Ας φανταστούμε ότι κρατάμε στα χέρια μας ένα κατά τ’ άλλα αστήρικτο ποτήρι. Είμαστε βέβαιοι ότι αν ανοίξουμε τα χέρια μας, το ποτήρι θα πέσει. Από πού προέρχεται αυτή η βεβαιότητα; Η απάντηση είναι γρήγορη και εύκολη: από την προηγούμενή μας εμπειρία όλων αυτών των ποτηριών που αφήσαμε στον αέρα και έπεσαν.
Η επιστήμη προχωρά με παρόμοιο τρόπο. Τουλάχιστον στην ιδανική περίπτωση, οι βεβαιότητές μας πηγάζουν από προηγούμενα πειραματικά δεδομένα. Ένας μεγάλος αριθμός δοκιμών έχει δείξει, λόγου χάρη, ότι η παρακεταμόλη ανακουφίζει τα συμπτώματα της οξείας ημικρανίας περισσότερο από ένα χάπι placebo.
Όταν σε μια αρχική συνθήκη (ημικρανία) επιφέρουμε συστηματικά μια μεταβολή (παρακεταμόλη) και η τελική συνθήκη (ανακούφιση) προκύπτει συνεπώς, τότε θεωρούμε ότι έχουμε ανακαλύψει μια αιτιακή, όχι τυχαία φυσική σχέση. Για ακριβώς αυτόν τον λόγο ο φαρμακοποιός σας θα σας προτείνει, μεταξύ άλλων, σκευάσματα παρακεταμόλης σε περίπτωση που υποφέρετε αρμοδίως.
Ποιο είναι τώρα το πρόβλημα: καμία αρχική συνθήκη δεν είναι ακριβώς η ίδια με οποιαδήποτε άλλη, στα πειράματα και στη ζωή γενικότερα. Το ποτήρι που κρατώ στα χέρια μου δεν μπορεί να είναι ακριβώς το ίδιο με τα υπόλοιπα ποτήρια που έπεσαν. Ακόμα κι αν χρειαστεί να φτάσουμε στο μικρο-επίπεδο της σύστασής του, κάτι θα διαφέρει. Ένα χάπι παρακεταμόλης δεν μπορεί να είναι ακριβώς το ίδιο με κάποιο άλλο χάπι σε όλη τη μοριακή του έκταση, και ούτω καθεξής.
Έτσι λοιπόν, για να βγάλουμε κάποιο συμπέρασμα για τις καταστάσεις που θα μας παρουσιαστούν, αξιώνουμε μόνο αυτές να μοιάζουν κατά τις σημαντικές τους διαστάσεις με τις προηγούμενες. Παρατηρούμε π.χ. ότι το χρώμα ενός αντικειμένου δεν επηρεάζει την ταχύτητα με την οποία θα πέσει αν το αφήσω, οπότε δεν αξιώνω και να γνωρίζω το χρώμα ενός αντικειμένου για να προβλέψω το πώς θα κινηθεί.
Αν δεν πραγματοποιούσαμε αυτές τις προβλεπτικές αφαιρέσεις, οι συνέπειες θα ήταν καταστροφικές: δεν θα γνωρίζαμε τι ρούχα να βάλουμε κάθε μέρα παρά μόνο αφότου βγαίναμε στον δρόμο, και κανένας γιατρός δεν θα μπορούσε να προτείνει ποτέ κανένα φάρμακο, αφού όλοι οι ασθενείς, αλλά και τα όλα τα φαρμακευτικά σκευάσματα, κάπου διαφέρουν.
Τις τελευταίες μέρες, μαζί με το ξύλο μετά μουσικής σε διάφορες πλατείες της χώρας και την συζήτηση για το αν και με ποιους όρους πρέπει να ανοίξουν ξανά πλαζ και παραλίες, το ζήτημα της Θείας Κοινωνίας έχει επανέλθει ζωηρά. Η σταρ του ζητήματος, Ελένη Γιαμαρέλλου (Ομότιμη Καθηγήτρια Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ αλλά και Διευθύντρια Α’ της Παθολογικής – Λοιμωξιολογικής Κλινικής του ιδιωτικού νοσοκομείου Υγεία) συνέβαλε ιδιαίτερα στον ευγενή αυτόν σκοπό όταν επανέλαβε τις δηλώσεις της πως ο νέος κορονοϊός δεν μεταδίδεται διαμέσου της Θείας Κοινωνίας.
Μέσα στην μεγάλη αναταραχή που περιβάλλει αυτήν την θαυμάσια κατάσταση, ακούγονται διάφορα επιχειρήματα υπέρ της άποψης της κυρίας Γιαμαρέλλου. Το ένα είναι το αμιγώς μεταφυσικό-θρησκευτικό επιχείρημα που θέλει την Θεία Κοινωνία να διαθέτει κάποια ιοκτόνα ιδιότητα καθότι ευλογημένη η ίδια, και τα λοιπά. Με αυτό το επιχείρημα δεν θα ασχοληθώ, και εδώ που τα λέμε είναι κάπως αδύνατο να ασχοληθεί κανείς: πρόκειται για μια αξίωση στη βάση του δόγματος, με την οποία μπορείς να διαφωνήσεις μόνο δογματικά.
Θα ασχοληθώ όμως με το άλλο επιχείρημα υψηλής δημοτικότητας, το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι και πιο επικίνδυνο καθότι επιστημονικοφανές. Από μεταξύ άλλων και τον Ηλία Μόσιαλο (προ μηνών), λοιπόν, εκφράζεται η άποψη πως δεν διαθέτουμε επαρκή στοιχεία για να καταλήξουμε για το αν η Θεία Κοινωνία μπορεί να μεταφέρει τον νέο κορονοϊό ελλείψει σχετικών ερευνών.
Υπάρχουν πολλές και ικανοποιητικές έρευνες που δείχνουν ότι ο νέος κορονοϊός μεταδίδεται διαμέσου του σάλιου, καθώς και ότι επιβιώνει ένα διάστημα (σίγουρα πολύ μεγαλύτερο από το διάστημα μιας μετάληψης) σε μεταλλικές και άλλες επιφάνειες. Ποια παραπάνω έρευνα χρειάζεται; Απαντώ: καμία. Οι πειραματικές δοκιμές ομοιάζουν με την συνθήκη της καθημερινής ζωής κατά όλους τους σημαντικούς τρόπους: έχουν να κάνουν με την αγωγιμότητα του ιού με το σάλιο, διαμέσου επιφανειών, και τα λοιπά. Οι μεταβλητές που αλλάζουν είναι μεταβλητές που δεν έχουμε κανέναν λόγο (πέραν του μεταφυσικού) να υποθέσουμε ότι είναι αιτιακά σχετικές με τη μετάδοση του ιού. Τέτοιες μεταβλητές είναι π.χ. οι χωροχρονικές συντεταγμένες (δηλαδή το ότι η μετάληψη συμβαίνει στους ναούς και όχι στο εργαστήριο, σε κάποια διαφορετική ίσως ώρα).
Αν κάποιος θεωρεί ότι ενδεχομένως κάποια συνθήκη που ισχύει μόνο εντός της εκκλησίας (π.χ. η πίστη των πιστών) επηρεάζει το αποτέλεσμα της μετάδοσης, τότε είναι αυτός ο κάποιος που θα πρέπει να κάνει μια μελέτη για να το αποδείξει. Ακριβώς όπως θα καλέσουμε κάποιον που ισχυρίζεται ότι το χρώμα ενός αντικειμένου παίζει ρόλο στην ταχύτητα πτώσης του να μας το δείξει στην πράξη πετώντας δύο ίδια αντικείμενα διαφορετικού χρώματος, έτσι θα έπρεπε να καλούμε και κάποιον που ισχυρίζεται ότι έχει ανακαλύψει μια καινούρια μεταβλητή που επηρεάζει τη δραστικότητα του ιού να μας αποδείξει τον ισχυρισμό του στην πράξη.
Οι επιστημονικές έρευνες που υφίστανται λοιπόν μας επιτρέπουν να εξάγουμε ασφαλώς το συμπέρασμα ότι ο νέος κορονοϊός μεταδίδεται με την Θεία Κοινωνία. Η ανάδειξη της συνθήκης εντός της εκκλησίας δεν αποτελεί, τουλάχιστον για ένα εμπειρικό-επιστημονικό σκεπτικό, τίποτα πέρα από ένα φτηνό τρικ. Όπως είδαμε, κανένα πείραμα ποτέ στην επιστήμη δεν είναι ακριβώς το ίδιο με όλα τα προηγούμενα, πέραν των λεγόμενων σημαντικών τους διαστάσεων.
Το να ισχυρίζεται κανείς ότι υπάρχει επιστημονικό κενό για την μετάδοση μέσω Θείας Κοινωνίας συγκεκριμένα εξυπηρετεί μόνο μία σκοπιμότητα: να μετατίθεται μια ήδη γνωστή απάντηση σε μια μελέτη που δεν θα γίνει ποτέ (γιατί δεν θα την επιτρέψει η ίδια η Εκκλησία), αναστέλλοντας έτσι την σχετική κρίση, συμμαχώντας ενάντια σε οποιαδήποτε έννοια επιστημονικότητας με τις απόψεις της Εκκλησίας για το ζήτημα.
Τέλος, είναι στην κρίση του καθενός το κατά πόσο είναι από αμήχανο έως ντροπιαστικό να δαπανούμε τόσο χρόνο και ενέργεια σε τέτοια ζητήματα, αυτήν την συγκεκριμένη περίοδο του εικοστού πρώτου αιώνα.
*Ο Θεμιστοκλής Πανταζάκος είναι διδάκτορας Φιλοσοφίας της Επιστήμης και επίτιμος ερευνητικός υπότροφος του University College London.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας