κορφές του Ολύμπου. Εκείνη την ώρα η ροδοδάκτυλη Ηώς τη γη εφώτιζε όλη. Τα άρματα έφτασαν στην Τροία και κανείς δεν κατάλαβε κάτι εκτός από την Κασσάνδρα, την κόρη του Πρίαμου, που έμοιαζε στην ομορφιά στη χρυσή θεά Αφροδίτη.

Ω` 700 Η Κασσάνδρα θρήνησε γοερά βλέποντας το αμάξι με τον νεκρό Έκτορα τον αγαπημένο της μεγάλο αδελφό. Έλεγε στο μοιρολόι της:

« Τρωαδίτισσες, Τρώες κοιτάτε αυτήν την άμαξα με τον νεκρό αδελφό μου. Τώρα μας έρχεται νεκρός και μας συντρίβει η θλίψη. Κανείς μας όμως δεν ξεχνά ότι όταν ήταν ζωντανός μας έφερνε μόνο χαρές και νίκες. Ο λαός έπαιρνε απ` αυτόν μόνο χαρά κι ελπίδα.».

Η μητέρα του Έκτορα όρμησε πάνω στο νεκρό παιδί της τον αγκάλιασε, του κρατούσε σφικτά το κεφάλι και συρομαδιόταν με θρήνους και οδυρμούς. Όλοι οι Τρώες, εκεί στις πύλες έκλαιγαν και θρηνούσαν. Θα τους έπαιρνε η νύχτα αν ο Πρίαμος δεν τους έλεγε να παραμερίσουν για να περάσει η άμαξα να πάνε στο μέγαρο κι εκεί να περάσουν όλοι να τον κλάψουν όσο βαστά η καρδιά τους μέχρι να ξεθυμάνει ο πόνος της ψυχής τους. Ο λαός παραμέρισε και πέρασε η άμαξα η νεκροφόρα που έσερναν οι ημίονοι. Ανέβασαν το λείψανο στα λαμπρά ανακτορικά δώματα του Πριάμου. Στο πλάι κάθισαν οι θρηνωδοί για ν` αρχίσουν τα μοιρολόγια τους. Αντιφωνούσαν με γοερούς λυγμούς οι γυναίκες.

Ω` 720 ..παρὰ δ᾽ εἷσαν ἀοιδοὺς
θρήνων ἐξάρχους, οἵ τε στονόεσσαν ἀοιδὴν
οἳ μὲν ἄρ᾽ ἐθρήνεον, ἐπὶ δὲ στενάχοντο γυναῖκες.

Η χαροκαμένη λευκοχέρα σύζυγος του Έκτορα Ανδρομάχη άρχισε τον γόο και το θρήνο κρατώντας το κεφάλι του νεκρού άντρα της.

Ω` 725 ἆνερ ἀπ᾽ αἰῶνος νέος ὤλεο, κὰδ δέ με χήρην
λείπεις ἐν μεγάροισι· πάϊς δ᾽ ἔτι νήπιος αὔτως
ὃν τέκομεν σύ τ᾽ ἐγώ τε δυσάμμοροι, 

« Άντρα μου νέος πέθανες και με αφήνεις χήρα. Μονάχη, ολομόναχη με το πεντάρφανο μου που εμείς οι δυο το φέραμε στο μαύρο τούτο κόσμο. Αυτό το άτυχο ορφανό λεύτερο δε θα είναι αφού την Τροία την τρανή θα την ισοπεδώσουν, κι οι Αχαιοί οι φοβεροί θα το αιχμαλωτίσουν. Τώρα που δεν υπάρχεις πια ποιος θα τους σταματήσει; Όλες εμάς τις κοπελιές θα πάρουνε για σκλάβες και στα πολλά καράβια τους όλες θα μας φορτώσουν. Και το παιδάκι αυτό θα ζει για να δουλεύει σε ξένα χέρια, άδικα, καταδυναστευμένο. Μπορεί παιδάκι μου καλό εδώ να σε σκοτώσει κάποιος που ο πατέρας σου του σκότωσε δικό του. Τόσους πολλούς εξέκανε ο κύρης ο δικός σου και όλοι θα γυρεύουνε εκδίκηση να πάρουν. Ήταν σκληρός πολεμιστής κι ανίκητος στις μάχες ώσπου τον έριξε στη γη ο τρομερός Πηλείδης. Αγαπημένε άντρα μου δεν πέθανες για μένα. Το χέρι σου μου άπλωσε να το κρατώ για πάντα. Για πάντα θα σε σκέφτομαι μέσα στο νου θα σ` έχω. Και κάποια σκέψη όμορφη βάλε μου στην ψυχή μου να σε θυμάμαι πάντοτε ολοχρονίς του χρόνου.».

Κλαίγανε σαν την άκουγαν της Τροίας οι γυναίκες και πρώτη και καλύτερη η μαύρη η Εκάβη άρχισε να μοιρολογά στον Έκτορα να λέει:

« Παιδί μου ακριβότερο απ` όλα μου τα τέκνα

Ω` 750 σε αγαπούσαν οι θεοί μα κι όλος ο λαός σου. Και τώρα που απέθανες όλοι σε μνημονεύουν. Πολλά αγόρια έχασα από τον Αχιλλέα που σκλάβους τα επούλησε στην Ίμβρο και στη Σάμο, στη Λήμνο την απόμακρη ή σ` άλλους ξένους τόπους. Εσένα παλληκάρι μου σε σκότωσε με λόγχη μ` αυτό δεν τον εχόρτασε και τ` άψυχο κορμί σου μέρες πολλές το έσερνε στον τάφο του Πατρόκλου, το φίλο του που σκότωσες και έστειλες στον Άδη. Με όλα όσα πέρασες μετά το θάνατο σου δε μπόρεσε ο Αχιλλεύς τον Πάτροκλο να φέρει από τον Άδη στη ζωή. Άδικα το κορμί σου το άψυχο βανδάλιζε ο άσπλαχνος Πηλείδης. Αχ γιε μου κανακάρη μου σαν ζωντανό σε βλέπω γιατί φροντίσαν οι θεοί το άψυχο σου σώμα.».

Η Ωραία Ελένη μετά την Ανδρομάχη και την Εκάβη άρχισε κι εκείνη το θρήνο:

«Έκτορα ακριβότερε απ` όλα τα αδέλφια του άντρα μου του Αλέξανδρου που με `φερε στην Τροία. Είκοσι χρόνια πέρασαν που έφυγα απ` τη Σπάρτη τη γη οπού γεννήθηκα και έγινα γυναίκα. Καλύτερα να πέθαινα ποτέ μη μεγαλώσω. Και Έκτορα μου άξιε ποτέ κανένα λόγο εγώ κακό δεν άκουσα απ` τα δικά σου χείλη. Αν από τα αδέλφια σου, κορίτσια ή αγόρια, ή από συννυφάδες μου, ή απ` την πεθερά μου βαριές κουβέντες άκουγα εγώ που είμαι ξένη, εσύ καλέ μου Έκτορα τα πράγματα ηρεμούσες, όλα σε τάξη τα `βαζες, τα αποκαθιστούσες. Από το στόμα σου ποτέ, όπως και του Πριάμου, κακή δεν άκουσα λαλιά ούτε κακή κουβέντα.».

Ο Πρίαμος διέταξε πολλούς να φέρουν ξύλα και να μη φοβηθούν που θα βγουν έξω από την πόλη γιατί έχει συμφωνήσει με τον Αχιλλέα να γίνουν όλα τα ταφικά έθιμα με το νόμο και την τάξη. «Συμφωνήσαμε να μην επιτεθεί σε μας αν δεν ολοκληρώσουμε την πυρά, την ταφή και το κτίσιμο του μνημείου του Έκτορα. Ζήτησα δώδεκα μέρες γι αυτά και ο Αχιλλέας δεν είχε αντίρρηση.».

Οι ξυλοκόποι έζεψαν ημιόνους και ταύρους και πήγαν να κόψουν και να μεταφέρουν ξύλα για την ιερή πυρά του Έκτορα. Εννέα μέρες έφερναν από το δάσος ξύλα. Τη δέκατη μέρα τοποθέτησαν το άψυχο κορμί του Έκτορα στην κορυφή του πύργου των ξύλων και άναψαν φωτιά. Την επομένη το πρωί έγιναν οι χοές με άφθονο κρασί στην πυρά και έπειτα μάζεψαν τα οστά του Έκτορα και τα τοποθέτησαν μέσα σε χρυσή λάρνακα τυλιγμένα σε πορφυρά, απαλά, χρυσοκέντητα σεντόνια. Ακολούθησε η ταφή και η ανέγερση μεγαλειώδους λίθινου μνημείου. Μνημείο μνήμης για τον μοναδικό, ατρόμητο Έκτορα. Τιμητική φρουρά υπήρχε όλο το 24ωρο στο ταφικό μνημείο για την τιμή και την ανάπαυση του ήρωα των Τρώων.

Ακολούθησε η μακαρία, το πλούσιο νεκρικό τραπέζι που πρόσφερε ο βασιλιάς Πρίαμος, σε όλους, για το γιο του.

 

1*. Αρχιτέκτων. Ιστορικός Αρχιτεκτονικής. Ιστορικός Τέχνης.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Ιλιάς, Ραψωδία Ω`. 450 – 804 ( τέλος Ιλιάδος)

ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΕΑ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας