Με αφορμή το περιβόητο σποτ του ΣΥΡΙΖΑ για την κρατική χρηματοδότηση της διαφημιστικής καμπάνιας «Μένουμε Σπίτι – Μένουμε Ασφαλείς» αναδείχθηκαν ξανά οι προβληματισμοί των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για το είδος της αντιπολίτευσης που πρέπει να ασκήσει. Αυτή η συζήτηση προφανώς δεν είναι καινούργια, ούτε εξαντλείται σε αρθρογραφία στον Τύπο, ίσως ούτε σε ένα Συνέδριο.
Παρατηρώντας κανείς τις μετρήσεις κοινής γνώμης μπορεί να οδηγηθεί σε ένα εύλογο συμπέρασμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ απέχει τόσο από τη Νέα Δημοκρατία, όπου ακόμα και εάν είχε τη δυνατότητα να «απορροφήσει» το Κίνημα Αλλαγής, το ΚΚΕ και το ΜεΡΑ25 δεν θα κέρδιζε τις εκλογές, συνεπώς ο ΣΥΡΙΖΑ «πρέπει να κινηθεί προς το κέντρο». Αυτό σημαίνει πως πρέπει να «αποσπάσει» ψηφοφόρους από τη Νέα Δημοκρατία.
Πώς επιτυγχάνεται όμως αυτό; Πολλοί πολιτικοί, επικοινωνιολόγοι και αναλυτές στρατηγικής ίσως να εισηγούνταν την υιοθέτηση μιας πιο ήπιας αντιπολιτευτικής γραμμής που θα συμπεριλάμβανε στοιχεία της νικηφόρας καμπάνιας της Νέας Δημοκρατίας του Ιουλίου, με την υπόθεση ότι οι πολίτες που ψήφισαν το κυβερνών κόμμα στις προηγούμενες εκλογές έχουν μια συγκεκριμένη λογική, συγκινούνται με αντίστοιχα ερεθίσματα ή ενδιαφέρονται για συγκεκριμένα θέματα.
Αλλοι θα μπορούσαν να εισηγηθούν την ενδελεχή διερεύνηση της κοινωνίας με σκοπό να ανακαλυφθεί μια διάσταση της πολιτικής, όπου οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, το αξιακό του φορτίο ή το κοινωνικό του αποτύπωμα είναι πλειοψηφικό στην κοινωνία. Αυτή η διάσταση θα μπορούσε να είναι η «διαφθορά», η «Υγεία» ή κάποια άλλη και στη συνέχεια να καταβληθεί η μέγιστη προσπάθεια να εντυπωθεί στο εκλογικό σώμα ως το κριτήριο της ψήφου.
Εχουν αξία σήμερα αυτά τα θεωρήματα; Τα παραπάνω επιχειρήματα αποτελούν μια βάση για να οικοδομήσει ένα αντιπολιτευτικό κόμμα την εκλογική του τακτική και χρησιμοποιούνται κατ’ εξοχήν σε όλες τις φιλελεύθερες δημοκρατίες, όπως έχουν χρησιμοποιηθεί και στη χώρα μας στο παρελθόν.
Ομως στη χώρα μας έχει συντελεστεί μια ειδοποιός διαφορά. Ο συγκλίνων δικομματισμός κατέρρευσε. Οι διαφορές των δυο κομμάτων που διεκδικούν με αξιώσεις την κυβέρνηση είναι διαφορές πολιτικές, κοινωνικές, φιλοσοφικές, αισθητικές και έχουν πολύ μεγαλύτερη απόκλιση απ’ ό,τι είχαν την ύστερη περίοδο της μεταπολίτευσης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 «υποδεχόμενος στην κάλπη του» (1) το 11,2% των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας του 2012 και η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές αντλώντας το 11,8% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ του 2015 (2). Και τα δύο κόμματα κέρδισαν τις εκλογές χωρίς να μετακινηθούν προς το άλλο, δηλαδή προς το κυβερνών κόμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ με ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα στις παρυφές εξ αριστερών της Σοσιαλδημοκρατίας και η Νέα Δημοκρατία με ένα πρόγραμμα εκ διαμέτρου αντίθετο με την πολιτική λογική του κυβερνώντος κόμματος.
Πώς συνέβη αυτό; Αυτό συνέβη γιατί και τα δύο κόμματα οικοδόμησαν μια ισχυρή κοινωνική συμμαχία. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχτισε μια συμμαχία της εργατικής τάξης και των απειλούμενων με προλεταριοποίηση μικροαστών ενάντια στην επιχειρηματική και πολιτική ελίτ και η Νέα Δημοκρατία μια κοινωνική συμμαχία των αστών με τους προλεταριοποιημένους και μη μικροαστούς που ήθελαν να ανακτήσουν την κοινωνική τους θέση. Η πρώτη στηρίχτηκε στο αίτημα για αναδιανομή και δικαιοσύνη και η δεύτερη στο ιδεολόγημα της εκτόξευσης της οικονομίας μέσω της μείωσης των φόρων.
Συνεπώς ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δημιουργήσει εκ νέου ένα κυρίαρχο μπλοκ διεκδίκησης της εξουσίας. Η συμμαχία οφείλει να είναι τόσο ευρεία που να εξασφαλίζει την πλειοψηφία μέσα στην κοινωνία και τόσο συνεκτική που να περιορίζει τις αντιφάσεις και τη σύγκρουση συμφερόντων μέσα σε αυτή. Αυτή η νέα κοινωνική συμμαχία δεν μπορεί παρά να βασίζεται στο πρόγραμμα διακυβέρνησης. Ομως το πρόγραμμα του κόμματος δεν πρέπει να είναι αποσπασματική αποδοχή διάφορων κοινωνικών και κλαδικών αιτημάτων, ούτε να βασίζεται σε βραχυπρόθεσμα μέτρα αντιμετώπισης μια κατάστασης.
Το πρόγραμμα πρέπει να είναι ένα ολιστικό σχέδιο υπέρβασης του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και να εκτείνεται σε όλες τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές πτυχές της ζωής, όχι μόνο γιατί καθίσταται αναγκαίο για την κοινωνία μπροστά στην επερχόμενη παγκόσμια ύφεση, αλλά και γιατί μέσα από αυτό παράγεται ο πολιτικός λόγος, που θα δώσει τη δυνατότητα στα μέλη του, που συμμετέχουν στον διάλογο, να αντιμετωπίσουν οποιοδήποτε ζήτημα ανακύπτει στη δημοσιογραφική ατζέντα.
Εάν το πρόγραμμα αυτό έχει μια συνεκτική λογική, δηλαδή το ένα μέρος του είναι φυσική και λογική συνέχεια του άλλου, τότε και μόνο γίνεται κτήμα της κοινωνίας, η παραγωγή συνθηματολογίας γίνεται ευκολότερη και το μήνυμα γίνεται αντιληπτό. Η προσέγγιση του μεσαίου χώρου της πολιτικής είναι κενή περιεχομένου εάν δεν συνοδεύεται με απαντήσεις στον μεσαίο χώρο της κοινωνίας.
* Πολιτικός επιστήμονας – κοινωνικός ερευνητής
(1) http://alcopolls.gr/portfolio/exit-poll-%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CF%85%CE%B1%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%83-2015
(2) https://www.kathimerini.gr/1027104/article/epikairothta/politikh/ta-dedomena-ths-megalhs-metavolhs
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας