Οι τραγικά κατώτερες των περιστάσεων πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι έχουν πέσει σε μια παγίδα, από την οποία η Γηραιά Ήπειρος θα βγει με γεωπολιτικά ελαχιστοποιημένο –αν όχι εκμηδενισμένο– ρόλο και με απώλεια της όποιας βαριάς βιομηχανίας έχει απομείνει μετά από τρεις και πλέον δεκαετίες νεοφιλελεύθερων πειραματισμών, απορρύθμισης και outsourcing. Βεβαίως, η αφύπνιση ήρθε κάπως αργά, μετά την ανακοίνωση ενός κολοσσιαίου πακέτου επιδοτήσεων από την κυβέρνηση των ΗΠΑ προς τη made in America βιομηχανική παραγωγή, η οποία, υποτίθεται, θα διευκολύνει την «πράσινη μετάβαση». Πρακτικά, σε συνδυασμό με την εκτόξευση του ενεργειακού κόστους και την κρίση πληθωρισμού που μαστίζει την Ευρώπη, ιδίως μετά την αποσύνδεσή της από τη Ρωσία (και, ιδίως, από τις φτηνές πρώτες ύλες της τελευταίας), είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσει –ήδη συμβαίνει– σε μαζική μετανάστευση βιομηχανικής παραγωγής πέραν του Ατλαντικού.
Ενδεχομένως αυτός να ήταν εξ αρχής ένας στρατηγικός στόχος των ΗΠΑ: καθώς αναδύεται ο νέος πολυπολικός κόσμος, όπου η αμερικανική πρωτοκαθεδρία δεν θα είναι πλέον αδιαμφισβήτητη σε πλανητική κλίμακα, είναι λογικό η υπερδύναμη να υποχωρεί σε ένα σχέδιο Β, δηλαδή στην περιχαράκωση του δικού της ηγεμονικού χώρου, ο οποίος οπωσδήποτε πρέπει να περιλαμβάνει την Ευρώπη. Όπως σε κάθε αυτοκρατορία στην Ιστορία, αυτό συνεπάγεται τον αποκλεισμό οποιασδήποτε στρατηγικής αυτονομίας των «επαρχιών», οι οποίες αργά ή γρήγορα θα κληθούν να τροφοδοτήσουν με τον δικό τους πλούτο τη «μητρόπολη». Ανεξάρτητα του εάν κάτι τέτοιο είχαν στο μυαλό τους οι Αμερικανοί για τους Ευρωπαίους «συμμάχους» τους και τη θέση των τελευταίων στο «ευρω-ατλαντικό σύστημα», στην πράξη εκεί οδηγούνται τα πράγματα.
Προκύπτει, όμως, το ερώτημα εάν αυτό είναι κάτι που οι Ευρωπαίοι βρίσκουν επιθυμητό ή έστω αποδεκτό και, στην περίπτωση αρνητικής απάντησης, εάν μπορούν να κάνουν κάτι για να το αποτρέψουν. Προς τούτο, λοιπόν, πρέπει πρώτα και κύρια να επιδιώξουν άμεσα μια διπλωματική διέξοδο από το τέλμα του πολέμου στην Ουκρανία. Διπλωματική διέξοδος σημαίνει διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς πάνω σε ρεαλιστικές βάσεις, όπως τόλμησε να ψελλίσει πρόσφατα ο πρόεδρος της Γαλλίας κάνοντας αναφορά σε μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη που θα λαμβάνει υπόψη και τη Ρωσία, για να συγκεντρώσει αμέσως τη μήνη σύσσωμων των Ανατολικοευρωπαίων. Μεσοπρόθεσμα, πρέπει να αναζητήσουν, αν όχι τη συμφιλίωση και τη συνεργασία, τουλάχιστον ένα modus vivendi με τη Ρωσία, η οποία σε τελική ανάλυση δεν πρόκειται να μετακομίσει σε κάποιον άλλον πλανήτη, αλλά θα παραμείνει ο μεγάλος γείτονας της Ευρώπης, προβληματικός ή όχι. Ομοίως πρέπει να διαμορφώσουν μια σχέση συνύπαρξης και αλληλοκατανόησης με τη ραγδαία αναδυόμενη Κίνα, η οποία δεν θα ακολουθεί τις αμερικανικές φοβίες για την αμφισβήτηση της κυριαρχίας των ΗΠΑ στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, αλλά τις ευρωπαϊκές εμπορικές προτεραιότητες που ουδόλως ταυτίζονται με τις αμερικανικές.
Ευρύτερα, η Ευρώπη –είτε συλλογικά είτε σε επίπεδο κρατών-μελών– οφείλει να αναπτύξει τις σχέσεις της με τον υπόλοιπο κόσμο, ιδίως, δε, με τον Παγκόσμιο Νότο (Global South) πάνω στη βάση του αμοιβαίου συμφέροντος, προσερχόμενη σε διάλογο με τις χώρες της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας καλόπιστα και με ειλικρίνεια. Πράγμα που προϋποθέτει να αποβάλει, επιτέλους, κάποια συμπλέγματα πολιτισμικής ανωτερότητας που συνεχίζει να φέρει από την εποχή της αποικιοκρατίας και των ευρωπαϊκών ιμπεριαλισμών.
Πρέπει, επίσης, να απαντήσει στο αμερικανικό πρόγραμμα κρατικών επιδοτήσεων με ένα αντίστοιχο –ίσης ή μεγαλύτερης κλίμακας– ευρωπαϊκό πρόγραμμα οικονομικής υποστήριξης και επενδύσεων, τόσο σε νέες τεχνολογίες όσο και στην «παραδοσιακή» βαριά βιομηχανία και την παραμελημένη αγροτική παραγωγή. Αν θέλουν οι Ευρωπαίοι να το ονομάσουν «πρόγραμμα πράσινης ενεργειακής μετάβασης» δεν υπάρχει πρόβλημα, ούτε έχει ιδιαίτερη σημασία. Σημασία έχει το αποτέλεσμα. Και τέλος, πρέπει να μεταρρυθμίσει ή να υπερβεί το δυσλειτουργικό πλαίσιο της Ε.Ε., όπως ισχύει και εφαρμόζεται σήμερα, υπέρ περισσότερο ευέλικτων και αποτελεσματικών μεθόδων συνεργασίας και συντονισμού των κρατών της.
Τα παραπάνω απαιτούν έναν τρόπο στρατηγικής σκέψης που δεν αντιλαμβάνεται την Ευρώπη ως αναπόσπαστο κομμάτι της Δύσης, εντός ή εκτός εισαγωγικών, αλλά ως αυτόνομο παγκόσμιο παράγοντα με τις δικές του θέσεις, τις δικές του αξίες και τα δικά του συμφέροντα. Απαιτούν, ακόμα, τεράστια πολιτική βούληση και γενναιότητα στον λογισμό και τη δράση. Αρετές που οι σημερινές ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες έχουν, αν μη τι άλλο, αποδείξει ότι δεν διαθέτουν σε επάρκεια. Είναι εξόχως ενδεικτικό το γεγονός ότι ο μόνος που κάνει κάποιες κινήσεις –όχι ιδιαίτερα αποτελεσματικές– προς αυτήν την κατεύθυνση είναι ο Εμανουέλ Μακρόν, ένας πολιτικός νεοφιλελεύθερων καταβολών και πεποιθήσεων και μεσαίου, στην καλύτερη περίπτωση, βεληνεκούς. Συνεπώς, στο ερώτημα τι από όλα αυτά θα κάνει, τελικά, η Ευρώπη, η πιθανότερη απάντηση είναι, δυστυχώς, τίποτα.
* δικηγόρος, διδάκτωρ Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας