Χρυσά και κόκκινα φύλλα στρωμένα σαν χαλί στο σπίτι τους. Το σπίτι τους είναι το πάρκο. Ενα πάρκο στο κέντρο της μεγάλης πόλης. Τώρα που ψύχραναν οι νύχτες έρχονται όλο και πιο πολλοί εδώ, από διάφορα σημεία. Λες και θέλουν να 'χουν παρέα τις νύχτες. Προχθές ανάψανε μια μικρή φωτιά που με έναν τρόπο μαγνήτισε και τα βλέμματα εμάς των αδιάφορων συνήθως περαστικών. Ενας από τους άστεγους έλεγε παραμύθια γύρω από τη φωτιά πως τάχα ονειρευότανε σεντόνια, καθαρά σεντόνια. Πρώτα τα σεντόνια και μετά το στρώμα, κι έπειτα το κρεβάτι.
Τελευταίο το κρεβάτι, και μετά το σπίτι. Πρώτα απ’ όλα πάντα τα σεντόνια, που μύριζαν λεβάντα. Τα καθαρά σεντόνια είναι πολύ σημαντικά έλεγε, γιατί τα αλλάζουν χέρια που σ’ αγαπάνε και που θέλουν να σε φροντίσουν. Κάποτε όλοι μας είχαμε ένα σπίτι, μην κοιτάτε τώρα τα καροτσάκια του σούπερ μάρκετ που έγιναν οι τροχήλατες ντουλάπες μας. Είχαμε ένα σπίτι, και χέρια που μας φρόντιζαν είχαμε, και μη θαρρείτε πως είναι και τόσο δύσκολο να βρεθείτε στη θέση μας. Ενα κλικ της τύχης είναι, ένα τσακ της μοίρας. Χθες ένας στον δρόμο με φώναξε σαλιγκάρι, μου λέει ο παραμυθάς. Αφήνω τους ανθρώπους της φωτιάς, τους κατοίκους του πάρκου, και σκέφτομαι τις δομές των αστέγων της πολιτείας. Αναρωτιέμαι γιατί δεν πηγαίνουν εκεί να βρουν μια στέγη έστω προσωρινή. Ισως να το δοκίμασαν, να μην τα κατάφεραν να βρουν ένα σπίτι μέχρι τον μέγιστο χρόνο διαμονής στα κέντρα φιλοξενίας και να επέστρεψαν πάλι στον δρόμο. Ισως πάλι να 'ναι καινούργια φουρνιά. Τους φέρνω συνεχώς στο μυαλό μου καθώς προχωρώ στα βάθη της πόλης, μου θυμίζουν την ιστορία των «περήφανων αστέγων» του Βρεττάκου:
«Μια χειμωνιά, τρεις άστεγοι, που απ’ τον πάγο σβήναν, σε μια ταβέρνα που έκλεινε μπήκαν ορμητικοί. Κι ενώ πολύ διψούσανε, καθόλου αυτοί δεν πίναν, Αλλά το χώμα κοίταζαν κ’ οι τρεις τους σκεφτικοί. Κι ο ταβερνιάρης που άλλοτε την ώρα αυτή σφαλούσε, γιατί είχε σπίτι ερημικό και φαμελιά πολλή, να τους ειπεί πως πέρασεν η ώρα δεν τολμούσε, γιατί ήτανε παράξενοι και σκοτεινοί πολύ. Κι όταν σαν άχνιζε η αυγή τον απαχαιρετήσαν, ένα κρασί τους πρόσφερε κι’ αυτός να ζεσταθούν, ενώ από οίχτο κι ανθρωπιά τα μάτια του δακρύσαν. Μ’ αυτοί, κ’ οι τρεις, περήφανοι, δεν πήρανε να πιουν.». Ναι, ο τρόπος που θα πλησιάσεις τον πληγωμένο, σκέφτομαι, είναι το μισό της γιατρειάς της πληγής του. Το πώς θα του στρώσεις τα καθαρά σεντόνια του, που θα μυρίζουν λεβάντα, ώστε να ονειρευτεί ξανά ένα καλύτερο αύριο.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας