Ο χρόνος παρουσίας του ευρώ είναι ιστορικά ασήμαντος. Πρακτικά, όμως, αρκεί για μια αποτίμηση της προσπάθειας να συγκολληθούν τόσο ανομοιογενείς οικονομίες.
Στην αρχή, το ευρώ πλησίασε το δολάριο ως παγκόσμιο συναλλαγματικό και αποθεματικό νόμισμα, εκμηδένισε τον συναλλαγματικό κίνδυνο για τις επιχειρήσεις και πρόσφερε στους Ευρωπαίους τη χαρά ταξιδιών χωρίς μετατροπή νομισμάτων. Όμως σύντομα η πραγματικότητα αποκαλύφθηκε. Οι ανισορροπίες μεταξύ Γερμανίας και περιφερειακών χωρών της Νότιας Ευρώπης έγιναν εκρηκτικές και η Ε.Ε. θύμιζε χαρτοπαικτική λέσχη στην οποία η Γερμανία χαιρόταν επειδή οι χώρες της περιφέρειας εν μέρει χρηματοδοτούσαν την ευρωστία της και ο Νότος θρηνούσε για την κυριαρχία που εκχώρησε στους Γερμανούς.
Ουσιαστικά, η κρίση χρέους αποκάλυψε όλα τα προβλήματα και τις σκοπιμότητες που υπήρχαν από τη στιγμή που άρχισε να συζητείται η προοπτική ενός ενιαίου νομίσματος.
Από τη δεκαετία του 1970, σχεδόν κάθε συμφωνία για νομισματικά θέματα αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης με όρους που –κατά κύριο λόγο– έθετε η Γερμανία, η οποία, εκμεταλλευόμενη τις ανοιχτές αγορές και την πολιτική κυριαρχία, ήθελε με τα λεφτά των εταίρων της να χρηματοδοτήσει την ευημερία της. Οι αντιστάσεις των υποψήφιων «χρηματοδοτών» ήταν υποτονικές. Η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία και οι άλλες χώρες του Νότου, με αδύναμα νομίσματα και ανοιχτές τις πληγές από τις κρίσεις χρέους και συναλλάγματος των δεκαετιών του 1970 και του 1980, αποδέχτηκαν τις γερμανικές απαιτήσεις. Στο εσωτερικό ακροατήριό τους οι πολιτικοί του Νότου καλλιέργησαν ψευδαισθήσεις. Εμφάνισαν το ευρώ ως μέσο για να μιμηθούν την επιτυχία της Γερμανίας και ως μοχλό που θα ανάγκαζε το Βερολίνο να εγκαταλείψει τις βλέψεις για γερμανική Ευρώπη. Παραπλανώντας, αποσιωπώντας και συσκοτίζοντας, παρέδωσαν σε γερμανικά χέρια τον έλεγχο των επιτοκίων, της προσφοράς χρήματος στους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και τη συναλλαγματική πολιτική. Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 βρήκε τον ευρωπαϊκό Νότο ανοχύρωτο. Τα επιτόκια αυξήθηκαν, το εξωτερικό χρέος διογκώθηκε, η ανάπτυξη έπεσε κατακόρυφα. Η χρεοκοπία πρόβαλλε αναπόφευκτη αν δεν την απέτρεπε η Γερμανία, που απολάμβανε μια πρωτοφανή οικονομική άνθηση.
Με μια παράφραση του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, η ιστορία της νομισματικής ένωσης της Ευρώπης θα μπορούσε να ονομαστεί «Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας κρίσης». Ηδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 είχαν διατυπωθεί δυσοίωνες προφητείες. Ο Ζακ Ντελόρ είπε μετά τη διαπραγμάτευση για τη Συνθήκη του Μάαστριχτ ότι είδε το ενιαίο νόμισμα ως μια αποτυχία, διότι είχε αποτύχει να πείσει τους Γερμανούς να συμβιβαστούν. Η αδιαπραγμάτευτη απαίτηση του Βερολίνου σε αντάλλαγμα για τη νομισματική ένωση ήταν μια ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα, με εντολή για ακόμα πιο αντι-πληθωριστική δράση από όσο η παλιά Bundesbank, ενώ δεν έγινε καμία πρόβλεψη για δημοσιονομικές μεταβιβάσεις ή διασώσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών. Πολλοί διατύπωναν καίρια ερωτήματα, χωρίς να παίρνουν απαντήσεις: Πώς το κοινό νόμισμα θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς ένα κοινό ταμείο; Πώς ένα μοναδικό επιτόκιο θα μπορούσε να είναι δίκαιο για μια τόσο διαφορετική ομάδα οικονομιών; Πώς η ευρωζώνη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει οικονομικούς κλυδωνισμούς που διαφοροποιούνταν από περιοχή σε περιοχή;
Όταν η κρίση χρέους έκανε τα κίνητρα της γερμανικής πολιτικής ορατά, πολλοί εμφάνιζαν το ευρώ ως «πολιτικό» νόμισμα που αξιοποιείται για ένα ευρέως αντιλαϊκό σχέδιο. Το 2012, ο Μάρτιν Φελντστάιν έγραψε ότι «το ευρώ θα πρέπει τώρα να αναγνωριστεί ως ένα πείραμα που απέτυχε» και ο Πολ Κρούγκμαν προειδοποιούσε ότι το ευρώ θα μπορούσε να καταρρεύσει «εντός μηνών». Το 2016, ο Μέρβιν Κινγκ, πρώην διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, υποστήριξε ότι «η έξοδος από τη ζώνη του ευρώ μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος για να σχεδιαστεί μια διαδρομή πίσω στην οικονομική ανάπτυξη» και ο Τζόζεφ Στίγκλιτζ υποστήριξε ότι «η Ευρώπη μπορεί να χρειαστεί να εγκαταλείψει το ευρώ για να σώσει... το ευρωπαϊκό σχέδιο».
Κι όμως, παρά τις διαβρωτικές του ιδιότητες, παρά τον πόνο που προκαλεί, παρά την αγανάκτηση που προξενεί η εκχώρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων στο βουλιμικό Βερολίνο, το ευρώ εξακολουθεί να απολαμβάνει την υποστήριξη της πλειοψηφίας των ευρωπαίων – περίπου 70% των πολιτών της ευρωζώνης το 2007, μειώθηκε στο 62% το 2013, αλλά μέχρι τον Νοέμβριο του 2016 είχε επιστρέψει στο 70%. Τι είναι αυτό που κάνει τους Ευρωπαίους εξαρτημένους από το ευρώ;
Ο Άνταμ Σμιθ με τη «Θεωρία των ηθικών συναισθημάτων» αναγνώριζε τη συμβολή του συναισθήματος στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Φαίνεται ότι σήμερα ο φόβος για την απώλεια του ευρώ είναι τόσο ισχυρός και διακατέχει τόσους πολλούς, ώστε να υπερισχύει όλων των υπόλοιπων συναισθημάτων.
Η συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαίων θεωρεί ότι το ενιαίο νόμισμα προστατεύει τις αποταμιεύσεις, αποτρέπει τον πληθωρισμό και επιτρέπει την ελεύθερη μετακίνηση στην Ευρώπη. Επίσης, τρομοκρατείται με την ιδέα της αποσταθεροποίησης που θα προκληθεί από την επικράτηση των ακροδεξιών που βάλλουν εναντίον του ευρώ. Η σκέψη της απώλειας των ωφελημάτων αυτών, τους προκαλεί φόβο.
Οι πολιτικοί πανικοβάλλονται από τις συνέπειες εγκατάλειψης του ευρώ. Ο Αμερικανός οικονομολόγος Μπάρι Αϊχενγκριν, το 2007 σε μελέτη του χαρακτήρισε τρομακτικό το κόστος εξόδου μιας χώρας από την ευρωζώνη. Σύμφωνα με μια προβολή που έκαναν πριν από λίγα χρόνια αναλυτές της ING, μια συνολική κατάρρευση της ευρωζώνης θα μπορούσε να προκαλέσει πτώση του ΑΕΠ κατά περισσότερο από 10% σε διάστημα δύο ετών σε όλες τις κορυφαίες ευρωπαϊκές οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας.
Το Βερολίνο φοβάται για την απώλεια των κερδών που έχει αποκομίσει. Η Γαλλία τρέμει με την ιδέα να χάσει τη «θέση του συνοδηγού». Η Ιταλία φοβάται τις επιπτώσεις του υπερβολικού χρέους... Ύστερα από είκοσι χρόνια ζωής, το ευρώ κατάφερε να εξελιχθεί σε φοβικό νόμισμα που επιβιώνει εξαιτίας του τρόμου που προκαλεί η απώλειά του. Μόνο επιτυχία δεν μπορείς να το πεις.
*Δημοσιογράφος, συγγραφέας
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας